Η χλιαρή υποστήριξη που προσέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ στην υποψηφιότητα του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ για να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άνοιξε πιθανόν το δρόμο για να προβάλουν κι άλλοι μνηστήρες. Ίσως πάντως να περάσουν εβδομάδες πριν οι Ευρωπαίοι ηγέτες κατασταλάξουν σε έναν υποψήφιο κοινής αποδοχής.
Η χλιαρή υποστήριξη που προσέφερε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ στην υποψηφιότητα του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ για να είναι ο επόμενος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άνοιξε πιθανόν το δρόμο για να προβάλουν κι άλλοι μνηστήρες της θέσης.
Αν και η Μέρκελ δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν να είναι τελικώς ο Γιούνκερ, αναγνώρισε πως ορισμένοι από τους Ευρωπαίους ηγέτες εναντιώνονται στην υποψηφιότητά του. Πρόσθεσε επίσης, ότι πολλές από τις σημαντικές θέσεις της Επιτροπής θα κριθούν μέσω διαπραγματεύσεων, οι οποίες δεν αναμένεται να ολοκληρωθούν πριν από τα τέλη του Ιουνίου.
Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), η κεντροδεξιά πολιτική ομάδα της οποίας η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της Μέρκελ είναι ένα μέλος - κλειδί, κέρδισε τις περισσότερες έδρες στις ευρωεκλογές και είχε εγκρίνει προεκλογικά την υποψηφιότητα του Γιούνκερ για την προεδρία της Κομισιόν.
«Είμαι μέλος του ΕΛΚ. Εγκρίναμε την υποψηφιότητα του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ (. . .). Το πρόγραμμα μας στο σύνολό του μπορεί να εφαρμοστεί από εκείνον, αλλά και από πολλούς άλλους», ανέφερε η Μέρκελ, η οποία φάνηκε να επιλέγει προσεκτικά τις διατυπώσεις της ενώ δημοσιογράφοι την βομβάρδιζαν με ερωτήσεις. «Αλλά πρέπει να σεβαστώ τη συνθήκη» της ΕΕ, πρόσθεσε.
Η αναφορά της Μέρκελ στη συνθήκη έχει σημασία. Σημαίνει ότι πρέπει να υπάρξει μια «ικανή πλειοψηφία» στις τάξεις των 28 ηγετών, δηλαδή να συμφωνήσουν σχεδόν όλοι οι ηγέτες.
Όμως με τον Κάμερον να απορρίπτει ανοικτά τον Γιούνκερ, τον οποίο θεωρεί φεντεραλιστή παλαιάς κοπής, και με χώρες όπως η Σουηδία, η Ολλανδία, η Φινλανδία και ορισμένες στην ανατολική Ευρώπη να μοιράζονται ένα μέρος τουλάχιστον των βρετανικών επιφυλάξεων, είναι κάθε άλλο παρά σαφές ότι μπορεί να διαμορφωθεί ξεκάθαρη πλειοψηφία υπέρ του Λουξεμβούργιου.
Χθες ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου Ζαν Άσελμπορν επέκρινε με ιδιαίτερα καυστικό τρόπο το γεγονός πως οι ηγέτες της ΕΕ υποχώρησαν έναντι των απαιτήσεων που πρόβαλε η Βρετανία, χαρακτηρίζοντας το αποτέλεσμα της άτυπης Συνόδου Κορυφής «απογοητευτικό, στα όρια του αξιολύπητου».
Η συνθήκη προβλέπει ότι οι ηγέτες οφείλουν να ορίσουν κάποιον πρόεδρο της Κομισιόν «λαμβάνοντας υπόψη» το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών. Δεν αναφέρει ρητά πάντως ότι πρέπει να επιλεγεί ο υποψήφιος που έχει αναδείξει το κόμμα που κερδίζει τις περισσότερες έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Αν οι ηγέτες έχουν κάποια υποχρέωση όσον αφορά τον υποψήφιο που θα επιλέξουν, αυτή μάλλον είναι να προέρχεται από την κεντροδεξιά. Ο υποψήφιος αυτός πρέπει κατόπιν να εξασφαλίσει την έγκριση του ΕΚ.
