Πολιτική
Τετάρτη, 05 Μαρτίου 2003 22:09

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (5/3/2003) Μέρος 9/10

Ι.ΡΑΧΙΩΤΗΣ: Εγώ περιγράφω αντικειμενικές διαδικασίες κύριε Πρόεδρε και δεν περιγράφω την υποκειμενική διεργασία. Αυτό που περιγράφω εγώ, είναι η αντικειμενική διαδικασία της πολιτικής πίεσης, το οποίο είναι πολύ διαφορετικό πράγμα από την άποψη του κάθε μεμονωμένου δικαστή, που εγώ δεν την γνωρίζω.

Ένα δεύτερο θέμα που θέλω να θέσω. Θέλω απλώς να επιστήσω την προσοχή του Δικαστηρίου σας, σε ορισμένες τοποθετήσεις της πολιτικής αγωγής, οι οποίες είναι πολύ χρήσιμες για να διαγνωστεί το θέμα που θα συζητήσετε μετά από λίγο, που θα είναι πολύ χρήσιμες στην διάσκεψή σας όσον αφορά την βούληση του νομοθέτη στην ψήφιση αυτής της διάταξης, το οποίο είναι ένα πράγμα που πρέπει να αναζητηθεί και να κρίνετε και κατά πόσον είναι σύμφωνη με το Σύνταγμα, αυτή η διάταξη.

Δηλαδή το πνεύμα με το οποίο εμφορείται ο νομοθέτης, θέτοντας αυτή τη διάταξη και να δείτε, αυτό όλο μπορώ να το χωρέσω σε ένα συνταγματικό κανόνα, ή είναι έξω απ’ αυτό;

Θέλω να σημειώσω τρεις τοποθετήσεις. Πρώτα – πρώτα την τοποθέτηση του κ. Πέτσου, η οποία κατά την γνώμη μου με την πολιτική πείρα που έχει ο κ. Πέτσος έχει μια ιδιαίτερη σημασία να θυμίσω δυο επισημάνσεις που έκανε. Ότι η προηγούμενη απαγόρευση, είπε ο κ. Πέτσος, άντεξε μόλις έξι μήνες, πριν τον προϊσχύσαντα νόμο και είναι πολύ σωστό αυτό το πράγμα και ότι η απαγόρευση – διορθώστε με εάν κάνω λάθος – των τηλεοπτικών μέσων, ποδηγετεί την κοινή γνώμη. Νομίζω ότι έτσι το θέσατε προηγουμένως.

Συμφωνώ πλήρως με αυτές τις δυο τοποθετήσεις. Ειδικά για την πρώτη, θα ήθελα να επισημάνω, ότι και εγώ τόσο πιστεύω ότι θα κρατήσει η απαγόρευση και δεν νομίζω ότι υπάρχει και κανένας στην Ελλάδα, που πιστεύει ότι θα κρατήσει περισσότερο αυτή η απαγόρευση, για χίλιους λόγους που μπορείτε να τους καταλάβετε αυτούς.

Και ότι εν πάση περιπτώσει, όπως είναι δομημένο το σύστημα των μέσων στην Ελλάδα, όταν οι εκδότες θα πάρουν την απόφαση κάτι να βγει, θα βγει και έχουν συμβεί χιλιάδες φορές αυτά τα πράγματα και με πολύ πιο σοβαρά ζητήματα. Τα ξέρετε πώς γίνονται αυτά τα πράγματα. Το ξέρει και η κυβέρνηση που νομοθέτησε αυτή τη διάταξη.

Γι’ αυτό και εγώ την είπα φωτογραφική στην αρχική μου τοποθέτηση. Γιατί αφορά αυτή τη δίκη, αυτό το εξάμηνο που διάγουμε. Τόσο κράτησε και η προηγούμενη, όπως σωστά είπε ο κ. Πέτσος. Θα κάνουν την δουλειά τους εδώ, για τους λόγους που είπα προηγουμένως και αυτή η διάταξη θα τροποποιηθεί και το καταλαβαίνετε, έτσι θα πάνε τα πράγματα.

Δεύτερον, θέλω να επισημάνω δυο τοποθετήσεις ακόμα από την πολιτική αγωγή, μια υπέρ της δημοσιότητας και μια κατά της δημοσιότητας. Είπε ένας συνάδελφος, δεν θυμάμαι το όνομά του, αλλά το έχω κρατήσει ακριβώς αυτό που είπε, «είμαι υπέρ της τηλεοπτικής κάλυψης, γιατί δεν έχουν οι εντολείς μου μιλήσει ακόμα δημόσια, να προσέξετε όμως να μην γίνει η δίκη βήμα των τρομοκρατών για νέα μανιφέστα.› Όπου μανιφέστο υποθέτω στις συγκεκριμένες συνθήκες μια δίκη, εννοούμε την απολογία, τις δηλώσεις κάποιου κατηγορουμένου, τη συμμετοχή του στη διαδικασία.

Και μια δεύτερη τοποθέτηση, η οποία ήταν αρνητική στη δημοσιότητα. Και είπε, «δεν ήταν κατάλληλες για μετάδοση, οι τοποθετήσεις των κατηγορουμένων›, οι χθεσινές εννοούσε. Πάρτε το πλαίσιο που εισάγεται στη δίκη από τη κοινωνία μέσα απ’ αυτές τις τοποθετήσεις. Και όχι τόσο από την κοινωνία, αλλά από τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης, από τους διαμορφωτές άποψης.

