Πολιτική
Πέμπτη, 13 Μαρτίου 2003 21:03

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (13/3/2003) Μέρος 3/9

Αν δηλαδή ο θάνατος λόγου χάρη μεγάλου αριθμού πολιτών, άσχετων με την πολιτική εξουσία είναι το αποτέλεσμα μιας τρομοκρατικής ενέργειας με διακηρυγμένο υπονοούμενο πολιτικό στόχο, δεν θα πρόκειται ασφαλώς για πολιτικό έγκλημα, γιατί τα έννομα αγαθά που προσβλήθηκαν με την πράξη, δεν στηρίζουν την πολιτική εξουσία και συνεπώς αντικειμενικά δεν υπάρχει ο όρος μεταβολής του πολιτικού status, ενώ και το αποτέλεσμα της κατατρομοκράτησης του πληθυσμού, υπερακοντίζει στη συγκεκριμένη περίπτωση εκείνο της αποσταθεροποίησης και πολύ περισσότερο της καταστροφής της δεδομένης πολιτικής και συνταγματικής τάξης.

Δεν αρκεί για τον χαρακτηρισμό μιας αξιόποινης ενέργειας ως πολιτικού εγκλήματος, να στρέφει το αντικειμενικό στοιχείο της αλλοίωσης ή καταστροφής του πολιτικού status ή και το υποκειμενικό στοιχείο του πολιτικού σκεπτικού του δράστη της συγκεκριμένης πράξης.

Πρέπει το μεν αντικειμενικό στοιχείο να μην υπερφανατίζεται από μία μεγαλύτερης έκτασης κοινωνική βλάβη, το δε υποκειμενικό των προθέσεων να μην ακυρώνεται από μια άστοχη ή υπεράστοχη ενέργεια που δεν μπορεί πια να δικαιολογήσει. Η γνωστή σχέση του υπερακοντισμού των πράξεων εν σχέσει με τους σκοπούς και εν σχέσει με το αποτέλεσμα.

Επίσης θα ήθελα πριν έρθω στο θέμα το οποίο δι’ ολίγων θα αναπτύξω, εάν ήταν ευγενή ή όχι τα κίνητρα. Γιατί εδώ γίνεται πολύ λόγος, για κάτι όμως το οποίο νομίζω ότι δεν είναι οπωσδήποτε της παρούσης. Πρώτα θα κριθούν, εάν κηρύξετε το Δικαστήριό σας αρμόδιο, αν είναι ένοχοι ή όχι και μετά θα έρθουμε στα αίτια –αν κριθούν ένοχοι- από τα οποία ορμήθηκαν, σύμφωνα με την πεμπτουσία της φιλοσοφίας του ποινικού μας συστήματος και πάντοτε στα πλαίσια του άρθρου 79 του Ποινικού μας Κώδικα.

Αλλά επειδή όμως έγινε πολύς θόρυβος για τα πολιτικά κίνητρα και επειδή έγινε πολύς λόγος για τον τρόπο που ενεργούσαν, τους στόχους στους οποίους απέβλεπαν, θα ήθελα μόνο να τονίσω αξιότιμοι κύριοι Δικαστές και τα εξής:

Νομίζω ότι δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής μας, προσπαθώντας όλοι μας σε αυτή τη γόνιμη εδώ συζήτηση που γίνεται, που δεν είναι ασφαλώς ούτε κάποιο σπουδαστήριο ποινικών επιστημών, ούτε κάποια διημερίδα, είναι όμως κάποια ανταλλαγή απόψεων, οι οποίες υποβάλλονται με τη φιλοδοξία ότι μπορούν να συμβάλλουν, αξιότιμοι κ. σπουδαστές, στην έκδοση μιας σύμφωνη με τα πράγματα απόφασης. Να είναι δηλαδή «νους άνευ ορέξεως› όπως θα έλεγε και ο Αριστοτέλης.

Έτσι ακούσαμε τη διάκριση σε επιτιθέμενη και αμυνόμενη Αριστερά, που αποσκοπούσε στην επιβολή συστήματος άμεσης δημοκρατίας με αυτοδιαχειριζόμενο σοσιαλισμό. Τα θύματα ήσαν παράπλευρες απώλειες. Ο κυνηγημένος που αποφασίζει να γίνει κυνηγός. Θα έλεγα κυνηγός κεφαλών. Είναι μια απελπισμένη προσπάθεια για να βρουν ένα αριστερό άλλοθι.

