Σε ένα χειρόγραφο του 1931 του Άλμπερτ Αϊνστάιν, το οποίο είχε παραμεληθεί από τους ερευνητές των εργασιών του, βρέθηκε μία εναλλακτική πρόταση για τη δημιουργία του Σύμπαντος.
Σε ένα χειρόγραφο του 1931 του Άλμπερτ Αϊνστάιν, το οποίο είχε παραμεληθεί από τους ερευνητές των εργασιών του, βρέθηκε μία εναλλακτική πρόταση για τη δημιουργία του Σύμπαντος.
Ο διάσημος επιστήμονας πρότεινε πως αντί της Μεγάλης Έκρηξης, το Σύμπαν διαστελλόταν συνεχώς και αιωνίως, μία θεωρία που υποστήριξε ανεξάρτητα ο βρετανός φυσικός Φρεντ Χόιλ, δύο δεκαετίες αργότερα.
Η θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης άρχισε να ακμάζει όταν ο αμερικανός αστρονόμος Έντουιν Χαμπλ ανακάλυψε τη δεκαετία του 1920 πως το Σύμπαν διαστέλλεται. Αφού το Σύμπαν σήμερα είναι μεγαλύτερο από χθες, κάποτε στην ιστορία του η λογική προστάζει πως ήταν απειροστά μικρό, και συνεπώς άπειρα πυκνό και ενεργό.
Τη δεκαετία του 1940 όμως, ο Χόιλ υποστήριξε πως θα ήταν μαθηματικά αποδεκτή και μία περιγραφή κατά την οποία το Σύμπαν διαστέλλεται αιωνίως, κρατώντας όμως την πυκνότητά του σταθερή.
Για να συμβεί κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να δημιουργείται νέα ύλη συνεχώς, η οποία θα σχημάτιζε νέες δομές όπως γαλαξίες και άστρα που θα καταλάμβαναν το κενό χώρο. Καθώς το Σύμπαν θα ήταν από πάντα άπειρο, το μέγεθός του δε θα μεταβαλλόταν με τη διαστολή του.
Ακριβώς την ίδια ιδέα περιγράφει και ο Αϊνστάιν στο χειρόγραφό του: «Για να μείνει σταθερή η πυκνότητα, νέα σωματίδια ύλης θα πρέπει να σχηματίζονται συνεχώς», γράφει.
Αν και ο ίδιος ο Αϊνστάιν εγκατέλειψε σύντομα την ιδέα αυτή, και δυστυχώς για τον Χόιλ δεν τη δημοσίευσε ποτέ, στο ίδιο έγγραφο αποτυπώνεται η δυσαρέσκειά του στην αντίληψη πως το Σύμπαν δημιουργήθηκε από μία Μεγάλη Έκρηξη, παρόλο που αυτή η ιδέα ήταν πλήρως συμβατή με τη δική του Γενική θεωρία της Σχετικότητας. Κλειδί πίσω από τη συγκεκριμένη συμπεριφορά ήταν η πεποίθηση του Αϊνστάιν πως το Σύμπαν θα έπρεπε να είναι αιώνιο και στατικό, τουλάχιστον φαινομενικά.
Το κείμενο βρισκόταν στη διάθεση του κοινού που επισκεπτόταν τα αρχεία του Άλμπερτ Αϊνστάιν στην Ιερουσαλήμ, ωστόσο είχε ακούσια παραμεληθεί, καθώς είχε κατηγοριοποιηθεί ως η πρωτύτερη εκδοχή μιας άλλης δημοσίευσης του.
Την ανακάλυψη έκανε ο Ιρλανδός φυσικός Κόρμακ Ο’Ραφερτάι, ο οποίος δημοσίευσε το πλήρες κείμενο στο επιστημονικό περιοδικό European Physical Journal.