Κόσμος
Πέμπτη, 11 Νοεμβρίου 2004 15:59

Αυλαία σε μία μυθιστορηματική ζωή

Ο Γιάσερ Αραφάτ, με τη χαρακτηριστική φατίγια πάντα στο κεφάλι του, με τη σχεδόν μυθιστορηματική ζωή, υπήρξε επί δεκαετίες σύμβολο για έναν ολόκληρο λαό, σύμβολο του αγώνα για ένα ανεξάρτητο κράτος και μια αναγνωρισμένη πατρίδα. H ιστορία έχει πληθώρα ρόλων για μεγάλους ηγέτες και στον Γιάσερ Αραφάτ ταιριάζουν πολλοί: μάρτυρας –αν αναλογιστεί κανείς τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του, αποκλεισμένος στο αρχηγείο του στη Ραμάλα, μία παρωδία προεδρικού μεγάρου- απολυταρχικός, συγκεντρωτικός, «μετρ» της σκληρής διαπραγμάτευσης, απόλυτος άρχων στην παλαιστινιακή πυραμίδα της εξουσίας... H ένταση, η αίσθηση πως παίζει με τη φωτιά του ταίριαζε, και δεν του άφηνε περιθώρια για το «κλικ» που κάνει τους επαναστάτες statesmen κάποια στιγμή.

Το 2003, μετά την επίσκεψη του δημοσιογράφου Αλέξη Παπαχελά στο αρχηγείο του Αραφάτ, ένας γιατρός σπουδαγμένος στην Ελλάδα του εκμυστηρεύτηκε: «Οταν ήμουν παιδί και μετά ως φοιτητής τον λάτρευα. Τώρα τον θεωρώ έναν ξεπερασμένο, μακιαβελικό... Ξέρετε όμως κάτι περίεργο; Αν έβλεπα τους Ισραηλινούς να έρχονται να τον σκοτώσουν, θα έδινα και τη ζωή μου γι' αυτόν!».

Στη φράση αυτή συμπυκνώνονται τα αισθήματα των Παλαιστινίων για τον άνθρωπο που σήκωσε στους ώμους του την παλαιστινιακή υπόθεση.

Γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1929 στο Κάιρο ή όπως ο ίδιος αρέσκονταν να δηλώνει στην αγαπημένη του Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με κάποιους βιογράφους του, ο Αραφάτ από τα νεανικά του χρόνια υπήρξε εργασιομανής, παθιασμένος με την ιδέα της εθνικής αποκατάστασης και πάντα πετύχαινε το στόχο του με τον έναν ή τον άλλο τρόπο. Ο πατέρας του ήταν ευκατάστατος έμπορος, ενώ η μητέρα του πέθανε όταν ο ίδιος ήταν τεσσάρων ετών. Στην ευαίσθητη εκείνη ηλικία, ο πατέρας του τον έστειλε σε ένα θείο του στην Ιερουσαλήμ, που τότε ήταν υπό βρετανική κυριαρχία, με εντολή της Κοινωνίας των Εθνών. Από νεαρός συμμετείχε σε εκδηλώσεις εναντίον της έλευσης εβραίων προσφύγων στην Παλαιστίνη και άρχισε να συνειδητοποιείται πολιτικά. Στην εφηβεία του, έφυγε για να σπουδάσει πολιτικός μηχανικός στο Πανεπιστήμιο του Καΐρου. Παράλληλα, άρχισε να μελετά εβραϊκά θέματα και έργα σιωνιστών πολιτικών και να δραστηριοποιείται προετοιμάζοντας τη σύγκρουση με τους Εβραίους. Οταν ξέσπασε ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος του 1948, ο Αραφάτ πέρασε κρυφά τα σύνορα του Ισραήλ για να συμμετάσχει σε αυτόν. Ο ίδιος υποστηρίζει, όμως, ότι Αραβες στρατιώτες τον αφόπλισαν και τον έστειλαν πίσω στην Αίγυπτο, καθώς δεν επιθυμούσαν τη βοήθεια «αδέσποτων» Παλαιστινίων. Μετά την αραβική ήττα και την τραγική κατάληξη του πολέμου που άφησε 750.000 Παλαιστινίους απάτριδες, ο Αραφάτ εντάχθηκε στις τάξεις του αιγυπτιακού στρατού και συμμετείχε στις μάχες του Σουέζ.

