Ο τρόπος χειρισμού ηλεκτρονικών παιχνιδιών FPS (First Person Shooters- παλαιότερα γνωστά ως «Doom-clones», από έναν από τους πρώτους διδάξαντες, το Doom) αποτελεί την έμπνευση πίσω από μέθοδο που ανέπτυξε διεθνής ερευνητική ομάδα για τον έλεγχο ρομπότ που ειδικεύονται στην αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.
Ο τρόπος χειρισμού ηλεκτρονικών παιχνιδιών FPS (First Person Shooters- παλαιότερα γνωστά ως «Doom-clones», από έναν από τους πρώτους διδάξαντες, το Doom) αποτελεί την έμπνευση πίσω από μέθοδο που ανέπτυξε διεθνής ερευνητική ομάδα για τον έλεγχο ρομπότ που ειδικεύονται στην αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.
Όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του σουηδικού Βασιλικού Ινστιτούτου Τεχνολογίας (ΚΤΗ), η τεχνική που είναι γνωστή στους gamers ως «free look control» προσαρμόζεται για χρήση σε ρομπότ, έτσι ώστε να μπορούν να μιμηθούν τον τρόπο με τον οποίο το ανθρώπινο σώμα στρίβει σε σχέση με την κίνηση του κεφαλιού και την κατεύθυνση του βλέμματος.
Σύμφωνα με τον Πέτερ Όεγκρεν, επίκουρο καθηγητή στο CAS (Center for Autonomous Systems) στο ινστιτούτο στη Στοκχόλμη, η εν λόγω τεχνική θα επέτρεπε πιο φυσική αλληλεπίδραση με το ρομπότ από ό,τι υπάρχει αυτή τη στιγμή στα μη επανδρωμένα οχήματα εδάφους (UGV) που στέλνονται σε φλεγόμενα ή γκρεμισμένα κτήρια- και γενικότερα σε ζώνες που θεωρούνται πολύ επικίνδυνες για αποστολή ανθρώπων – διασωστών.
«Η ιδέα είναι η μείωση της διανοητικής πίεσης στον χειριστή, έτσι ώστε να μπορούν να επικεντρωθούν στο περιβάλλον με το οποίο έχουν να κάνουν» επισημαίνει ο Όεγκρεν.
Με το free look control, ο χειριστής αλληλεπιδρά με ένα τηλεχειριζόμενο ρομπότ με τον ίδιο τρόπο που θα χειριζόταν το «άβατάρ» του σε παιχνίδια FPS σαν το Call of Duty, το Halo και το Half-Life, το διάσημο RPG Elder Scrolls: Skyrim κ.α.
Στην περίπτωση των καταστάσεων έκτακτης ανάγκης, ο χρόνος είναι πολύτιμος, οπότε και απαιτείται η ταχεία απόκτηση αντίληψης του περιβάλλοντος (situational awareness) έτσι ώστε να κατανοείται ο χώρος και το τι συμβαίνει μέσα σε αυτόν. Αν και το σημερινό στάνταρ- το αποκαλούμενο «tank control» είναι πιο άμεσο όσον αφορά στην εφαρμογή του, απαιτεί μεγαλύτερη συγκέντρωση από τον χειριστή, καθώς η κίνηση της κάμερας και του σώματος του ρομπότ γίνονται μέσω διαφορετικών συστημάτων ελέγχου. Με το free look control η κατεύθυνση της κίνησης του ρομπότ ορίζεται σε σχέση με το οπτικό πεδίο της κάμερας: εάν το ρομπότ «κοιτάει» στα δεξιά, τότε το ρομπότ θα κινηθεί προς εκείνη την κατεύθυνση. Επίσης, είναι δυνατόν το αποκαλούμενο «strafing», δηλαδή η κίνηση κάθετα προς την κατεύθυνση του βλέμματος, που αποτελεί γνωστή «μανούβρα» τόσο στα παιχνίδια όσο και σε ένα πραγματικό περιβάλλον το οποίο έχει πληγεί από κάποια καταστροφή και όπου πραγματοποιείται έρευνα. Κατά τον Όεγκρεν, σε δοκιμές που έγιναν με πυροσβέστες στην Πίζα της Ιταλίας, 12 από τους 16 χρήστες προτίμησαν το free look control.
H έρευνα διεξήχθη εντός του πλαισίου του προγράμματος Long-Term Human-Robot Teaming for Robot-Assisted Disaster Response (TRADR) της Ε.Ε. Πέρα από το CAS του KTH, σε αυτήν συμμετείχαν και ερευνητές από τη Γερμανία, την Ελβετία, την Ολλανδία και την Ιταλία.