Πολιτική
Πέμπτη, 25 Νοεμβρίου 2004 17:12

Αντώναρος για δημοσίευμα «Ελευθεροτυπίας»: «Διαφορετική η φύση των δύο εγγράφων»

Το γεγονός ότι αγνοήθηκε η τεχνική γνωμοδότηση και προωθήθηκε αυθαίρετα η κατάρτιση της σύμβασης για προμήθεια του αντιαεροπορικού συστήματος TPQ 37, από την προηγούμενη κυβέρνηση, επεσήμανε ο αναπληρωτής κυβερνητικός εκπρόσωπος, Βαγγέλης Αντώναρος, κληθείς να σχολιάσει τον συσχετισμό της φύσης του εγγράφου που δημοσιεύει σήμερα η «Ελευθεροτυπία» (το οποίο αποτελεί εσωτερικό έγγραφο ενημερωτικής φύσης και το οποίο επικαλέστηκε ο πρωθυπουργός στις 24/5 για τη σύσταση της Εξεταστικής Επιτροπής) και της φύσης του εγγράφου που απεκάλυψαν προχθές «τα Νέα» (το οποίο, όπως είχε διευκρινίσει η κυβέρνηση, αποτελούσε επίσης εσωτερικό έγγραφο ενημερωτικής φύσης), δεδομένου ότι στην πρώτη περίπτωση συστάθηκε Εξεταστική Επιτροπή, ενώ στη δεύτερη όχι.

«Πού έχει σχέση το ένα έγγραφο με το άλλο;» αναρωτήθηκε ο κ.Αντώναρος και προσθεσε πως «στο έγγραφο της "Ελευθεροτυπίας" υπάρχει ένα "μεμπτό": η ιδιόγραφη σημείωση του κ.Τσοχατζόπουλου που αναφέρει "όπως η αρχική απόφαση", πράγμα που σημαίνει ότι διεγράφη με μια μονοκονδυλιά η εισήγηση του συγκεκριμένου εγγράφου, αγνοείται η τεχνική γνωμοδότηση και προωθείται αυθαίρετα η κατάρτιση της σύμβασης. Το προηγούμενο έγγραφο παρέχει εξουσιοδότηση για την κατάρτιση μιας - καθόλα νόμιμης - σύμβασης, ακολουθεί διαπραγμάτευση για καλύτερους όρους και παρά ταύτα δεν καταλήξαμε ποτέ σε σύμβαση. Διότι η σημερινή κυβέρνηση απαιτεί να υπάρξει νόμιμη εγγύηση, όπως δεν υπήρξε στην αρχική σύμβαση». «Μην τα βάζουμε λοιπόν όλα στο ίδιο σακί», ανέφερε χαρακτηριστικό ο κ. Αντώναρος.

Απαντώντας σε αλλεπάλληλες συναφείς ερωτήσεις, ο κ.Αντώναρος σημείωσε ότι «και τα δύο έγγραφα έχουν πολιτική αξία», ενώ σε ερώτηση σχετική με τη διάγνωση του εισαγγελέα Αθανασίου (ο οποίος δέχεται ως νόμιμη εγγύηση την τραπεζική) και την κυβερνητική δήλωση -ότι νόμιμη εγγύηση είναι και η κρατική όταν υπάρχει διακρατική συμφωνία- ο κ.Αντώναρος απάντησε πως «ο κάθε εκπρόσωπος της δικαστικής εξουσίας κρίνει ανάλογα με τις ερμηνείες που αποδίδει. Η ελληνική νομοθεσία αναγνωρίζει δύο μορφές νόμιμων εγγυήσεων -την κρατική και την τραπεζική- και στην αρχική σύμβαση δεν υπήρχε νόμιμη εγγύηση».

Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων