Για εγκατάλειψη των δικαστικών λειτουργών, των υποδομών απονομής Δικαιοσύνης, αλλά και των συμμετεχόντων με διάφορες ιδιότητες στο συγκεκριμένο έργο στο έλεος του κοινού εγκλήματος κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος.
Για εγκατάλειψη από την Πολιτεία των δικαστικών λειτουργών, των υποδομών απονομής Δικαιοσύνης, αλλά και των συμμετεχόντων με διάφορες ιδιότητες στο συγκεκριμένο έργο στο έλεος του κοινού εγκλήματος κάνει λόγο σε ανακοίνωσή του το διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, με αφορμή τη σημερινή επίθεση με μαχαίρι εναντίον της γραμματέως ανακρίτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών.
Όπως επισημαίνεται στην ανακοίνωση, το δ.σ «βρίσκεται στην εξαιρετικά δυσάρεστη θέση να επανέλθει σε όσα – δυστυχώς προφητικά – είχε διαλάβει» στις επιστολές που είχε αποστείλει στις 16 Οκτωβρίου 2012 στον υπουργό Δημόσιας Τάξης, στον υπουργό Δικαιοσύνης, στην προϊσταμένη του Πρωτοδικείου Αθηνών και στη διευθύνουσα την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, με αφορμή τότε το θάνατο κατηγορουμένου που πυροβολήθηκε από αντίδικό του, έξω από ανακριτικό γραφείο του ίδιου δικαστηρίου στις 15 Οκτωβρίου 2012.
Η Ένωση Εισαγγελέων υπογραμμίζει ότι «περιστατικά σαν το σημερινό, δεύτερο σε διάστημα ενός έτους, αναδεικνύουν την εγκατάλειψη από την Πολιτεία των δικαστικών λειτουργών, των υποδομών απονομής της Δικαιοσύνης, αλλά και των συμμετεχόντων με διάφορες ιδιότητες στο έργο τούτο (νομικών παραστατών, δικαστικών γραμματέων κ.λπ.), καθώς και των διαδίκων-πολιτών, στο έλεος του κοινού εγκλήματος, χωρίς οιαδήποτε αξιόλογη μέριμνα να λαμβάνεται, για τη στοιχειώδη ασφάλεια και την προστασία τους, όπως δυστυχώς προκύπτει εκ του αποτελέσματος».
Όπως αναφέρεται, τέτοια περιστατικά αναιρούν ουσιωδώς τη δυνατότητα απονομής της Δικαιοσύνης υπό συνθήκες νηφαλιότητας, γεννούν και συντηρούν ανασφάλεια στους δικαστικούς λειτουργούς, τους εργαζόμενους στο χώρο των δικαστηρίων, τους δικηγόρους, τους διαδίκους κ.λπ., δημιουργούν την εντύπωση ότι η εγκληματική δράση, η αυθαιρεσία και η αυτοδικία είναι πρακτική ανεκτή και υλοποιήσιμη ακόμη και μέσα στο χώρο των δικαστηρίων και αναδεικνύουν σε πλημμελή και εντελώς ακατάλληλα τα όποια μέτρα ασφαλείας υποτίθεται ότι έχουν ληφθεί από τα αρμόδια υπουργεία που έχουν την ευθύνη της διάθεσης φυλακτικού προσωπικού για τις εγκαταστάσεις των δικαστηρίων και της εξασφάλισης του «στοιχειωδώς αναγκαίου» εξοπλισμού για τον αποτελεσματικό έλεγχο των εισερχομένων προσώπων σε αυτά.
Η Ένωση Εισαγγελέων σημειώνει ότι με αφορμή το περιστατικό της 15ης Οκτωβρίου 2012, από το υπουργείο Δημόσιας Τάξης διατέθηκε ένας αστυνομικός ανά κτήριο των δικαστηρίων της πρώην Σχολής Ευελπίδων, ενώ από το υπουργείο Δικαιοσύνης «ουδεμία υποδομή εξασφαλίστηκε, που θα επέτρεπε τον υποτυπώδη –έστω- έλεγχο των προτιθέμενων να εισέλθουν στα κτίρια των εν λόγω Δικαστηρίων προσώπων».
Το δ.σ διαμαρτύρεται για την «παρατεταμένη αβελτηρία των αρμοδίων υπηρεσιών να λάβουν καίρια μέτρα για τη δέουσα προστασία των δικαστικών λειτουργών και λοιπών εμπλεκομένων με το έργο της απονομής της Δικαιοσύνης και την ασφάλεια των συναφών εγκαταστάσεων, παρά τα επανειλημμένα ήδη αιματηρά περιστατικά στο ίδιο, μάλιστα, δικαστήριο» και καλεί τις εν λόγω υπηρεσίες να λάβουν άμεσα τα αναγκαία μέτρα.