Κόσμος
Τετάρτη, 21 Μαΐου 2014 13:07

Ρωσία - Κίνα: Υπέγραψαν τη συμφωνία για το φυσικό αέριο

Υπεγράφη τελικώς την Τετάρτη η πολυαναμενόμενη συμφωνία ανάμεσα σε Ρωσία και Κίνα για το φυσικό αέριο.

Υπεγράφη τελικώς την Τετάρτη η πολυαναμενόμενη συμφωνία ανάμεσα σε Ρωσία και Κίνα για το φυσικό αέριο.

Η συμφωνία υπεγράφη  εκ μέρους της ρωσικής πλευράς από τον κρατικό κολοσσό της ενέργειας Gazprom, σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters.

Αν και δεν έχουν γίνει γνωστές οι λεπτομέρειες της συμφωνίας, πιστεύεται ότι η Ρωσία θα παρέχει στην Κίνα έως και 38 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα φυσικού αερίου το χρόνο, μέσω ενός νέου ανατολικού αγωγού ο οποίος θα συνδέει τις δύο χώρες μέσω Σιβηρίας.

Η συμφωνία επετεύχθη την Τετάρτη, μετά από πολύχρονες διαπραγματεύσεις.

Ο υπουργός Ενέργειας της Ρωσίας Αλεξάντερ Νόβακ και ο διευθυντής της κινεζικής Εθνικής Διεύθυνσης Ενέργειας Γου Σινσιόνγκ υπέγραψαν μνημόνιο κατανόησης για τις παραδόσεις ποσοτήτων φυσικού αερίου διαμέσου της «ανατολικής οδού».

Νωρίτερα, η Gazprom και η κρατική κινεζική China National Petroleum Corporation (CNPC) υπέγραψαν συμβόλαιο για τις τους όρους πώλησης ποσοτήτων φυσικού αερίου, σύμφωνα με το ρωσικό κρατικό πρακτορείο RIA Novosti.

Ο επικεφαλής της Gazprom Αλεξέι Μίλερ αρνήθηκε να αποκαλύψει την τιμή στην οποία η Κίνα θα αγοράζει το φυσικό αέριο, χαρακτηρίζοντάς την «επιχειρηματικό μυστικό».

Εκτιμήσεις, ωστόσο, τοποθετούν την τιμή στα 350 δολάρια ΗΠΑ ανά 1.000 κυβικά μέτρα.

Το συμβόλαιο έχει διάρκεια 30 ετών και αγγίζει σε ύψος τα 400 δισεκατομμύρια δολάρια.

Σύμφωνα με τον κ. Μίλερ, οι τελευταίες λεπτομέρειες ρυθμίστηκαν στις 4 τα ξημερώματα (ώρα Σαγκάης) την Τετάρτη.

Οι δύο χώρες συμφώνησαν να ακολουθήσουν πολιτική «προνομιακής απαλλαγής από φόρους», με τη μεν Ρωσία να παραιτείται του φόρου για το εξαγόμενο αέριο και την Κίνα να μην το φορολογεί ως εισαγωγή, σύμφωνα με τον CEO της ρωσικής Rosneft Ιγκόρ Σέτσιν.

Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν, ο οποίος θα βρίσκεται στην Κίνα μέχρι και την Πέμπτη, επειγόταν να «ξεφύγει» από τις σχετικά «βαλτωμένες» ευρωπαϊκές αγορές και να διαφοροποιήσει τους ενεργειακούς πελάτες της Ρωσίας προς τα ανατολικά, αλλά και να δείξει ότι, μετά την προσάρτηση της ουκρανικής Κριμαίας, δεν εξαρτάται από τη Δύση.