Καταλαβαίνετε τι αναδεικνύεται απ’ αυτές τις τοποθετήσεις; Το δικό μας, δικό μας και τα άλλα στόματα κλειστά. Αυτό το πράγμα μη το επιτρέπετε. Αυτό θέλω να σας πω. Αυτή είναι η λειτουργία της τηλεοπτικής κάλυψης σ’ αυτή τη δίκη. Αυθόρμητα το είπαν οι συνάδελφοι. Καταλαβαίνω ότι ένας συνάδελφος από την άλλη πλευρά και ο εντολέας του πολύ περισσότερο να θεωρεί ένα κατηγορούμενο αιμοσταγή δολοφόνο.

Είναι απόλυτα δικαίωμά του να έχει οποιαδήποτε γνώμη. Αλλά εν πάση περιπτώσει η φίμωση είναι διαφορετικό πράγμα. Και εγώ θα έλεγα ότι η φίμωση αφορά το σύνολο του δικανικού λόγου και δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου η επιμέρους τοποθέτηση κάθε κατηγορούμενου. Η αλήθεια που αναδεικνύεται από εδώ μέσα με ενδιαφέρει και αυτό είναι ο αντίλογος που μπορεί να αναπτυχθεί κατά την γνώμη μου. Γι’ αυτόν τον αντίλογο ενδιαφέρομαι εγώ τουλάχιστον.

Ένα τελευταίο ζήτημα που θέλω να θέσω, νομικό ζήτημα αυτό. Νομίζω ότι η σκέψη του Δικαστηρίου πρέπει να επικεντρωθεί στο 93.2 του Συντάγματος και μόνο. Τι εννοώ μ’ αυτό. Ότι να αποφύγουμε οποιοδήποτε συσχετισμό με τον 15. Πρόκειται περί άσχετου ζητήματος.

Για να μην λέω πολλά, αναφέρομαι στην πολύ εμπεριστατωμένη τοποθέτηση του κ. Γιαννίδη, σε αυτό το σημείο της. Σε άλλα διαφωνώ με αυτά που είπε ο κ. Γιαννίδης. Αλλά στο ότι είναι άσχετο το 15 με το κρινόμενο ζήτημα.

Γιατί; Γιατί εδώ το ερευνώμενο ζήτημα δεν είναι το νομικό καθεστώς της τηλεόρασης εν γένει στη χώρα ή τα δικαιώματα που έχουν τα ραδιοτηλεοπτικά μέσα στη χώρα. Είναι η χρήση τους, ή μη, ως μέσου δημοσιότητας της δίκης. Το 15 ρυθμίζει το πλαίσιο, το status των τηλεοπτικών μέσων στη χώρα, εάν υπόκειται σε άδεια κ.ο.κ., τέτοια ζητήματα, αν μπορούν να κατασχεθούν, ενώ ο Τύπος είναι ακατάσχετος κ.ο.κ. Τέτοια ζητήματα ρυθμίζονται.

Εδώ είναι τελείως άλλο το θέμα και προς Θεού δεν μπορούμε να θεωρήσουμε το 15.2 συνταγματική εξουσιοδότηση σε περιορισμούς στη δημοσιότητα της δίκης, καμία σχέση. Μη ψάξουμε να βρούμε συνταγματικό έρεισμα στο 15.2 στη διάταξη του 3090, νομίζω ότι είμαστε πάρα πολύ μακριά απ’ αυτό, δεν μπορούμε να το πούμε.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα παρατήρηση που έκανε ο κ. Γιαννίδης πάλι, με την οποία εγώ διαφωνώ, αλλά είναι πολύ σημαντική. Την ανάπτυξε νομικά ο κ. Γιαννίδης, την είπε εμπειρικά ο κ. Εισαγγελέας, το ίδιο πράγμα είπαν. Ο κ. Γιαννίδης έβαλε θεωρητικά το ζήτημα της σχέσης του 93.2 με το 5. Δηλαδή δημοσιότητα και προσωπικότητα και αν συγκρούονται αυτά τα δυο αγαθά και πώς συγκρούονται.

Εδώ θα ήθελα μόνο ένα δυο σημεία, μπορεί να μιλάει ώρες γι’ αυτά, αλλά τώρα που κλείνει το θέμα, ένα δυο σημεία. Μη συγχέουμε το ατομικό δικαίωμα του φορέα της εξουσίας, με την άσκηση της δημόσιας εξουσίας. Δεν μπορεί στο πλαίσιο της άσκησης της δημόσιας εξουσίας των, να απαιτεί να ασκεί ταυτοχρόνως στο ίδιο πλαίσιο το ατομικό δικαίωμα. Είναι άλλο ζήτημα αυτό. Θα πρέπει να πάμε στη κοινή διαδικασία.

Τώρα πια μάλιστα που δεν υπάρχει και το ζήτημα της περιύβρισης της αρχής, καταλαβαίνετε ότι, όταν με οποιονδήποτε τρόπο εξυβρίζεται ένας παράγοντας, εγώ, ο κύριος Εισαγγελέας, ο κατηγορούμενος, έχει τα δικαιώματα από τις κοινές διατάξεις. Δεν μπορεί να περιορίσουμε και μάλιστα να βάλουμε μια προληπτική καταστολή, κάποιων δικαιωμάτων, κάποιων δυνατοτήτων στο όνομα μήπως προσβληθεί η προσωπικότητα. Προληπτική καταστολή δεν επιτρέπεται σ’ αυτό το πλαίσιο.

Αν διαπιστωθεί, το οποίο είναι πολύ πιθανό, ότι μπορεί να συμβεί σε οποιονδήποτε, πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το κοινό Δίκαιο γι’ αυτά. Ο καθένας όταν θίγεται η προσωπικότητά του, έχει τα δικαιώματα που του δίνει ο νόμος. Νομίζω ότι δεν πρέπει να γίνονται συγχύσεις σ’ αυτά τα ζητήματα.