Υπογραμμίζω τις εξής επισημάνσεις: για μία ακόμη φορά γίνεται ανίερη επιχείρηση για να ντύσουν με πολιτικό μανδύα αυτή την δίκη. Πολιτική δίκη ήταν στα πρώτα βήματα της σταδιοδρομίας μου στο 1959 στο Στρατοδικείο π.χ. η δίκη του Μανόλη Γλέζου.

Πολιτική δίκη ήταν η δίκη για τον δήθεν «Ασπίδα› με δύο πλευρές. Ο «Ασπίδα› εντός της χώρας και ο «Ασπίδα› εις την Κύπρο με αρχηγό δήθεν τον Ανδρέα Παπανδρέου και στον έναν και στο άλλον, αλλά στρατιωτικό αρχηγό τον Γεωργιάδη. Πολιτικές ήταν οι δίκες, οι οποίες επακολούθησαν μετά την μεταπολίτευση.

Σ’ αυτόν τον χώρο, είχαμε την τιμή, αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, να λάβουμε μέρος και ως Πολιτική Αγωγή που αποβλήθηκε στη δίκη κατά των προταιτίων, αλλά και ιδιαιτέρως στη μεγάλη εκείνη δίκη της σφαγής του Πολυτεχνείου. Ή, εναντίον των βασανιστών της Χωροφυλακής που εγίνετο σ’ αυτή την αίθουσα και της Αστυνομίας Πόλεων που εγίνετο και τρέχαμε στην άλλη αίθουσα του Ρουφ και κάποιοι άλλοι που δικάζονταν στην Εύβοια, στην Χαλκίδα.

Για μια ακόμη φορά επιχειρείται να μπουν στο ίδιο τσουβάλι η Αριστερά και η τρομοκρατική Οργάνωση 17Ν. Γίνεται εκ των υστέρων μια αναζήτηση κοινής ιστορικής αγωνιστικής καταγωγής ή ιδεολογικής δήθεν συγγένειας.

Πρόκειται νομίζω -η γνώμη μου είναι αυτή και μπορεί να πλανώμαι- για μια καινοφανή απόπειρα που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο. Όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά ίσως σ’ ολόκληρο τον πλανήτη. Κατασκεύασαν την Αριστερά που αμύνεται και την διαχώρισαν από την Αριστερά που επιτίθεται.

Επίσης πρόκειται για μια κατασυκοφάντηση της Αριστεράς, γιατί είναι ξένη αυτή η άποψη στην ιστορική παράδοση της ευρύτερης Αριστεράς στην Ελλάδα. Όχι μόνο γιατί τα Κόμματα, οι διάφορες Οργανώσεις και οι κοινωνικοί φορείς της Αριστεράς ήσαν τελείως αντίθετα για λόγους αρχής με την ατομική τρομοκρατία, αλλά και για ένα άλλο καίριας σημασίας θέμα.

Γιατί όλοι οι αγώνες των τελευταίων μετά την μεταπολίτευση δεκαετιών και θα έλεγα -γιατί όχι- και οι αγώνες πριν την ξενοκίνητη φασιστική δικτατορία της 21ης Απρίλη του 1967 π.χ. με την ΕΔΑ για την εδραίωση του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, για τη διεύρυνση και εμβάθυνση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, ακριβώς αυτά τα συστατικά στοιχεία του δημοκρατικού μας πολιτεύματος, προσπάθησαν και με τις προκηρύξεις τους, αλλά κυρίως με τις πράξεις τους, οι παρόντες κατηγορούμενοι να ποδοπατήσουν.

Στο σημείο αυτό απλώς ενδεικτικά θα ήθελα από αυτές τις προκηρύξεις, δεν θα σας απασχολήσω πολύ, να αναφέρω μόνον τα εξής, για να δούμε αν πράγματι επρόκειτο για δευτερεύουσες πράξεις, οι οποίες όπως είπαν υποστήριζαν τον καίριας σημασίας σκοπό, την ανατροπή του καθεστώτος, την αντίσταση κατά της αμερικανοκρατίας κ.ο.κ.

Στη σελίδα 147, όταν γίνεται ο απολογισμός, ο κατάλογος ενεργειών λαϊκής επαναστατικής βίας, υπάρχουν -λέει η προκήρυξη- πολλές που γίνονται μετά από συστηματική μελέτη και μάζεμα πληροφοριών, αυτοκίνητα απαλλοτριωμένα. Είναι και η περίφημος αυτή απαλλοτρίωση την οποίαν υπέστησαν και τα ΕΛΤΑ, τόσο στη μία ληστεία όσο και εις την άλλη ληστεία, η οποία μάλιστα συνδυάστηκε όπως σας ανέπτυξε και με απόπειρα ανθρωποκτονίας εναντίον αυτού του εχθρού του λαού, αυτός ο δυστυχής ο Ξηντάρας, ο μεροκαματιάρης ο αστυφύλακας που αγωνίζεται για το μεροκάματο του τρόμου, τι ήταν αυτός; Ήταν ο εχθρός του λαού, γιατί διαφυγείτο κυρίως ο οπλισμός για τυχόν σύγκρουση με τις δυνάμεις καταστολής.

Μου κάνει εντύπωση αξιότιμοι κ. Δικαστές στον κατάλογο ενεργειών 74, 75 και 76, έκρηξη στο Πρωτοδικείο της Σάντα Ρόζα, εκεί που είναι ένας χώρος που τόσοι άνθρωποι κάθε μέρα συγκεντρώνονται, 20.7.75, εμπρηστικές βόμβες στην είσοδο της πλαζ του ΕΟΤ στη Βούλα και στην είσοδο της πλαζ του ΕΟΤ στη Βουλιαγμένη. Αυτοί εκεί ήσαν οι μαχαραγιάδες που πήγαιναν να κάνουν το μπάνιο τους ή ήταν ο λαός, όπως στον λαό ανήκαν τα χρήματα των ΕΛΤΑ.

(Διαλογικές συζητήσεις)

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Παρακαλώ, διαβάζω καλά και σας παρακαλώ όπως εγώ σας σέβομαι, μη με διακόπτετε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Υπάρχει μέσα σε προκήρυξη που παραδέχονται ότι τα έκαναν; Γιατί δεν είναι μέρος της κατηγορίας αυτά.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Είναι προκηρύξη που υπάρχει μέσα στη δικογραφία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι αριθμό προκήρυξης; Γιατί αυτοί βάζουν κι έναν αριθμό, για να ξέρουμε

Δ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Προκήρυξη 9η. Κατάλογος ενεργειών λαϊκής επαναστατικής βίας, 20 Ιουλίου 1984, στάλθηκε και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ›.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λένε ότι άλλη Οργάνωση τα έκανε και όχι εμείς. Αυτό λένε.

Να μην απομονώνουμε μια παράγραφο και να αποδίδουμε σ’ αυτούς πράγματα τα οποία δεν τα έχουν δεχτεί. Διότι σ’ αυτό το στάδιο δεν δικάζουμε με βάση αποδείξεις όπως ξέρουμε. Αυτά που έχουν παραδεχτεί με τις προκηρύξεις τις οποίες λέει ο κ. Κουφοντίνας «ναι, τις αναγνωρίζουμε αυτές που στείλαμε›. Τα είπε ο άνθρωπος από την αρχή. Αλλά αν δεν γράφει ότι εμείς τα κάναμε αυτά, μη τους βάζουμε. ¶λλη –λέει- Οργάνωση.

Δ. ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Πάντως αξιότιμοι κύριοι Δικαστές διαβάστηκαν αυτές οι προκηρύξεις και από άλλους συναδέλφους. Αναφέρονται όπως είπα και τελειώνω. Ήταν η εντύπωση ότι βόμβες τοποθετήθηκαν και στον Οργανισμό Ύδρευσης της Θεσσαλονίκης.

