Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους όλα σχεδόν τα σύγχρονα κράτη θεσμοθέτησαν την ανεξαρτησία των Κεντρικών Τραπεζών κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα είναι η αποφυγή του κινδύνου να βρεθεί η νομισματική πολιτική στον έλεγχο των κυβερνήσεων, οι οποίες θα μπορούν να επηρεάσουν το επίπεδο τιμών και τη νομισματική ισοτιμία για ιδιοτελείς σκοπούς, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου. Γράφει ο Σταύρος Θεοδωράκης για το naftemporiki.gr.
Ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους όλα σχεδόν τα σύγχρονα κράτη θεσμοθέτησαν την ανεξαρτησία των Κεντρικών Τραπεζών κατά την διάρκεια του 20ού αιώνα είναι η αποφυγή του κινδύνου να βρεθεί η νομισματική πολιτική στον έλεγχο των κυβερνήσεων, οι οποίες θα μπορούν να επηρεάσουν το επίπεδο τιμών και τη νομισματική ισοτιμία για ιδιοτελείς σκοπούς, εις βάρος του κοινωνικού συνόλου.
Του Σταύρου Θεοδωράκη
Επικεφαλής στο «Ποτάμι»
Για παράδειγμα, κατά την περίοδο που η ανεξαρτησία των Νομισματικών Αρχών δεν είχε θεσμοθετηθεί, πολλές κυβερνήσεις τόσο στο εξωτερικό όσο και στη χώρα μας πίεσαν τις κεντρικές τράπεζες να «χρηματοδοτούν» την υπερ-κατανάλωση της διοίκησης και των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, «τυπώνοντας» χρήμα, πληθωρίζοντας το νόμισμα και μειώνοντας επομένως την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Σε πολλές μάλιστα περιπτώσεις η επέμβαση των κυβερνήσεων στην νομισματική πολιτική ήταν καταστροφική καθώς συχνά οδηγηθήκαμε σε υπερ-πληθωρισμό που αφάνισε τις αποταμιεύσεις των πολιτών, συντελώντας στη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος με δραματικά επώδυνες επιπτώσεις στην κοινωνία και ιδιαίτερα για τους οικονομικά ασθενέστερους πολίτες. Επιπλέον σε πολλές περιπτώσεις τα επιτόκια καταθέσεων ήταν κατώτερα του πληθωρισμού με αποτέλεσμα οι αποταμιεύσεις να μειώνονται.
Αν και σήμερα η χάραξη της νομισματικής πολιτικής έχει μεταφερθεί (σχεδόν ολοκληρωτικά) στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και στο Ευρω-σύστημα, ο ρόλος της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά σημαντικός, ιδιαίτερα στο σημερινό περιβάλλον της βαθειάς οικονομικής, τραπεζικής και δημοσιονομικής κρίσης που πλήττει τη χώρα μας. Αρχικά ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος εκπροσωπεί την χώρα μας στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, το οποίο αποφασίζει την νομισματική πολιτική στην ευρωζώνη. Ενδεικτικά αναφέρω κάποιες μόνο από τις καίριες αρμοδιότητες στις οποίες ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας συμμετέχει.
Γίνεται λοιπόν σαφές, ότι ο ρόλος του διοικητή (αλλά και των υποδιοικητών) της ΤτΕ είναι κομβικής σημασίας για την ανεξαρτησία, τη διαφάνεια και την εύρυθμη λειτουργία της ελληνικής οικονομίας καθώς και για την φωνή της Ελλάδας σε ένα από τους πιο ισχυρούς διεθνούς οικονομικούς οργανισμούς, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Η συμπλήρωση της θέσης του διοικητή δεν μπορεί να αποτελεί άλλη μια περίπτωση καραμπόλας τύπου 4-2-1 ούτε βάσει κομματικών ενσήμων ή «εντοπιότητας»…. Και σε καμία περίπτωση η επιλογή δεν θα πρέπει να γίνει από τους ελεγχόμενους, δηλαδή τους τραπεζίτες.
