«Ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο Β΄» ανέφερε η διευθύντρια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα Καθηγήτρια αρχαιολογίας του ΑΠΘ και ευρωβουλευτής, Χρυσούλα Σαατσόγλου - Παλιαδέλη.
«Ο βασιλικός τάφος της Βεργίνας ανήκει στον βασιλιά Φίλιππο Β΄» επιμένει να διακηρύσσει 37 χρόνια μετά την μνημειώδη ανακάλυψη του αείμνηστου Καθηγητή της, Μανόλη Ανδρόνικου, η διευθύντρια της πανεπιστημιακής ανασκαφής στη Βεργίνα Καθηγήτρια αρχαιολογίας του ΑΠΘ και ευρωβουλευτής, Χρυσούλα Σαατσόγλου - Παλιαδέλη.
Με σειρά επιστημονικών δεδομένων ως απάντηση σε όσους - Έλληνες και ξένους συναδέλφους της - έχουν κατά καιρούς αμφισβητήσει τα επιστημονικά συμπεράσματα του Μανόλη Ανδρόνικου η κα Παλιαδέλη, ως επικεφαλής της πανεπιστημιακής ανασκαφής, επέστρεψε από το 2010 μέχρι σήμερα στην επανεξέταση του σκελετικού υλικού από τον τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα, επανεκτιμώντας τις παλιότερες έρευνες.
Τα νέα πορίσματα
Η κα Παλιαδέλη στην εισήγησή της με τίτλο «Σκελετικό υλικό από τους βασιλικούς τάφους της Βεργίνας» στο πλαίσιο του 27ου αρχαιολογικού συνεδρίου στην αίθουσα τελετών της παλιάς Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ στη Θεσσαλονίκη, μεταξύ άλλων, αναφέρει: «Για το νεκρό του θαλάμου τα νέα πορίσματα οδηγούν σε ακριβέστερο καθορισμό της ηλικίας του (41 - 49 ετών), και εντοπίζουν εκφυλιστικές αλλοιώσεις, χρόνιες παθήσεις και δείκτες δραστηριότητας που υποδεικνύουν μεσήλικο άνδρα με έντονη ιππευτική και πολεμική δραστηριότητα. Τα δεδομένα αυτά, σε συνδυασμό με τις μορφολογικές αλλοιώσεις στα οστά του - που βεβαιώνουν πως ο νεκρός κάηκε αμέσως μετά το θάνατό του - αποδυναμώνουν τη θεωρία της ταύτισής του με τον Φίλιππο Γ΄ Αρριδαίο και ενισχύουν, αντίθετα, την απόδοση του τάφου στον Φίλιππο Β΄».
Επανεκτίμηση παλαιότερων ερευνών
Η επιστροφή στην επανεξέταση του σκελετικού υλικού από τον τάφο ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας στη Βεργίνα, αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης διεπιστημονικής έρευνας που αποσκοπεί στην επανεκτίμηση παλαιότερων ερευνών, με τη συνδρομή ιατρικών και φυσικοχημικών εξετάσεων. Στόχος είναι η δημιουργία μιας βάσης δεδομένων που θα υποστηρίζεται από τρισδιάστατη ηλεκτρονική σάρωση, και θα παράσχει στην ελληνική και τη διεθνή επιστημονική κοινότητα τη δυνατότητα να μελετήσει ένα ευαίσθητο και πολύτιμο υλικό χωρίς να διακινδυνεύσει τη φθορά του.
Η ανθρωπολογική έρευνα των δύο σκελετικών συνόλων από τον θάλαμο και τον προθάλαμο του τάφου ΙΙ που κατέγραψε 350 οστά και θραύσματα, συνοδεύεται από 3.000 έγχρωμες ψηφιακές φωτογραφίες και υποστηρίχτηκε από αξονικές τομογραφίες, ηλεκτρονικό μικροσκόπιο σάρωσης (SEM) και φθορισμομετρία ακτίνων Χ (XRF) που εντόπισαν πάνω στα οστά και άλλα υλικά, όπως πορφύρα και χουντίτη, που ανήκουν σε άγνωστο μέχρι στιγμής αντικείμενο.
Σημαντικό συμπέρασμα και επιστημονικά «τολμηρές» υποθέσεις
Το σημαντικότερο συμπέρασμα της έρευνας, όπως δήλωσε η επικεφαλής της πανεπιστημιακής ανασκαφής, αφορά στην ενίσχυση όχι μόνον από αρχαιολογική αλλά και από ανθρωπολογική άποψη, ότι ο τάφος ΙΙ της Μεγάλης Τούμπας ανήκει στον Φίλιππο Β’, ενώ η χρονολόγηση του θανάτου του είναι το 336 π.Χ..
Στο μεταξύ, επιστημονικά «τολμηρές» υποθέσεις για την αποκάλυψη πέντε νέων βασιλικών τάφων τους οποίους μάλιστα αποδίδει υποθετικά σε μέλη της δυναστείας των Τημενιδών - ακόμα και στον ίδιο τον βασιλιά Κάσσανδρο ή σ’ έναν από τους γιους του, έκανε στη διάρκεια της εισήγησής της στο αρχαιολογικό συνέδριο του ΑΠΘ η διευθύντρια της ΙΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών αρχαιοτήτων, κα Αγγελική Κοτταρίδη.
Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Ανάπλαση - ανάδειξη της βασιλικής Νεκρόπολης των Αιγών. Προστασία και ανάδειξη του νεκροταφείου των τύμβων και της ταφικής συστάδας των Τημενιδών» η κα Κοτταρίδη ανακοίνωσε ότι συνολικά βρέθηκαν (από το 1996 μέχρι σήμερα) είκοσι (20) τάφοι που χρονολογούνται από τα αρχαϊκά (α΄ μισό του 6ου αι.) μέχρι τα πρώιμα ελληνιστικά χρόνια (τέλος 4ου- αρχές 3ου αι. π.Χ.).
«Μολονότι οι τάφοι είναι όλοι συλημένοι, η παρουσία καταλοίπων εντυπωσιακών ταφικών πυρών με πλούσια αφιερώματα (αγγεία και όπλα) που ανακαλούν περιγραφές των ομηρικών επών αλλά και το μέγεθος και την μορφή των ίδιων των μνημείων μάς οδήγησαν στη σύνδεση με την οικογένεια των Τημενιδών», ανέφερε η διευθύντρια της ΙΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασσικών αρχαιοτήτων.