Όσο και αν δε μας αρέσει, οι θερμοκρασίες του καλοκαιριού τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας έχουν καταστήσει το κλιματιστικό σχεδόν απαραίτητο «αξεσουάρ» για κάθε σπίτι. Ωστόσο η επιλογή του κατάλληλου μηχανήματος για το χώρο μας πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή.
Όσο και αν δε μας αρέσει, οι θερμοκρασίες του καλοκαιριού τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας έχουν καταστήσει το κλιματιστικό σχεδόν απαραίτητο «αξεσουάρ» για κάθε σπίτι. Ωστόσο η επιλογή του κατάλληλου μηχανήματος για το χώρο μας πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή, δίνοντας σημασία κυρίως στα ακόλουθα βασικά χαρακτηριστικά:
1. Ο τύπος του κλιματιστικού
Σε γενικές γραμμές τα συστήματα κλιματισμού μπορεί να είναι κεντρικά, ημικεντρικά, πολυδιαιρούμενου τύπου, φορητά κ.α., όμως τη συντριπτική πλειοψηφία στις συμβατικές εφαρμογές κατοικιών κατέχουν τα επονομαζόμενα μηχανήματα διαιρούμενου τύπου (split), αποτελούμενα από μια εσωτερική μονάδα (εντός του χώρου που ψύχεται) και μια εξωτερική (τοποθετείται εξωτερικά και αποβάλλει τον ζεστό αέρα). Ανάλογα με τον τύπο και τη θέση της εσωτερικής μονάδας διακρίνουμε μονάδες φορητές, τοίχου, οροφής, δαπέδου, κασέτες, καναλάτα, ντουλάπες, καθεμιά με τις δικές της προδιαγραφές και πλεονεκτήματα/μειονεκτήματα για την εκάστοτε εφαρμογή. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνουμε στη σωστή επιλογή της θέσης της εσωτερικής μονάδας, ανάλογα με τη διαμόρφωση και τη χρήση του εκάστοτε χώρου, καθώς μια λανθασμένη επιλογή θέσης μπορεί ακόμη και να «αχρηστεύσει» την ύπαρξη του μηχανήματος.
2. Η ισχύς
Η ισχύς των κλιματιστικών μηχανημάτων ως επί το πλείστον δίνεται από τους κατασκευαστές σε BTU/h (British Thermal Unit per hour ), μονάδα που δηλώνει το ποσό της θερμότητας που είτε μπορεί να απορροφήσει ανά ώρα η μονάδα σε λειτουργία ψύξης από το περιβάλλον, είτε να προσδώσει σε λειτουργία θέρμανσης. Η ισχύς των συμβατικών split μηχανημάτων συνήθως κυμαίνεται από 7000 έως και 24000 BTU/h. Για να κάνουμε σωστή επιλογή του μεγέθους του κλιματιστικού πρέπει να γνωρίζουμε επακριβώς τις ανάγκες του χώρου μας (ψυκτικά φορτία), καθώς ένα μηχάνημα μεγαλύτερο ή μικρότερο από τις ανάγκες μας θα είχε ως αποτέλεσμα κακή απόδοση και μεγαλύτερη κατανάλωση ενέργειας. Τα ψυκτικά φορτία ενός χώρου εξαρτώνται από διάφορους παράγοντες, όπως το μέγεθος του χώρου, τόσο η επιφάνεια όσο και το ύψος του, το είδος της κατασκευής του κτηρίου, την ποιότητα των κουφωμάτων και της τοιχοποιίας, την ύπαρξη μόνωσης, τον όροφο και τον προσανατολισμό του χώρου, το πλήθος των ανθρώπων που κινούνται στο χώρο, την ύπαρξη ηλεκτρικών συσκευών κ.α.
Ο ακριβής υπολογισμός των φορτίων πρέπει να είναι αποτέλεσμα μελέτης από εξειδικευμένο Μηχανολόγο Μηχανικό, στις συμβατικές εφαρμογές κατοικιών όμως μπορεί να γίνει μια επαρκής εκτίμηση της απαιτούμενης ισχύος του μηχανήματος με βάσει την επιφάνεια του χώρου, χωρίς φυσικά ο κανόνας αυτός να είναι απόλυτος.
3. Ενεργειακή κλάση και βαθμός απόδοσης
Δεδομένου ότι το κλιματιστικό είναι μια συσκευή που θα αργήσουμε να αντικαταστήσουμε, καλό είναι να εξετάσουμε εκτός από το κόστος αγοράς και το κόστος λειτουργίας της, δηλαδή την αναμενόμενη κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Το πόσο ενεργοβόρα είναι μια τέτοια συσκευή υποδηλώνεται από την ενεργειακή της κλάση, η οποία υποχρεωτικά αναγράφεται σε σημείο εμφανές πάνω στο μηχάνημα. Η κλίμακα ενεργειακής κλάσης διαθέτει 7 σκάλες (Α-G), όπου G η χειρότερη. Όσο καλύτερη η ενεργειακή κλάση, τόσο “τσιμπάει” και λίγο η τιμή του κλιματιστικού αλλά και τόσο πιο μεγάλη η οικονομία σε ρεύμα που εξασφαλίζει.
Ένας άλλος τρόπος να συγκρίνουμε την κατανάλωση ενέργειας στις διαφορετικές κλιματιστικές μονάδες είναι ο συντελεστής απόδοσης (EER για τη ψύξη / COP για τη θέρμανση), αριθμός που προκύπτει εάν διαιρέσουμε την ενέργεια που μας «δίνει» η κλιματιστική μονάδα με την ενέργεια που καταναλώνει σε ηλεκτρικό ρεύμα. Όσο πιο μεγάλος είναι ο συντελεστής αυτός, τόσο πιο οικονομική είναι η λειτουργία ενός κλιματιστικού και άρα τόσο λιγότερο ρεύμα χρειάζεται να καταναλώσει, ώστε να επιτύχει την επιθυμητή θερμοκρασία στο χώρο μας.
Η αντιστοιχία μεταξύ συντελεστή απόδοσης και ενεργειακής κλάσης φαίνονται στον παρακάτω πίνακα:
4. Τεχνολογία on/off και inverter
Ενώ τα συμβατικά κλιματιστικά λειτουργούν πάντα με σταθερό ρυθμό είτε παύουν τελείως τη λειτουργία τους (έτσι και η ονομασία on/off), τα κλιματιστικά με τεχνολογία inverter μεταβάλλουν το ρυθμό λειτουργίας τους ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο χώρο.
Ένα συμβατικό κλιματιστικό θα ξεκινήσει τη σταθερή λειτουργία του έως ότου δημιουργήσει τις επιθυμητές συνθήκες στο χώρο, οπότε παύει να λειτουργεί. Όταν πλέον οι θερμοκρασιακές συνθήκες του χώρου αποκλίνουν αρκετά από τις επιθυμητές (η απόκλιση έχει γίνει αισθητή), τότε επαναλειτουργούν στον αρχικό σταθερό ρυθμό. Τα συμβατικά κλιματιστικά έχουν τη δυνατότητα μόνο να αυξομειώνουν την ένταση του αέρα που δίνουν στο χώρο, το κύκλωμα ψύξης τους όμως είτε λειτουργεί είτε δεν λειτουργεί.
Αντίθετα στα μηχανήματα με τεχνολογία inverter, το κύκλωμα ψύξης και πιο συγκεκριμένα ο συμπιεστής, έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί και σε ενδιάμεσα στάδια, ψύχοντας ή θερμαίνοντας τον αέρα μόνο όσο χρειάζεται ανάλογα με τις επιθυμητές συνθήκες στο χώρο. Όταν οι συνθήκες του κλιματιζόμενου χώρου είναι πολύ μακριά από τις επιθυμητές το κλιματιστικό λειτουργεί με τη μέγιστη ισχύ, όσο όμως οι συνθήκες πλησιάζουν στις επιθυμητές το κύκλωμα χαμηλώνει με ακρίβεια την ισχύ λειτουργίας του για τη διατήρηση της επιθυμητής θερμοκρασίας, γεγονός που έχει αποδειχτεί πολύ πιο αποδοτικό από την απότομη εκκίνηση του κινητήρα ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Σαν αποτέλεσμα η λειτουργία των κλιματιστικών inverter μπορεί να εξασφαλίσει οικονομία 30-40% στην κατανάλωση ρεύματος σε σχέση με τα συμβατικά μηχανήματα, πράγμα που μεταφράζεται και σε σημαντικό περιβαλλοντικό όφελος.
