Eκτός αγοράς εργασίας, εκπαίδευσης ή κατάρτισης, βρίσκεται το 16,9% των νέων έως 24 ετών στην Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ και του Πανεπιστημίου Κρήτης, που παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση στον δήμο Ιλίου.
Eκτός αγοράς εργασίας, εκπαίδευσης ή κατάρτισης, βρίσκεται το 16,9% των νέων έως 24 ετών στην Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΚΑΝΕΠ) της ΓΣΕΕ και του Πανεπιστημίου Κρήτης, που παρουσιάστηκε σε ειδική εκδήλωση στον δήμο Ιλίου.
Βάσει της έρευνας, που διενεργήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία δημοσκοπήσεων GPO και το Ινστιτούτο Ηλεκτρονικής Δομής και Λέιζερ του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, η Ελλάδα τοποθετείται στις πρώτες θέσεις εντός της «Ε.Ε. των 28» σε ό,τι αφορά στους NEETs.
Με τον όρο NEETs, (young people not in education, employment or training), περιγράφεται ο νεανικός πληθυσμός μίας χώρας, ηλικίας 15 έως 24 ετών, που απέχει από κάθε διαδικασία εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης, είναι δηλαδή «απών» από κάθε μείζονα θεσμική μέριμνα του κοινωνικού κράτους.
Συγκεκριμένα στη χώρα μας παρατηρείται την περίοδο της κρίσης αύξηση κατά 50% του ποσοστού των NEETs, με τις γυναίκες να αποτελούν την πλειοψηφία των «αποκλεισμένων» ατόμων.
Τον βασικότερο υποστηρικτικό ρόλο για τους NΕΕΤs διαδραματίζει η οικογένεια, βοηθώντας τους οικονομικά και ψυχολογικά, ώστε να συνεχίσουν την προσπάθειά τους για εύρεση εργασίας, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως «προστατευτικό πλαίσιο» που περιορίζει- ως ένα σημείο- συναισθηματικές εξάρσεις ακραίας μορφής που ενδέχεται να οδηγήσουν σε παραβατικές συμπεριφορές- κάτι που δεν φαίνεται να συμβαίνει σε άλλες χώρες της Ευρώπης, όπως π.χ. στην Αγγλία.
Όπως προκύπτει επίσης από την έρευνα, οι NEETs στην Ελλάδα εμφανίζονται εξαιρετικά δύσπιστοι απέναντι στο κοινωνικό κράτος και ταυτόχρονα εκφράζουν έντονη δυσφορία για το πολιτικό σύστημα.
Τέλος, οι ΝΕΕΤs εξακολουθούν να θέτουν ως βασική προτεραιότητα την επανένταξή τους στην αγορά εργασίας και δευτερευόντως την επιστροφή τους σε κάποια μορφή μαθησιακής διαδικασίας, εκφράζοντας παράλληλα τις χαμηλές προσδοκίες τους για την αποτελεσματικότητα και τις ευκαιρίες που προσφέρει το υποσύστημα «εκπαίδευση- κατάρτιση- απασχόληση» από το οποίο απέχουν, κυρίως, λόγω στρεβλώσεων ή συρρίκνωσης του κοινωνικού κράτους και όχι από προσωπική βούληση.
Πηγή: ΑΜΠΕ