Αν η υποψηφιότητα του 59χρονου Γιούνκερ απορριφθεί, και του προταθεί να αναλάβει, για παράδειγμα, τη θέση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, υπάρχουν άφθονοι άλλοι υποψήφιοι για την επίζηλη θέση του επικεφαλής της Κομισιόν, τα ονόματα των οποίων ήδη συζητώνται στις Βρυξέλλες και σε ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Ο νέος πρόεδρος της Κομισιόν, θα κληθεί να προωθήσει πολιτικές που θα δείξουν εάν και κατά πόσον είχαν αντίκρισμα στην πραγματικότητα οι δηλώσεις Ευρωπαίων ηγετών περί νέας κατεύθυνσης με έμφαση στην τόνωση της ανάπτυξης και στην δημιουργία θέσεων εργασίας – που, όπως έλεγαν, είναι απαραίτητη για να κερδίσουν ξανά τους Ευρωπαίους ψηφοφόρους.
Ανάμεσά στους πιθανούς εναλλακτικούς υποψήφιους ξεχωρίζουν: ο 42χρονος απερχόμενος πρωθυπουργός της Φινλανδίας Γιούρκι Κατάινεν, ο 63χρονος πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Έντα Κένι, ο πρωθυπουργός της Πολωνίας Ντόναλντ Τουσκ.
Υπάρχουν επίσης πολλοί τεχνοκράτες που έχουν διακριθεί. Ένα όνομα που έχει ακουστεί έντονα είναι αυτό της Κριστίν Λαγκάρντ, της γενικής διευθύντριας του ΔΝΤ, όμως εκφράστηκαν φόβοι πως εάν η Γαλλίδα εγκατέλειπε το τιμόνι του Ταμείου, η Ευρώπη υπάρχει ο κίνδυνος να μην το ξαναπάρει ποτέ. Πέραν αυτού, πρέπει να προταθεί από τον πρόεδρο της χώρας της, τον Φρανσουά Ολάντ – ο οποίος είναι Σοσιαλιστής, όχι συντηρητικός.
Ασφαλώς θα υπάρξει άφθονη σεναριολογία τον επόμενο μήνα και πολλά ονόματα θα ακουστούν δοκιμαστικά ή σοβαρά στις διαπραγματεύσεις, στις οποίες θα προεδρεύει ο Χέρμαν Φαν Ρομπάι, ο νυν πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Το όνομα του Σοσιαλιστή Μάρτιν Σουλτς μάλλον δεν θα προταθεί για την προεδρία της Επιτροπής. Ο Γερμανός μάλλον προορίζεται για κάποιο από τα οικονομικά χαρτοφυλάκια της Κομισιόν, πιθανόν της Βιομηχανίας.
Πάντως η ομάδα των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών αντιμετωπίζει με δυσαρέσκεια τη σχετική φημολογία. «Οι συντηρητικοί ενεργούν σαν να μην έγιναν εκλογές, ούτε να υπήρξε υποψήφιος των συντηρητικών» για την προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σχολίασε ο Τόμας Όπερμαν, ο πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD) της Γερμανίας, σε δηλώσεις του στο περιοδικό Der Spiegel. «Εμείς (το SPD) δεν θα ταχθούμε υπέρ μιας τέτοιας παραπλάνησης των ψηφοφόρων, διότι θα προκαλούσε πολύ σοβαρή ζημιά στη δημοκρατία στην Ευρώπη», πρόσθεσε.
Όποιον κι αν επιλέξουν οι ηγέτες, αυτός θα πρέπει να πείσει το νέο ΕΚ ότι είναι κατάλληλος για τη θέση – και η νέα ευρωβουλή δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα δεχθεί πειθήνια την πρότασή τους.
Πηγές: ΑΜΠΕ, Reuters