Σύμφωνα με μία νέα μελέτη της NASA που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης στο Σαν Φρανσίσκο, η απαγόρευση των χημικών που καταστρέφουν το όζον στην ατμόσφαιρα της Γης δεν έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα σημαντική βελτίωση στην τρύπα του όζοντος πάνω από το Νότιο Πόλο. Αντίθετα, οι παροδικές μεταβολές που παρατηρούνται στην έκταση της τρύπας, οφείλονται σε μετεωρολογικούς παράγοντες όπως η κατεύθυνση των ανέμων.
Σύμφωνα με μία νέα μελέτη της NASA που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Αμερικανικής Γεωφυσικής Ένωσης στο Σαν Φρανσίσκο, η απαγόρευση των χημικών που καταστρέφουν το όζον στην ατμόσφαιρα της Γης δεν έχει προκαλέσει μέχρι σήμερα σημαντική βελτίωση στην τρύπα του όζοντος πάνω από το Νότιο Πόλο. Αντίθετα, οι παροδικές μεταβολές που παρατηρούνται στην έκταση της τρύπας, οφείλονται σε μετεωρολογικούς παράγοντες όπως η κατεύθυνση των ανέμων.
«To όζον δημιουργείται στους τροπικούς και μεταφέρεται με τους ανέμους στους πόλους. Η μεταφορά αυτή, μεταβάλλεται χρόνο με το χρόνο», εξηγεί η Αν Ντάγκλας, από το ερευνητικό κέντρο Γκοντάρ της NASA.
Το όζον (Ο3) είναι ένα μόριο που αποτελείται από τρία άτομα οξυγόνου, και το στρώμα που δημιουργεί στη γήινη ατμόσφαιρα σε ύψος 20 με 30 χιλιομέτρων προστατεύει τη Γη από τις υπεριώδεις (UV) ακτίνες του Ήλιου, οι οποίες μπορούν να προκαλέσουν υπερθέρμανση αλλά και να βλάψουν έμβιους οργανισμούς.
Έως τη δεκαετία του ’80 ήταν διαδεδομένη η χρήση χλωροφθορανθράκων (CFCs) σε ψυκτικά και αεροζόλ. Εκείνη την εποχή είχε ήδη γίνει φανερό πως το πάχος του στρώματος όζοντος μειωνόταν, ενώ διαστημικές παρατηρήσεις έδειχναν και τη δημιουργία μίας τρύπας πάνω από την Ανταρκτική. Οι επιστήμονες δεν άργησαν να συνδέσουν τα CFCs με την καταστροφή του όζοντος κάτι που οδήγησε το 1987 στην περιβαλλοντική συνθήκη του Μόντρεαλ, η οποία συνεισέφερε σημαντικά στη μείωση των βλαβερών για το όζον χημικών στην ατμόσφαιρα.
Η μέθοδος για τον προσδιορισμό του μεγέθους της τρύπας του όζοντος βασίζεται στη μέτρηση της συνολικής περιοχής που περιέχει λιγότερες από 220 μονάδες όζοντος στην κλίμακα Dobson.
«Καθώς όμως το στρώμα όζοντος έχει και ένα πάχος, η μέτρηση μόνο αυτής της τιμής δεν επαρκεί», υποστηρίζει η Ντάγκλας.
Για παράδειγμα οι μετρήσεις του 2012 έδειξαν τη μεγαλύτερη μείωση στην έκταση της τρύπας τις τελευταίες δεκαετίες, κάτι όμως που δε συνοδεύτηκε από αντίστοιχη μείωση στη συγκέντρωση των CFCs στην ατμόσφαιρα. Επίσης, το 2011 η τρύπα είχε μέγεθος ίσο με το 2006, παρόλο που εκείνα τα πέντε χρόνια είχε παρατηρηθεί μείωση των CFCs.
Oι επιστήμονες της NASA χρησιμοποίησαν στοιχεία από τους δορυφόρους Suomi και Aura τα οποία παρείχαν μία πολύ πληρέστερη εικόνα για τη διαστρωμάτωση του όζοντος, ενώ μελέτησαν και τη συγκέντρωση υποπροϊόντων των CFCs. Χρησιμοποιώντας υπολογιστικά μοντέλα, έδειξαν πως οι περιοδικές μειώσεις στο μέγεθος της τρύπας του όζοντος οφείλεται σε καιρικούς παράγοντες, και υπολόγισαν πως τα αποτελέσματα από το πρωτόκολλο του Μόντρεαλ θα αρχίσουν να φαίνονται μετά το 2025, ενώ η ίδια η τρύπα θα παραμείνει έως και το 2070.