Οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν πως ο αλτρουισμός αποτελεί μοναδικά δικό μας χαρακτηριστικό, που μας διαχωρίζει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Ωστόσο οι νυχτερίδες-βαμπίρ διαψεύδουν αυτή τη θεωρία.
Οι άνθρωποι τείνουν να πιστεύουν πως ο αλτρουισμός αποτελεί μοναδικά δικό μας χαρακτηριστικό, που μας διαχωρίζει από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο. Ωστόσο οι νυχτερίδες-βαμπίρ διαψεύδουν αυτή τη θεωρία.
Οι νυχτερίδες-βαμπίρ έχουν μήκος περίπου 10 εκατοστά, και άνοιγμα φτερών περίπου 17,5 εκατοστά. Τρέφονται συνήθως με αίμα θηλαστικών και το αντιπηκτικό στο σάλιο τους επιτρέπει στο αίμα να ρέει και σε αυτές να καταναλώσουν σε ένα βράδυ έως και το μισό βάρος τους. Εξάλλου εάν δεν τραφούν για τρεις ημέρες τότε πεθαίνουν, κάτι που συμβαίνει πιο συχνά σε νεαρές νυχτερίδες, που είναι πιο άπειρες στην εύρεση θηραμάτων.
Οι νυχτερίδες, τα μοναδικά θηλαστικά με τη δυνατότητα να πετούν, είναι κοινωνικά ζώα, ζώντας συχνά σε αποικίες που μπορούν να αριθμούν έως και 2.000 άτομα. Οι περισσότερες αποικίες είναι μικρότερες και βασίζονται σε έναν κεντρικό πληθυσμό θηλυκών.
Μία νυχτερίδα που αποτυγχάνει να βρει αίμα να τραφεί θα ικετεύσει ένα γείτονά της για φαγητό. Τότε η «φίλη» της θα εξεμέσει αίμα και θα το μοιραστεί με την αρχική νυχτερίδα, με την οποία συχνά αλλά όχι πάντα συγγενεύει. Αυτό σημαίνει πως το φαινόμενο ενδεχομένως κατηγοριοποιείται ως αμοιβαίος αλτρουισμός. Με αυτό το σύστημα πολλές θηλυκές νυχτερίδες φτάνουν να ζουν έως και 15 χρόνια.
Ο αλτρουισμός των νυχτερίδων ίσως αποτελεί έναν από τους λόγους επιτυχίας του είδους, καθώς μετά τα τρωκτικά αποτελούν το δεύτερο μεγαλύτερο πληθυσμό θηλαστικών στον πλανήτη, αναλογώντας στο 20 τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού θηλαστικών. Βέβαια οι αριθμοί αυτοί περιλαμβάνουν και τα 1.240 είδη νυχτερίδων, 70 τοις εκατό εκ των οποίων τρέφονται με έντομα.
Η εξάπλωση της νυχτερίδας είναι σχεδόν παγκόσμια, καθώς απαντώνται παντού εκτός από τις ιδιαίτερα ψυχρές περιοχές της βόρειας Ρωσίας και του βόρειου Καναδά, καθώς και στη Γροιλανδία και τους δύο πόλους.