Η PLO και η διαμόρφωση εθνικής ταυτότητας

Με την αποστράτευσή του, πήγε στο Κουβέιτ όπου εργάστηκε ως μηχανικός. Παράλληλα, μαζί με άλλους Παλαιστίνιους δημιούργησε την οργάνωση Αλ Φατάχ, με χρηματοδότηση από τις χώρες του Κόλπου, η οποία το 1964 εντάχθηκε στην Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO), έγινε ουσιαστικά ο στρατιωτικός βραχίονας της PLO. Μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1948, για λογαριασμό των Παλαιστινίων- δηλαδή των Αράβων που ζούσαν στην υπό βρετανική κυριαρχία Παλαιστίνη- μιλούσαν οι κυβερνήσεις των αραβικών κρατών της ευρύτερης περιοχής, με αποτέλεσμα ο ουσιαστικός παλαιστινιακός πολιτικός λόγος να έχει περιορισμένο αντίκτυπο. Η PLO ιδρύθηκε για να ενδυναμώσει αυτόν ακριβώς τον πολιτικό λόγο και να του δώσει ξεκάθαρο παλαιστινιακό χαρακτήρα. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, ο Γιάσερ Αραφάτ αναδείχτηκε σε αδιαμφισβήτητο ηγέτη της PLO, ενώ το 1974 το σύνολο των ηγετών του αραβικού κόσμου αναγνώρισε την PLO ως τη μόνη οργάνωση που αντιπροσωπεύει τα συμφέροντα των Παλαιστινίων. Μάλιστα, το 1976, η PLO έγινε αποδεκτή από τον Αραβικό Σύνδεσμο. Υπό την ηγεσία του Αραφάτ, η PLO ξεκίνησε τον ένοπλο αγώνα. Ως στρατιωτικός ηγέτης, ο Γιάσερ Αραφάτ επέδειξε ανδρεία και ριψοκίνδυνο πνεύμα. Η PLO άρχισε να γίνεται πολύ ισχυρή μετά τον Πόλεμο των Eξι Ημερών του 1967, κυρίως στις τάξεις των Παλαιστινίων της Ιορδανίας. Ωστόσο, μετά τις εμφύλιες συρράξεις που ξέσπασαν στο Χασεμιτικό Βασίλειο το 1970, ο βασιλιάς Χουσεΐν αποφάσισε να ξεριζώσει το πρόβλημα από τη χώρα του. Διωγμένη από την Ιορδανία, η PLO εγκατέστησε το αρχηγείο της στο Λίβανο, από όπου και συνέχισε τις επιθέσεις της στο Ισραήλ και στο εξωτερικό.

Από «τρομοκράτης», ηγέτης

Τα τραγικά γεγονότα στους Ολυμπιακούς του Μονάχου όπου ο «Μαύρος Σεπτέμβρης» εκτελεί 11 ισραηλινούς αθλητές, βάζουν στο στόχαστρο της Μοσάντ τον Αραφάτ. Αλλά ο πόλεμος του Γιομ Κιπούρ τον σώζει. Από «τρομοκράτης» γίνεται αδιαμφισβήτητος ηγέτης του λαού του, πύρινος ομιλητής στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ. Το 1982, όμως, με επικεφαλής τον στρατηγό Αριέλ Σαρόν, ισχυρές ισραηλινές δυνάμεις περνούν τα σύνορα με τον Λίβανο για να εκδιώξουν την PLO και τον Αραφάτ. O Σαρόν ισοπέδωσε τη μισή Βηρυτό για να σκοτώσει τον επί τρεις μήνες πολιορκούμενο Αραφάτ, αλλά ο Παλαιστίνιος διέφυγε στην Τυνησία, όπου έζησε μέχρι το 1993. Από τότε ανάγεται η εμμονή του Σαρόν με τον Αραφάτ.

