Ρομποτικές μέλισσες, οι οποίες θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη γονιμοποίηση φυτών, τη διεξαγωγή επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, την εξερεύνηση επικίνδυνων περιβαλλόντων, μετεωρολογικές παρατηρήσεις κ.α. αναπτύσσουν ερευνητές του Harvard University.
Ρομποτικές μέλισσες, οι οποίες θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη γονιμοποίηση φυτών, τη διεξαγωγή επιχειρήσεων έρευνας και διάσωσης, την εξερεύνηση επικίνδυνων περιβαλλόντων, μετεωρολογικές παρατηρήσεις κ.α. αναπτύσσουν ερευνητές του Harvard University.
Βασική έμπνευση πίσω από το πρόγραμμα των «RoboBees», είναι η βιολογία και η συμπεριφορά των μελισσών. Όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του προγράμματος, στόχος είναι η εμπνευσμένη από τη Φύση έρευνα να οδηγήσει σε καλύτερη κατανόηση σχετικά με τη μίμηση της συλλογικής συμπεριφοράς και «νοημοσύνης» μιας αποικίας μελισσών, καθώς και η ανάπτυξη νέων πρωτοποριακών μεθόδων για τον σχεδιασμό και τη δημιουργία ενός ηλεκτρονικού υποκατάστατου νευρικού συστήματος ικανού να αντιληφθεί και να προσαρμοστεί στα δεδομένα μεταβαλλόμενων περιβαλλόντων, εξελίσσοντας παράλληλα το αντικείμενο της κατασκευής μικροσκοπικών μηχανικών ιπτάμενων συσκευών.
Σύμφωνα με σχετικό δημοσίευμα της Washington Post, ρομποτικές μέλισσες τέτοιου είδους θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες για την αντιμετώπιση του σημαντικού προβλήματος της μείωσης του πληθυσμού των μελισσών (Colony Collapse Disorder). Των ερευνητών ηγείται ο Ρόμπερτ Γουντ, και μόλις αποδειχθεί ότι οι RoboBees είναι σε θέση να ελιχθούν εν πτήσει και να μεταφέρουν τα φορτία γύρης τους σε μεγάλες αποστάσεις, ενδεχομένως να είναι δυνατή η αντικατάσταση μιας αποικίας μελισσών με ένα σμήνος ρομποτικών υποκατάστατων.
Η ανάπτυξη των RoboBees έχει να κάνει με μια σειρά τεχνολογικών καινοτομιών, που προέρχονται από πολλούς τομείς έρευνας: «έξυπνοι» αισθητήρες απαιτούνται για τον εντοπισμό των ανθών, αναλαμβάνοντας τους ρόλους που έχουν σε ένα έντομο οι κεραίες και τα μάτια. Επίσης, απαιτούνται συσκευές ασύρματης επικοινωνίας και μικροσκοπικές φορητές πηγές ενέργειας, καθώς και προηγμένες τεχνικές για να είναι δυνατή η σταθεροποίησή τους εν πτήσει.
Οι ερευνητές του Χάρβαρντ συνεργάζονται με το Τμήμα Βιολογίας του Northeastern University και την Centeye, μια εταιρεία μικροηλεκτρονικών στην Ουάσιγκτον, η οποία θα συνεισφέρει με τεχνογνωσία. Η χρηματοδότηση προέρχεται από το National Science Foundation, στο πλαίσιο του προγράμματος Expeditions in Computing.