Απεβίωσε σε ηλικία 71 ετών ο διάσημος αμερικανός μουσικός, Λου Ριντ.
Απεβίωσε σε ηλικία 71 ετών ο διάσημος αμερικανός μουσικός, Λου Ριντ.
Σύμφωνα με δημοσίευμα του Rolling Stone, τα αίτια του θανάτου του δεν έχουν γίνει γνωστά, ωστόσο σημειώνεται ότι ο διάσημος μουσικός είχε κάνει μεταμόσχευση ήπατος τον Μάιο. Τον θάνατό του επιβεβαίωσε ο ατζέντης του στο NBC News.
Οι πρώτες ενδείξεις ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στην υγεία του Ριντ ήταν στις αρχές της χρονιάς, όταν ακύρωσε ξαφνικά συναυλία του στη Δυτική Ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ τον Απρίλιο, ακολούθησαν τέσσερις ακόμα ακυρώσεις. Ο σπουδαίος τραγουδοποιός, ιδρυτικό μέλος των The Velvet Underground, δημιουργός κομματιών όπως το «Walk on the Wild Side» και το «Perfect day», χειρουργήθηκε στις αρχές Μαΐου σε ειδικό νοσοκομείο στο Κλίβελαντ. «Είμαι μεγαλύτερος και δυνατότερος από ποτέ. Δεν βλέπω την ώρα να βρεθώ στη σκηνή και να γράψω περισσότερα τραγούδια για να συνδεθώ με τις καρδιές, τα πνεύματά σας και το σύμπαν, στο μέλλον», έγραψε στο επίσημο site του μετά την εγχείρηση.
Μεγαλωμένος στο Φρίπορτ του Λονγκ Άιλαντ
Ο Λιούις Άλεν «Λου» Ριντ, ως μέλος των The Velvet Underground τη δεκαετία του 1960, άνοιξε νέους δρόμους στο χώρο της ροκ προς διάφορες κατευθύνσεις. Γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1942, από οικογένεια Εβραίων στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, και μεγάλωσε στο Φρίπορτ του Λονγκ Άιλαντ. Ο ίδιος έλεγε ότι το όνομά του είναι Λιούις Άλεν Φέρμπανκ αλλά το πραγματικό του όνομα είναι Λιούις Άλεν Ραμπίνοβιτς.
Όντας ακόμη νεαρός, έκανε πραγματικότητα το όνειρό του, μαθαίνοντας να παίζει κιθάρα, ενώ άρχισε να συμμετέχει σε σχολικές ροκ μπάντες. Σύντομα έκανε και την πρώτη του ηχογράφηση με το συγκρότημα The Shades. Φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Syracuse University, όπου ο ποιητής και Καθηγητής του Ντέλμορ Σβαρτς τον ενθάρρυνε στην πορεία του και τον βοήθησε όσον αφορά τη χρήση της αγγλικής γλώσσας. Αργότερα, ο Ριντ απέτισε φόρο τιμής στον μέντορά του με το τραγούδι «My House», με αναφορές στον Οδυσσέα του Τζέιμς Τζόις. Στο Πανεπιστήμιο, επίσης, αναπτύχθηκε η κλίση του στην free jazz και την πειραματική μουσική. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ποίηση της γενιάς μπιτ και για την πρόζα του Μπάροουζ.
Επιρροή στην ιστορία της ροκ
Μετά την αποφοίτησή του, το 1964, έπιασε δουλειά ως συνθέτης στη δισκογραφική εταιρία Pickwick Records. Την επόμενη χρονιά δημιούργησε μαζί με τον Ουαλό αβανγκάρντ βιολιστή συνάδελφό του, Τζον Κέιλ, το συγκρότημα The Primitives, το οποίο μετεξελίχθηκε τελικά στους The Velvet Underground. Ενώ η σύνθεση του συγκροτήματος δεν υπήρξε σταθερή και δεν ήταν εμπορικά βιώσιμο, αποτέλεσε ένα από τα underground συγκροτήματα με την μεγαλύτερη επιρροή στην ιστορία της ροκ. Αποτελούνταν από τον Λου Ριντ, τον Τζον Κέιλ, τον Στέρλινγκ Μόρισον και την Μορίν Τάκερ. Εκείνη την περίοδο γράφτηκαν τα τραγούδια «Heroin» και «I'm Waiting for my Man», τραγούδια που μοιάζουν να σκιαγραφούν τα έργα του Μπάροουζ.
