Η συγγραφέας του μπεστ σέλερ «Η φίλη σου η Ροζαλία», Γωγώ Ατζολετάκη, επανέρχεται με το μυθιστόρημα αχαλίνωτης πραγματικότητας «12 και 5 αμαρτωλές ιστορίες».
Ζωγραφίζοντας με λέξεις τον σημερινό «απολίτιστο» πολιτισμό μας, που προσποιείται με διάπυρες κορόνες την ακμή, ενώ ήδη βιώνει την απόλυτη παρακμή και την ολοκληρωτική ισοπέδωση κάθε διαχρονικής αξίας, η ηθοποιός και συγγραφέας Γωγώ Ατζολετάκη μάς μιλά για το νέο της βιβλίο.
Η συγγραφέας του μπεστ σέλερ «Η φίλη σου η Ροζαλία» επανέρχεται με το μυθιστόρημα αχαλίνωτης πραγματικότητας «12 και 5 αμαρτωλές ιστορίες», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ιωλκός, και, με φόντο τη σύγχρονη κοινωνία, μας οδηγεί σε έναν ξέφρενο καλπασμό προς το τίποτα, μέσα από τις ιστορίες των ηρώων της.
Ποια μονοπάτια της ανθρώπινης ψυχής χαρτογραφούνται στις «12 και 5 αμαρτωλές ιστορίες»;
Να δούμε πρώτα αν μπορούμε να μιλάμε για “μονοπάτια της ψυχής”. Προσωπικά, μονοπάτια βρίσκω στον εγκέφαλο. Κανάλια τα ονομάζω. Εκεί περπατάμε, εκεί αναζητούμε, από ’κει συνδεόμαστε. Την ψυχή τη βλέπω σαν ένα κουβάρι, αλλού νοικοκυρεμένο κι αλλού απίστευτα μπερδεμένο. Τόσο μπερδεμένο, που κάποιες φορές δεν τολμάς να τραβήξεις ούτε καν ένα ξέφτι, γιατί δεν ξέρεις τι θα σου ξετυλιχτεί.
Τις “Αμαρτωλές ιστορίες” μου θα πρέπει να τις δει ο αναγνώστης ως μία τοιχογραφία της σύγχρονης πραγματικότητας σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Μιας πραγματικότητας, που φορά το προσωπείο του ενάρετου βίου και κρύβει επιμελώς τα ακατονόμαστα. Δεν είμαστε τόσο ενάρετοι όσο θέλουμε να πιστεύουμε (ακόμα και οι πλέον ενάρετοι εξ ημών) ή, για να το πω με άλλα λόγια, φέρνουμε την αμαρτία στα μέτρα μας. Στα ανθρώπινα μέτρα μας.
Αυτό ήταν το πρώτο μου κίνητρο, για να ξεκινήσω τη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Η υποκρισία! Πώς το είχε πει ο Ιησούς Χριστός; “Υποκριτά, έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου, και τότε διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος το εν τω οφθαλμώ του αδελφού σου”. Αυτή η υποκρισία με πονά και με εξοργίζει. Υποκρισία, που ευδοκιμεί σε όλες της εκφάνσεις της προσωπικής και κοινωνικής μας ζωής. Έχουμε χάσει την αλήθεια μας, δεν ακουμπάμε πια την ουσία, μοιάζει να μη μας αφορά. Αρκούμαστε να στεκόμαστε στην επιφάνεια των πραγμάτων, με σωσίβιο, βέβαια, τις χιλιάδες δικαιολογίες. Τον παραχαϊδεύουμε τον εαυτό μας, μας ενδιαφέρει πάρα πολύ να μην τον στενοχωρήσουμε και, εν τω μεταξύ, γλιστράμε κι όλο γλιστράμε και συνεχώς χάνουμε την ευθυγράμμιση με τον άξονα της ζωής μας, με τις αξίες και τα ιδανικά μας, που σημαίνει χάνουμε έδαφος στη συνειδητοποίηση της αποστολής της ύπαρξής μας.
Αν ο αναγνώστης, που θα διαβάσει αυτές τις ιστορίες μου, έχει το θάρρος να σταθεί ενώπιος ενωπίω, τότε θα ανακαλύψει πολλές δικές του παρεκτροπές, πολλά κρύφια και ανομολόγητα, που, τελικά, συνθέτουν τον χαρακτήρα του κάθε ατόμου.
