Υγεία
Τρίτη, 19 Νοεμβρίου 2013 10:51

Νέα πιο ακριβής φόρμουλα για τον υπολογισμό της κακής χοληστερόλης

Επιστήμονες του πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς των ΗΠΑ ανέπτυξαν μια πιο ακριβή φόρμουλα για τον υπολογισμό του επιπέδου της «κακής» χοληστερόλης (LDL), στο αίμα ενός ανθρώπου. 

Επιστήμονες του πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς των ΗΠΑ ανέπτυξαν μια πιο ακριβή φόρμουλα για τον υπολογισμό του επιπέδου της «κακής» χοληστερόλης (LDL), στο αίμα ενός ανθρώπου. Η έως τώρα χρησιμοποιούμενη μέθοδος υπολογισμού εκτιμάται ότι υποεκτιμά τον καρδιαγγειακό κίνδυνο, ιδίως για όσους ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καρδιολόγο Σεθ Μάρτιν του Κέντρου Πρόληψης Καρδιοπάθειας της Ιατρικής Σχολής, ανέφεραν ότι αν η νέα φόρμουλά τους υιοθετηθεί ευρέως από τα ιατροδιαγνωστικά εργαστήρια, θα επιτρέψει σε γιατρούς και ασθενείς να έχουν καλύτερη εικόνα για την εξέλιξη της «κακής» χοληστερόλης.

Η «λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας» (Low-Density Lipoprotein - LDL) μπορεί να οδηγήσει σε δημιουργία πλάκας και σκλήρυνση των αρτηριών, πράγμα που αυξάνει τον κίνδυνο για έμφραγμα ή εγκεφαλικό. Εδώ και δεκαετίες, η φόρμουλα που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της (στην πραγματικότητα αποτελεί μια εκτίμηση και όχι άμεση μέτρηση), βασίζεται στην «εξίσωση Friedewald»: ολική χοληστερόλη μείον «καλή» χοληστερόλη (HDL) μείον τριγλυκερίδια δια πέντε.

Χρησιμοποιώντας δείγματα αίματος και άμεσες μετρήσεις χοληστερόλης από 1,3 εκατ. ανθρώπους μέσης ηλικίας 59 ετών, οι αμερικανοί ερευνητές δημιούργησαν μια εναλλακτική μέθοδο υπολογισμού, η οποία λαμβάνει υπόψη της 180 διαφορετικούς παράγοντες, εξατομικεύοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό την εκτίμηση για κάθε ξεχωριστό ασθενή.

Οι επιστήμονες εκτίμησαν ότι περίπου στο ένα τέταρτο των περιπτώσεων η παλαιότερη μέθοδος υπολογισμού δίνει λιγότερο ακριβείς εκτιμήσεις για την LDL. «Εξαιτίας αυτού του λόγου, πολλοί άνθρωποι, ιδιαίτερα όσοι έχουν υψηλά επίπεδα τριγλυκεριδίων, μπορεί να έχουν εσφαλμένη αίσθηση καθησυχασμού ότι η χοληστερόλη LDL τους βρίσκεται στο ιδανικό επίπεδο, ενώ αντίθετα μπορεί να χρειάζονται πιο επιθετική θεραπεία για να μειώσουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνό τους», δήλωσε ο καρδιολόγος Στίβεν Τζόουνς του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Τζον Χόπκινς.

Πηγή: ΑΜΠΕ