Θυμάστε τον όμηρο του IRA Βρετανό λοχία στο «Παιχνίδι των λυγμών»; Προβλέπει το μοιραίο τέλος του συζητώντας με τον δεσμοφύλακά του. Κι όταν αυτός τον ρωτάει: «γιατί;» του απαντά, μέσα από την αφήγηση του μύθου του σκορπιού με τον βάτραχο: «διότι είναι στη φύση σας!». Γράφει στο naftemporiki.gr ο Θανάσης Σκόκος για τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης
Του Θανάση Σκόκου
Στέλεχος στο Ποτάμι
Θυμάστε τον όμηρο του IRA Βρετανό λοχία στο «Παιχνίδι των λυγμών»; Προβλέπει το μοιραίο τέλος του συζητώντας με τον δεσμοφύλακά του. Κι όταν αυτός τον ρωτάει: «γιατί;» του απαντά, μέσα από την αφήγηση του μύθου του σκορπιού με τον βάτραχο: «διότι είναι στη φύση σας!».
Ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, οι περισσότεροι υπουργοί και στελέχη της συγκυβέρνησης αποτελούν τμήμα του παλιού πολιτικού κατεστημένου που τους έλαχε να διαχειρίζονται την κρίση που αυτό δημιούργησε. Μοιάζει σαν μια διαδικασία αυτοκάθαρσης στην οποία, όμως, αδυνατούν να ανταποκριθούν. Κυβερνούν με αναιμικά ποσοστά λόγω αδράνειας και μη ολοκλήρωσης των νέων συσχετισμών στο πολιτικό εποικοδόμημα, αλλά και λόγω της απόλυτα δικαιολογημένης αμφιβολίας των πολιτών στο ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση.
Ποτέ δεν θέλησαν και πολύ περισσότερο δεν μπόρεσαν να διατυπώσουν ένα πρόγραμμα των δύσκολων, αλλά αναγκαίων μεταρρυθμίσεων για να αλλάξει η χώρα. Δεν είναι στη φύση τους. Σχεδόν βολεύονται με τα μνημόνια που επιβάλλουν οι δανειστές. «Εμείς δεν θέλουμε, αλλά αν δεν τα κάνουμε για να μη χρεοκοπήσουμε». Αυτό είναι πάνω κάτω το μότο των κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια με ελάχιστες προσωπικές εξαιρέσεις. Κάτω από αυτό το πρίσμα θα πρέπει να δούμε και τον τελευταίο ανασχηματισμό.
Πρώτα απ’ όλα όταν υπουργοποιείς 47 άτομα, κάτι λιγότερο δηλαδή από το 1/3 των βουλευτών που σε στηρίζουν, είναι προφανές-και όχι μόνο από αυτό- ότι δεν έχεις κυβέρνηση μάχης, όπως επιβάλλουν οι περιστάσεις, αλλά κυβέρνηση εσωκομματικών και διακομματικών ισορροπιών. Τέτοιες κυβερνήσεις μπορεί να βοηθούν σε μια προσωρινή κομματική επιβίωση, αλλά αυτό ελάχιστα ενδιαφέρει τους πολίτες και τη χώρα.
Οι αναλύσεις από τον τύπο και τα κανάλια για το νέο κυβερνητικό σχήμα αναλίσκονται στο να εξηγούν την είσοδο των νέων υπουργών στο κυβερνητικό σχήμα, όχι με κάποια προσόντα και ικανότητες που θα τους καθιστούσαν χρήσιμους σε κάποιον τομέα, αλλά με βάση τις εκλογικές περιφέρειές τους και τα πρόσφατα αποτελέσματα σε αυτές ή με το ποιες συντεχνίες ή εσωκομματικές φατρίες εκπροσωπούν.
Σηματοδοτεί το νέο κυβερνητικό σχήμα κάποια αλλαγή πολιτικής; Προφανέστατα όχι. Ο νέος υπουργός οικονομικών και οι υπόλοιποι των τομέων που ενδιαφέρουν τους πιστωτές στέλνουν σαφές μήνυμα στους τελευταίους πως τίποτε ουσιαστικό δεν θα αλλάξει. Από την άλλη, η μαζική είσοδος της «λαϊκής δεξιάς», οι λαϊκίζοντες της ΝΔ δηλαδή, γνωστοί τηλεοπτικοί και κοινοβουλευτικοί καβγατζήδες οι περισσότεροι, θα αναλάβουν το έργο της επικοινωνιακής μεγέθυνσης των όποιων ελάχιστων ελαφρύνσεων και του ψαρέματος ψηφοφόρων από τη «μεγάλη δεξαμενή του 17% στα δεξιά της ΝΔ». Μήπως χρειαστεί να πάμε σε εκλογές, μήπως βρούμε αυτούς που μας λείπουν και εκλέξουμε πρόεδρο. Αλλαγή πολιτικής πάντως αυτό δεν το λες, χώρια που το νέο σχήμα μπορεί να βγάλει άλλους, χειρότερους μπελάδες.
Ίσως αυτό που σχολιάστηκε λιγότερο ήταν «το κατόρθωμα» Βενιζέλου να διατηρήσει αριθμητικά τις καρέκλες του ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση και να ανταμείψει και τον Λοβέρδο με μια από αυτές. Βγήκε και «άτυπη ανακοίνωση κύκλων του ΠΑΣΟΚ» γι’ αυτόν τον θρίαμβο. Μόνο που τέτοιοι καρεκλοκεντρικοί θρίαμβοι, αφενός δεν αφορούν την κοινωνία και τα προβλήματά της, αφετέρου οριοθετούν πέριξ του μηδενός και το μέλλον της κεντροαριστερής Ελιάς.
Ο πρωθυπουργός χαρακτήρισε περίπου μίζερη και κακόβουλη την σχεδόν ομόθυμα αρνητική κριτική στον ανασχηματισμό. Θα έπρεπε να επαινέσουμε δηλαδή την επανάληψη μιας παλαιοκομματικής παρωδίας; Είδατε ή ακούσατε εσείς κάποια εγκωμιαστική κριτική από κάπου; Ένα από τα πρώτα μηνύματα που αντίκρισα στο τουίτερ ήταν εκείνο του Ευάγγελου Αντώναρου: «Άφωνος» έγραψε.