Πολιτιστικά
Πέμπτη, 30 Ιανουαρίου 2014 09:35

Ακατάλληλη νυμφομανής, μυθικός Ηρακλής και σουρεαλιστική σύγχυση φύλου

Αναδυόμενοι από επικά, ερωτικά, κωμικά, σουρεαλιστικά και καθημερινά πλάνα, ο μυθικός Ηρακλής, μία νυμφομανής, απλοί καθημερινοί άνθρωποι και μια όμορφη γαλλίδα πρωτοστατούν στη μεγάλη οθόνη αυτή την εβδομάδα.

Αναδυόμενοι από επικά, ερωτικά, κωμικά, σουρεαλιστικά και καθημερινά πλάνα, ο μυθικός Ηρακλής, μία νυμφομανής, απλοί καθημερινοί άνθρωποι και μια όμορφη γαλλίδα πρωτοστατούν στη μεγάλη οθόνη αυτή την εβδομάδα.

«Ηρακλής: Η αρχή του θρύλου»

Αντλώντας έμπνευση από την ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας και τη  - γεμάτη σκληρές μάχες και θρυλικές νίκες - ζωή του ημίθεου Ηρακλή, ο Ρένι Χάρλιν σκηνοθετεί μια επική περιπέτεια δράσης, με πρωταγωνιστές τους Κέλαν Λουτζ, Γκάια Βάις, Σκοτ Άντκινς, Ροξάν Μακί, Λίαμ Γκάριγκαν και Λίαμ Μακιντάιρ. Με εντυπωσιακές εικόνες, η ταινία αποτυπώνει την υπεράνθρωπη δύναμη και το θάρρος του ήρωα, αποκαλύπτοντας, όμως, και την ανθρώπινη φύση του, αφού γεννήθηκε από τη συνεύρεση ενός θεού και μίας θνητής.

«Nymphomaniac part 1»

Ο δανός σκηνοθέτης Λαρς Φον Τρίερ υπογράφει το σενάριο και τη σκηνοθεσία ενός - αυστηρά ακατάλληλου για ανηλίκους – τολμηρού δράματος, που προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις και σχόλια. Με τους Σαρλότ Γκένσμπουργκ, Στέλαν Σκάρσγκαρντ, Σία Λαμπέφ, Γουίλεμ Νταφόε, Ούμα Θέρμαν και Ούντο Κίερ, η ταινία προβάλλεται ολόκληρη στη χώρα μας, χωρίς περικοπές, ξετυλίγοντας μια άγρια και ποιητική ιστορία μέσα από την αφήγηση μίας γυναίκας, η οποία έχει αυτο - διαγνωστεί ως νυμφομανής.

«Εγώ, ο εαυτός μου και η μαμά»

Παραδίδοντας μια ειλικρινή κατάθεση ψυχής, ο γάλλος κωμικός ηθοποιός και σκηνοθέτης Γκιγιόμ Γκαλιέν διασκευάζει για τον κινηματογράφο το θεατρικό του έργο, που είχε ανέβει με τεράστια επιτυχία στη Γαλλία, το 2008, και υποδύεται τον εαυτό του - και όχι μόνο - από τότε που ήταν παιδί, μέχρι να μεγαλώσει. Με τους Ιβόν Μπακ, Κάρολ Μπρένερ, Νταιάν Κρούγκερ, Αντρέ Μαρκόν, Γκοτζ Ότο, Φρανσουά Φαμπιάν και Νανού Γκαρσία στο πλάι του, διακωμωδεί τις πιο τραγελαφικές του εμπειρίες, αφού η μητέρα του αποφάσισε να τον μεγαλώσει σαν κορίτσι.