Το ΠΟΤΑΜΙ λοιπόν προτείνει τη θέσπιση ενός ανοικτού διεθνούς διαγωνισμού για την πλήρωση της θέσης του διοικητή (αλλά και των δύο υποδιοικητών) της ΤτΕ. Η πρόταση είναι ήδη γνωστή στον οικονομικό και τραπεζικό χώρο μετά την δημόσια και αναλυτική παρουσίαση της από τον καθηγητή της London Business School, Ηλία Παπαϊωάννου (protagon 22 Απριλίου). Καθώς η θητεία τόσο του διοικητή, του κυρίου Προβόπουλου, όσο και της υποδιοικητή, της κυρίας Λουρή-Δεδρινού ολοκληρώνεται σύντομα, η πρόταση μας είναι, η διαδικασία του ανοικτού διαγωνισμού να ξεκινήσει άμεσα.
Η αξιολόγηση των προτάσεων θα πρέπει να γίνεται με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια και αποκλειστικά στη βάση την γνώση, την εξειδικευμένη κατάρτιση, την εμπειρία και τις ικανότητες. Πρότασή μας είναι οι υποψήφιοι να αξιολογηθούν από ανεξάρτητη επιτροπή Ελλήνων και ξένων ειδικών, η οποία θα μπορεί να ζητήσει γράμματα αξιολόγησης από πρώην κεντρικούς τραπεζίτες, εξειδικευμένους και διεθνώς αναγνωρισμένους ακαδημαϊκούς, καθώς και άλλους. Με τον τρόπο αυτόν θα αποφεύγεται η τοποθέτηση επίλεκτων της εκάστοτε κυβέρνησης και το ενδεχόμενο σύγκρουσης συμφερόντων, και θα εξασφαλίζεται το αδιάβλητο της διαδικασίας επιλογής.
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας, η Επιτροπή καταθέτει μία εμπεριστατωμένη έκθεση αξιολόγησης για τον προτεινόμενο/η τόσο στην κυβέρνηση όσο και στο κοινοβούλιο. Μετά από ακρόαση στην Επιτροπή Οικονομικών (και πιθανόν στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας) η επιλογή θα πρέπει να επικυρώνεται από την Βουλή.
Ο υπερκομματικός μηχανισμός επιλογής του καταλληλότερου για τη θέση του διοικητή της ΤτΕ και ο θεσμός της αξιολόγησης των υποβαλλόμενων προτάσεων από ανεξάρτητες επιτροπές μπορεί να αποτελέσει έναυσμα ώστε αντίστοιχες πρακτικές να υιοθετηθούν και για τις υπόλοιπες θέσεις ευθύνης του δημόσιου τομέα, των επιχειρήσεων δημόσιας ωφέλειας και άλλων ΝΠΔΔ. Δυστυχώς αν και υπήρξε μία μικρή αλλαγή πολιτικής στην κατεύθυνσης της αξιοκρατικής επιλογής για κάποιες σημαντικές θέσεις από την προηγούμενη κυβέρνηση, αυτές αποδείχθηκαν ημιτελείς. Και με απροκάλυπτο τρόπο η τωρινή κυβέρνηση γρήγορα εγκατάλειψε αυτή την προσπάθεια επιστρέφοντας την χώρα στο εξοργιστικό «παλαιό» καθεστώς όπου οι ανώτατες θέσεις του δημοσίου μοιράζονται στους φίλους/συγχωριανούς του προέδρου (και τώρα και του αντιπρόεδρου) της κυβέρνησης και σε αποτυχημένους, συνήθως άεργους, πολιτικούς.
Η ταύτιση του δημοσίου συμφέροντος με το κομματικό συμφέρον πρέπει επιτέλους να σταματήσει αν θέλουμε πραγματικά να γυρίσουμε σελίδα, και η επικείμενη αλλαγή στη θέση του διοικητή της ΤτΕ μπορεί να αποτελέσει το πρώτο αποφασιστικό βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Επιπλέον η επιλογή της διοίκησης της Τράπεζας της Ελλάδας θα πρέπει να γίνει με διαφάνεια, ανοικτά, χωρίς σκιές. Ίσως αυτό να αποτελέσει την αρχή για την τόσο απαραίτητη για την χώρα μας αξιοκρατία.