Ένα χάπι που υπόσχεται να αντιμετωπίσει τη λευχαιμία σαν να είναι μια οποιαδήποτε ασθένεια, βάζοντας τέλος στη χημειοθεραπεία και τις δυσάρεστες παρενέργειες που προκαλεί στους ασθενείς, δημιούργησαν επιστήμονες στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα από το Ιατρικό Κέντρο Weill Cornell στη Ν. Υόρκη.
Ένα χάπι που υπόσχεται να αντιμετωπίσει τη λευχαιμία σαν να είναι μια οποιαδήποτε ασθένεια, βάζοντας τέλος στη χημειοθεραπεία και τις δυσάρεστες παρενέργειες που προκαλεί στους ασθενείς, δημιούργησαν επιστήμονες στις ΗΠΑ και συγκεκριμένα από το Ιατρικό Κέντρο Weill Cornell στη Ν. Υόρκη.
Το χάπι περιέχει έναν αναστολέα κινάσης που χορηγείται από το στόμα και είναι κατάλληλο για ασθενείς με λεμφοκυτταρική λευχαιμία. Τα αποτελέσματα που έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής θεωρούνται πάρα πολύ καλά, ωστόσο βρίσκεται σε πειραματικό στάδιο και δεν έχει γίνει καμία ανακοίνωση για το πότε θα είναι διαθέσιμο στους ασθενείς.
Στη μελέτη συμμετείχαν 19 ιατρικά κέντρα σε πέντε χώρες, οι επιστήμονες των οποίων έλεγξαν την αποτελεσματικότητα της συνδυαστικής χορήγησης των ουσιών rituximab και idelalisib σε ομάδα ασθενών. Οι ουσίες αυτές επιτίθενται στα καρκινικά κύτταρα αφήνοντας ανέπαφα τα υγιή.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι η συνδυαστική θεραπεία καθυστέρησε σημαντικά την επιδείνωση της κατάστασης των ασθενών, καθώς το 93% από αυτούς παρουσίασε σταθερή πορεία για διάστημα έξι μηνών.
Το αντίστοιχο ποσοστό των ασθενών που ακολούθησαν θεραπεία με μόνο μία από τις δύο ουσίες, δεν ξεπέρασε το 46%.
Μάλιστα, ήταν τόσο αισθητή η διαφορά ανάμεσα στις δύο ομάδες ασθενών, που η μελέτη διακόπηκε από την ανεξάρτητη επιτροπή παρατηρητών που την παρακολουθούσε, προκειμένου να ακολουθήσουν τη συνδυαστική θεραπεία και οι ασθενείς της δεύτερης ομάδας.
«Ακόμη και αν αυτός ο καρκίνος παραμένει ανίατος, πλέον θα μπορεί να θεραπευθεί σαν χρόνια ασθένεια με ένα χάπι, με τον ίδιο τρόπο που θεραπεύεται η υπέρταση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο επικεφαλής της μελέτης, δρ Richard R. Furman, προσθέτοντας ότι η θεραπεία που ακολουθείται σήμερα μπορεί να είναι χειρότερη από την ασθένεια επειδή προκαλεί σοβαρές παρενέργειες, ακόμη και θάνατο.
Η επιστημονική ανακοίνωση δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Weill Cornell.