Επιστήμονες από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνια (CalTech) ανακάλυψαν πως το «φως» στο σύμπαν είναι περισσότερο από αυτό που προέρχεται από τους γαλαξίες. Η εξήγηση που δίνουν είναι πως στον αχανή διαγαλαξιακό χώρο υπάρχουν διάσπαρτοι «μοναχικοί» αστέρες οι οποίοι, αν και καθένας τους ακτινοβολεί σε τόσο μικρή ένταση που δεν μπορεί να ανιχνευθεί από τα τηλεσκόπια, το «φως» που παράγουν στο σύνολό τους μπορεί να εξηγήσει αυτή τη διαφορά.
Επιστήμονες από το Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνια (CalTech) ανακάλυψαν πως το «φως» στο σύμπαν είναι περισσότερο από αυτό που προέρχεται από τους γαλαξίες. Η εξήγηση που δίνουν είναι πως στον αχανή διαγαλαξιακό χώρο υπάρχουν διάσπαρτοι «μοναχικοί» αστέρες οι οποίοι, αν και καθένας τους ακτινοβολεί σε τόσο μικρή ένταση που δεν μπορεί να ανιχνευθεί από τα τηλεσκόπια, το «φως» που παράγουν στο σύνολό τους μπορεί να εξηγήσει αυτή τη διαφορά.
Οι αστέρες αυτοί θα πρέπει να αποχωρίσθηκαν κάποια στιγμή από τους γαλαξίες στους οποίους ανήκαν, συνεχίζοντας στη συνέχεια την περιπλάνησή τους στον αχανές διάστημα. Ένα φαινόμενο που μόνο σπάνιο δεν ήταν στην κοσμική «ιστορία» αφού, σύμφωνα με το μοντέλο των ερευνητών του CalTech, αναλογεί στο 50% των άστρων που υπάρχουν στο σύμπαν.
Η έρευνα δημοσιεύθηκε σήμερα στο περιοδικό Science και βασίσθηκε σε δεδομένα από το πείραμα CIBER, το οποίο έκαναν οι ερευνητές χρησιμοποιώντας πυραύλους της ΝΑΣΑ που το 2010 και το 2012 πραγματοποίησαν υποτροχιακές πτήσεις. Το «φως» που μετρήθηκε με το πείραμα είναι η κοσμική υπέρυθρη ακτινοβολία υποβάθρου, δηλαδή η ακτινοβολία από όλες τις υπέρυθρες πηγές στο σύμπαν.
«Αν η ανάλυση αληθεύει, τότε υπάρχει ένας ολόκληρος πληθυσμός από αστέρες που βρίσκονται εκεί έξω», δήλωσε στο περιοδικό Nature o Χάρβεϊ Μόσλεϊ, αστροφυσικός που εργάζεται στη ΝΑΣΑ. «Ίσως μάλιστα να υπάρχουν άνθρωποι που να ζουν καταμεσής του σκοτεινού και ψυχρού διαστήματος».
Ανάλογες μετρήσεις είχαν πραγματοποιηθεί νωρίτερα από το διαστημικό τηλεσκόπιο Spitzer, για τις οποίες μέχρι σήμερα η επικρατούσα εξήγηση ήταν πως αυτό το «φως» ήταν τα κατάλοιπο των πρώτων γαλαξιών που δημιουργήθηκαν μετά τη Μεγάλη Έκρηξη. Ωστόσο, στο CIBER χρησιμοποιήθηκε μια εξαιρετικά ευαίσθητη κάμερα υπερύθρων.
«Οι διακυμάνσεις της ακτινοβολίας είναι πολύ έντονες για να προέρχονται από τους πρώτους γαλαξίες. Μόνο αν “καιγόταν” μεγάλη ποσότητα υδρογόνου, παράγοντας ήλιο, θα προέκυπτε τόσο φως. Και πάλι όμως θα έπρεπε να εξαφανισθούν τα πειστήρια, αφού δεν βρήκαμε αρκετά βαριά στοιχεία από μια τέτοια διαδικασία αστρικής νουκλεοσύνθεσης. Κάτι που συνέβαινε μόνο αν τα στοιχεία αυτά εξαφανίζονταν μέσα σε μαύρες τρύπες», λέει ο Μάικλ Ζέμκοβ, ένας από τους επικεφαλής της έρευνας.
Άλλοι αστρονόμοι πάντως αμφισβητούν την προτεινόμενη θεωρία. Ενδεικτική περίπτωση η Γιούνα Κόλμερ, αστρονόμος από το ινστιτούτο Carnegie στην Καλιφόρνια. Όπως δήλωσε στο Nature, η ίδια θεωρεί τα ευρήματα πολύ σημαντικά, δεν είναι όμως πεπεισμένη πως ευσταθούν τα μοντέλα που χρησιμοποίησε η ομάδα του Caltech για την ανάλυσή τους.