Το μη αναμενόμενο δεν εξέπληξε με την απουσία του, όπως και το αδιάφορο δεν ενθουσίασε με την παρουσία του. Η χθεσινή ολοκλήρωση στη Βουλή της διαδικασίας για την πρόταση δυσπιστίας της αντιπολίτευσης έναντι της κυβέρνησης και γενικότερα η τριήμερη συζήτηση δεν πρόσθεσε τίποτα το εξαιρετικό σε όσα γνωρίζαμε ήδη για την ένταση της κρίσης την οποία βιώνουμε, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι δεν κατάφερε να δώσει ούτε μία -ανεπαίσθητη έστω, αλλά υπαρκτή- ιδέα για το πώς και το πότε θα βγούμε από αυτήν.
Το μη αναμενόμενο δεν εξέπληξε με την απουσία του, όπως και το αδιάφορο δεν ενθουσίασε με την παρουσία του. Η χθεσινή ολοκλήρωση στη Βουλή της διαδικασίας για την πρόταση δυσπιστίας της αντιπολίτευσης έναντι της κυβέρνησης και γενικότερα η τριήμερη συζήτηση δεν πρόσθεσε τίποτα το εξαιρετικό σε όσα γνωρίζαμε ήδη για την ένταση της κρίσης την οποία βιώνουμε, αλλά το σημαντικότερο είναι ότι δεν κατάφερε να δώσει ούτε μία -ανεπαίσθητη έστω, αλλά υπαρκτή- ιδέα για το πώς και το πότε θα βγούμε από αυτήν.
Οι επαναλαμβανόμενες από την πλευρά του κυβερνητικού συνασπισμού αναφορές στις βελτιώσεις τις οποίες έχουμε πετύχει περίσσεψαν για άλλη μια φορά, αλλά, δυστυχώς, δεν ήταν αρκετές για να αποκαταστήσουν την ηρεμία κανενός πολίτη όταν η ανεργία παραμένει στα εφιαλτικά της ποσοστά και το δημόσιο χρέος διατηρείται ως μόνιμη απειλή, παρά τις αιματηρές περικοπές. Και, μάλιστα, η αδυναμία να πειστεί οιοσδήποτε ενισχύεται την παραμονή μιας συμφωνίας με την τρόικα που θα φέρει δυσμενείς μεταβολές στα εργασιακά και ασφαλιστικά δεδομένα, καθώς και νέες φορολογικές επιβαρύνσεις - και ας αφήσουμε παραπέρα το εύρημα που λέει ότι τα «γνωστά» μέτρα δεν είναι νέα, ούτως ή άλλως το ήδη ισχνό πορτοφόλι θα αδειάσει ακόμη περισσότερο.
Ο κάτοχος αυτού του άδειου, πλέον, πορτοφολιού στάθηκε ωστόσο με την ίδια αβεβαιότητα για το μέλλον και απέναντι στην υπεροψία της επερχόμενης εξουσίας, την οποία δεν έχασε την ευκαιρία να επιδείξει η αξιωματική αντιπολίτευση. Ωστόσο, αυτό ήταν το μόνο το οποίο διέθετε σε επάρκεια, καθώς όλα τα περί διαπραγμάτευσης και ανατροπής του μνημονίου, όσα δηλαδή χαϊδεύουν τα κουρασμένα από τα κηρύγματα λιτότητας αφτιά, δεν συνοδεύτηκαν από προτάσεις τέτοιες που να ξεφεύγουν αισθητά -και κυρίως ενθαρρυντικά για το μέλλον- από τη λογική των «λεφτά υπάρχουν» διακηρύξεων όχι μόνο του πρόσφατου, αλλά και του απώτερου παρελθόντος.
Οι λύσεις, λοιπόν, ήταν είδος εν ανεπαρκεία. Τι περίσσευε; Οι αναφορές σε αδιέξοδα που επιστρατεύτηκαν σε κάθε περίπτωση για να περιγράψουν την πολιτική του αντιπάλου. Ουδείς, ωστόσο, έδειξε ειλικρινές ενδιαφέρον στο γεγονός ότι τα πραγματικά αδιέξοδα τα αντιμετωπίζει ο ίδιος ο πολίτης στην καθημερινότητά του και δεν έχουν καμιά σχέση με αυτά που περιγράφονται από το βήμα της Βουλής. Θα μπορούσε να σταθεί κανείς με ευαρέσκεια απέναντι στο να βλέπει το πολιτικό μας σύστημα να αυτοκαταστρέφεται και να γκρεμίζεται. Θα το έκανε αν υπήρχαν έτοιμες προκατασκευές να τοποθετηθούν στη θέση του σημερινού οικοδομήματος, ώστε να μη βρεθεί στη δυσάρεστη θέση -ο ίδιος και πάλι μόνος του- να αντιμετωπίσει άστεγος τη μανία των στοιχείων της φύσης όταν αυτά, με βεβαιότητα, θα ξεσπάσουν.
Νίκος Φραντζής - [email protected]