Οι ρυθμοί αύξησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως επιβραδύνονται χάρη στην εξοικονόμηση και στην κατανάλωση περισσότερης καθαρής ενέργειας, όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα νέας ολλανδικής μελέτης.
Οι ρυθμοί αύξησης των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα παγκοσμίως επιβραδύνονται χάρη στην εξοικονόμηση και στην κατανάλωση περισσότερης καθαρής ενέργειας, όπως καταδεικνύουν τα αποτελέσματα νέας ολλανδικής μελέτης.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Περιβαλλοντικών Αξιολογήσεων της Ολλανδίας, οι εκπομπές άγγιξαν πέρυσι επίπεδα ρεκόρ της τάξεως των 34,5 δισεκατομμυρίων τόνων.
Παρ' όλα αυτά, όπως επισημαίνουν οι συντάκτες της έκθεσης, η αύξηση στην παραγωγή εκπομπών επιβραδύνθηκε κατά 1,4% - ποσοστό «μικρότερο από το ήμισυ της ετήσιας αύξησης του 2,9% που καταγράφεται την τελευταία δεκαετία» - κι αυτό παρά το γεγονός ότι η παγκόσμια οικονομία αναπτύχθηκε το ίδιο διάστημα κατά 3,5%.
Το 2012, τα επίπεδα αύξησης των εκπομπών CO2 από την καύση ορυκτών καυσίμων επιβραδύνθηκαν. Σε περιφερειακό επίπεδο, οι εκπομπές της Κίνας κατέγραψαν αύξηση, όμως μικρότερη σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια, σε μεγάλο βαθμό λόγω της ενίσχυσης της υδροηλεκτρικής ενέργειας.
Παρόμοιες μειώσεις διαπιστώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες, εν μέρει λόγω της αυξημένης χρήσης σχιστολιθικού αερίου, καθώς και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας και της οικονομικής δυστοκίας.
Τα συμπεράσματα χωρίζονται σε «καλά και κακά νέα». Τα καλά είναι ότι η διείσδυση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας επιταχύνεται τουλάχιστον από το 2002. Παρότι χρειάστηκαν 15 χρόνια από το 1992 για να διπλασιαστεί το μερίδιο των ΑΠΕ από 0,5 σε 1,1% επί του παγκόσμιου ενεργειακού μείγματος, πέρασαν μόνο έξι χρόνια για να διπλασιαστεί και πάλι.
«Τα κακά νέα», σύμφωνα με την έκθεση, «είναι ότι η κατανάλωση ορυκτών καυσίμων επίσης αυξήθηκε το 2012 και ειδικότερα του φυσικού αερίου (κατά 2,2%), αλλά και του πετρελαίου (0,9%) και του λιθάνθρακα (0,6%).»