Και εν πάση περιπτώσει ένα τελευταίο επιχείρημα και κλείνω γι’ αυτό το ζήτημα, χωρίς να θεωρώ, όχι ότι το εξαντλώ, ούτε το αγγίζω ουσιαστικά, μια – δυο σκέψεις λέω μόνο, ουσιαστικά κάνοντας συζήτηση για δημοσιότητα δίκης και προσβολή της προσωπικότητας, ουσιαστικά για ποιο πράγμα μιλάμε; Για την διαστρέβλωση που μπορεί να υποστεί η προσωπικότητα, για την προσβολή που μπορεί να υποστεί η προσωπικότητα, από την εικόνα.

Από αυτό το πράγμα όμως, είμαστε ούτως ή άλλως έκθετοι. Ένας δημοσιογράφος τώρα ακούει εμένα να μιλάω και αύριο μπορεί να γράψει ότι εξύβρισα τον Εισαγγελέα. Δεν θα είναι μια διαστρέβλωση αυτό το πράγμα; Θα πρέπει να απαγορεύσουμε στο δημοσιογράφο να γράφει; Το πρόβλημά μου είναι να του κάνω μήνυση, ή να του κάνω μια αγωγή. Αυτό είναι το ζήτημα που τίθεται, το οποίο είναι τελείως διάφορο. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η επιχειρηματολογία έχει εξαντληθεί, δεν υπάρχει τώρα λόγος να τα αναπτύσσουμε πάλι εκτενέστερα. Εγώ νομίζω ότι πρέπει να τελειώνουμε τώρα. Σας παρακαλώ πάρα πολύ, είναι δική μου παράκληση. Μιλάμε για πράγματα που τα είπατε τόσο πολύ.

ΣΥΝ. ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ: Αν επιτρέπετε, δύο ζητήματα θα ήθελα να θέσω: το ένα είναι προς επίρρωση των όσων είπε ο συνάδελφός μου, ο κ. Ραχιώτης σε σχέση με το ζήτημα του άρθρου 15. Ελέχθη από τον αξιότιμο κ. Εισαγγελέα προς αντίκρουση των απόψεων της Υπεράσπισης, ότι θα πρέπει να θεωρήσει το Δικαστήριό σας ότι ο περιορισμός, ο ουσιαστικός, σε σχέση με το ρόλο των ΜΜΕ ο οποίος αφορά όμως το θέμα της δημοσιότητας της δίκης, ερίζεται στο άρθρο 15.

Το άρθρο 15, περιορίζει την έκταση ισχύος του άρθρου 14, του οποίου το περιεχόμενο, με όσα τουλάχιστον μας λέει μέχρι σήμερα η συνταγματική θεωρία, αποτελεί η ελευθερία της έκδοσης, η ελευθερία της εκτύπωσης ή παραγωγής έντυπου υλικού, η ελευθερία κυκλοφορίας ή διανομής του έντυπου υλικού και η μη δυνατότητα κατάσχεσης, παρά μονάχα στις περιπτώσεις τις οποίες περιοριστικά αναφέρει ο νόμος.

Επομένως, το άρθρο 15, έχει την έννοια ότι δεν απαγορεύεται, μάλλον η λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού, δηλαδή η δυνατότητα να φτιάξω, να λειτουργήσω τηλεοπτικό σταθμό, δεν έχει την ίδια ελευθερία την οποία επιφυλάσσει ο νόμος σε όποιον θέλει να εκδώσει μία εφημερίδα.

Υπόκειται λοιπόν στον έλεγχο του κράτους, πράγματι, κατά τη διάταξη του 15 παρ.2, κατά την έννοια ότι το κράτος δίνει, χορηγεί τις άδειες, έχει την κυριότητα των συχνοτήτων τις οποίες τις εκμισθώνει προς τους ιδιοκτήτες των ΜΜΕ και έχει μάλιστα τη δυνατότητα μέσω του ΕΣΡ, σύμφωνα και με τη ρύθμιση που ετέθη στην τελευταία συνταγματική αναθεώρηση, να ελέγχει το περιεχόμενο των προγραμμάτων, επιδιώκοντας την εξασφάλιση - γιατί υπάρχει και ο σκοπός της ανεξάρτητης διοικητικής αρχής στη συνταγματική διάταξη – την αντικειμενική και με ίσους όρους μετάδοση πληροφοριών και ειδήσεων, καθώς και των προϊόντων λόγου και τέχνης, την εξασφάλιση της ποιοτικής στάθμισης των προγραμμάτων, καθώς και το σεβασμό της αξίας του ανθρώπου και την προστασία της παιδικής ηλικίας.

Αυτός είναι ο στόχος λοιπόν και αυτή είναι η έκταση του κρατικού ελέγχου επί των ΜΜΕ των τηλεοπτικών και επομένως νομίζω ότι οποιαδήποτε συσχέτισή του προς τη διάταξη του 93 παρ. 2, δεν προκύπτει αό το περιεχόμενο της συνταγματικής διάταξης.

Ένα δεύτερο – και συγνώμη κιόλας που καταχρώμαι, κατά μία έννοια το χρόνο, προκειμένου να θέσω ένα ζήτημα το οποίοι έχει όμως, κατά τη γνώμη μου, μία σημασία, παρότι είναι περισσότερο θεωρητικό:Ας δούμε λίγο, προσπαθώντας να ερμηνεύσουμε τον όρο «δημοσιότητα›, μία δυνατότητα να δούμε μια δυναμική ερμηνεία του όρου αυτού.

Δηλαδή: Η δημοσιότητα της δίκης, όπως σωστά έχει ειπωθεί, έχει τεθεί υπέρ της εγγύησης των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων καταρχήν και εν συνεχεία των υπολοίπων διαδίκων της δίκης, κατά τη γνώμη μου βεβαίως δίνοντας μία προτεραιότητα στο μέρος εκείνο το οποίο κατά τεκμήριο έχει την περισσότερο αδύναμη θέση μέσα στο πλαίσιο της ποινικής δίκης. Δηλαδή των κατηγορουμένων. Υπάρχει όμως – και παίρνω σαν αφορμή και την τοποθέτηση του συναδέλφου μου, του κ. Βλάχου, ότι η δημοσιότητα της δίκης, αποτελεί και συμβολή στη νομιμοποίηση της διαδικασίας.

Δηλαδή, είναι μία άποψη η οποία έχει και την τεκμηρίωσή της και στη θεωρία και στη φιλοσοφία του δικαίου και κυρίως στη συστημική θεωρία που θεωρώ ότι είναι σημαντικό προς την ανανέωση της αντίληψής μας για το τί σημαίνει δημοσιότητα και τί σημαίνει νομιμοποίηση μιας διαδικασίας, ότι μέσω της δημοσιότητας, χορηγείται η δυνατότητα να νομιμοποιείται η διαδικασία στους μη άμεσα μετέχοντες.

Θα ήθελα εδώ να παραθέσω ένα τμήμα -επειδή έχω αντιληφθεί ότι υπάρχει μια ευαισθησία του Δικαστηρίου σε σχέση με αυτά τα ζητήματα- πάρα πολύ σύντομα, σε ένα λεπτό, είναι από ένα βιβλίο του Νίκολας Λούμαν, του Γερμανού θεωρητικού της Φιλοσοφίας του Δικαίου, που αναφέρεται στη νομιμοποίηση μέσω διαδικασίας, που λέει τα εξής:

«Δεν θα έπρεπε κανείς παρασυρόμενος από την οργή του, εξαιτίας των ευτελών κινήτρων της επιθυμίας για θέαμα και διασκέδαση, τα οποία καθιστούν την ξένη μοίρα υποκείμενο ατομικής απόλαυσης, να παραγνωρίσει ότι τα κίνητρα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, δεν εξυπηρετούν μονάχα προσωπικούς σκοπούς, αλλά ότι επιπλέον φέρνουν τα χαρακτηριστικά μιας συμβολικά αναγνωριζόμενης συμμετοχής σε πράξεις της ανώτερης εξουσίας και ως εκ τούτου ανήκουν στη διαδικασία νομιμοποίησης ενός κρατικού αποφασίζειν. Η επιρροή των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης μπορεί λοιπόν να χρησιμεύσει συνολικά, ώστε να αποκτήσουν οι ενώπιον των Δικαστηρίων διαδικασίες, δημόσια απήχηση›.

Το θέτω υπόψιν του Δικαστηρίου, στα πλαίσια μιας δυνατότητας να ερμηνεύσουμε δυναμικά ή να νομιμοποιήσουμε μέσω διαδικασίας. Μιας δυναμικής αντίληψης σε σχέση με την έννοια της δημοσιότητας.

κ. ΜΥΛΩΝΑΣ: Πολύ σύντομα, ως δευτερολογία, εφόσον έχει λάβει τον λόγο ο κ. Εισαγγελέας, νομίζω δικαιούμαι και εγώ να μιλήσω.

Ένα θέμα που τίθεται ενώπιόν σας είναι η κήρυξη της αντισυνταγματικότητας του άρθρου 8. Δεν θα αναφερθώ σε αυτό. Υπάρχει ένα συναφές ζήτημα όμως. Μπορούμε να μιλήσουμε για μία σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία του άρθρου 8. Και νομίζω ότι οι ακόλουθες σκέψεις που θα εκθέσουμε στο Δικαστήριό σας, μπορεί να συνιστούν μια μικρή συνεισφορά στον σχηματισμό της δικανικής σας κρίσης.

Νομίζω λοιπόν, ότι βάσει της διαβλημένης θεώρησης της δημοσιότητας κατά άρθρο 93 που αναφέρθηκε κατά κόρον, δεν θα επεκταθώ σε αυτό, μπορεί να γίνει η ακόλουθη, σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία του άρθρου 8, να θεωρηθεί ότι οι δύο λέξεις «η μερική›, δεν συνάδει προς το Σύνταγμα. Δηλαδή να διαβαστεί το άρθρο 8 του Ν.3090 εννοώ, σύμφωνα με το Σύνταγμα, ως εξής: «Η ολική μετάδοση από την τηλεόραση?› κτλ.

Αυτό παρέχει την εξής δυνατότητα στο Δικαστήριό σας. Υπάρχουν κάποια τμήματα της διαδικασίας, ενδεικτικά αναφέρω την αγόρευση του κ. Εισαγγελέα στο τέλος της δίκης ή τις απολογίες των κατηγορουμένων και ιδίως την συζήτηση που θα ακολουθήσει τις επόμενες μέρες, σχετικά με τα γενικότερου ενδιαφέροντος θέματα των ενστάσεων αρμοδιότητας και κάποιων άλλων ενστάσεων.

Θα μείνω σε αυτή την ένσταση της αρμοδιότητας. Είναι δεδομένο ότι θα τεθεί το θέμα του πολιτικού εγκλήματος. Είναι ένα θέμα γενικότερης σημασίας που νομίζω ότι ενδιαφέρει σε πολύ μεγάλο βαθμό την κοινωνία, επιδέχεται έναν νομικό διάλογο και μία νομική αντιπαράθεση απόψεων, αυτή η αντιπαράθεση απόψεων που θα γίνει αρμοδίως ενώπιον του Δικαστηρίου σας έχει, νομίζω, ένα πολύ μεγάλο γενικότερο ενδιαφέρον.

