Ψηφίζουμε για δημάρχους, περιφερειάρχες και ευρωβουλευτές ή για το Μνημόνιο, την κυβέρνηση και τον «άλλο δρόμο» του ΣΥΡΙΖΑ; Το πολιτικό σύστημα έχει προσδώσει έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά στην εκλογική αναμέτρηση της Κυριακής, η οποία συνεπώς δύναται να επηρεάσει την κυβερνητική συνοχή και κατ’ επέκταση την εξέλιξη του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας στον δρόμο που έχει χαράξει η Ευρωζώνη από το 2010.
Ψηφίζουμε για δημάρχους, περιφερειάρχες και ευρωβουλευτές ή για το Μνημόνιο, την κυβέρνηση και τον «άλλο δρόμο» του ΣΥΡΙΖΑ; Το πολιτικό σύστημα έχει προσδώσει έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά στην εκλογική αναμέτρηση της Κυριακής, η οποία συνεπώς δύναται να επηρεάσει την κυβερνητική συνοχή και κατ’ επέκταση την εξέλιξη του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας στον δρόμο που έχει χαράξει η Ευρωζώνη από το 2010.
Την αντοχή της κυβέρνησης
Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει αναγάγει πολιτικά αυτές τις εκλογές σε «δημοψήφισμα» για την ασκούμενη οικονομική πολιτική. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι ακολούθησαν στον ίδιο ρυθμό και, παρά το γεγονός ότι για τους δήμους και τις περιφέρειες προκρίνουν τα αυτοδιοικητικά κριτήρια της ψήφου, θέτουν το δίλημμα «σταθερότητα ή πισωγύρισμα». Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει θέσει ως μέτρο αξιολόγησης του αποτελέσματος το άθροισμα των ποσοστών της ΝΔ και της Ελιάς σε σχέση με το δικό του ποσοστό. Η ΝΔ αναδεικνύει ως στόχο την πρωτιά στις ευρωεκλογές και σε κάθε περίπτωση εκτιμά ότι οι επιδόσεις του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι τέτοιες που δεν θα θέτουν ζήτημα πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης. Το ΠΑΣΟΚ, όμως, δια στόματος Ευάγγελου Βενιζέλου, θέτει ζήτημα αποχώρησης από την κυβέρνηση συνασπισμού αν η Ελιά πετύχει ένα «αρνητικό» εκλογικό αποτέλεσμα. Θεωρητικά, μέσα στο πλαίσιο το οποίο με τον έναν ή τον άλλον τρόπο έχει θέσει συνολικά το πολιτικό σύστημα, μία θεαματική έκβαση του αποτελέσματος της κάλπης, σε βάρος των κυβερνητικών εταίρων, ενδέχεται να θέσει θέμα πρόωρων εκλογών. Σε μία τέτοια περίπτωση τον δικό της ρόλο θα διαδραμάτιζε η παράμετρος της στάσης των Ευρωπαίων εταίρων, κύριο μέλημα των οποίων είναι η απρόσκοπτη εφαρμογή του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας.
Την πολιτική σταθερότητα σε σχέση με τη οικονομία
Στο ίδιο μήκος κύματος τα συμπεράσματα αναφορικά με τις επιδόσεις των κυβερνητικών εταίρων θα ισχυροποιήσουν ή θα αποδυναμώσουν την κυβέρνηση συνασπισμού και αντιστοίχως θα επηρεάσουν την εφαρμογή του οικονομικού προγράμματος στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση το εγχώριο και διεθνές επενδυτικό κλίμα που θα διέπει την ελληνική οικονομία το αμέσως επόμενο διάστημα. Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι οι προσφάτως μειωμένες αποδόσεις των ομολόγων που αντιστοιχούν στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας σημειώνουν πλέον ανοδική τάση, εξέλιξη η οποία αποδίδεται στην ανησυχία ότι στον βαθμό που οι ευρωεκλογές θα αποτελέσουν μέσο διαμαρτυρίας εναντίον επίπονων μεταρρυθμιστικών επιλογών, αυτές θα καθυστερήσουν αν δεν αποσταθεροποιήσουν τις κυβερνήσεις που έχουν επιφορτιστεί με αυτό το έργο (Reuters: Στην Ελλάδα μία ισχυρή επίδοση των κομμάτων κατά του Μνημονίου θα μπορούσε να πλήξει τον ήδη εύθραυστο κυβερνητικό συνασπισμό, ανοίγοντας πιθανώς τον δρόμο για εθνικές εκλογές).