Με ποιο χρώμα, ποιο άρωμα, ποιον ήχο, ποια γεύση, ποιο άγγιγμα θα περιγράφατε αυτό το βιβλίο;
Αχά! Εδώ μου βάλατε δύσκολα, πρέπει να σκεφτώ. Το χρώμα πρώτα πρώτα. Πολλοί, ακούγοντας τον τίτλο “Αμαρτωλές ιστορίες”, νομίζουν ότι είναι ιστορίες σε ροζ αποχρώσεις. Όμως, η αμαρτία δεν είναι μόνο ροζ. Η προδοσία, ας πούμε, δεν είναι ροζ. Ούτε η απελπισία. Ούτε η αυτοκτονία ή το να πουλήσεις το νεφρό ενός παιδιού σου, για να σώσεις την οικογένεια. Η αμαρτία, θα έλεγα, εκφράζεται με όλα τα χρώματα. Από το βαθύ μαύρο, μέχρι ακόμα και το πράσινο της ελπίδας. Γιατί μόνο αν σπάσεις το απόστημα, μπορείς να ελπίζεις στην ίαση.
Όσον αφορά στο άρωμα, πηγάζουν πολλά αρώματα. Αρώματα ζωής, λουλουδιών, ψυχικές ευωδίες, αλλά υπάρχουν και ιστορίες, που αναδίδουν μόνο μπόχα. Μπόχα και δυσοσμία οχετού, που βγαίνει αβίαστα από τις ψυχές κάποιων ηρώων. Γιατί μια μάνα που ωθεί τα κορίτσια της στην πορνεία, μόνο με δυσώδη οχετό μπορώ να την παρομοιάσω.
Ήχος… ήχος… Και άρπες ακούγονται και κελαϊδίσματα πουλιών και γλυκόφθογγα φλάουτα, αλλά και βροντές και σάλπιγγες και κύμβαλα αλαλάζοντα και γροθιές στο στομάχι.
Η γεύση… Μ’ αρέσει αυτό το παιχνίδι των αισθήσεων, γιατί, τελικά, μέσω των αισθήσεων γίνεται η καταγραφή στο θυμικό, που, βέβαια, συνεργάζεται και αυτό για το τελικό αποτέλεσμα. Και στη γεύση έχουμε μεγάλη γκάμα. Άλλοτε νιώθεις σαν να απολαμβάνεις ένα δροσερό παγωτό, μια ζουμερή φέτα καρπούζι και σε άλλες ιστορίες σου ’ρχεται να βγάλεις ό,τι έφαγες χθες το βράδυ. Σιχασιά, ναυτία. Και τότε, πρέπει να κοιτάξεις μέσα σου και γύρω σου. Και να αναρωτηθείς: Μήπως είσαι κι εσύ μέρος αυτού του “ξινισμένου” φαγητού, αυτής της ναυτίας;
Και το άγγιγμα… Η κορωνίδα των αισθήσεων! Ακόμα κι αν χάσουμε όλες τις αισθήσεις, μπορούμε να αντιληφθούμε τον κόσμο μόνο με την αφή. Ο θείος Έπαφος! Στο άγγιγμα, είναι φορές που νιώθεις να σε ταξιδεύει ένα υπέροχο αιγαιοπελαγίτικο αεράκι. Γελάς, διασκεδάζεις, απολαμβάνεις τη διαδρομή. Μέχρι την επόμενη ιστορία, που πιθανώς να σου ρίξει ένα χοντρό χαστούκι, μια δυνατή σπρωξιά, για να φτάσεις στη μεθεπόμενη, που θα σε χαϊδέψει, θα σε γλυκάνει, θα κατευνάσει τον ψυχικό σου κραδασμό.
Το ζητούμενο είναι μέσα από αυτό το ταξίδι να φτάσουμε στον στόχο, που είναι η απόρριψη των προσωπίδων της υποκρισίας και της ανυπόστατης οίησης. Όχι! Πολλές φορές, δεν είμαστε αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε!
Η αμαρτία είναι συνυφασμένη με την ανθρώπινη φύση;
Κατ’ αρχήν, να ξεκαθαρίσουμε ότι “αμαρτία”, όπως εννοούμε τη λέξη, είναι πάσα παρεκτροπή από την ηθική, δηλαδή από τους κανόνες που επιβάλλουν το ηθικό δίκαιο και το δίκαιο των διαφόρων θρησκειών. Κανόνες και δίκαιο που αφίστανται σε πολλές περιπτώσεις από τους νόμους του κράτους. Με άλλα λόγια, ό,τι είναι νόμιμο, δεν είναι κατ’ ανάγκην και ηθικό, για να θυμηθούμε τη φράση του γνωστού πολιτικού. Πιθανώς να είναι νόμιμο να εξώσεις μια πολύτεκνη οικογένεια, επειδή σου χρωστά ενοίκια (ο ανθρώπινος νόμος σε δικαιώνει), όμως είναι και ηθικό; Ασφαλώς όχι! Η παρεκτροπή, λοιπόν, η παρέκκλιση από την ηθική (που, ίσως, είναι και η φωνή της συνείδησής μας) ορίζεται ως αμαρτία.
