Την εκτίμηση ότι η πρόσφατη απόφαση του Δ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου, σχετικά με την αντισυνταγματικότητα του ΕΕΤΗΔΕ, επαναφέρει στην επικαιρότητα σειρά ζητημάτων που αφορούν την φορολόγηση τόσο των εισοδημάτων όσο και της περιουσίας των πολιτών, τονίζει σε ανακοίνωσή του ο Συνήγορος του Πολίτη.
Την εκτίμηση ότι η πρόσφατη απόφαση του Δ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου, σχετικά με την αντισυνταγματικότητα του ΕΕΤΗΔΕ, επαναφέρει στην επικαιρότητα σειρά ζητημάτων που αφορούν την φορολόγηση τόσο των εισοδημάτων όσο και της περιουσίας των πολιτών, τονίζει σε ανακοίνωσή του ο Συνήγορος του Πολίτη.
Όπως αναφέρεται στην ανακοίνωση «η Αρχή έχει διαπιστώσει ότι, µε το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, το στενά ταμειακό-εισπρακτικό συμφέρον του Δημοσίου απέκτησε σαφές προβάδισμα έναντι κάθε άλλου δημοσίου συμφέροντος ή ατομικού δικαιώματος».
Ο Συνήγορος του Πολίτη υπογραμμίζει στις θέσεις του ότι από το ΕΕΤΗΔΕ επιβαρύνονται ευάλωτες κατηγορίες πολιτών, οι οποίες δεν εντάσσονται στις τυπικές ομάδες που εκ του νόμου απαλλάσσονται από το Τέλος (όπως πολύτεκνοι, μακροχρόνια άνεργοι κ.λπ.), οι οποίες, όμως, αδυνατούν να το καταβάλουν λόγω πραγματικής απουσίας εισοδήματος.
Επιπρόσθετα ο υπολογισμός του ΕΕΤΗΔΕ βάσει των αντικειμενικών κριτηρίων υπολογισμού του ΤΑΠ, χωρίς να λαμβάνονται υπ’ όψιν άλλα κριτήρια προσδιοριστικά της αξίας των ακινήτων, έρχεται σε αντίθεση με την συνταγματική αρχή της ίσης φορολόγησης.