Την αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ουσιαστική επανεκκίνηση του κοινωνικού διαλόγου ζήτησε ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας Γιώργος Καββαθάς στην ομιλία του στη διεθνή συνδιάσκεψη στην ΟΚΕ που πραγματοποιήθηκε σήμερα στην Αθήνα.
Την αποκατάσταση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων και την ουσιαστική επανεκκίνηση του κοινωνικού διαλόγου ζήτησε ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας Γιώργος Καββαθάς στην ομιλία του στη διεθνή συνδιάσκεψη στην ΟΚΕ που πραγματοποιήθηκε σήμερα στην Αθήνα.
«Αυτά τα δύο, είναι το πρώτο και αναγκαίο βήμα για τη σταδιακή επαναφορά των μισθών, του διαθέσιμου εισοδήματος, της εγχώριας κατανάλωσης στο επίπεδο που απαιτείται για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας» τόνισε ο κ. Καββαθάς Στη συνδιάσκεψη με θέμα «Κοινωνικός Διάλογος και Εργασιακές Σχέσεις: Ποιες οι Λύσεις και ποιος ο Ρόλος των Οικονομικών & Κοινωνικών Συμβουλίων και Παρόμοιων Θεσμών σε ένα Μεταβαλλόμενο Παγκόσμιο Περιβάλλον».
Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας πως υπό αυτό το πρίσμα, και όσον αφορά στην ελληνική περίπτωση, προφανώς και ο κοινωνικός διάλογος και ο ρόλος που μπορεί να έχει η ΟΚΕ σε αυτόν, συνιστά μεταξύ άλλων δομική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
Στην ομιλία του, ο κ. Καββαθάς , υπογράμμισε ακόμη ότι σε μια περίοδο κρίσης σαν αυτή που βιώνουμε, η διεθνής εμπειρία έχει καταδείξει ότι ο κοινωνικός διάλογος μπορεί να συμβάλει στη διατύπωση δημιουργικών και καινοτόμων απαντήσεων και να προωθήσει μια περισσότερο ισόρροπη και χωρίς διακρίσεις ανάκαμψη.
Έχοντας βιώσει όμως, τόνισε ο κ. Καββαθάς, την ελληνική πρακτική τα τελευταία τέσσερα χρόνια, θα έλεγα ότι είναι λίγο οξύμωρο να χρησιμοποιούνται στην ίδια πρόταση οι όροι κοινωνικός διάλογος και ανάκαμψη.
«Βλέπετε η φιλοσοφία της ακολουθούμενης πολιτικής για την αγορά εργασίας ήταν ακριβώς αντίθετη από την αναγκαιότητα ύπαρξης του κοινωνικού διαλόγου σε αντίθεση με τη δική μας οπτική, η πολιτική που ακολουθήθηκε την προηγούμενη περίοδο αποσκοπούσε στην αδρανοποίηση του κοινωνικού διαλόγου και στην defacto (ντε φάκτο) κατάργηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, ως προϋπόθεση ανάπτυξης».
Σύμφωνα με αυτήν την άποψη, συνέχισε ο ίδιος, ο κοινωνικός διάλογος και η ενεργή συμβολή των κοινωνικών εταίρων σε αυτή τη διαδικασία αντιμετωπίζονται ως εμπόδιο για την απορρύθμιση της αγοράς, τη συρρίκνωση του κόστους εργασίας και εν τέλει τη δημιουργία φθηνού εργατικού δυναμικού. Το φθηνό εργατικό δυναμικό και η απουσία «ενδιάμεσων» συλλογικοτήτων συνιστούν, σύμφωνα με αυτή τη συλλογιστική, βασικά προαπαιτούμενα διαμόρφωσης ενός περιβάλλοντος ευνοϊκού για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων».