Τεχνολογία-Επιστήμη
Δευτέρα, 02 Σεπτεμβρίου 2013 12:34

«Αντιχημικά» όπλα και πιθανή χρήση στη Συρία

Η αμερικανική πολεμική αεροπορία εδώ και χρόνια αναπτύσσει εξειδικευμένα «αντιχημικά» όπλα (Agent Defeat Weapons), τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα για να στοχεύουν και να καταστρέφουν αποθέματα χημικών ή βιολογικών όπλων, χωρίς η επίθεση να έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωσή τους, σύμφωνα με δημοσίευμα του military.com.

Η αμερικανική πολεμική αεροπορία εδώ και χρόνια αναπτύσσει εξειδικευμένα «αντιχημικά» όπλα (Agent Defeat Weapons), τα οποία είναι ειδικά σχεδιασμένα για να στοχεύουν και να καταστρέφουν αποθέματα χημικών ή βιολογικών όπλων, χωρίς η επίθεση να έχει ως αποτέλεσμα την απελευθέρωσή τους, σύμφωνα με δημοσίευμα του military.com.

Όπως δήλωσε η Τζένιφερ Κάσιντι, εκπρόσωπος της πολεμικής αεροπορίας των ΗΠΑ, τα εν λόγω όπλα (PAW- Passive Attack Weapon και Crash Pad) είναι σχεδιασμένα έτσι ώστε να μειώνουν τις «παράπλευρες απώλειες» και μπορούν να χρησιμοποιηθούν από αεροσκάφη όπως τα μαχητικά F-15 και F-22 και τα βομβαρδιστικά B-1 και B-2. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, υπάρχει το ενδεχόμενο χρήσης τους στη Συρία, και κατά πάσα πιθανότητα από B-2 ή F-22, που διαθέτουν εξελιγμένα stealth χαρακτηριστικά, καθώς το καθεστώς Άσαντ διαθέτει εξελιγμένα αντιαεροπορικά συστήματα.

Αν και στελέχη της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας δεν απάντησαν όταν ερωτήθηκαν αν τα συγκεκριμένα όπλα εντάσσονται στο πλάνο πιθανής επέμβασης στη Συρία, διευκρινίστηκε ότι βρίσκονται σε εξέλιξη οι σχετικοί σχεδιασμοί από το επιτελείο.

Το Crash Pad (BLU-119/B) είναι μία εμπρηστική βόμβα «υψηλής θερμότητας» η οποία είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να καταστρέφει τους χημικούς παράγοντες πριν αυτοί γίνουν επικίνδυνοι. Βασίζεται στο «σώμα» μίας «κλασικής» βόμβας MK 84. Το «Pad» στο όνομα προκύπτει από το «Prompt Agent Defeat», δηλαδή τη δυνατότητα καταστροφής χημικών και βιολογικών παραγόντων πριν αυτοί διαρρεύσουν και μολύνουν το γύρω περιβάλλον.

Το PAW, αποτελεί ένα όπλο που βασίζεται στην κινητική ενέργεια για να καταστρέψει το στόχο του, μέσω της εκτόξευσης διατρητικών ράβδων ατσαλιού και tungsten. Πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 2003 στο Ιράκ και ιδέα είναι ότι, αν εκτοξευτεί από μεγάλο ύψος και «πιάσει» υψηλές ταχύτητες, θα μπορούσε να καταστρέψει χημικά όπλα χωρίς να προκαλέσει διαρροή, καθώς η πρόσκρουσή του θα προκαλέσει τεράστιες θερμοκρασίες σε περιορισμένο χώρο σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, καίγοντας οποιονδήποτε επικίνδυνο παράγοντα μπορεί να υπάρχει.

Μία πιθανή επέμβαση στη Συρία ενδεχομένως να αποτελέσει και το «βάπτισμα του πυρός» για τη «ναυαρχίδα» του αμερικανικού στόλου μαχητικών, το διάσημο F-22. Το αμερικανικό Πεντάγωνο εκτιμάται πως έχει δαπανήσει πάνω από 67 δισεκατομμύρια δολάρια στο πρόγραμμα του F-22, αποκτώντας 200 αεροσκάφη- κανένα εκ των οποίων μέχρι τώρα δεν έχει χρησιμοποιηθεί σε πολεμική επιχείρηση. Στην περίπτωση της Συρίας, το αποκαλούμενο «Raptor» θεωρείται πως μπορεί να αποτελέσει εξαιρετικά χρήσιμο όπλο, διεισδύοντα και καταστέλλοντας το δίκτυο αεράμυνας της χώρας, χάρη στα stealth χαρακτηριστικά και τις υψηλές του επιδόσεις.