Την απήχηση της εναλλακτικής πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ
Η εκλογική αναμέτρηση της Κυριακής θα λειτουργήσει εκ των πραγμάτων και ως ένα κρας τεστ για την αξιοπιστία των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην ελληνική κοινωνία. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης τηρεί υψηλούς τόνους όχι απλώς για την αποτελεσματικότητα, τις προθέσεις και τα κίνητρα της κυβέρνησης συνεργασίας αλλά ευρύτερα για τη στρατηγική της Ευρωζώνης σε θέματα λειτουργίας της αγοράς και του τραπεζικού συστήματος. Συνεπώς, δεδομένου ότι αυτή η εκλογική διαδικασία έχει λάβει τα χαρακτηριστικά μιας στενά πολιτικής αναμέτρησης με κύριο αντικείμενο τις επιλογές στην οικονομία, το εκλογικό αποτέλεσμα θα καταδείξει σε ποιον βαθμό η ελληνική κοινωνία «βλέπει» στον ΣΥΡΙΖΑ μία εναλλακτική και συγχρόνως ρεαλιστική λύση στα σημερινά προβλήματα. Ασφαλώς, οι επιδόσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα αξιολογηθούν και στο εσωτερικό της, υπό το πρίσμα της προγραμματικής διαφοροποίησης ανάμεσα στην ηγετική ομάδα και τη λεγόμενη Αριστερή Πλατφόρμα (30% της εκπροσώπησης όπως αυτή διαμορφώθηκε στο τελευταίο συνέδριο) η οποία επιδιώκει την περαιτέρω «ριζοσπαστικοποίηση» του ΣΥΡΙΖΑ.
Τον κυβερνητικό ρόλο και τη συνοχή του ΠΑΣΟΚ
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ δεν έχει ορίσει συγκεκριμένο ποσοστό ως θετικό ή αρνητικό αποτέλεσμα για το κόμμα του, γεγονός το οποίο προσφέρει ανάλογη ευελιξία ως προς την εξαγωγή των πολιτικών συμπερασμάτων τη βραδιά των εκλογών από τη Χαριλάου Τρικούπη. Κάποια στελέχη του ΠΑΣΟΚ θέτουν τον πήχη πάνω από τις επιδόσεις τις οποίες εμφανίζουν οι δημοσκοπήσεις (κατά προσέγγιση 5-6%) και ορισμένα στο όριο του ποσοστού των βουλευτικών εκλογών του 2012 (12%). Το εκλογικό αποτέλεσμα για το ΠΑΣΟΚ, εκτός από τις όποιες εξελίξεις σε σχέση με τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση (πάντοτε βάσει των αντίστοιχων τοποθετήσεων του αντιπροέδρου και υπουργού Εξωτερικών), αναμένεται να κρίνει και τυχόν διεργασίες στο εσωτερικό του κόμματος, γύρω από την ηγεσία του.
Την «εκβολή» του Ποταμιού στο πολιτικό σύστημα
Την Κυριακή θα σταθμιστεί συν τοις άλλοις η δυναμική του νεοσύστατου κόμματος Το Ποτάμι, το οποίο ενδέχεται να τοποθετηθεί στο πολιτικό σύστημα με τρόπο που να συνιστά μεταβολή των δεδομένων στον πολιτικό χάρτη της χώρας. Μία ανάλογη εξέλιξη θα παρουσιάσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον βαθμό που θα διευρύνει τα σενάρια και τις δυνατότητες στο σκέλος των πολιτικών και δη κυβερνητικών συνεργασιών. Σε κάθε περίπτωση, το ντεμπούτο του Ποταμιού θα κρίνει και το πολιτικό μέλλον του ιδρυτή του, ο οποίος δηλώνει χαρακτηριστικά ότι… με 5% πάει σπίτι του.
