Η αποφυλάκιση, μετά από 10 χρόνια, του ρώσου πάλαι ποτέ μεγιστάνα του πετρελαίου, έφερε και πάλι στο προσκήνιο την ταραχώδη πορεία του.
Στις 20 Δεκεμβρίου ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν προβαίνοντας σε μία αιφνιδιαστική κίνηση υπέγραψε διάταγμα απονομής χάριτος στον Μιχαήλ Χονταρκόφσκι, άλλοτε πανίσχυρο «ολιγάρχη» του πετρελαίου, ο οποίος βρισκόταν τα τελευταία 10 χρόνια στην φυλακή. Είχε καταδικαστεί μεταξύ άλλων για φοροδιαφυγή, απάτη και ξέπλυμα χρήματος. Πολλοί στη Δύση μιλούσαν για πολιτικά χειραγωγημένη καταδίκη.
Τα πρώτα βήματα επί ΕΣΣΔ
Ο Μιχαήλ Χονταρκόφσκι γεννήθηκε στην Μόσχα το 1963 και σπούδασε χημικός μηχανικός στο Ινστιτούτο Μεντελέγιεφ. Στα φοιτητικά του χρόνια ήταν δραστήριο και υψηλόβαθμο στέλεχος της νεολαίας του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ ή αλλιώς Κομσομόλ, γεγονός που του προσέδωσε σημαντικές διασυνδέσεις και ευκαιρίες για επιχειρηματική δραστηριότητα την εποχή της Περεστρόικα.
Όντας φοιτητής ακόμη το 1986, έκανε τα πρώτα του επιχειρηματικά βήματα ανοίγοντας μαζί με τους συμφοιτητές του μία καφετέρια αφού είχαν προηγηθεί μεταρρυθμίσεις του Γκορμπατσόφ οι οποίες επέτρεπαν το άνοιγμα ιδιωτικών επιχειρήσεων.
Κάτω από την σκέπη της Κομσομόλ δημιούργησε εταιρία εισαγωγής υπολογιστών και τεχνολογίας, η οποία μεταπωλούσε εξοπλισμό στη ρωσική αγορά.
Από τους πρώτους ιδιώτες τραπεζίτες
Το 1989 δημιούργησε την τράπεζα Menatep, μία από τις πρώτες ιδιωτικές τράπεζες της Ρωσίας. Χρησιμοποιώντας της γνωριμίες του στην κυβέρνηση, η τράπεζα του επιλέχθηκε να διαχειριστεί τα κρατικά κονδύλια για τα θύματα του Τσερνόμπιλ.
Χαρακτηριστικό στοιχείο της εύνοιας του Κρεμλίνου στο πρόσωπό του ήταν ότι το 1993 ο πρόεδρος Γέλτσιν τον διόρισε αναπληρωτή υπουργό Ενέργειας. Εν μέσω του shock therapy της δεκαετίας του 90, δηλαδή των μαζικών ιδιωτικοποιήσεων των κρατικών επιχειρήσεων και της βίαιης μετάβασης στην οικονομία της αγοράς, η Menatep απέκτησε μεγάλα μερίδια μετοχών σε διάφορες πρώην κρατικές επιχειρήσεις σε εξευτελιστικές τιμές εκμεταλλευόμενη στο έπακρο την πολιτική του Γέλτσιν «δάνεια αντί μετοχών». Σύμφωνα με έκθεση της CIA το 1995, η τράπεζα φερόταν να συνδέεται με το οργανωμένο έγκλημα.
Ολιγάρχης του πετρελαίου
Το 1996 ο Χονταρκόφσκι μαζί με τους συνεργάτες του απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο (78%) των μετοχών της Yukos, εκ των μεγαλύτερων πετρελαϊκών εταιριών της χώρας, σε μία κατά πολλούς στημένη κρατική δημοπρασία για περίπου μόλις 309 εκατομμύρια δολάρια. Το 2003 η αξία της Yukos υπολογιζόταν σε τουλάχιστον 17 δις δολάρια.
