Εκρηκτική αύξηση των κρουσμάτων ρατσιστικής βίας, αλλά και αδράνεια ή απροθυμία της Πολίτείας και ιδίως της Αστυνομίας για την αντιμετώπιση των επιθέσεων με ρατσιστικά κίνητρα διαπιστώνει έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη που διενεργήθηκε από τον Ιανουάριο του 2012 έως και τον Απρίλιο του 2013.
Εκρηκτική αύξηση των κρουσμάτων ρατσιστικής βίας, αλλά και αδράνεια ή απροθυμία της Πολίτείας και ιδίως της Αστυνομίας για την αντιμετώπιση των επιθέσεων με ρατσιστικά κίνητρα διαπιστώνει έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη που διενεργήθηκε από τον Ιανουάριο του 2012 έως και τον Απρίλιο του 2013.
Η έκθεση, που δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα, επικαλείται συγκεκριμένα 281 διασταυρωμένες καταγγελίες που καταγράφηκαν σε 16 μήνες με πηγές τα μέσα ενημέρωσης, τις ΜΚΟ, και τον ίδιο τον Συνήγορο του Πολίτη, και τα οποία, σύμφωνα με την Αρχή καταδεικνύουν ότι η βία στους δρόμους με στόχο τον «διαφορετικό», με βάση την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τη φυλή, το χρώμα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή το θρήσκευμα, είναι φαινόμενο συνεχώς εντεινόμενο.
Στις καταγγελίες αυτές περιλαμβάνονται 71 περιστατικά όπου οι δράστες φέρονται να έχουν σχέση με τη Χρυσή Αυγή και 47 περιστατικά με φερόμενη συμμετοχή μελών των σωμάτων ασφαλείας, μεσα από την καταχρηστική άσκηση των καθηκόντων τους.
Όπως επισημαίνει μάλιστα ο ΣτΠ, οι καταγγελίες αυτές αποτελούν απλώς «την κορυφή του παγόβουνου» καθώς το φαινόμενο έχει λάβει εκρηκτικές διαστάσεις ιδίως από τις εκλογές του 2012 και μετά, αλλά και επειδή η πλειονότητα των ρατσιστικών επιθέσεων είτε δεν καταγγέλλεται καθόλου, είτε καταγγέλλεται αλλά δεν καταγράφεται, είτε καταγράφεται αλλά όχι ως ρατσιστική.
Η έκθεση κρούει τον «κώδωνα του κινδύνου» και για την ολιγωρία αντιμετώπισης των ρατσιστικών επιθέσεων από τις αρμόδιες κρατικές αρχές. «Η αδράνεια και απροθυμία αστυνομικών, η άρνηση σύλληψης δραστών ή καταγραφής περιστατικών και, από την πλευρά των θυμάτων, ο φόβος είτε της σύλληψης είτε του στιγματισμού και η πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να δικαιωθούν, μοιάζουν με συγκοινωνούντα δοχεία», σημειώνει ο ΣτΠ.
Ενδεικτικό, όπως τονίζεται, είναι ότι σε περιοχές στις οποίες παρατηρείται ιδιαίτερη έξαρση του φαινομένου, όπως π.χ. σε μεγάλο τμήμα του κέντρου της Αθήνας, τα αστυνομικά τμήματα καταγράφουν στην καλύτερη περίπτωση πολύ μικρό αριθμό περιστατικών όπου αναγνωρίζεται ρατσιστικό κίνητρο. Ως χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αναφέρεται το αστυνομικό τμήμα Ομονοίας, όπου η υπηρεσία αναφέρει ότι δεν διαθέτει στοιχεία για ύπαρξη περιστατικών ρατσιστικής βίας στην περιοχή ευθύνης της.
Ο Συνήγορος του Πολίτη καταθέτει τέλος τις προτάσεις του για την καταπολέμηση της ρατσιστικής βίας, ζητώντας μεταξύ άλλων τη δημιουργία ενός συστηματικού τρόπου καταγραφής των σχετικών περιστατικών, την ταχύτατη διερεύνηση καταγγελιών κατά αστυνομικών για ρατσιστική συμπεριφορά, την προστασία των θυμάτων και των μαρτύρων και την επανεξέταση της επιχείρησης «Ξένιος Ζευς» από πλευράς αναλογικότητας και καταχρηστικότητας των προσαγωγών.
ΣΥΡΙΖΑ: Προκλητική αδράνεια των αρχών
Την ανάγκη διερεύνησης σε βάθος όλων των καταγγελιών και την «απομάκρυνση των ακροδεξιών θυλάκων από την αστυνομία» ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ, σε σχόλιό του με αφορμή την έκθεση.
«Η έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη καταδεικνύει με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο την ανεξέλεγκτη εξάπλωση της ναζιστικής βίας στην Ελλάδα και την προκλητική αδράνεια των αρχών στην πρόληψη και την καταστολή της. Η στάση ανοχής ή και συγκάλυψης της αστυνομίας αποκαλύπτει τις σοβαρές ευθύνες της ηγεσίας της ΕΛ.ΑΣ και της προϊστάμενης πολιτικής ηγεσίας, καθώς και την έλλειψη πραγματικής βούλησης για την αντιμετώπιση της ρατσιστικής και της φασιστικής βίας», επισημαίνει η Κουμουνδούρου.
ΔΗΜΑΡ: Πληγή για τη Δημοκρατία η ολιγωρία της Αστυνομίας
«Σοκαριστικά» χαρακτηρίζει η Δημοκρατική Αριστερά τα στοιχεία του ΣτΠ, τονίζοντας παράλληλα ότι «η αδράνεια και η ολιγωρία της Αστυνομίας, όπως αυτή καταγράφεται στη έκθεση, αποτελεί πληγή για τη Δημοκρατία και ενισχύει τις φωνές που συσχετίζουν τη δράση της Χρυσής Αυγής με σκοτεινούς, παρακρατικούς κύκλους».
«Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη οφείλει αταλάντευτα να συνεχίσει τις έρευνες ώστε να ξεσκεπαστούν τα κυκλώματα που έβαζαν υποθέσεις στο αρχείο, έθαβαν καταγγελίες κατά αστυνομικών και συλλάμβαναν τα θύματα αντί για τους θύτες», υπογραμμίζει.