Την ανάγκη κατάλληλης προετοιμασίας πριν από την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό υπογράμμισε ο κύπριος πρόεδρος, Νίκος Αναστασιάδης, κατά τη διάρκεια της χθεσινοβραδινής συνάντησής του με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν.
Την ανάγκη κατάλληλης προετοιμασίας πριν από την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό υπογράμμισε ο πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Αναστασιάδης, κατά τη διάρκεια της χθεσινοβραδινής συνάντησής του με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Μπαν Κι Μουν, στην έδρα του διεθνούς οργανισμού.
Ο κ. Αναστασιάδης χαρακτήρισε τη συνάντηση «πολύ καλή» και ανέφερε ότι ο γενικός γραμματέας αντιλαμβάνεται την επιχειρηματολογία.
«Είχα την ευκαιρία να τον ενημερώσω, ανάμεσα σε άλλα, για την επιτακτική ανάγκη όπως προ της έναρξης των συνομιλιών προηγηθεί κατάλληλη προετοιμασία έτσι ώστε να δημιουργηθούν βάσιμες ελπίδες για επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Μεταξύ άλλων, και την ίδια ώρα, ενημέρωσα τον γενικό γραμματέα ότι αποτελεί έντονη πεποίθησή μου ότι η ενεργός συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν θα είναι μόνο προς όφελος της διαδικασίας, αλλά θα ενισχύσει σημαντικά και τις προσπάθειες επίτευξης μιας σωστής λύσης που θα καθιστά το κράτος που θα μετεξελιχθεί σε ένα ισότιμο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης απόλυτα συνυφασμένο, και αν θέλετε, συντεταγμένο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο», δήλωσε μετά από τη συνάντηση.
Όπως είπε, επανέλαβε προς τον γενικό γραμματέα και την κυπριακή πρόταση για την Αμμόχωστο, «η οποία όχι μόνο θα λειτουργήσει ενισχυτικά προς τις προσπάθειες επίτευξης συνολικής λύσης, αλλά θα βοηθήσει καθοριστικά έτσι ώστε Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να πιστέψουν και πάλι στις δυνατότητες επίλυσης του Κυπριακού, και γιατί όχι, να αισθανθούν μέσα από την κοινή ανοικοδόμηση της πόλης τα πόσα θετικά μπορεί να φέρει η επανένωση του τόπου μας».
Ερωτηθείς αν συζήτησε με τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, τη μεθοδολογία που θα πρέπει να ακολουθηθεί για την επανάληψη των συνομιλιών, ο κύπριος πρόεδρος ανέφερε ότι έγινε μία γενική αναφορά, χωρίς να μπουν σε λεπτομέρειες: «Αυτό το οποίο υπερτόνισα είναι την ανάγκη καλής προετοιμασίας. Έχω πει ξεκάθαρα στον γ.γ. ότι δεν μπορεί να συμμετέχουμε σε ένα διάλογο χάρη του διαλόγου. Αλλά θα πρέπει να υπάρχουν οι προϋποθέσεις εκείνες που να δημιουργούν την απαραίτητη ελπίδα ότι επιτέλους η νέα αρχή θα είναι και μία πορεία που θα έχει τέλος».
Ο κ. Αναστασιάδης ρωτήθηκε ακόμη για όσα είπε νωρίτερα ο αντιπρόεδρος της ελληνικής κυβέρνησης και υπουργός Εξωτερικών Ευ. Βενιζέλος, ο οποίος μετά από τη συνάντησή του με τον κ. Νταβούτογλου, αναφέρθηκε σε μία πρόταση του κ. Αναστασιάδη για να συναντηθεί ο κ. Νταβούτογλου με τον ελληνοκύπριο διαπραγματευτή και ο κ. Βενιζέλος με τον τουρκοκύπριο. Ωστόσο, ο κύπριος πρόεδρος δεν θέλησε να αναφερθεί στις συνομιλίες Βενιζέλου-Νταβούτογλου.
Επανέλαβε πάντως τη φιλοσοφία του για τον διορισμό συνομιλητή: «Ένας από τους λόγους ήταν γιατί πίστευα και πιστεύω ότι θα πρέπει και η Τουρκία να εμπλακεί στο διάλογο, ως η δύναμη η οποία ελέγχει το βόρειο τμήμα της πατρίδας μας με την παρουσία του κατοχικού στρατού. Συνεπώς, αυτό το οποίο επιδιώκαμε ήταν να δοθεί η ευκαιρία εμπλοκής και της Τουρκίας και αυτό νομίζω επιτυγχάνεται μέσα από την ενημέρωση που είχα και τις δηλώσεις που έγιναν. Είναι πιστεύω προς όφελος και της ουσίας και του τρόπου που μπορεί να υπάρξει αποτέλεσμα από έναν νέο διάλογο».
Ο κ. Αναστασιάδης απέρριψε τον ισχυρισμό ότι αυτές οι συναντήσεις αποτελούν προμήνυμα μιας τετραμερούς ή άλλης πολυμερούς συνάντησης. «Είναι η δυνατότητα που δίδεται να διαπραγματευτούμε με εκείνους που φέρουν την ευθύνη να βοηθήσουν στη λύση του κυπριακού προβλήματος», είπε.
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι με το διορισμό του συνομιλητή προστατεύεται και ο θεσμός, αλλά και εμπλέκεται η Τουρκία. «Δεν μπορεί να μένει μακράν του διαλόγου και να ακούει απλώς τις παροτρύνσεις ότι θα πρέπει να βοηθήσει στην επίλυση του κυπριακού προβλήματος. Εμπλέκεται και θα πρέπει ενεργά να συμβάλει στη λύση του κυπριακού προβλήματος».
Πηγή: ΑΜΠΕ