Ακολουθεί η Ιντιφάντα (που στα αραβικά σημαίνει αποτίναξη), το 1987. Ο εξόριστος Αραφάτ άδραξε την ευκαιρία: Στις 5 Νοεμβρίου 1988, η PLO ανακήρυξε την ανεξαρτησία του παλαιστινιακού κράτους, διεκδικώντας το σύνολο των κατεχόμενων από το Ισραήλ παλαιστινιακών εδαφών. Ο Αραφάτ αναγνώρισε τα ψηφίσματα του ΟΗΕ 242 και 338, ουσιαστικά αναγνωρίζοντας και το κράτος του Ισραήλ, ενώ καταδίκασε κάθε μορφή τρομοκρατίας. Η κίνηση αυτή του Παλαιστίνιου ηγέτη θεωρήθηκε ως σημαντική στροφή στην εξωτερική πολιτική της PLO, η οποία απεδέχθη πλέον την ιδέα δύο ξεχωριστών κρατών.

Λάθη τακτικής

Ως το τέλος του έτους 70 χώρες -ανάμεσά τους και οι ΗΠΑ- αναγνωρίζουν την PLO. Ενα από τα δραματικότερα λάθη τακτικής που καταλογίζονται στον Παλαιστίνιο ηγέτη ήταν η υποστήριξή του στον Σαντάμ Χουσεΐν, όταν εισέβαλε στο Κουβέιτ, το 1990. Εξαιτίας αυτής της στάσης του, ο Γιάσερ Αραφάτ έχασε τον πακτωλό των χρηματοδοτήσεων που προέρχονταν από τα κράτη του Κόλπου, με αποτέλεσμα, μετά την ιρακινή ήττα, η PLO να βρεθεί στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης και να μείνει χωρίς φίλους. Oι ΗΠΑ υπό τον Τζόρτζ Μπους τον πρεσβύτερο τόν αντιμετωπίζουν και πάλι σαν «τρομοκράτη».

Το 1991, Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι κάθισαν στο ίδιο τραπέζι προκειμένου να συζητήσουν για την πολυπόθητη ειρήνη. Η περίφημη Διάσκεψη της Μαδρίτης έγινε υπό την αιγίδα των ΗΠΑ, της τότε ΕΣΣΔ και της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Το 1993 υπογράφει με τον ισραηλινό πρωθυπουργό Γιτζάκ Ράμπιν τις συμφωνίες ειρήνης του Οσλο, με τις οποίες ορίζεται το πλαίσιο για τη σταδιακή αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τα Κατεχόμενα και την ίδρυση της Παλαιστινιακής Αρχής. Για τις κοινές τους αυτές προσπάθειες, ο Ράμπιν, ο Αραφάτ και ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ Σιμόν Πέρες τιμώνται με το Νόμπελ Ειρήνης. Ωστόσο, η δολοφονία του Ράμπιν, το 1995, έφερε στην εξουσία το Λικούντ του Μπέντζαμιν Νετανιάχου. Παρά το γεγονός ότι το 1998 υπέγραψε συμφωνία με τον Νετανιάχου για την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τη Δυτική Οχθη, ο πρωθυπουργός του Ισραήλ «πάγωσε» την εφαρμογή της, θεωρώντας ότι ο Αραφάτ δεν μπορεί να εγγυηθεί την ασφάλεια. Ελπίδες συνεννόησης διαφάνηκαν το διάστημα που στην εξουσία βρέθηκαν και πάλι οι Εργατικοί υπό τον Εχούντ Μπαράκ, ωστόσο, η επίσκεψη του Αριέλ Σαρόν -τότε στην αντιπολίτευση ως αρχηγός του Λικούντ- στο Ορος του Ναού, στην ιερή για τους μουσουλμάνους περιοχή της ανατολικής Ιερουσαλήμ, τίναξε την οποία προσπάθεια συνεννόησης στον αέρα.

Ο Αραφάτ κυβερνά με αυταρχικότητα με έναν στενό κύκλο πιστών οπαδών, γεμίζει τις φυλακές με αντιφρονούντες, και οι σκληροπυρηνικοί της Χαμάς δεν τον υπακούνε πια. Τα τυφλά τρομοκρατικά χτυπήματά τους είναι ακριβώς αυτά που ρίχνουν τον Μπαράκ και φέρνουν στην εξουσία τον Σαρόν.

Ο Αραφάτ βρίσκεται αποκλεισμένος στο αρχηγείο του στη Ραμάλα, με την ιντιφάντα να λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.

Στη Ραμάλα -όπου «θάφτηκε ζωντανός» για τρία χρόνια- πέφτει η αυλαία της μυθιστορηματικής ζωής του την Παρασκευή.