Καθοριστική συνάντηση με τον Άντι Γουόρχολ
Η συνάντησή τους με τον Άντι Γουόρχολ ήταν καθοριστική καθώς απογείωσε τη φήμη τους. Ο Πάπας της ποπ υπήρξε ο μάνατζέρ τους, ο οποίος διοργάνωσε τις περιοδείες του γκρουπ σε όλη την Αμερική και τον Καναδά, αποσπώντας εντυπωσιακές κριτικές. Ο Γουόρχολ επέμεινε στην προσθήκη ενός ακόμη μέλους, της γερμανίδας πρώην μοντέλου, Νίκο. Η αντίρρηση του Ριντ και των υπολοίπων καταγράφηκε στο ντεμπούτο άλμπουμ τους The Velvet Underground and Nico, το 1967. Αναφέρεται, επίσης, ότι συχνά στις συναυλίες ο Ριντ και ο Κέιλ έπαιζαν σκόπιμα πάνω από τη φωνή της Νίκο, ή χαμήλωναν την ένταση του καναλιού της την ώρα που τραγουδούσε.
Στα τέσσερα χρόνια που ακολούθησαν, οι Velvet Underground κυκλοφόρησαν ισάριθμους δίσκους. Έως τότε, τα αγαπημένα θέματα του Ριντ ήταν η κακόφημη γειτονιά του, τα ναρκωτικά και ο θάνατος. Μέχρι την ηχογράφηση του δίσκου του White Light/White Heat, η Νίκο είχε απομακρυνθεί και ο Γουόρχολ είχε απολυθεί, ενώ στη θέση του μάνατζερ προσλήφθηκε ο Στιβ Σεσνίκ. Το 1970 εμφανίστηκε το γνωστό τραγούδι «Sweet Jane» στο δίσκο «Loaded» των Velvet Underground, το οποίο γνώρισε διάφορες επανεκτελέσεις. Η εκτέλεσή του από τους Cowboy Junkies έγινε μέρος του σάουντρακ της ταινίας «Natural Born Killers» (Γεννημένοι Δολοφόνοι) του Όλιβερ Στόουν.
Η σόλο καριέρα, ο Ντέιβιντ Μπάουι και το πρώτο του άλμπουμ
Το 1970, ο Ριντ αποχώρησε από το συγκρότημα και ακολούθησε σόλο καριέρα, ενώ ταυτόχρονα μετακόμισε στο Λονδίνο. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ντέιβιντ Μπάουι, ο οποίος μαζί με τον Μικ Ρόνσον ανέλαβε την παραγωγή στο πρώτο προσωπικό του άλμπουμ, με τίτλο «Transformer», το 1972. Αυτός ο glam rock δίσκος περιλαμβάνει το γνωστότερο ίσως τραγούδι του Ριντ, το «Walk on the Wild Side», το οποίο περιγράφει τους κοινωνικά απροσάρμοστους, τους εκπορνευόμενους άντρες και τους τραβεστί στο Factory του Άντι Γιούρχολ. Περιλαμβάνει, επίσης, τα τραγούδια «Perfect Day», «Vicious» και «Satellite of Love».
Το τραγούδι «Perfect Day» εμφανίστηκε σε μια εκτέλεση με έγχορδα του Μικ Ρόνσον, η οποία εγκωμιάστηκε από τον Ριντ στο επεισόδιο Transformer της σειράς του BBC «Classic Albums». Το τραγούδι αυτό περιλήφθηκε αργότερα στο σάουντρακ του «Trainspotting» και ακούγεται στην σκηνή της ταινίας όπου ο πρωταγωνιστής, Μαρκ Ρέντον, έχει κάνει υπερβολική χρήση ηρωίνης. Το τραγούδι αυτό έχει, επίσης, μεταγραφεί στα ελληνικά και έχει γίνει η μουσική του εκτέλεση από τον Διονύση Σαββόπουλο, στο δίσκο του «Το Ξενοδοχείο», το 1997.
Εγκαταλείποντας το καταθλιπτικό στιλ
Στα χρόνια που ακολούθησαν, ο Λου Ριντ διατήρησε το καταθλιπτικό στιλ του, γεγονός που απογοήτευσε μέρος του κοινού του. Αποκορύφωμα τη αποτυχίας του θεωρείται το άλμπουμ «Metal Machine Music». Στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 αποφάσισε να κάνει μία στροφή, αρχίζοντας να γράφει πιο ρυθμικά και αισιόδοξα τραγούδια. Το άλμπουμ «The Bells» συγκρίθηκε από τους κριτικούς με τα κλασικά «Astral Weeks» του Βαν Μόρισον και «Exile on Main Street» των Rolling Stones, καθώς συνεργάστηκε σε αυτό και ο τζαζίστας Ντον Τσέρι. Το 1993 ξαναβρέθηκε για τελευταία φορά με τα υπόλοιπα μέλη των Velvet Underground για μία ευρωπαϊκή περιοδεία.
Ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα
Ο Ριντ έδειξε ενδιαφέρον για τα πολιτικά ζητήματα το 1986, όταν συμμετείχε στην περιοδεία της Διεθνούς Αμνηστίας. Στο άλμπουμ του «New York», το 1989, αποδοκίμασε το έγκλημα, τα υψηλά ενοίκια, τον πολιτευόμενο ιεροκήρυκα Τζέσε Τζάκσον, τον γενικό γραμματέα του Ο.Η.Ε., Κουρτ Βάλντχαϊμ, ακόμη και τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄. Επίσης, συνδεόταν φιλικά με τον Τσέχο αντιφρονούντα συγγραφέα και πολιτικό Βάτσλαβ Χάβελ. Μετά το θάνατο του Γουόρχολ στη διάρκεια μιας εγχείρισης, το 1987, ο Ριντ συνεργάστηκε με τον Τζον Κέιλ το 1990 στο μινιμαλιστικό άλμπουμ «Songs for Drella» -τραγούδια για την Drella, από τον συνδυασμό των λέξεων «Dracula» και «Cinderella», ένα παρατσούκλι του Γουόρχολ.
Είσοδος στο «Rock and Roll Hall of Fame»
Η δεκαετία του 1990 χαρακτηρίστηκε από τρία άλμπουμ, με κορυφαίο το «Magic and Loss», δυνατές ζωντανές εμφανίσεις, την ερωτική του φιλία με την Λόρι Άντερσον, την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία και μια επίμονη μελέτη των έργων του Άλαν Πόε. Το 1996, το συγκρότημα Velvet Underground καταχωρήθηκε στο «Rock and Roll Hall of Fame».
Η δεκαετία του 2000 ξεκίνησε για τον Ριντ με το επιτυχημένο άλμπουμ «Ecstasy» και τρία χρόνια αργότερα επανήλθε στο προσκήνιο με το «The Raven», στο οποίο συμμετείχαν θρύλοι όπως ο Ορνέτ Κόλμαν, οι Blind Boys of Alabama, οι ηθοποιοί Στιβ Μπουσέμι, Ντάνιελ Νταφόε, Λόρι Άντερσον και ο ταχύτατα ανερχόμενος Άντονι. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε μια ανθολογία από το σύνολο του έργου του, με τον τίτλο «Lou Reed: New York Man», ενώ το 2004 κυκλοφόρησε το διπλό live άλμπουμ, με τίτλο «Animal Serenade».
Το τελευταίο άλμπουμ
Ο Λου Ριντ, της avant-garde σκηνής της Νέας Υόρκης και των Velvet Underground - του πιο αιρετικού ροκ συγκροτήματος που υπήρξε ποτέ - και οι Metallica, η μπάντα του καταιγιστικού hard rock με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στον κόσμο, στα τέλη του 2011, μας χάρισαν δέκα τραγούδια, 90 λεπτά μουσικής με στίχους που μιλούν για την απώλεια, τη ζήλεια, τη βία και την εκδίκηση, το μουσικό εγχείρημα με τίτλο «Lulu».
Ο Ριντ πρότεινε την επαναηχογράφηση μερικών ακυκλοφόρητων κομματιών σε μορφή demos, τα οποία είχε εμπνευστεί από τα έργα Earth Spirit (1895) και Pandora’s Box (1904) του Γερμανού θεατρικού συγγραφέα Frank Wedekind, που είχαν ως κεντρική ηρωίδα τους μια κακοποιημένη χορεύτρια ονόματι Lulu. Σύμφωνα με τον ίδιον τον Ριντ, η Lulu ήταν μια ανεστραμμένη εικόνα της Εύας, με ανεξέλεγκτη εκδικητική μανία και ακόμα πιο αχαλίνωτη ερωτική λαγνεία. Το «Lulu», το άλμπουμ που προέκυψε από τον πιο απρόβλεπτο συνδυασμό, έμελε να είναι η τελευταία στούντιο δουλειά του Λου Ριντ, ενός από τους πιο επιδραστικούς καλλιτέχνες που έβγαλαν ποτέ οι Ηνωμένες Πολιτείες.
naftemporiki.gr