Ας μην ξεχνάμε επίσης, ότι κάθε δίκη, αλλά πολύ περισσότερο αυτή η δίκη που θα διαρκέσει πολύ μεγάλο διάστημα και αφορά μια πολύ σημαντική υπόθεση που αφορά την δημόσια ζωή της Ελλάδας, αυτή λοιπόν η δίκη, έχει και πρέπει να έχει και μια παιδευτική λειτουργία. Το τί γίνεται εδώ μέσα, το τί λέγεται, το πώς αντιμετωπίζουν οι δικαστές τα θέματα, το τί λένε οι κατηγορούμενοι, οι Συνήγοροι Υπερασπίσεως και Πολιτικής Αγωγής και ο τρόπος που το λένε, έχει ένα γενικότερο παιδευτικό ενδιαφέρον, που νομίζω ότι αφορά όλη την Ελλάδα.

Με αυτό το σκεπτικό νομίζω ότι αν υιοθετήσετε μία σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία του άρθρου 8 η οποία συνίσταται στην μη αναγνώριση ισχύος στις δύο λέξεις «η μερική› -εννοείται μετάδοση– μπορείτε να επιτρέψετε τη μετάδοση από την τηλεόραση, αυτών των κομματιών της δίκης που παρουσιάζουν γενικότερο ενδιαφέρον, ενδεικτικά ανέφερα αγόρευση Εισαγγελέα, απολογίες κατηγορουμένων, και ιδίως την τόσο ενδιαφέρουσα συζήτηση για το πολιτικό έγκλημα, και να μην επιτρέψετε την μετάδοση των άλλων ζητημάτων, ιδίως όσον αφορά την κατάθεση της Πολιτικής Αγωγής. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λοιπόν, τελειώσαμε.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δεν έχουν εξαντληθεί τα θέματα κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχουν εξαντληθεί, αλλά φοβάμαι ότι εσείς θα εξαντληθείτε στο τέλος, εμένα δε μ’ ενδιαφέρει.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Εξαντλούμε τα δικαιώματά μας μόνο τα δικονομικά και αφ’ ης στιγμής έχουμε τον τελευταίο λόγο, νομίζουμε ότι δεν αποτελεί περιττή πολυτέλεια κάτι τέτοιο. Υπάρχουν ζητήματα εκκρεμή, είναι ένα θέμα τεράστιας σημασίας, δημοσίου ενδιαφέροντος και νομίζω ότι αξίζει τον κόπο μίας εξαντλητικής διερεύνησης και προβληματικής νομικής.

Έχουν τεθεί λοιπόν ορισμένα θέματα από χθες, ανέκυψαν άλλα ύστερα από τις τοποθετήσεις των συναδέλφων της Πολιτικής Αγωγής, οι οποίες είναι και διισταμένες και νομίζω ότι έχουμε τρία ζητήματα να δούμε από εχθές.

Το ένα είναι το θέμα της συνταγματικότητας του Ν. 3090 έτσι όπως έχει τεθεί, το δεύτερο είναι το θέμα της ερμηνείας του ίδιου νόμου ακόμα και στην περίπτωση κατά την οποία κρίνεται ότι είναι συνταγματικός και το τρίτο το έθεσα εχθές, θα το θέσω και σήμερα, το θέμα δηλαδή της υποχρέωσης του Δικαστηρίου όχι μόνο να επιτρέψει την κάμερα, αλλά να διασφαλίσει την απευθείας μετάδοση της δίκης ως μόνη έκφραση της δημοσιότητάς της.

Ως προς το πρώτο, νομίζω ότι η συζήτηση πραγματικά έχει εξαντληθεί και έχει αναδείξει τα εξής: Η δημοσιότητα της δίκης άπτεται τεσσάρων εννόμων συνταγματικών αγαθών. Το ένα είναι η δημόσια λειτουργία και ο κοινωνικός έλεγχος της δικαστικής εξουσίας, το δεύτερο είναι το δικαίωμα επί της προσωπικότητας των κατηγορουμένων και γενικά των διαδίκων, το τρίτο είναι το δικαίωμα του κοινού στην πληροφόρηση, που αποτελεί έκφραση του δικαιώματος της προσωπικότητας του κάθε πολίτη, το τέταρτο, το δικαίωμα στην ελευθερία του λόγου το οποίο αφορά τον Τύπο.

Όπως είπα κι εχθές, το Σύνταγμα επιβάλλει τη δημοσιότητα χωρίς να τη διακρίνει σε άμεση και έμμεση. Έμμεση είναι η τηλεοπτική δημοσιότητα, άμεση είναι η διά της φυσικής παρουσίας στο ακροατήριο παρακολούθηση της δίκης από οποιονδήποτε το επιθυμεί, δεν εξουσιοδοτεί τον κοινό νομοθέτη να προβαίνει σε περιορισμούς της δημοσιότητας της δίκης, τις εξαρτά μόνο από περιπτώσεις οριακές όπου κάθεται το δικαίωμα της προσωπικότητας και υπάρχουν διατάξεις όπως εκείνες του 329 και του 330, που ορίζουν συζήτηση «κεκλεισμένων των θυρών›.

Κατά συνέπεια, είναι προφανές ότι ο νόμος αυτός και εξαιρώντας το χρόνο στον οποίο δημοσιεύθηκε και τον σκοπό για τον οποίο δημοσιεύθηκε, που αποτελεί μία προφανή και ανεπίτρεπτη παρεμβολή της νομοθετικής εξουσίας στο έργο της δικαστικής, κείται προφανώς εκτός των συνταγματικών ορίων που επιβάλλουν τη δημοσιότητα.

Τίθεται όμως και ένα θέμα ερμηνείας του νόμου ακόμα και στην αντίθετη περίπτωση που κρίνει το Δικαστήριό σας, μετά από τις διιστάμενες απόψεις των διαδίκων της Πολιτικής Αγωγής, το οποίο θέμα ερμηνείας σχετίζεται με το ποια είναι τα αντικειμενικά όρια της έκτασης του δικαιώματος εκάστου των διαδίκων, να δηλώνει ότι συναινεί ή δεν συναινεί με τη ραδιοτηλεοπτική μετάδοση της δίκης.

