Πολιτιστικά
Σάββατο, 01 Μαρτίου 2014 10:40

Γιώργος Χριστιανάκης: «Αυτή η δουλειά με ακολουθεί σαν τη σκιά μου…»

Ντύνοντας με νότες τα λόγια ενός ποιητή, που θέλησε να ζει ελεύθερος, απαλλαγμένος από τον φόβο και τις δεσμεύσεις των άλλων, ο συνθέτης Γιώργος Χριστιανάκης μιλά για το cd  «Μια εποχή στην κόλαση».

Ντύνοντας με νότες τα λόγια ενός ποιητή, που θέλησε να ζει ελεύθερος, απαλλαγμένος από τον φόβο και τις δεσμεύσεις των άλλων, που αντιλαμβανόταν πως, για να βελτιωθεί ο κόσμος, όφειλε πρώτα ο καθένας να αλλάξει τον ίδιο του τον εαυτό, ο συνθέτης Γιώργος Χριστιανάκης μάς μιλά για το cd  «Αρθούρος Ρεμπώ - “Μια εποχή στην κόλαση”».

Η νέα δουλειά του Γιώργου Χριστιανάκη, που κυκλοφορεί από την Alltogethernow Records, είναι μια μουσική σύνθεση, βασισμένη στο ποιητικό κείμενο του Ζαν - Νικολά - Αρτύρ Ρεμπώ, σε μετάφραση του Χριστόφορου Λιοντάκη, και η έκδοσή της περιλαμβάνει 56σέλιδο βιβλίο με αποσπάσματα του κειμένου, σημειώματα, φωτογραφικό υλικό και εικονογραφήσεις, και 2 cd, διάρκειας 80΄ λεπτών το καθένα. Το πρώτο είναι ορχηστρικό και στο δεύτερο, παράλληλα με τη μουσική, υπάρχει η αφήγηση  ολόκληρου του ποιητικού κειμένου, το οποίο διαβάζει ο Γιώργος Χριστιανάκης, ενώ τα έμμετρα ποιήματα απαγγέλει ο Γιάννης Αγγελάκας.

Αντλώντας έμπνευση από τον γάλλο ποιητή Ζαν - Νικολά - Αρτύρ Ρεμπώ, ο οποίος θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους εκπροσώπους του συμβολισμού, με σημαντική επίδραση στη μοντέρνα ποίηση, παρά το γεγονός ότι εγκατέλειψε οριστικά τη λογοτεχνία στην ηλικία των 20 ετών, για να περιπλανηθεί στον κόσμο και, στη διάρκεια της σύντομης και πολυτάραχης ζωής του, ταξίδεψε σε 13 χώρες και έζησε ως επαίτης, μισθοφόρος, εργάτης, παιδαγωγός και ναυτικός, μέχρι τον θάνατό του, στα 37 του χρόνια, ο Γιώργος Χριστιανάκης μελοποιεί τους στίχους του και μιλά για αυτό το μακροχρόνιο μουσικό ταξίδι.

Ποιες είναι οι πρώτες σας σκέψεις, όταν φέρνετε στο νου αυτή  τη νέα σας δουλειά;

Σκέψεις… Αυτή η δουλειά με ακολουθεί σαν τη σκιά μου, θα έλεγα, τα τελευταία 30 χρόνια σχεδόν. Οπότε, όπως καταλαβαίνετε, μεγάλωσα μαζί της. Ήταν ένα ταξίδι, που ξεκίνησα μόνος και που, στην πορεία του μέσα από δρόμους και παράδρομους, άλλοτε, ένοιωθα ότι κινιόμουν ελεύθερα σε μεγάλες εκτάσεις και, άλλοτε, ότι βρισκόμουν πλήρως ακινητοποιημένος σε ένα σημείο, προσπαθώντας βασανιστικά να απεγκλωβιστώ και να συνεχίσω,  συλλαμβάνοντας και καταγράφοντας την ουσία της στιγμής, έτσι ώστε να μπορέσω να προχωρήσω λίγο παραπέρα.

Υπήρξαν φορές, που αισθανόμουν να φεύγει το έδαφος κάτω από τα πόδια μου, που αναρωτιόμουν γιατί βρίσκομαι εδώ, πού πηγαίνω, ποια είναι  αυτή η μυστική γλώσσα, που μου ψιθύριζε το κείμενο και πώς θα μπορούσα, τελικά, να την κατανοήσω και να τη μετατρέψω σε μια μουσική, που να ενσωματώνει ολόκληρο αυτόν τον ακριβό κόσμο του Ρεμπώ. Από ένα σημείο και μετά, και αφού συναντήθηκα  με την εξαιρετική μετάφραση του Χριστόφορου Λιοντάκη και με συνοδοιπόρους τους εξαίρετους φίλους μουσικούς, μπόρεσα να χαρτογραφήσω, τελικά, μία διαδρομή και να ολοκληρώσω ένα όμορφο και, συνάμα, λυτρωτικό ταξίδι.

