«Ένοπλες τρομοκρατικές ομάδες» κατέλαβαν μια πρώην αποθήκη χημικών όπλων στο Ιράκ που χρονολογείται από την εποχή του Σαντάμ Χουσεΐν, επιβεβαίωσε η ιρακινή κυβέρνηση σε επιστολή προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Μπαν Κι-μουν. Στο εργοστάσιο βρίσκεται «ό,τι είχε απομείνει από το παλιό πρόγραμμα παραγωγής χημικών όπλων».
«Ένοπλες τρομοκρατικές ομάδες» κατέλαβαν μια πρώην αποθήκη χημικών όπλων στο Ιράκ που χρονολογείται από την εποχή του Σαντάμ Χουσεΐν, επιβεβαίωσε η ιρακινή κυβέρνηση σε επιστολή προς τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Μπαν Κι-μουν.
Στην επιστολή με ημερομηνία 1η Ιουλίου που δημοσιοποιήθηκε αργά χθες, ο ιρακινός πρεσβευτής στον ΟΗΕ Μοχάμεντ Αλι Αλχάκιμ αναφέρει ότι, λόγω έλλειψης ασφαλείας, η Βαγδάτη δεν μπορεί προσωρινά να συνεχίσει την καταστροφή του χημικού της οπλοστασίου.
Σύμφωνα με την επιστολή, «ένοπλες τρομοκρατικές ομάδες εισήλθαν στις εγκαταστάσεις του Αλ Μουτάνα», βορειοδυτικά της Βαγδάτης, τη νύχτα της 11ης Ιουνίου, αφού αφόπλισαν τους στρατιώτες που φρουρούσαν το σημείο.
Είναι «μια παλιά εγκατάσταση χημικών όπλων», όπου «ό,τι είχε απομείνει από το παλιό πρόγραμμα παραγωγής χημικών όπλων» είχε αποθηκευτεί σε δύο αποθήκες, διευκρινίζεται στην αποστολή χωρίς να δίνονται στοιχεία για τη φύση ή την επικινδυνότητα των παραγόντων αυτών.
Το σύστημα παρακολούθησης των εγκαταστάσεων επέτρεψε να διαπιστωθεί ότι τα ξημερώματα της 12ης Ιουνίου, αυτοί που εισέβαλαν «έκλεψαν κάποιον εξοπλισμό», αλλά στη συνέχεια έθεσαν εκτός λειτουργίας τις κάμερες παρακολούθησης.
Κατά συνέπεια, προσθέτει ο πρεσβευτής, η ιρακινή κυβέρνηση «δεν είναι πλέον σε θέση να τηρήσει τις δεσμεύσεις της για την καταστροφή των χημικών της όπλων, λόγω της επιδείνωσης της κατάστασης της ασφάλειας».
Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε τον Ιούνιο ότι σουνίτες τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους στο Ιράκ και το Λεβάντε, που έθεσαν υπό τον έλεγχό τους σημαντικά εδάφη σε πέντε επαρχίες του Ιράκ, είχαν καταλάβει αυτό το παλιό εργοστάσιο παραγωγής χημικών όπλων.
Ωστόσο σύμφωνα με εκτίμηση της Ουάσινγκτον, οι τζιχαντιστές δεν θα είναι σε θέση να κατασκευάσουν επιχειρησιακά χημικά όπλα, λόγω της παλαιότητας των προϊόντων που μπορεί ακόμα να υπάρχουν εκεί.
Το εργοστάσιο άρχισε να παράγει αέριο μουστάρδας και άλλα χημικά αέρια, συμπεριλαμβανομένου του σαρίν, στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Γαλλικό Πρακτορείο