Εξηγούμαι: Είπαν ορισμένοι από τους διαδίκους, καθ’ α έχουν δικαίωμα σύμφωνα με το νόμο, όπως εν πάση περιπτώσει τον κρίνει κανείς, ότι δεν επιθυμούν την τηλεοπτική κάλυψη. Εδώ έχουμε 150 συνεκδικαζόμενες υποθέσεις. Έχει το δικαίωμα κάποιος διάδικος που ασκώντας το δικαίωμά του, της Πολιτικής Αγωγής, να το επεκτείνει για όλο το φάσμα της δίκης αυτής και για όλες τις υποθέσεις που συνεκδικάζονται; Είναι αυτονόητο αυτό; Εγώ νομίζω ότι δεν είναι.

Υπάρχει και μία διάταξη που μας δίνει ένα φως, ανάλογη της εφαρμογής της, η 330 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας η οποία αναφέρεται στις περιπτώσεις εκείνες που το Δικαστήριο έχει δικαίωμα να διατάσσει τη συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών, όχι κατ’ ανάγκη ολόκληρης της δίκης, αλλά και ενός μέρους της. Θα μπορούσε για παράδειγμα ο διάδικος Χ που παρίσταται ως Πολιτική Αγωγή, να ζητήσει και το Δικαστήριο να δεχθεί ερμηνεύοντας έτσι το νόμο, ότι όταν θα εξετάζεται ο ίδιος, οι μάρτυρες κατηγορίας και ενδεχομένως οι μάρτυρες υπερασπίσεως που αφορούν τη δική του υπόθεση, τότε να μην επιτρέπεται. Όχι σε ολόκληρη τη δίκη.

Διότι τότε δεν θα είχε και νόημα το 330 που λέω για την δίκη κεκλεισμένων των θυρών. Ποιος ο λόγος να πει ο νομοθέτης ότι το Δικαστήριο μπορεί, σε μέρος μόνο της δίκης να κλείσει τις πόρτες και όχι σε ολόκληρη; Και ακόμα, θα ήθελα να πω για την απευθείας μετάδοση. Θα επιμείνω κ. Πρόεδρε, ότι η μόνη πηγή η οποία εξασφαλίζει τη δημοσιότητα της δίκης, δεν είναι απλώς και μόνο η παρουσία της κάμερας στο Δικαστήριο, είναι η απευθείας μετάδοση. Για να κλείσουν τα παράθυρα, πρέπει να ανοίξουν οι πόρτες. Σας είπαν οι συνάδελφοι πριν, ότι από την πρώτη ημέρα της δίκης, έχουμε παρα-δίκες, έχουμε τηλε-δίκες, έχουμε και παρα-πρακτικά από εχθές εδώ πέρα.

Ο Δικηγορικός Σύλλογος –και έκανε πάρα πολύ καλά– εξέδωσε ανακοίνωση-σύσταση προς τους συναδέλφους και της μίας και της άλλης πλευράς να είναι προσεκτικοί στις εμφανίσεις στους στα Μέσα Ενημέρωσης και καλά έκανε και πρέπει να συνεννοηθούμε μεταξύ μας και το απευθύνω προς όλους αυτό, για το πώς πρέπει να φερόμαστε σε αυτά τα πράγμα, αλλά εν πάση περιπτώσει, επιβάλλεται και αυτή η συμμετοχή, όταν είμαστε αναγκασμένοι να αντιμετωπίζουμε διαστρεβλώσεις καθημερινές από την τηλεόραση, διότι απλούστατα, δεν υπάρχει είδηση.

Εδώ έρχομαι να πω τώρα σε κάτι που αναφέρθηκε ο κ. Ραχιώτης πριν, για την πρώτη ημέρα: Αρχηγική εμφάνιση –λέει- Κουφοντίνα. Τί έκανε ο Κουφοντίνας; Σηκώθηκε και είπε ότι «ο στύλος φτάνει μισή ώρα για να πέσει και δε θέλει πέντε μέρες›. Εντάξει, εξέφρασε μία άποψη. Έγινε η γνωστή πλάκα από κει, ωραίο ήταν. Είπατε προηγούμενα ότι ο άνθρωπος ήταν ευγενής. Αυτό που είπατε εσείς, το ξέρει το τηλεθεατής; Δεν το ξέρει. Και να δείτε πώς συνδέεται με το υπερασπιστικό δικαίωμα το δικό μου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ, προσέξτε, είπα ότι ήταν ευγενής στη συμπεριφορά του εδώ. Τώρα, αν αυτά που είπε προσβάλλουν το Δικαστήριο ή όχι, αυτό δεν το είπα εγώ. Αυτό ας το κρίνει, όποιος το διαβάσει. Αλίμονό μου δηλαδή εάν κάθομαι εγώ να πω «Α! Ο κατηγορούμενος ξέρεις, προσβάλλει εμένα›. Αλίμονο.

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Ευχαριστώ που έρχεστε στα λόγια μου. Για να το κρίνει, πρέπει να το γνωρίζει.

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ: (εκτός μικροφώνου)

Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Δεν την ακούει κανείς κ. Πρόεδρε τη δήλωσή σας. Έχουμε ολόκληρο δελτίο ειδήσεων σε όλα τα κανάλια, με τον υπότιτλο «αρχηγική εμφάνιση Κουφοντίνα›. Και θα σας πω γιατί με ενδιαφέρει, εγώ δεν είμαι δικηγόρος του Κουφοντίνα, είμαι δικηγόρος του Τζωρτζάτου.