Για ποιους λόγους επιλέξατε να ασχοληθείτε με το συγκεκριμένο κείμενο;

Θεωρώ ότι το εμβληματικό αυτό κείμενο του Ρεμπώ είναι ένα από τα αξεπέραστα δημιουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Μας παρέδωσε ένα έργο, που λίγοι άνθρωποι θα τολμούσαν να δημιουργήσουν, γεμάτο με φως και σκοτάδι, θορύβους και σιωπή, κραυγές και ψίθυρους, πανανθρώπινο, ατενίζοντας μια εποχή πολλά μα πολλά χρόνια μπροστά από τον εαυτό του. Κατέγραψε το άφατο. Και μετά από αυτό σιώπησε…

Η ηχογράφηση του δίσκου διήρκεσε από τον Φεβρουάριο του 2011 έως τον Νοέμβριο του 2013. Πώς θα περιγράφατε όλο αυτό το διάστημα δημιουργίας;

Υπέροχο. Η παρέα ήταν καταπληκτική, όλοι είναι φίλοι από παλιά, οπότε υπήρχε μια κοινή γλώσσα, πολύ πολύ χιούμορ και καλή διάθεση, απόλυτη συγκέντρωση όποτε χρειαζόταν, “συνενοχή” και πολύ αγάπη. Τι άλλο να ζητήσει κανείς;

Πολυποίκιλη η μουσική σας δραστηριότητα και ιδιαίτερα έντονη στον χώρο του κινηματογράφου, αλλά, κυρίως, του θεάτρου. Μέσα από ποια στάδια περνά, συνήθως, η διαδικασία μουσικής επένδυσης ενός θεατρικού έργου;

Το θέατρο το αγαπώ πολύ και, μετά από 70 και κάτι παραστάσεις, για τις οποίες έχω συνθέσει τη μουσική τα τελευταία 20 χρόνια, το θεωρώ πια ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής μου. Το να γράφεις για το θέατρο είναι πολύ διαφορετικό από το να γράφεις για τον κινηματογράφο ή από το να δισκογραφείς. Και αυτό, γιατί πρέπει να δημιουργήσεις τον ηχόκοσμο της παράστασης, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα στοιχεία που τη συνθέτουν - και αυτά είναι πολλά - προσπαθώντας να κρατήσεις την απαραίτητη ισορροπία, που θα υπηρετήσει όλες τις τέχνες, οι οποίες συνευρίσκονται σε μια θεατρική πράξη. Διαβάζεις το κείμενο, συζητάς με τον σκηνοθέτη και, κατόπιν, με όλους τους συντελεστές: μεταφραστή, σκηνογράφο, ενδυματολόγο, φωτιστή, χορογράφο, και μετά παρακολουθείς στις πρόβες  τα - συνήθως - υπέροχα αυτά πλάσματα, τους ηθοποιούς, που μετουσιώνουν σε πράξη το όραμα όλων.

Παρακολουθώ πολύ τις πρόβες μιας παράστασης, σχεδόν όλες. Πολλές φορές, μέσα από αυτές, από ένα βλέμμα, μία κίνηση, έναν αυτοσχεδιασμό, μπορούν να αλλάξουν πολλά πράγματα. Εξάλλου, ο μουσικός γεύεται την παράσταση κατά την διάρκεια των προβών. Η δουλειά του τελειώνει πριν την γενική δοκιμή. Μετά, αποχαιρετά την παράσταση και το ταξίδι της το συνεχίζουν οι ηθοποιοί.

Ποια είναι τα μουσικά σας ακούσματα αυτή την περίοδο;

Είμαι πολυσυλλεκτικός στα ακούσματα μου. Η ακρόαση της μουσικής εξακολουθεί να είναι ένα σημαντικό μέρος της καθημερινότητάς μου. Αυτόν τον καιρό, ενδεικτικά, ακούω αρκετά Daniel Bjarnason, Nico Muhly, Nils Frahm, Hauschka, Hildur Gudnadottir, Gavin Bryars, Brian Eno, Arvo Part, Giya Cancheli, αλλά και Charles Mingus - τον λατρεύω τον Μingus, Robert Wyatt, Frank Zappa, το τελευταίο του Tricky, ξαναανακαλύπτω τους Moondog, The Fall, Sonic Youth, David Sylvian, Can και πολλούς άλλους… θα μπορούσα να γράφω με τις ώρες… Από την ελληνική σκηνή, μου άρεσε η πρόσφατη δουλειά του φίλου Σταύρου Γασπαράτου, “Seven”, και περιμένω με ανυπομονησία να ακούσω το καινούργιο δισκογραφικό πόνημα του Μιχάλη Σιγανίδη.

Μια γλυκιά και μια πικρή ανάμνηση από τη μέχρι τώρα πορεία σας;

Οι αναμνήσεις μου, μέχρι τώρα, είναι γλυκές. Δεν έχω πικρές αναμνήσεις. Ίσως, μερικές γλυκόπικρες...

Μελλοντικά σας σχέδια;

Πρόβες με τα παιδιά, για να παρουσιάσουμε ζωντανά τον δίσκο, στην ορχηστρική εκδοχή του ως επί το πλείστον, και μουσική για την καινούργια ταινία της Φωτεινής Σισκοπούλου, που θα ξεκινήσει γυρίσματα στην Κωνσταντινούπολη, μέσα στο καλοκαίρι. Δηλαδή, μουσική, μουσική, μουσική… καλά να είμαστε!

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]