Διεκδικώντας το διεθνές βραβείο «Χανς Κρίστιαν Άντερσεν», για το σύνολο του έργου της, στη Διεθνή Έκθεση Παιδικού Βιβλίου στη Μπολόνια, η Σοφία Μαντουβάλου μας μιλά γι’ αυτή την εμπειρία.
Διεκδικώντας το φετινό διεθνές βραβείο «Χανς Κρίστιαν Άντερσεν», για το σύνολο του έργου της και τη συνεισφορά της στην παιδική λογοτεχνία, ανάμεσα σε 29 συγγραφείς από όλο τον κόσμο, το οποίο θα ανακοινωθεί στις 24 Μαρτίου, στη Διεθνή Έκθεση Παιδικού Βιβλίου στη Μπολόνια, η Σοφία Μαντουβάλου μας μιλά γι’ αυτή την εμπειρία.
Με βασικά χαρακτηριστικά το χιούμορ, τη φαντασία και το παράλογο, η πολυβραβευμένη Σοφία Μαντουβάλου, που, εδώ και 30 χρόνια, υπηρετεί το βιβλίο και την εκπαιδευτική τηλεόραση, κατορθώνοντας να συνδυάζει το φανταστικό με το πραγματικό, μιλά για τα βραβεία, την παιδεία, την καρδιά και το μυαλό.
Πέρα από την ευνόητη καταξίωση, τι σημαίνει για σας η υποψηφιότητα για το διεθνές βραβείο «Χανς Κρίστιαν Άντερσεν» και, γενικότερα, η κατάκτηση τόσων βραβείων και η απήχηση του έργου σας σε άλλες χώρες;
Η απόλυτη καταξίωση έρχεται μέσα από το βλέμμα των παιδιών και τον ενθουσιασμό των δασκάλων, στα σχολεία που επισκέπτομαι εδώ και τριάντα χρόνια, στην Ελλάδα, αλλά και τις ελληνικές κοινότητες του εξωτερικού, ως εθελοντής πολιτισμού. Χωρίς αμφιβολία, η υποψηφιότητα για ένα διεθνές βραβείο φέρνει χαρά και αποτελεί τιμή. Η τιμή, όμως, για έναν συγγραφέα δεν βρίσκεται σε ένα ή πολλά βραβεία. Βρίσκεται στη συνεχή λογοτεχνική του πράξη και στο αγαθό της κίνητρο, που δεν είναι άλλο από το όνειρό του για έναν καλύτερο κόσμο. Βρίσκεται στον σεβασμό των ιδεών και των αξιών που υπηρετεί με συνέπεια, χωρίς να περιμένει την ανταμοιβή ενός βραβείου. Βρίσκεται στην εκτίμηση των ομοτέχνων του και των αναγνωστών του.
Υπάρχουν συγγραφείς, των οποίων το έργο θεωρώ εξαίρετο και δεν έχουν πάρει καμία ιδιαίτερη διάκριση, και υπάρχουν συγγραφείς, που έχουν πάρει σπουδαία βραβεία και οι ομότεχνοί τους δεν έχουν μεγάλη εκτίμηση στο έργο τους. Η ανάγκη για επιβράβευση είναι ανθρώπινη αδυναμία. Ένα βραβείο σε εξυψώνει στη δημόσια εκτίμηση, την οποία η ματαιοδοξία μας - καλώς ή κακώς - την έχει ανάγκη. Τι σημαίνει για μένα το βραβείο “Άντερσεν”; Δύναμη για περισσότερα όνειρα και περισσότερη δουλειά. Την κοπιαστική δουλειά που καταθέτει ο κάθε συγγραφέας, που κλείνει το Όνειρό του μέσα σε ένα βιβλίο.