Αν δεν θέλετε να το λάβουμε υπόψη αυτό, μπορεί κανείς να μου εξηγήσει αυτή η απαλλοτρίωση η οποία έγινε, υπό τις συνθήκες που έγινε στον ΕΛΤΑ, τόσο στις 16 Δεκεμβρίου του 1991, ακριβώς στις παραμονές των Χριστουγέννων, όπου έγινε η αλλοτρίωση, δεν ξέρω αν αυτά τα χρήματα μοιράστηκαν στους φτωχούς ή μετεβλήθησαν σε ό,τι μετεβλήθησαν, αυτοί γνωρίζουν.

Δεν γνωρίζω αξιότιμοι κύριοι Δικαστές και δεν άκουσα αν επίσης το προϊόν της ληστείας που έγινε το 1997 στον Βύρωνα, 95 εκ. τότε, και στο προηγούμενο το 1991 280.300.000 ήσαν -και ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει αυτό- τα ιερά χρήματα του ελληνικού λαού, ήσαν τα χρήματα που κατευθύνονταν εκείνες τις ημέρες για να πληρωθούν οι συντάξεις των φτωχών ανθρώπων, των συνταξιούχων του ΙΚΑ, ή μήπως κι αυτά δεν περιλαμβάνονται στην δραστηριότητα; Εγώ κινούμαι σύμφωνα με τα πλαίσια του κατηγορητηρίου, σύμφωνα με το διατακτικό του βουλεύματος.

Επίσης αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, θα ήθελα μεταξύ των άλλων να αναφερθώ και στα περίφημα αυτά ευγενή δήθεν ελατήρια. Υπάρχει ένα πρόσφατα κυκλοφορήσαν βιβλίο ενός διαπρεπούς νομικού, του Θρασύβουλου Κονταξή, δικηγόρου, διδάκτορος Νομικής, με τον τίτλο «Ο εκ πεποιθήσεως εγκληματίας›. Στο κεφάλαιο αυτό για τα κίνητρα, μόνο σταχυολογώ κ. Πρόεδρε και θα είμαι σύντομος, τονίζει:

«Γιατί να θεωρούνται αλτρουιστικά και όχι εγωιστικά τα κίνητρα του εκ πεποιθήσεως εγκληματία και ταπεινά τα κίνητρα του εγκληματία του κοινού ποινικού δικαίου; Δεν είναι εγωιστικά τα κίνητρα του εκ πεποιθήσεως εγκληματία, π.χ. ο πολιτικός εγκληματίας, τρομοκράτης, αναρχικός, όταν διεκδικεί μια εγκληματική δράση, το αλάθητο των απόψεων του και την επιβολή της θεωρίας του;›

Και περαιτέρω:

«Η επιδίωξη, π.χ. η αλλαγή ενός πολιτικού συστήματος με στόχο την βελτίωση ή την αριστοποίηση των όρων διαβίωσης του λαού δεν έχει ως τελικό σκοπό υλικό συμφέρον;›

Και περαιτέρω:

«Ποια η αξία της ανθρώπινης ζωής; Η μαζική δολοφονία π.χ. με την πρόκληση έκρηξης ή απαγωγές προσώπων ως μέσον πίεσης, δικαιολογούν την απόδοση του χαρακτηρισμού του εκ πεποιθήσεως εγκληματία; Η κατάληξη ακατοίκητων παλιών σπιτιών και ομάδες αστέγων, τα κίνητρα είναι ευγενή, πλην όμως οι πράξεις αυτές δεν διαταράσσουν την ομαλή κοινωνικοοικονομική ζωή μιας πολιτείας και δεν έρχονται σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική την οποία επέλεξαν οι πολίτες με τη ψήφο τους; Εφόσον οι πολίτες έχουν εμπιστευτεί την διαχείριση των πραγμάτων στους εκπροσώπους τους δεν αποτελεί ανήθικη πράξη η αμφισβήτηση της λαϊκής απόφασης;›.

Αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, τελειώνοντας θα ήθελα να υπογραμμίσω όπως είπα και στην αρχή, σε άλλες πολιτικές δίκες, πράγματι πολιτικές, η θέσις και η δράση εκείνων των κατηγορουμένων είχαν ένα ευρύτερο λαϊκό αίσθημα. Αντίθετα η τρομοκρατία στην Ελλάδα ήταν αποκομμένη και αποξενωμένη και υπάρχουν επίσης και δύο περίεργα θα έλεγα διαστήματα απραξίας, νομίζω μεταξύ 1976-1980 και ’80-’85.

Τα κίνητρα των συγκεκριμένων κατηγορουμένων, που η δράση τους προσέβαλε ευθέως όχι μόνον τα θύματα, αλλά και ολόκληρη την κοινωνία, υπήρξαν ταπεινά και χαμερπή. Διέπραξαν φόνους, ή φέρονται ότι διέπραξαν φόνους, ληστείες, κλοπές, πλαστογραφίες κλπ. Δηλαδή ήταν εγκλήματα του κοινού ποινικού δικαίου.

Ας μη λησμονούμε, αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, και σ’ αυτή την αίθουσα και σε άλλες αίθουσες και η χούντα της ξενοκίνητης φασιστικής δικτατορίας στις 21.4.1967 που έθεσε και απώλεσε, προέβαλε ότι τα κίνητρα της ήταν ιδεολογικοπολιτικά και όμως η ελληνική Δικαιοσύνη έκλεισε ερμητικά την πόρτα σε μια τέτοια ερμηνεία. Η ελληνική Δικαιοσύνη ποτέ δεν ανεγνώρισε, αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, στα μέλη και στους συνεργάτες της δικτατορίας της 21ης Απρίλη, δηλαδή στους διάφορους Κουίνσλινγκ της εσωτερικής κατοχής, δεν ανεγνώρισε κίνητρα ευγενή, κίνητρα ιδεολογικοπολιτικά.

Κλείνοντας αυτές τις σκέψεις θέλω να πιστεύω, διότι πράγματι εσείς θα είστε εκείνοι που θα έχετε την τελευταία λέξη και όπως λέγεται και οι κρίνοντες κρίνονται και όσοι όπως ελέχθη προσφυώς δεν κρίνουν σωστά και κατακρίνονται.

Εγώ αξιότιμοι κύριοι Δικαστές πιστεύω ότι ούτε η θέση ότι πρόκειται για νόμο αντισυνταγματικό, ούτε ότι τα κίνητρα αν αυτά ζωγραφίζουν και χαρακτηρίζουν τις πράξεις των κατηγορουμένων. Όπως π.χ. τι κίνητρο μπορούσε να έχει ο οιοσδήποτε φόνος ο οποίος γινόταν; Αυτή η σειρά των φόρων, 23 φόνοι, πως είναι δυνατόν, αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, να χαρακτηριστούν ως πράξη υποστήριξης της ανατροπής του καθεστώτος;

Εγώ, αξιότιμοι κύριοι Δικαστές, σας μεταφέρω -και κλείνω- εκεί, μακριά, εις τα όρια της ζωής και του θανάτου. Εκεί θα αφουγκραστείτε και θα ακούσετε μια φωνή που θα λέει. Θα είναι η φωνή των θυμάτων που θα σας ρωτά «γιατί μας αφήρεσαν αυτό το υπερπολύτιμο αγαθό, το τιμαλφές αγαθό, το αγαθό της ζωής, που έχει άμεσο αξία;

Αλλά και η περιουσία όλων αυτών των ανθρώπων που στερήθηκαν την περιουσία τους, όπως π.χ. τα δύο παραδείγματα των ΕΛΤΑ, δεν ήταν επαναλαμβάνω το ιερό χρήμα του ελληνικού λαού; Δεν ήταν το χρήμα εκείνο το οποίο κατευθύνετο στα πιο κατώτερα οικονομικά στρώματα, στους συνταξιούχους του ΙΚΑ; Σας ευχαριστώ που με ακούσατε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συνεχίζουμε ο κ. Χιρδάρης για το ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟ αν θέλει να πει κάτι, πάντα λίγα είπαμε, αλλά όποιος θέλει μας ακούει φυσικά. Το «πάντα λίγα› εγώ θα το λέω, διότι θέλω να προωθείται η διαδικασία. Εσείς Πολιτική Αγωγή είστε, καταλαβαίνετε το βάρος αυτής της προεδρικής παραίνεσης.

