Σύμφωνα με νέα έρευνα οι μακάκοι της Ιαπωνίας αποτελούν την τελευταία ομάδα που παρουσιάζει προβλήματα υγείας αποδιδόμενα στο πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα, μετά τους κατοίκους της περιοχής, τα μέλη των καθαριστικών συνεργείων και τους καταναλωτές τοπικών θαλασσινών.
Σύμφωνα με νέα έρευνα οι μακάκοι της Ιαπωνίας αποτελούν την τελευταία ομάδα που παρουσιάζει προβλήματα υγείας αποδιδόμενα στο πυρηνικό ατύχημα της Φουκουσίμα, μετά τους κατοίκους της περιοχής, τα μέλη των καθαριστικών συνεργείων και τους καταναλωτές τοπικών θαλασσινών.
Το ραδιενεργό υλικό που απελευθερώθηκε από τους αντιδραστήρες του πυρηνικού σταθμού παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο ατύχημα του 2011 είχε ως συνέπεια την εμφάνιση ασυνήθιστα χαμηλών επιπέδων λευκών και ερυθρών αιμοσφαιρίων, καθώς και αιμοσφαιρίνης, στο αίμα των μακάκων. Το γεγονός αυτό κάνει τα ζώα πολύ πιο ευάλωτα σε πληθώρα ασθενειών.
«Αυτά τα πρώτα στοιχεία από μη ανθρώπινα πρωτεύοντα θηλαστικά, τους ταξινομικά πιο κοντινούς συγγενείς του ανθρώπου, θα συνεισφέρουν σημαντικά στη μελλοντική έρευνα για τις επιπτώσεις της έκθεσης στην ακτινοβολία στον άνθρωπο», δήλωσε ο καθηγητής Σινίτσι Χαγιάμα του Πανεπιστημίου του Τόκιο.
Σύμφωνα με την επιστημονική ομάδα, οι μακάκοι πιθανότατα εκτέθηκαν στην ακτινοβολία τρώγοντας καρπούς και φλοιούς δέντρων, στα οποία είχε συσσωρευτεί ραδιενεργό καίσιο μετά τις εκρήξεις στο σταθμό. Οι ερευνητές εξέτασαν έναν πληθυσμό άγριων μακάκων που βρίσκονταν περίπου 70 χιλιόμετρα μακριά από τους αντιδραστήρες, στην περιοχή του δάσους δίπλα από τη Φουκουσίμα. Οι αριθμοί των λευκών και ερυθρών αιμοσφαιρίων, καθώς και της αιμοσφαιρίνης και του αιματοκρίτη, ήταν πολύ χαμηλότεροι από εκείνους των μαϊμούδων περίπου 400 χιλιόμετρα μακριά στη χερσόνησο Σιμοκίτα.
«Οι χαμηλές τιμές των αιματολογικών εξετάσεων στους πιθήκους της Φουκουσίμα ενδέχεται να οφείλονται στην επίδραση των ραδιενεργών υλικών», δήλωσε ο Χαγιάμα. «Δε προσδιορίσαμε ακόμα απόλυτα το καίσιο ως την αιτία, αλλά μέχρι στιγμής δεν μπορούμε να βρούμε άλλους λόγους εκτός από αυτήν την ακτινοβολία», πρόσθεσε.
Ωστόσο επιστήμονες όπως η καθηγήτρια Τζεραλντίν Τόμας του Πανεπιστημίου Ιμπήριαλ διατηρούν τις επιφυλάξεις τους μέχρι να βρεθούν πιο ξεκάθαρες αποδείξεις. «Γνωρίζουμε ότι μερικές φορές οι πιο επιβλαβείς επιπτώσεις στην υγεία προέρχονται από το φόβο της ακτινοβολίας, και όχι την ίδια την ακτινοβολία», δήλωσε.