Το βιβλίο, ως μέσο επιμόρφωσης και ψυχαγωγίας, έχει τη θέση που του αρμόζει στη χώρα μας;
Τη θέση, που του πρέπει, τη δίνει στο βιβλίο το κάθε άτομο με τις προσωπικές του επιλογές. Αλλά η φιλαναγνωσία και η χρήση του βιβλίου ως επιμορφωτικού και ψυχαγωγικού μέσου έχει να κάνει, κυρίως, με τις εκπαιδευτικές και πολιτιστικές πολιτικές επιλογές του κράτους. Όταν βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα και, στη χώρα μας, ελάχιστα σχολεία διαθέτουν λειτουργικές βιβλιοθήκες, πώς να πάρει το βιβλίο τη θέση που του πρέπει; Πώς να ανοίξει η όρεξη του παιδιού και του νέου για διάβασμα, ώστε να συνεχίσει και ως ενήλικας αναγνώστης να απολαμβάνει και να χρησιμοποιεί το βιβλίο σαν μέρος της καθημερινότητάς του, ανεξάρτητα από το μορφωτικό και το επαγγελματικό του επίπεδο;
Με ανταγωνιστές την τηλεόραση και το διαδίκτυο, θα έλεγα ότι το βιβλίο δεν έχει τη θέση που του πρέπει και, κυρίως, στις ηλικίες 14 - 25. Υπήρχε κάποτε και ένα Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, που προωθούσε τη φιλαναγνωσία στα σχολεία, και ο πρώην υπουργός πολιτισμού το έκλεισε στη μέση της χρονιάς. Τελευταία, ακούω ότι ο νέος υπουργός θέλει να καταργήσει και την ενιαία τιμή του βιβλίου. Αναρωτιέμαι αν οι αποφάσεις είναι θέμα εσκεμμένης πολιτικής ή κακών συμβούλων.
Τα παιδιά, για να αποκτήσουν προσωπική στάση ζωής και άποψη, πρέπει να μυηθούν από μικρά στην κουλτούρα της ανάγνωσης και το σχολείο είναι ο ιδανικός χώρος μετάδοσης της απόλαυσης του διαβάσματος στους μαθητές. Το πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, διαθέτει μόνο μια ολόκληρη ελεύθερη ώρα στο σχολικό πρόγραμμα για την ανάγνωση κειμένων στο δημοτικό. Θα μου πείτε: κάτι είναι κι αυτό για μια καλή αρχή. Όσο η πολιτική του βιβλίου πάσχει, τόσο το βιβλίο δε θα έχει τη θέση που του πρέπει σε αυτή τη χώρα. Ίσως, οι κυβερνήσεις να χρειάζονται κοπάδια τα πρόβατα να βελάζουν τα συμφωνηθέντα. Χαρακτηριστικό δείγμα, που αποδεικνύει τη θέση του βιβλίου σε αυτή τη χώρα, είναι - με ελάχιστες εξαιρέσεις - η έλλειψη καλλιεργημένου πολιτικού λόγου. Έχει περιοριστεί σε κραυγές αντιπαράθεσης.
Γράφοντας βιβλία για παιδιά και ως δημιουργός εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αν αναλαμβάνατε το Υπουργείο Παιδείας, ποιες μεταρρυθμίσεις θα είχαν επείγουσα προτεραιότητα για σας;
Πιστεύω πως η εκπαίδευση στερείται παντελώς φαντασίας ως προς το τι άνθρωπο θέλει να διαμορφώσει. Οι υπεύθυνοι πρέπει να αντιληφθούν ότι το σχολείο δε διδάσκει γνώση, αλλά διδάσκει παιδιά. Τη θέση μου για την εκπαίδευση τη γράφω μέσα στα βιβλία μου. Τόσο το αγαπημένο των παιδιών “Η δασκάλα που το κεφάλι της έγινε καζάνι”, όσο και “Ο δάσκαλος με τα όνειρα στα μάτια” που είναι υπό έκδοση, αλλά και “Το φάντασμα του μαυροπίνακα” που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, παρουσιάζουν με παραμυθικό, μυθιστορηματικό τρόπο το θέμα της έλλειψης φαντασίας στην εκπαιδευτική διαδικασία, την καθυστερημένη και ελλιπή καινοτομία, την έλλειψη ισότητας, δικαιοσύνης και ελευθερίας, που είναι δικαίωμα και υποχρέωση όλων.