Στον Χονταρκόφσκι πιστώνεται ο εκσυγχρονισμός της εταιρίας, η επιβίωση της κατά την διάρκεια της οικονομικής κρίσης του 1998 και η αύξηση της παραγωγικότητας της. Η Yukos μετατράπηκε έτσι σε ενεργειακό κολοσσό. Εντούτοις κάποιοι επικριτές του τον συνδέουν με σκοτεινές δραστηριότητες, ακόμη και με φόνο. Συγκεκριμένα το 1998 ο δήμαρχος του Νεφτεγουγκάνσκ Βλάντιμιρ Πετούχοφ, ο οποίος είχε καταγγείλει επανειλημμένα την Yukos για φοροδιαφυγή, δολοφονείται υπό ανεξιχνίαστες συνθήκες.
Ο Χονταρκόφσκι αναδείχθηκε ο πλουσιότερος άνδρας της Ρωσίας με περιουσία σύμφωνα με εκτιμήσεις στα 15 δις δολάρια.
Πολιτικές φιλοδοξίες και αθέτηση της συμφωνίας με τον Πούτιν
Το 2000 μετά την εκλογή του, ο Βλ. Πούτιν έκανε μία άτυπη συμφωνία με τους ολιγάρχες. Από την πλευρά του, δεσμεύθηκε να μην αμφισβητήσει τις σκοτεινές ιδιωτικοποιήσεις του ’90, ενώ εκείνοι όφειλαν να απέχουν από την όποια ανάμειξη στην πολιτική, να μην προκαλούν με την σπατάλη τους και να ευθυγραμμίζονται - διαβουλεύονται όσον αφορά τον στρατηγικό τομέα της ενέργειας με το Κρεμλίνο και τα κρατικά μονοπώλια.
Ο μεγιστάνας της Yukos αθέτησε την εν λόγω συμφωνία κάνοντας ανοικτή κριτική στην κυβέρνηση Πούτιν. Ο Χονταρκόφσκι εμφάνιζε ολοένα και μεγαλύτερες πολιτικές φιλοδοξίες, γι’ αυτό και άρχιζε να χρησιμοποιεί την οικονομική του δύναμη για να εξαγοράσει πολιτική επιρροή. Η επιρροή του έφθανε εντός της Δούμας. Μάλιστα, ενόψει των εκλογών του 2003, χρηματοδότησε κόμματα της αντιπολίτευσης όπως την Ένωση Δεξιών Δυνάμεων, το Γιαμπλόκο, ακόμη και το Κομμουνιστικό Κόμμα.
Επιπλέον το ίδιο έτος συμφωνήθηκε η συγχώνευση της Yukos με την Sibneft με αποτέλεσμα η συγχωνευμένη εταιρία να γίνει η τέταρτη μεγαλύτερη παραγωγός πετρελαίου παγκοσμίως (η συμφωνία τελικά ακυρώθηκε στο απόηχο της σύλληψης του Χονταρκόφσκι). Ο τελευταίος διαπραγματευόταν μυστικά χωρίς προηγουμένως να συμβουλευθεί το Κρεμλίνο την πώληση μεγάλου ποσοστού μετοχών στην αμερικανική ExxonMobil.
Φυλάκιση και απορρόφηση της Yukos
Οι δύο παραπάνω εξελίξεις ήταν - σύμφωνα με αναλυτές - «η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι» που είχε ως αποτέλεσμα την αποκαθήλωση του.
Ο Χονταρκόφσκι συνελήφθη τον Οκτώβριο του 2003 για απάτη και φοροδιαφυγή.
Η εταιρία του διαλύθηκε και με συνοπτικές διαδικασίες και απορροφήθηκε από την κρατική Rosneft.
Το 2011 η Διεθνής Αμνηστία κήρυξε τον πρώην ολιγάρχη «κρατούμενο συνείδησης». Το ίδιο έτος, ωστόσο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απεφάνθη υστέρα από προσφυγή του πρώην μεγιστάνα της Yukos ότι, αν και παραβιαστήκαν κάποια δικαιώματά του, δεν υπήρχε πολιτικό κίνητρο στην καταδίκη του.