Αλλά όταν μου λέει ο Τζωρτζάτος εχθές και σήμερα ότι «ξέρετε, κ. Παπαδάκη, θέλω κι εγώ να πω τη γνώμη μου στο Δικαστήριο για την τηλεοπτική μετάδοση›, αναγκάζομαι και του λέω κ. Πρόεδρε, «κάτσε κάτω Βασίλη, γιατί θα σε βγάλουν κι εσένα για αρχηγική εμφάνιση αν τολμήσεις και ανοίξεις το στόμα σου εδώ›. Και αυτό, να μου επιτραπεί να πω ότι αποτελεί σαφέστατο περιορισμό του υπερασπιστικού του δικαιώματος, ο οποίος, δυστυχώς, αναγκάζεται να γίνεται τη εισηγήσει εμού, που είμαι ο συνήγορός του.

Αυτές λοιπόν οι στρεβλώσεις, οι οποίες παράγονται από αυτόν τον τρόπο διαχείρισης του οπτικοακουστικού υλικού που συλλέγεται και των δημοσιογραφικών πληροφοριών που συλλέγονται, που δεν αφήνουν ούτε μία διάταξη του Κώδικα Δεοντολογίας του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης απαραβίαστη, νομίζω ότι με έναν και μόνο τρόπο μπορούν και πρέπει να αντιμετωπιστούν.

Έχετε τη θεσμική δυνατότητα, υπάρχει η ανεξάρτητη αρχή του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης έχει διατάξεις, έχει δικαίωμα, έχει δυνατότητες να επιβάλλει την τήρηση των κανόνων δεοντολογίας και να επεμβαίνει και στο περιεχόμενο αυτών των ειδησεογραφικών εκπομπών. Εξέθεσα λοιπόν εχθές το αίτημα να κληθεί εδώ ο Πρόεδρός του, ο κ. Λασκαρίδης, για να παράσχει τις απαραίτητες διευκρινίσεις και να δρομολογηθεί η δίκη, έτσι ώστε να υπάρξει απευθείας μετάδοσή της.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει κ. Συνήγορε, τώρα να φέρω και τον Λασκαρίδη εδώ πέρα, τον άνθρωπο. Ακούστε να δείτε: Εγώ άκουσα πάρα πολλά όπως φυσικά και οι συνάδελφοί μου, που έχουν το βάρος της απόφασης. Αυτά πρέπει να τα κωδικοποιήσουμε στο μυαλό μας, να τα σκεφθούμε, διότι δεν είναι εύκολη η απάντηση, το ναι ή το όχι, ή το ενδιάμεσο. Δε νομίζω ότι είμαστε αυτή τη στιγμή έτοιμοι, για να κάνουμε διάσκεψη, διότι αντιλαμβάνεστε, πρέπει να τα σκεφθούμε πάρα πολύ.

Εγώ έχω σημειώσει αυτά τα οποία έχουν κάποια νομική σημασία βέβαια, τα επιχειρήματα τα οποία είναι επιχειρήματα, διότι χωρίζεται, όπως ξέρετε και από τον Αριστοτέλη, το επιχείρημα από τη ρητορεία. ¶λλο η ρητορεία, άλλο το επιχείρημα. Λοιπόν, τα επιχειρήματα πρέπει να τα εξετάσουμε ένα προς ένα και να το δούμε, πού θα καταλήξουμε.

Όμως, μπορούμε αυτή τη στιγμή, αυτή την ώρα που έχουμε, να συνεχίσουμε με αυτή την «κακή› σύνθεση του Δικαστηρίου, η οποία θα συνεχιστεί και αύριο βέβαια. Εμείς θα σκεφτούμε το απόγευμα όλα αυτά τα πράγματα, δεν παθαίνουμε τίποτα, να προχωρήσει λίγο η διαδικασία. Ο σκοπός είναι να προχωρούμε κιόλας λίγο. Το τί θα πούμε, θα το πούμε αύριο. Εγώ δεν είμαι έτοιμος, τουλάχιστον, να δώσω ψήφο. Και δεν μπορώ να διεκδικήσω και απ’ τους συναδέλφους μου μια τέτοια υποχρέωση, να τους πω «τώρα τί λέτε, να επιτρέψουμε ή να μην επιτρέψουμε;›

Εδώ είναι πάρα πολλά επιχειρήματα, με σοβαρότητα μεγάλη και με αναλυτικότητα, τα οποία πρέπει να σταθμιστούν. Αλίμονο αν ο δικαστής σε δύσκολα ζητήματα, χτύπαγε μονοκοντυλιά, ή απ’ την τελευταία εντύπωση. Γι’ αυτό τα έγραψα όλα σε δύο φύλλα, λεπτομερώς, τί έχει πει ο καθένας, για να τα εκτιμήσουμε.

Τελειώσαμε. Ο κ. Σερίφης κάτι θέλει να πει.

Ι. ΣΕΡΙΦΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, επειδή με αφορά κι εμένα, γιατί είμαι ένας από τους συγκατηγορούμενους ο οποίος ήμουν θετικός, υπέρ της τηλεόρασης, και επειδή ακούγονται διάφορα, ότι οι κατηγορούμενοι και όσον με αφορά το κάνουν, διότι βοηθά αυτούς αυτή η προβολή, σας δηλώνω προσωπικά ότι δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου αν θα μπει ή δεν θα μπει η τηλεόραση, και το κάνω αυτό διότι δεν με ενδιαφέρει η προσωπική μου προβολή.

Δεν έχω σκοπό να ιδρύσω ή να μπω σε κάποιο επαγγελματικό Κόμμα ή να ιδρύσω κάποιο δικό μου. Είμαι πάρα πολύ ευχαριστημένος που ανήκω στο Αντιεξουσιαστικό Κίνημα.