Τη νηνεμία στις «κατά τόπους» κομματικές εστίες
Εκτός από τα εκατέρωθεν πολιτικά στοιχήματα των ηγεσιών σε ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, η κατανομή των εκλογικών ποσοστών σίγουρα δεν θα αφήσει αδιάφορα τα υπόλοιπα κόμματα ως προς τις εσωτερικές τους υποθέσεις. Στη ΔΗΜΑΡ καταγράφεται ήδη, μετά την αποχώρηση του κόμματος από την κυβέρνηση, μειοψηφούσα αλλά ηχηρή κριτική απέναντι στις επιλογές της ηγετικής ομάδας, η οποία θα κληθεί πιθανότατα να διαχειριστεί μία αυξημένη εσωκομματική δυσαρέσκεια στην περίπτωση που επιβεβαιωθούν τα χαμηλά εκλογικά ποσοστά όπως αυτά καταγράφονται από τις έρευνες κοινής γνώμης. Την ίδια ώρα, προβεβλημένα στελέχη των Ανεξάρτητων Ελλήνων δηλώνουν χαρακτηριστικά σε δημόσιες εμφανίσεις τους ότι «οι ΑΝΕΛ δεν μπορεί να γίνουν ουρά του ΣΥΡΙΖΑ», αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να τεθεί θέμα ηγεσίας, αν το κόμμα δεν επιτύχει μία επίδοση της τάξης του 7% (σε αυτό το επίπεδο κινήθηκε το ποσοστό στις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου 2012). Συγχρόνως, σε αυτές τις εκλογές θα μετρήσει δυνάμεις η συμμαχία στον χώρο των φιλελεύθερων με τις Γέφυρες (Δράση και Δημιουργία, Ξανά).
Την πολιτική «ευαισθησία» της ελληνικής κοινωνίας
Ως είθισται στις εκλογικές διαδικασίες των τελευταίων ετών, καθοριστική για την έκβαση του εκάστοτε αποτελέσματος, αλλά και για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της κοινωνικής αντίδρασης μπροστά στην παρατεταμένη οικονομική και θεσμική κρίση, είναι ο βαθμός συμμετοχής των πολιτών στη ψηφοφορία. Άλλωστε, ουκ ολίγες φορές, σε περιπτώσεις άλλων εκλογικών αναμετρήσεων, τα υψηλά ποσοστά αποχής αποτελούν αντικείμενο πολιτικών αντιπαραθέσεων σε σχέση με τον βαθμό νομιμοποίησης της εκάστοτε κυβέρνησης, παρέχοντας ένα ευρύ πεδίο ερμηνείας και διαμορφώνοντας ένα θολό τοπίο γύρω από τα πραγματικά «θέλω» ή «δεν θέλω» της ελληνικής κοινωνίας.