Υπ’ αυτήν την έννοια, ναι! Ο άνθρωπος έχει αχαλίνωτη ροπή προς την αμαρτία. Γιατί ο άνθρωπος από τη φύση του είναι απείθαρχο ον. Αληθινή του φύση είναι η ελευθερία, δεν αντέχει απαγορεύσεις και δεσμά. Η συγκρότησή του σε κοινωνικές ομάδες πιθανώς να του προσέφερε κάποια ασφάλεια, όμως, ταυτόχρονα, τον υποχρέωσε να σέβεται κάποιους κανόνες. Κι αυτό δεν το υποφέρει. Συνεπώς, πάντα εύρισκε και πάντα θα βρίσκει εξόδους διαφυγής και από το νόμιμο και από το ηθικό. Σαν το μικρό παιδί που τρελαίνεται να κάνει σκανταλιές, να ξεγελά τους άλλους και να “κλέβει” το γλυκό από το βάζο.
Το μείζον, όμως, κατά την άποψή μου, δεν είναι αυτή καθ’ εαυτή η αμαρτία. Αμαρτωλοί είμαστε όλοι μας. Από τους αρχαιοελληνικούς χρόνους είναι δεδηλωμένο αυτό. “Ουδείς γεννηθείς, ος ουχ’ ήμαρτε”. Το σημαντικό είναι, όπως είπα και προηγουμένως, ότι έχουμε φέρει την αμαρτία στα μέτρα μας. Και βγάζουμε τα δικά μας συμπεράσματα περί χρηστότητας. Συμπεράσματα που μας βολεύουν. Έχει, αλήθεια, διαφορά αν κλέψεις μισό κιλό ζάχαρη ή ένα εκατομμύριο ευρώ; Αν κλέψεις το κομπόδεμα μιας φτωχής γριούλας ή κάποια εισοδήματα στη φορολογική σου δήλωση; Για την κοινή λογική, έχει διαφορά. Όμως, αντικειμενικά δεν έχει. Και στις δυο περιπτώσεις είσαι κλέφτης. Μειοδοτούμε στην αμαρτία. Και αισθανόμαστε υπέροχα. Καλοί άνθρωποι και καλοί χριστιανοί. Απαιτείται ηθική ωρίμανση, για να ευθυγραμμιστεί ο άνθρωπος με την ουσία της χρηστότητας, και όχι επειδή του το επιβάλλει το κοσμικό δίκαιο ή κάποιο θρησκευτικό δόγμα. Αυτά όλα καταγγέλλω στις “Αμαρτωλές μου Ιστορίες”.
Αν είχατε τη δυνατότητα να εξαφανίσετε ως διά μαγείας κάτι από τον «απολίτιστο» πολιτισμό μας, όπως τον χαρακτηρίζετε, τί θα ήταν αυτό;
Την αδηφαγία για τον πλούτο. Αν είχα τη δυνατότητα, θα εμφύτευα στον εγκέφαλο όλων των ανθρώπων ένα μικροτσίπ, που θα τους υποχρέωνε να μην επιζητούν περισσότερα χρήματα από αυτά, που θα τους αρκούσαν για μια αξιοπρεπή ζωή. Εάν συνέβαινε αυτό, θα λύνονταν αυτομάτως όλα τα προβλήματα του κόσμου. Το χρήμα, ο πλουτισμός, ήταν και είναι η κύρια αιτία όλων των δεινών της ανθρωπότητας.
