Κόσμος
Τρίτη, 15 Ιουνίου 2004 18:53

Περί λίγων με πολλά, και πολλών με λίγα

Οι πιο πλούσιοι άνθρωποι του κόσμου είδαν τον πλούτο τους να αυξάνεται κατά 7,7% και να φτάνει στα 28,8 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2003, επιστρέφοντας στα επίπεδα του 1999 πριν από την κατάρρευση των εταιρειών του Ιντερνετ.

Στα τέλη του 2003 υπήρχαν στον κόσμο 7,7 εκατομμύρια άτομα «υψηλής αξίας», 500.000 ή 7,5% περισσότερα απ' ό,τι το 2002, σύμφωνα με την έρευνα της εταιρείας Cap Gemini και της επενδυτικής τράπεζας Merrill Lynch.

Η ανάκαμψη των χρηματιστηριακών αγορών συνέβαλε στο να γίνουν περισσότεροι άνθρωποι πλούσιοι στη Βρετανία, που συμπεριλαμβάνεται στη χρυσή δεκάδα των χωρών, στις οποίες αυξήθηκε ο αριθμός των ατόμων με περιουσιακά στοιχεία τουλάχιστον 1 εκατομμυρίου δολαρίων, εξαιρουμένων των ακινήτων.

Στην Ασία και τη Βόρεια Αμερική σημειώθηκαν αυξήσεις 10% και 13,6% αντιστοίχως κατά το 2003, ενώ στην Ευρώπη μόλις 3,7%.

Στις ΗΠΑ, οι τάξεις των πλουσίων ενισχύθηκαν κατά 272.000 άτομα στα 2,27 εκατομμύρια. Ενδιαφέρον είναι το γεγονός, σύμφωνα με την έρευνα, ότι στην Ινδία στο τέλος του 2003 υπήρχαν 22% περισσότεροι πλούσιοι.

Στο βιβλίο «Η μιζέρια του πλούτου» του Πασκάλ Μπρυκνέρ, όπου χρησιμοποιεί το νεολογισμό «capsoc» -προκύπτει από τη συνένωση του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού (capitalisme+socialisme)- αναφέρεται ότι η αμοιβή του προέδρου της General Electric ισοδυναμεί με τον μισθό 15.000 μεξικανών εργατών.

Aν και το βιβλίο δεν είναι τόσο συναρπαστικό όσο «Η αέναη ευφορία», εγείρει μια υποψία: Μήπως η Γαλλική Επανάσταση δεν έγινε ποτέ;

Γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθούν οι τρομακτικές ανισότητες: 2,7 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν με λιγότερα από δύο δολάρια την ημέρα.

Κατά τον οικονομολόγο John Rawls (1921-2002), στην ιδανικά δίκαιη κοινωνία ισχύει η «αρχή της διαφοράς», όπως την ονομάζει, δηλαδή η ανάγκη ανοχής της αύξησης στην εισοδηματική ανισότητα αν το γενικότερο επίπεδο των εισοδημάτων ανέβει, και αν δεν πρόκειται να γίνει ούτε κατά μία μονάδα φτωχότερο ακόμη και το πιο φτωχό μέλος του κοινωνικού συνόλου.

Αρκεί να υπάρχει ελευθερία επιλογής και αρκεί να τίθενται οι επιλογές της κοινωνίας με σαφείς όρους.