Την αξιοπιστία των δημοσκοπήσεων
Από την τελική έκβαση των αποτελεσμάτων συν τοις άλλοις θα προκύψουν συμπεράσματα αναφορικά με τον βαθμό αξιοπιστίας των δημοσκοπήσεων, τα τελευταία ευρήματα των οποίων έχουν προκαλέσει προβληματισμό, με χαρακτηριστική περίπτωση την απόκλιση της εκτίμησης των exit polls για την κρίσιμη περιφέρεια της Αττικής στον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών. Οι ιθύνοντες των εταιρειών δημοσκοπήσεων επικαλούνται το ιδιαίτερα αυξημένο ποσοστό των ερωτηθέντων πολιτών οι οποίοι είτε αρνούνται να απαντήσουν είτε παρέχουν παραπλανητικές απαντήσεις σκοπίμως, στο μήκος κύματος της γενικευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας των ημερών. Σε κάθε περίπτωση, υπενθυμίζουν ότι τα ευρήματα της εκάστοτε δημοσκόπησης αποτυπώνουν τις τάσεις της κοινής γνώμης οι οποίες επικρατούν εκείνη τη χρονική στιγμή (διεξαγωγής της έρευνας). Από την άλλη πλευρά, τα ευρήματα αυτών των δημοσκοπήσεων αποτελούν βασικό κριτήριο υιοθέτησης πολιτικών επιλογών από τα κομματικά επιτελεία και συγχρόνως διαμορφώνουν ένα αντίστοιχο κλίμα στην κοινή γνώμη. Στον βαθμό που τα αποτελέσματα της Κυριακής εμφανιστούν και πάλι αναντίστοιχα των δημοσκοπικών εκτιμήσεων, αναμένεται να τροφοδοτήσουν τη δημόσια συζήτηση για την αξιοπιστία και κατ’ επέκταση για τον ρόλο που (πρέπει να) έχουν αυτές οι έρευνες κοινής γνώμης.
Την ευρωπαϊκή διάσταση του αποτελέσματος
Πρόκειται για την πρώτη εκλογική αναμέτρηση σε ευρωπαϊκό επίπεδο μετά την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης στην Ευρωζώνη. Τα μηνύματα τα οποία θα σταλούν θα καταδείξουν τον βαθμό στον οποίο οι Ευρωπαίοι πολίτες εγκρίνουν ή δεν εγκρίνουν τη στρατηγική των Ευρωπαίων ηγετών ως προς τη διαχείριση της κρίσης σε μία φάση κατά την οποία η Ευρώπη δείχνει να συνέρχεται χωρίς ακόμη να πατά καλά στα πόδια της. Συνεπώς, τα μηνύματα αυτά θα επηρεάσουν τις επιλογές που θα ακολουθήσουν προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση. Οι συσχετισμοί οι οποίοι θα διαμορφωθούν ανάμεσα στις πολιτικές ευρωομάδες αποκτούν αυτήν τη φορά επιπλέον σημασία, καθώς -σύμφωνα με τις προβλέψεις της Συνθήκης της Λισαβόνας- το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα οφείλει να προτείνει τον επόμενο πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και εκείνο με τη σειρά του θα εγκρίνει την αντίστοιχη πρόταση, η οποία εξαρχής θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών.
Το μέγεθος του ευρωφοβικού κύματος
Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη με το μεγαλύτερο κύμα ευρωσκεπτικισμού από την ίδρυση της ΕΕ. Κόμματα όπως το Εθνικό Μέτωπο στη Γαλλία, το Κόμμα της Ελευθερίας στην Ολλανδία και το Κόμμα της Ανεξαρτησίας στη Βρετανία ενδέχεται να ενδυναμώσουν όσο ποτέ την εκλογική τους δύναμη. Αντίστοιχο τεστ καλείται να δώσει η Ελλάδα με την περίπτωση της Χρυσής Αυγής. Εκτιμήσεις θέλουν τα ακροδεξιά και ακροαριστερά κόμματα διαμαρτυρίας να διπλασιάζουν την εκπροσώπηση στην Ευρωβουλή καταλαμβάνοντας ίσως το ¼ των εδρών. Ο χαρακτήρας των επιλογών στην κάλπη, ανεξάρτητα από το αν αυτές θα τάσσονται υπέρ ή κατά της ασκούμενης πολιτικής απέναντι στην κρίση, θα καταδείξει κατά πόσο η ευρωπαϊκή κοινή γνώμη παραμένει βαθιά προσηλωμένη στο ευρωπαϊκό εγχείρημα. Με άλλα λόγια, οι Ευρωπαίοι θα δείξουν πόσο Ευρωπαίοι είναι.