Ποια είναι τα συναισθήματά σας για όσα διαδραματίζονται στη χώρα μας;
Συναισθήματα… Πίκρα, θυμός, οργή, παράπονο, συμπόνια για τους δυσπραγούντες και ξανά πάλι πίκρα, θυμός, οργή. Περιμένω όμως. Περιμένω υπομονετικά μαζί με εκατομμύρια άλλους συμπατριώτες μου τη Μεγάλη Δικαίωση. Που θα ’ρθει. Και οι ένοχοι που δημεύσανε μια υπέροχη χώρα, που εξαθλίωσαν το λαό της, που τον υποχρέωσαν στην υποτίμηση και στην ακραία φτώχεια, αυτοί οι ένοχοι θα πληρώσουν. Γιατί το πιστεύω βαθειά πως “το άδικον ουκ ευλογείται”. Και για να μεταχειριστώ και το αρχαίο μας ηθικόν δίκαιον, την ύβριν πάντοτε ακολουθεί η νέμεσις και η τίσις (τιμωρία). Κανείς δεν ξέφυγε από αυτόν τον κανόνα. Η “τίσις” καραδοκεί σαν τη σπάθα του Δαμοκλή.
Ποια μηνύματα μας στέλνει το σύμπαν μέσα από αυτήν τη δοκιμασία και τί πρέπει να αλλάξουμε, για να προχωρήσουμε σε άλλο επίπεδο;
Το σύμπαν μάς στέλνει συνέχεια μηνύματα, αλλά ο άνθρωπος έμεινε στη φράση του Κοέλιο από τον “Αλχημιστή”: “Αν επιθυμείς κάτι, ολόκληρο το σύμπαν συνωμοτεί, για να κάνεις το όνειρό σου πραγματικότητα”. Και μόνο γι’ αυτό, είναι καταδικαστέος ο Κοέλιο. Γιατί δεν έχουμε μόνο δικαιώματα, έχουμε και υποχρεώσεις. Και αν το σύμπαν μπαίνει στον κόπο να συνωμοτήσει, για να κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα, με την ίδια λογική, μπορεί να “συνωμοτήσει” για να μας καταστρέψει.
Για να προχωρήσουμε σε άλλο επίπεδο, κατ’ αρχήν πρέπει να αλλάξουμε τον βηματισμό μας. Παραήταν αστόχαστος, επιπόλαιος και καταναλωτικός. Ο πολύς ο κόσμος ξέφυγε από τις σταθερές του. Το “φαίνεσθαι” υπερίσχυσε ή εξαφάνισε εντελώς το “είναι”. Εγκαταλειφθήκαμε στην ευκολία, αφεθήκαμε να πιστεύουμε μεγάλα λόγια, καταδικάσαμε το μυαλό μας σε απραξία. Όλα αυτά, λοιπόν, πρέπει να τα βάλουμε πάλι σε λειτουργία. Τη σκέψη πρώτα πρώτα. Από εκεί ξεκινάνε όλα. Τον προβληματισμό. Την εγρήγορση. Συνειδητοποίηση ότι η ευτυχία δε βρίσκεται στα ακριβά αυτοκίνητα, ούτε στους πλούσιους μπουφέδες. Επιστροφή σε έναν απλό τρόπο ζωής. Και αναζήτηση της γνώσης.
Η αμάθεια, η ημιμάθεια και η οκνηρία είναι συνήγοροι της μιζέριας. Είναι πολλά. Όμως, δυστυχώς, όλα ξεκινάνε από τον εσωτερικό μας κόσμο. Εκ των ένδον αρχίζει η αλλαγή. Γράφω κάπου στις “Αμαρτωλές ιστορίες” μια φράση, που κι εγώ η ίδια εξεπλάγην, όταν σχηματίστηκε στο μυαλό μου. Μια εξαιρετική φράση: “Πρέπει να γδυθούμε και να αδειάσουμε, για να χωρέσουμε στον εαυτό μας. Αν δεν αδειάσει το μέσα μας, πώς θα χωρέσουμε μέσα του;”.
Πού ταξιδεύετε τη σκέψη σας, για να βλέπετε τα πράγματα πιο ελπιδοφόρα και αισιόδοξα;
Ωραία ερώτηση. Κάθε βράδυ, ψάχνω μια γαλήνια περιοχή, για να ακουμπήσω τη σκέψη μου. Δε βρίσκω πάντα. Πάω να πλησιάσω κάπου, πονάει, πίσω ολοταχώς. Και τότε, φτιάχνω ένα παραμύθι. Μια ιδεατή πραγματικότητα, που με γλυκαίνει και με χαλαρώνει. Κι έτσι, με παίρνει ο ύπνος. Με το μη αληθινό, που το βιώνω σαν αληθινό. Όμως, δεν είμαι και πολύ μακριά από τον ρεαλισμό. Γιατί το “παραμύθι” προέρχεται από την “παραμυθία”, που πάει να πει “παρηγοριά”.
Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]