Καταγγελίες περί «φασιστικής συνωμοσίας», καπιταλισμού και ΜΜΕ, περιέχονται σε επιστολή του δράστη των ένοπλων επιθέσεων στο Παρίσι.
Ο άνδρας ο οποίος κατηγορείται ότι άνοιξε πυρ εντός των γραφείων της γαλλικής εφημερίδας Libération και για άλλες επιθέσεις άφησε μια επιστολή η οποία βρέθηκε στη διάρκεια της σύλληψής του, στην οποία κάνει λόγο για «φασιστική συνωμοσία» και καταγγέλλει τα εγκλήματα του «καπιταλισμού» και τη «χειραγώγηση των μαζών» από τα μέσα ενημέρωσης, ανακοίνωσε την Πέμπτη ο εισαγγελέας του Παρισιού Φρανσουά Μολέν.
Ο Αμπντελχακίμ Ντεχάρ, 48 ετών, ύποπτος ότι τραυμάτισε σοβαρά τη Δευτέρα πυροβολώντας με καραμπίνα έναν φωτογράφο στην αίθουσα υποδοχής της Libération και ότι άνοιξε πυρ σε μια επιχειρηματική συνοικία κοντά στο Παρίσι, τέθηκε υπό κράτηση για απόπειρες δολοφονίας και απαγωγή, ανέφερε ο κ. Μολέν.
Σύμφωνα με την ψυχιατρική εκτίμηση που είχε γίνει για τον Α. Ντεχάρ όταν είχε καταδικασθεί, το 1998, σε φυλάκιση τεσσάρων ετών, είχε «τάση για ψεύδη» αλλά δεν ήταν ψυχοπαθής, υπογράμμισε ο κ. Μολέν σε συνέντευξη Τύπου.
Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, ο Α. Ντεχάρ είναι ο μοναδικός δράστης των επιθέσεων στο Παρίσι και τα προάστιά του.
Βρέθηκε το βράδυ της Τετάρτης ημιαναίσθητος σε όχημα σταθμευμένο σε χώρο στάθμευσης κοντά στο Παρίσι, αφού είχε προσπαθήσει να αυτοκτονήσει παίρνοντας φάρμακα.
Τέθηκε υπό κράτηση και υπό ιατρική παρακολούθηση και πρόκειται να ανακριθεί από την αστυνομία στο νοσοκομείο.
Η σύλληψή του βάζει τέλος σε δύο ημέρες ανθρωποκυνηγητού το οποίο κινητοποίησε όλες τις αστυνομικές δυνάμεις της περιφέρειας του Παρισιού.
Εκατοντάδες άνθρωποι ανταποκρίθηκαν στην έκκληση για αυτόπτες μάρτυρες που απηύθυνε η αστυνομία χάρη σε φωτογραφίες από τα συστήματα επιτήρησης με κάμερες κλειστού κυκλώματος.
Ο Α. Ντεχάρ γράφει στην επιστολή του, για την οποία ο κ. Μολέν επισήμανε πως «προδίδει αρκετή σύγχυση», ότι τα μέσα ενημέρωσης συμμετέχουν «στη χειραγώγηση των μαζών» και πως οι δημοσιογράφοι πληρώνονται «για να κάνουν τους πολίτες να καταπίνουν ψέματα με το κουτάλι».
Στην επιστολή επικρίνεται επίσης η κυβερνητική πολεμική στα προάστια της Γαλλίας όπου ζουν άνθρωποι με χαμηλά εισοδήματα, πρόσθεσε ο εισαγγελέας.
Ο ύποπτος αντιμετωπίζει τρεις κατηγορίες για απόπειρα φόνου σχετικά με τις επιθέσεις στη Libération, στο ειδησεογραφικό τηλεοπτικό δίκτυο BFMTV και έξω από την τράπεζα Société Générale, καθώς και μια κατηγορία για την απαγωγή ενός οδηγού αυτοκινήτου.
Ο Αμπντελχακίμ Ντεχάρ, ο οποίος γεννήθηκε στην ανατολική Γαλλία, είχε καταδικασθεί το 1998 σε μια από τις πιο πολύκροτες υποθέσεις των τριάντα τελευταίων ετών.
Έφερε τότε το ψευδώνυμο Τούμι και είχε καταδικασθεί σε φυλάκιση τεσσάρων ετών επειδή είχε αγοράσει την επαναληπτική καραμπίνα την οποία είχε χρησιμοποιήσει στην αιματηρή διαφυγή του το ζευγάρι Φλοράνς Ρε - Οντρί Μοπέν, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν πέντε άνθρωποι, μεταξύ των οποίων τρεις αστυνομικοί, στις 4 Οκτωβρίου 1994 στο Παρίσι.
Σύχναζε στις αρχές της δεκαετίας του 1990 στις καταλήψεις τις οποίες έκαναν αναρχικές και ακροαριστερές οργανώσεις, συχνά υπό αυστηρή αστυνομική επιτήρηση.
Στη διάρκεια της δίκης του, ο Αμπντελχακίμ Ντεχάρ, ηλικίας τότε 33 ετών, είχε επιχειρήσει μάταια να πείσει το δικαστήριο πως ήταν πράκτορας της αλγερινής ασφάλειας με αποστολή να διεισδύσει στους κύκλους αυτούς για να εντοπίσει τυχόν φονταμενταλιστές.
Είχε καταδικασθεί σε ποινή φυλάκισης ίση με τη διάρκεια της προφυλάκισής του και στη συνέχεια είχε αφεθεί ελεύθερος.