Όπως ο ίδιος σημειώνει: «Όταν ήμουν παιδί, η μητέρα μου έλεγε: “Τα αγόρια και ο Γκιγιόμ”. Είναι αυτό το “και”, που με έκανε να πιστεύω ότι, για να παραμείνω ξεχωριστός στα μάτια της - άστοργης, αλλά, κατά τα λοιπά, απίθανης -  μητέρας, για να ξεχωρίσω από την ανώνυμη μάζα που αποτελούσαν τα αγόρια, έπρεπε, οπωσδήποτε, να μην είμαι ένας από αυτούς. Έκανα τα πάντα, για να είμαι κορίτσι. Και τι καλύτερο μοντέλο μπορούσα να έχω από τη μητέρα μου; Άρχισα να τη μιμούμαι, πήρα τη φωνή της, τις ίδιες χειρονομίες, τις ίδιες εκφράσεις. Δεν έγινα θηλυπρεπής, αλλά θηλυκός. Έγινα η μητέρα μου και όλοι οι θηλυκοί ρόλοι που με ελκύουν. Ήταν ο τρόπος, που επέλεξα να την αγαπώ, να ξεχνιέμαι, να με παρασύρει η φαντασία… Αποδέχθηκα αυτόν τον ρόλο, έγινα ένα με αυτόν, προσπαθώντας να εξερευνήσω όλες τις πτυχές μου. Μέχρι που κατάφερα να απαγκιστρωθώ τόσο, που κατάφερα να το αφηγηθώ, να το γυρίσω ταινία, να κινηματογραφήσω τις γυναίκες και να κάνω τον κόσμο να γελάει».

«Στη χώρα των άλλων»

Ο - γνωστός για το πρωτότυπο και παράδοξο στυλ του -  κορεάτης σκηνοθέτης Χονγκ Σανγκ Σου επανέρχεται με ένα δράμα για τις διαπροσωπικές σχέσεις, την απομόνωση του ανθρώπου και τη ρευστότητα του χώρου και της μνήμης, το οποίο συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ των Καννών 2012. Με τους Ιζαμπέλ Ιπέρ, Γιου Τζανσάν και Γιουν Γιουμί, μια νεαρή φοιτήτρια κινηματογράφου πηγαίνει με τη μητέρα της σε ένα παραθαλάσσιο θέρετρο, για να γλυτώσουν από τα χρέη τους. Εκεί, ξεκινά να γράφει ένα σενάριο με τρεις ηρωίδες…

«Λιμουζίνα»

Στη 16η ταινία του, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος εμπνέεται από τη συλλογή διηγημάτων «Περιπέτειες στην Ευρώπη» του Ζάχου Ε. Παπαζαχαρίου και δημιουργεί μία σουρεαλιστική κωμωδία παρεξηγήσεων, με τους Νίκο Κουρή, Δούκισσα Νομικού, Δημήτρη Καταλειφό, Παύλο Χαϊκάλη και Λευτέρη Βογιατζή, στην οποία μία όμορφη Γαλλίδα ξεκινά ένα ταξίδι με το καινούριο της αυτοκίνητο, για να διαλέξει το ιδανικό ταίρι.

Ο σκηνοθέτης αναφέρει χαρακτηριστικά: «Αυτή η ταινία ήρθε την κατάλληλη στιγμή. Απελευθερωμένος, λόγω ηλικίας ίσως, από ανόητες αναστολές, μπόρεσα να τιμήσω ένα σινεμά μιας εποχής, που οι ταινίες δεν είχαν ακόμα υπογράψει με το κοινό, το συμφωνητικό της αληθοφάνειας και δεν ήθελαν να προσποιηθούν το πραγματικό. Η “Λιμουζίνα” έχει τον υπότιτλο: κωμωδία παρεξηγήσεων. Είναι μια ταινία με αυτοσχεδιασμούς, με δοκιμές σκέψεων, ένα παιχνίδι με το παράδοξο και μια τολμηρή αυθαιρεσία στο επίπεδο της κινηματογραφικής σύμβασης. Όσο γι’ αυτούς που με κατηγορούν ότι γυρίζω τη μια ταινία μετά την άλλη, χωρίς να παίρνω αναπνοή, θέλω να τους πληροφορήσω πως, καθώς είμαι εναντίον κάθε διαχωρισμού, απορρίπτω και τον διαχωρισμό ελεύθερου και εργασιακού χρόνου. Αν ήξερα τι θέλω να πω, θα το έλεγα, δε θα γύριζα ταινίες».

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]