Δ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Κύριε Πρόεδρε, από δικής μας πλευράς δεν θα υπάρξει άλλη περίπτωση, παρά μόνο όταν θα κριθεί αναγκαίο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Ευαγγελάτε, δεν είναι προσωπικό. Ξέρετε την εκτίμησή μου προς τα πρόσωπα όλων των Συνηγόρων.

Δ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Δεν το παίρνω προσωπικά, κάθε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αντιλαμβάνομαι την αγωνία σας για μια ορθή απόφαση και οπωσδήποτε η επιχειρηματολογία εκεί στοχεύει. Το ξέρω αυτό, αλλά απλώς εγώ μιλώ για λίγη συμπύκνωση του νοήματος, αν μπορούμε. Αν δεν μπορούμε, δεν πειράζει.

Δ.ΕΥΑΓΓΕΛΑΤΟΣ: Νομίζω ότι όλους τους παράγοντες της δίκης συμφέρει η επιτάχυνση της διαδικασίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει. Ο κ. Χιρδάρης έχει τον λόγο.

κ.ΧΙΡΔΑΡΗΣ: Κύριε Πρόεδρε θα σεβαστώ την οικονομία της δίκης και την επιθυμία σας αυτή, που τη θεωρώ εύλογη και που πρέπει –πιστεύω- όλοι να τη σεβαστούμε, διότι ήδη έχουμε χρονοτριβήσει με τις αγορεύσεις. Δεν θα επαναλάβω αυτά τα οποία ειπώθηκαν από τους προλαλήσαντες συναδέλφους της Πολιτικής Αγωγής με τους οποίους συμφωνώ. Θα μιλήσω συμπληρωματικά και κατά το δυνατόν συμπυκνωμένα.

Κύριε Πρόεδρε, το εάν είναι πολιτικό ή όχι το έγκλημα, νομίζω ότι δεν χωρεί καμία απολύτως αμφιβολία ότι δεν είναι πολιτικό το έγκλημα. Έχει λυθεί νομολογιακά επανειλημμένως και από το Ανώτατο Ακυρωτικό και από τα υπόλοιπα δικαστήρια της χώρας και η θεωρία έχει ακριβώς αυτή την άποψη. Υπάρχουν όμως μερικά πράγματα τα οποία πρέπει λίγο να φωτιστούν στην ιστορία και αυτή θα είναι η συμβολή μου σήμερα.

Το κύριο χαρακτηριστικό του πολιτικού εγκλήματος είναι η ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως. Η ανατροπή όμως της καθεστηκυίας τάξεως έχει τοπική εμβέλεια. Εννοείται η ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως του συγκεκριμένου κράτους στο οποίο η οποιαδήποτε τρομοκρατική Οργάνωση ή ο οποιοσδήποτε που προσπαθεί να κάνει ένα πολιτικό έγκλημα, προβαίνει στο έγκλημα αυτό, εντός του χώρου και της εδαφικής ακεραιότητας του χώρου του συγκεκριμένου κράτους.

Εδώ λοιπόν το ερώτημα είναι: έχουμε ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως της Ελλάδας; Κύριε Πρόεδρε, πολλά εκ των εγκλημάτων, όπως θα διαπιστώσετε από το κατηγορητήριο –και εγώ θα κάνω μια σύνδεση του κατηγορητηρίου με το πολιτικό έγκλημα- στρέφονται κατά πολιτών ξένων χωρών, κυρίως κατά Αμερικάνων, κατά Βρετανών, κατά Ολλανδών, κατά Γερμανών και κατά Τούρκων.

Επομένως ποια είναι η προσβολή της καθεστηκυίας τάξεως και η αλλαγή της καθεστηκυίας τάξεως της Ελλάδας όταν στρέφεται η 17Ν με εγκλήματα κατά πολιτών ξένων χωρών; Ένα είναι το κρατούμενο αυτό.