Οι μεταρρυθμίσεις που θα έκανα προκύπτουν από τη φιλοσοφική αισθητική μου για τον κόσμο και την πεποίθηση ότι δεν μπορεί ένα εκπαιδευτικό σύστημα να δημιουργήσει δημοκρατικούς και ολοκληρωμένους πολίτες, αν δεν υπάρχει σεβασμός στο έργο και την υπόσταση του εκπαιδευτικού, τακτική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών σε νέες τεχνικές εκπαίδευσης, εκδημοκρατισμός του σχολείου, ώστε να αποφοιτούν δημοκρατικοί πολίτες, που έχουν μάθει να συνεργάζονται, να είναι αλληλέγγυοι, να σέβονται και να αισθάνονται ο ένας τη θέση του άλλου και όλοι μαζί να ονειρεύονται έναν καλύτερο κόσμο. “Τα παιδιά μπαίνουν στο σχολείο ανοιχτά ερωτηματικά και βγαίνουν σκέτες τελείες”, λέει η “δασκάλα που το κεφάλι της έγινε καζάνι”. Η υπερβολή στην παραμυθία οδηγεί στην ανατροπή.
Στο βαθύ σκοτάδι της σύγχρονης Ελλάδας που κάνει το ξημέρωμα να φαντάζει αδύνατο, ποιες σκέψεις σάς κατακλύζουν;
Στο βαθύ σκοτάδι της Ελλάδας, κουρνιάζω κι εγώ μέσα στο δικό μου σκοτάδι, για να ανακαλύψω τις σπίθες, που μπορούν να γίνουν φως. Οι σκέψεις μου είναι άλλοτε θλιμμένες και άλλοτε θυμωμένες. Έχουν εκείνο τον βαθμό θλίψης και θυμού, που με κάνει να δραστηριοποιούμαι δημιουργικά. Όπως καταλαβαίνετε, ψυχοθεραπεύομαι μέσα από την παραμυθία εν δράσει. Η ματαίωση της ζωής μας, αλλά και των ανά τη γη συνανθρώπων μας δε με αφήνει αδιάφορη. Η ανάγκη για επικοινωνία γίνεται τέχνη. Παρατηρώ τις κοσμογονικές αλλαγές, τις μετακινήσεις πληθυσμών, τους ευρηματικούς κατά τόπους πολέμους της παγκόσμιας οικονομικής εξουσίας και μπαίνω με όπλο το ανεξίτηλο μολύβι του πνεύματος στην εμπόλεμη ζώνη της ζωής. Μερικές φορές, μου έρχεται να φωνάξω με βαθειά πίστη πως “η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει”, αλλά παθαίνω αλαλία, λόγω προφανούς απιστίας. Για ένα πράγμα, όμως, είμαι σίγουρη: ότι το ελληνικό πνεύμα, έστω και μεταγλωττισμένο, θα κυκλοφορεί ανά τους αιώνες.
Πώς θα αιτιολογούσατε αυτή την κατάσταση σε ένα παιδί, που θα σας κοιτούσε γεμάτο απορία;
Θα του έλεγα: πώς να αιτιολογήσω σε ένα παιδί μια κατάσταση, που κι εγώ η ίδια την κοιτάζω με μεγάλη απορία για την τόση βλακεία, που επικρατεί στον πλανήτη; Λες και η καρδιά βρίσκεται μίλια μακριά από το μυαλό. Λες και ο πλούτος της ζωής βρίσκεται στη φουσκωμένη τσέπη. Θα ακολουθούσα το βλέμμα του. Τα βλέμματα απορίας των παιδιών κρύβουν με αγνότητα όλη την αλήθεια της ζωής. Αρχίζουν με την απορία της ύπαρξης και φθάνουν μέχρι την απορία του θανάτου.
Θα του έλεγα “δεν καταλαβαίνω τίποτα”. Ό,τι είπε και το Κουτορνίθι, ήρωας στο βιβλίο μου, “Η κότα που έγινε αυγό”. Ένα παραμύθι για έναν χρυσό κόκορα, τον μέγα βασιλιά του κόσμου και άλλους εφτά βασιλιάδες με εφτά στολές, που είχαν για σύμβουλό τους το αόρατο κακό κι έχασαν, λέει, το μυαλό και την καρδιά τους κι, έτσι, μια μαύρη μέρα, γέμισαν με σιδερένιες μύγες τον ουρανό. Δεν ξέρω αν κατάλαβε το Κουτορνίθι, ακόμα κι όταν η γιαγιά του, η μεγάλη κότα, του είπε πως ο πλούτος και το χρήμα είναι κακοί σύμβουλοι και αυτό που λαχτάρησε ο βασιλιάς του κόσμου ήταν το χρυσάφι.
Θα του μιλούσα για τη μάχη, που δίνεται καθημερινά για ισότητα, δικαιοσύνη και ελευθερία. Για αυτό το τρίπτυχο της ουσίας της κοινωνικής ζωής και συνύπαρξης, το οποίο δεν είναι δεδομένο, αλλά χρειάζεται συνεχή διεκδίκηση, περιφρούρηση, επαγρύπνηση, μαχητική διάθεση και θυσίες, για τις οποίες δε φτάνει μια ζωή, γιατί οι κακοί δράκοι γεννιούνται και ξαναγεννιούνται και παραμονεύουν αχόρταγοι.
Αν είχατε τη δυνατότητα να δημιουργήσετε έναν καινούριο κόσμο, ποια στοιχεία - χαρακτηριστικά θα του δίνατε;
Και μόνο η ιδέα να γίνω δημιουργός ενός καινούργιου κόσμου, έστω και μέσα από μία ερώτηση, με τρομάζει. Πέρα από τη μεγάλη ευθύνη, σκέψου να πρέπει να παίζω το κρυφτό συνέχεια, για να μη με δει ποτέ κανείς και να νοιώθω τύψεις, όταν με κατηγορούν ότι τους ξέχασα, λες και δεν ξέρουν πως στα δικαστήρια του ουρανού δε δικάζονται πια οι αδικίες. Πριν φτιάξω έναν φανταστικό καινούργιο κόσμο, πρέπει να απαντήσω στο φιλοσοφικό ερώτημα: είναι ο Θεός καλό δημιούργημα του ανθρώπου ή ο άνθρωπος κακό δημιούργημα του Θεού; Για να ξέρω αν θα καταργήσω τον άνθρωπο και θα κρατήσω τον Θεό. Πάντως, αν έφτιαχνα έναν καινούργιο άνθρωπο, η καρδιά και το μυαλό θα ήταν σε ένα όργανο. Πώς τον θέλετε τον νέο άνθρωπο; Καρδιόμυαλο ή Μυαλόκαρδο;
Τι σας δίνει αισιοδοξία και ελπίδα για το μέλλον;
Η πίστη πως οι καλύτερες στιγμές της ανθρώπινης φύσης έρχονται και ξανάρχονται, η αναζήτηση της ουτοπίας στην καθημερινότητα, τα όνειρα και η πίστη πως η φαντασία δημιουργεί την πραγματικότητα. Τι άλλο; Ένα ουζάκι με θέα τη θάλασσα, μία ηλιόλουστη βόλτα κάτω από τον αττικό ουρανό, η ταλάντωση, η παραφροσύνη και οι μυρωδιές αυτού του τόπου.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]