Ακόμη η σταθερή και ακριβής απόδοση ενός κλιματιστικού inverter, εκτός από την ταχύτερη επίτευξη των επιθυμητών συνθηκών στο χώρο, εξασφαλίζουν και τη διατήρησή τους χωρίς ενοχλητικές διακυμάνσεις, ενώ η λειτουργία του μηχανήματος σε ενδιάμεσες στάθμες εξασφαλίζει χαμηλότερες στάθμες θορύβου. Το τίμημα φυσικά είναι το μεγαλύτερο κόστος αγοράς, περίπου κατά 30% σε σχέση με τα συμβατικά μηχανήματα.
5. Θόρυβος
Ο θόρυβος του ανεμιστήρα στην εσωτερική μονάδα είναι κάτι που δε μπορούμε να αποφύγουμε σε κανένα κλιματιστικό μηχάνημα, η στάθμη του όμως ποικίλλει στους διάφορους κατασκευαστές και μοντέλα. Καλό είναι, αν είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε κάτι παραπάνω, να επιλέξουμε ένα μηχάνημα με χαμηλές στάθμες θορύβου στις διάφορες ταχύτητες, συγκρίνοντας τα ντεσιμπέλ (db) θορύβου τους, που στην εσωτερική μονάδα συνήθως κυμαίνονται από 20-33 dB.
Τα κλιματιστικά με τεχνολογία inverter έχουν κατά κανόνα πιο χαμηλό θόρυβο ενώ σημαντικό ρόλο μπορεί να παίξει και η σωστή τοποθέτηση, ώστε να αποφευχθούν επιπλέον θόρυβοι ή κραδασμοί. Τέλος, αν η επιλογή μας ήταν ένα «θορυβώδες» μηχάνημα, όλες οι μονάδες διαθέτουν λειτουργία χαμηλής ταχύτητας, που μειώνει αισθητά το θόρυβο κατά τη λειτουργία τους.
6. Λοιπά στοιχεία
Τέλος σημαντικό ρόλο στην επιλογή αγοράς ενός κλιματιστικού θα έπρεπε να παίζουν και παράγοντες όπως ο χρόνος εγγύησης που δίνεται από τον κατασκευαστή, η ποιότητα τεχνικής υποστήριξης από την εταιρία, η ποιότητα κατασκευής των φίλτρων. Σαν γενικό συμπέρασμα: σε περιπτώσεις που ένα κλιματιστικό προορίζεται για χρήση σύντομη και περιστασιακή, όπως π.χ. σε κρεβατοκάμαρα, η επιλογή του θα μπορούσε να είναι ένα συμβατικό μηχάνημα καλής πάντα ενεργειακής κλάσης Α ή A+, το οποίο θα κόστιζε περί τα 350-400 ευρώ (για 9000Btu/h), ενώ με τα αντίστοιχα χαρακτηριστικά σε μηχάνημα inverter η τιμή μπορεί να διπλασιαστεί.
Στις περιπτώσεις που το μηχάνημα καλείται να καλύψει μεγάλους χώρους για αρκετές ώρες λειτουργίας, συμφέρει φυσικά η τοποθέτηση ενός inverter μηχανήματος, ίσως και επώνυμου, πάντα με καλή ενεργειακή κλάση, που θα κοστίσει παραπάνω το επιπλέον όμως κόστος θα αποσβεστεί με την αρκετά μεγαλύτερη οικονομία στο ρεύμα.
VK Μηχανολόγοι Μηχανικοί
Σχεδιασμός - Εγκαταστάσεις – Ενεργειακές λύσεις