Αρνητικοί εμφανίστηκαν σήμερα στη Βουλή οι αρμόδιοι φορείς έναντι του σχεδίου νόμου του υπουργείου Εσωτερικών για τη Δημόσια Διοίκηση. Τόσο η ΑΔΕΔΥ και η ΕΝΑΕ, αλλά ιδιαίτερα η ΟΛΜΕ και η ΔΟΕ, αντιμετώπισαν με καχυποψία τις ρυθμίσεις του σχεδίου, υποστηρίζοντας ότι, αν δεν αποσκοπούν στο να υποτάξουν τη δημόσια διοίκηση στα κελεύσματα της νέας κυβέρνησης, αποτελούν αποσπασματικές ρυθμίσεις που δεν απαντούν στην ανάγκη θέσπισης αντικειμενικών κριτηρίων επιλογής των στελεχών της.
Από πλευράς του, ο υπουργός Εσωτερικών, Προκόπης Παυλόπουλος, υπενθύμισε ότι η κυβέρνηση ουσιαστικά επαναφέρει σε πιο επίκαιρη μορφή, διατάξεις του νόμου Πεπονή (2190/94) για προϊσταμένους Διευθύνσεων τριετούς θητείας (σύμφωνα και με το προεκλογικό της πρόγραμμα) και πως οι προθέσεις της θα διαφανούν κατά τη συνεργασία που θα έχει με την ΑΔΕΔΥ κατά την κατάστρωση του νέου υπαλληλικού κώδικα.
Ο υφυπουργός Παιδείας, Γιώργος Καλός, σημείωσε ότι οι αλλαγές προσώπων στην κορυφή των Διευθύνσεων είναι προσωρινές, μέχρις ότου, το αργότερο τον Αύγουστο του 2005, να διαμορφωθεί ένα αξιοκρατικό σύστημα κρίσεων.
«Έχουμε υπερβεί σε μεγάλο βαθμό τη λογική των “δικών μας παιδιών” τη δεκαετία του ’90 και το ζήτημα είναι να δούμε πώς να προχωρήσουμε ακόμα περισσότερο», ανέφερε ο πρόεδρος της ΑΔΕΔΥ, Σπύρος Παπασπύρος. Παράλληλα ωστόσο, -παρατήρησε- σε μια σύγχρονη και ευέλικτη δημόσια διοίκηση «το νομοσχέδιο όπως είναι, δεν έχει χρησιμότητα» και συμφώνησε ότι ελλείψει αντικειμενικών κριτηρίων «η κυβέρνηση βεβαίως και μπορεί να βάλει εκλεκτούς της επικεφαλής των Διευθύνσεων».
Την κατηγορηματική αντίθεσή τους στο νομοσχέδιο εξέφρασαν οι εκπρόσωποι του εκπαιδευτικού κόσμου. Ο πρόεδρος της ΟΛΜΕ, Γρηγόρης Καλομοίρης παρατήρησε ότι με το σχέδιο νόμου διαιωνίζεται μια νοοτροπία που θέλει «λάφυρο του νικητή των εκλογών την άλωση των στελεχών» και ανέφερε πως οι λειτουργοί της Μέσης Εκπαίδευσης, «διαβλέπουμε ότι θα τοποθετηθούν με λίαν συνοπτικές διαδικασίες, πρόσωπα με μόνο κριτήριο την αφοσίωσή τους στη νέα κυβέρνηση».
«Η κυβέρνηση είχε την ευκαιρία, με διάλογο, να προχωρήσει σε ένα νέο θεσμικό πλαίσιο - υπάρχουν ακόμα τα χρονικά περιθώρια. Γιατί δεν το έκανε και προχωρά σε αυτά τα ασαφή και γενικόλογα κριτήρια που δεν διασφαλίζουν με τίποτα την αξιοκρατία και το αδιάβλητο των διαδικασιών;», διερωτήθηκε ο κ. Καλομοίρης και πρόσθεσε: «Διαφωνούμε στην τοποθέτηση, προσωρινών έστω, προϊσταμένων, με κριτήρια που και το κυβερνών κόμμα καταδικάζει στο πρόγραμμά του».
Ανάλογα ήταν και τα επιχειρήματα του Δημήτρη Μπράτη, προέδρου της Διδασκαλικής Ομοσπονδίας Ελλάδος: «Η ρύθμιση έναν και μόνον στόχο έχει: Ενδίδει κατά τη γνώμη μου η υπουργός Παιδείας, στην ασφυκτική πίεση φιλικής της παράταξης για αντικατάσταση των στελεχών. Η εν λόγω αντικατάσταση μπορούσε να γίνει από την επόμενη χρονιά με ένα καλύτερο νομοθετικό πλαίσιο», υποστήριξε ο κ. Μπράτης.
Τέλος, ο γενικός γραμματέας της Ένωσης Νομαρχιακών Αυτοδιοικήσεων Ελλάδος, Ευριπίδης Κουκιαδάκης, παρατήρησε ότι το σχέδιο νόμου βάζει σε πειρασμό τόσο την κυβέρνηση, όσο και τους νομάρχες, ενισχύοντας τις παρεμβατικές δυνατότητές τους στα υπηρεσιακά συμβούλια - καθώς στα τελευταία μπαίνουν επίτιμοι δικαστικοί.
Απαντώντας, ο κ. Παυλόπουλος διευκρίνισε ότι η συμμετοχή επίτιμων δικαστικών ήταν αναγκαία, καθώς το νέο Σύνταγμα καταργεί για τους εν ενεργεία δικαστικούς τη δυνατότητα αυτή.