Δεύτερον, εμείς, ο χώρος μας γνωρίζει πολύ καλά ότι η πληροφόρηση ανήκει στα χέρια των εμπόρων της πληροφόρησης και δεν περιμένουμε τίποτε. Λόγω αρχής όμως, δεν μπορούμε να αρνηθούμε να υπάρχουν τα Μέσα εδώ πέρα, λόγω αρχής και μόνο το λέμε αυτό το πράγμα και όχι για προσωπικό και καιροσκοπικό, όπως άφησαν να εννοηθεί οι κύριοι Εισαγγελείς, όταν λένε, ότι ενώ οι κατηγορούμενοι δεν δέχθηκαν να τους φωτογραφίσουν στο κλουβί, αλλά την τηλεόραση την θέλουν.

Δεν την θέλουμε κύριοι Εισαγγελείς την τηλεόραση γι’ αυτό. Και σας πληροφορώ, το είπατε και εσείς, αλλά δεν δώσατε μεγάλη σημασία, χθες το βράδυ είχε κανάλι φωτογραφίες από εδώ. Και εγώ σας ρωτώ; Τι θα γίνει δηλαδή εάν εσείς το απαγορεύσετε; Θα μας πουλάνε, κομμάτι – κομμάτι, σε οποιοδήποτε κανάλι δίνει περισσότερα χρήματα; Και αυτοί έμποροι είναι. Αυτό θα γίνει;

Και ένα τελευταίο ζήτημα κύριε Εισαγγελέα, εγώ προσωπικά έχω στο σπίτι μου οκτώ μήνες, δυο – τρεις κλούβες τηλεοράσεων από κάτω. Τρεις κλούβες, οκτώ μήνες. Δεν έχω κλούβες αστυνομίας. Έχω κλούβες των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Κανένας Εισαγγελέας, καμία αρχή προσωπικών δεδομένων, δεν ενδιαφέρθηκε αυτεπάγγελτα να κάνει κάτι, δηλαδή το λέω αυτό, επειδή λέτε ότι όλα τα κάνετε για την προστασία μας, δεν είδαμε καμία προστασία. Ας σταματήσει ότι τα κάνετε για την προστασία μας, απλά όποτε καταλαβαίνω, δεν με ενδιαφέρουν τα νομικά και δεν κάνω νομικά, αλλά απ’ ότι καταλαβαίνω και γι’ αυτούς τους αριθμούς των νόμων που μιλάτε εδώ πέρα ότι ο νόμος λέει τούτο, εκείνο, πολύ λάστιχο είναι κύριε Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Σερίφη, εμάς μας ενδιαφέρει τι γίνεται εδώ μέσα, τώρα οι κλούβες κλπ, οι νόμοι έτσι τους λένε, για λάστιχα τους λένε πολλοί και αν είναι νόμοι έχουν μόνο ένα παράθυρο, ή έχουν γύρω – γύρω παραθυράκια, τι να σας πω.

Ι. ΣΕΡΙΦΗΣ: Εμένα με ενδιαφέρει προσωπικά, ότι δεν διεκδικώ τίποτα για να με προβάλει κανείς.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με λίγα λόγια η θέση σας είναι, δεν σας ενδιαφέρει.

Ι.ΣΕΡΙΦΗΣ: Να είναι λόγω αρχής και μόνο, δεν έχω κανένα συμφέρον, τίποτα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος είχε θέσει το θέμα της κακής σύνθεσης του Δικαστηρίου; Να αρχίσουμε έτσι καμιά ώρα και συνεχίζουμε. Ας πει ο κ. συνήγορος ο πρώτος που το έθεσε. Ελάτε σας παρακαλώ. Τις βούλεται αγορεύειν; Ποιος θέλει να τα πει πρώτος; Ορίστε ο νεαρός κύριος συνήγορος, που μιλάει και για ΕΣΔΑ κλπ, να μας τα θέσει έτσι λίγο γενικά. Ελάτε παρακαλώ, ποιος θέλει να μας τα πει έτσι σαν βασικό πυρήνα; Ο συνήγορος του κ. Κουφοντίνα, ελάτε.

Ακούστε, η δίκη αυτή δεν είναι ούτε ευθύγραμμη, ούτε μονοδρομική. Να το ξέρετε, ότι πρέπει να έχετε την δέουσα ευκινησία να προχωράτε από το ένα θέμα στο άλλο, για να προωθείται κατά κάποιο τρόπο.

κ.ΒΛΑΧΟΣ: Όχι δεν είμαι έτοιμος κύριε Πρόεδρε, αλλά δεν έχει σημασία, όλοι μας είμαστε πάρα πολύ κουρασμένοι. Προσφέρομαι και το δηλώνω για να διευκολύνω τους συναδέλφους ενδιαμέσως και τους καλώ να ετοιμάσουν έτσι λίγο πιο συγκροτημένα την τοποθέτησή τους.

Θα μπει το θέμα της αναρμοδιότητας, θα μπει η ένσταση της κακής σύνθεσης του Δικαστηρίου. Η ένσταση αναρμοδιότητας δεν θα μπει αυτή τη στιγμή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Οικονομίδης ο οποίος ήρθε?..

κ.ΒΛΑΧΟΣ: Επειδή λοιπόν παρίσταται ο συνάδελφος, ο οποίος έχει θέσει ο ίδιος πρώτος την ένσταση της κακής σύνθεσης του Δικαστηρίου, εγώ παραχωρώ?

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η κακή σύνθεση του Δικαστηρίου, να αναπτυχθεί σήμερα από σας κάπως ευρύτερα, απ’ ότι το είχατε πει προχθές και να συνεχίσουμε αύριο, γιατί εμείς δεν μπορούμε να αποφασίσουμε σε τούτο εδώ το ζήτημα. Αιωρείται το θέμα αυτό, δεν μπορούμε να το αφήσουμε.