Δεύτερον, σαν στοιχείο του πολιτικού εγκλήματος απαιτείται η ενέργεια του εγκληματία να έχει το χαρακτηριστικό της αμεσότητας και να είναι ο κυριαρχικός στόχος η ανατροπή. Εδώ, ελλείπουν πλήρως αυτά τα δύο στοιχεία: αμεσότητα δεν υπάρχει διότι δεν υπήρξε ποτέ πρόσκληση προς τον ελληνικό λαό, πρόσκληση προς οποιονδήποτε να ανατρέψουμε το καθεστώς εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος και δεν μπορεί να υπάρξει έννοια του πολιτικού εγκλήματος, όταν οι ενέργειές μας τείνουν να αλλάξουν, αν τυχόν τείνουν μετά από 50, 100 ή 200 χρόνια. Δεύτερον, το ερώτημα εδώ ήταν ο κυριαρχικός στόχος η ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως; Εδώ, θα πρέπει λίγο να εμμείνουμε.

Κύριε Πρόεδρε, από μια ανάγνωση του κατηγορητηρίου προκύπτει το εξής χαρακτηριστικό και εντυπωσιακό: το 20% σχεδόν των εγκλημάτων της 17Ν που φέρονται ότι τελέστηκαν από τους κατηγορουμένους -θα σεβαστώ πλήρως το τεκμήριο της αθωότητάς τους και θα μιλήσω για 17Ν και δεν θα απευθύνομαι προς τους κατηγορουμένους- είναι εγκλήματα τα οποία κυρίως είναι ληστείες και κλοπές. Δηλαδή η 17Ν στο 20% περίπου της δραστηριότητάς της, ασχολήθηκε αποκλειστικά και μόνο, με ληστείες εισπρακτικής μορφής και μάλιστα τεραστίων ποσών για την εποχή εκείνη. Όταν μιλάμε ότι πήραν από τα ΕΛΤΑ περίπου 450 εκ. τότε και συνολικώς δεν ξέρω αν υπερβαίνει το 1 δις, μιλάμε για ποσά υπερβολικά!

Ερωτώ: αυτές οι ενέργειες και το 20% των ενεργειών αυτών, είναι χαρακτηριστικά πολιτικού εγκλήματος;

Θα δώσω ένα παράδειγμα το οποίο με αφορά διότι αφορά τον πελάτη μου, να δείτε τι εννοούν πολιτικό έγκλημα. Ο κ. Νικολακόπουλος τον οποίο εκπροσωπώ, ήταν διευθυντής στο κατάστημα ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΥ στην Κηφισίας. Τον σταμάτησαν με στολή αστυνομικών δύο εκ των μελών της 17Ν κοντά στο σπίτι του στα Βριλήσσια περίπου και τον έφεραν μέχρι το κατάστημα που ήταν στην Κηφισίας κοντά στο Flocafe, δέρνοντας και ξυλοκοπώντας τον συνεχώς, για να τους δώσει το κλειδί και τον αριθμό του χρηματοκιβωτίου.

Τα έδωσε ο άνθρωπος. Έφτασαν στο κατάστημα, πήραν όσα λεφτά υπήρχαν στο κατάστημα που ήταν 6 εκ. -ποσό επίσης μεγάλο για την εποχή εκείνη που ήταν το Δεκέμβριο του 1997- και προσέξτε την επόμενη κίνηση: Αφού εισέπραξαν τα χρήματα και αφού ολοκληρώθηκε ο σκοπός για τον οποίο πήγαν, προσέξτε τι ενέργεια έκαναν για την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως:

Δεν έφτανε που πήραν τα λεφτά, φεύγοντας παίρνουν ένα άδειο βαρέλι που μόλις είχε εκκενωθεί από φέτα τυρί και βρωμούσε, του έδεσαν τα χέρια πίσω και του φόρεσαν το βαρέλι αυτό στο κεφάλι! Ερωτώ: αυτή η ενέργεια είχε καμία σχέση με την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως; Αυτή η ενέργεια, η απολύτως απαράδεκτη, είχε καμία σχέση με την υποβοήθηση του έργου τους για την ανατροπή της καθεστηκυίας τάξεως; Καμία απολύτως. Θα μπορούσαν να είχαν πάρει τα λεφτά, να χρηματοδοτήσουν –υποτίθεται- τις εγκληματικές τους δραστηριότητες και να σταματήσουν.

Η επιπλέον επενέργεια όμως, οι απαράδεκτες αυτές ενέργειες, δείχνουν καθαρά το μέγεθος της ποιότητας των μελών της 17Ν.

Κύριε Πρόεδρε, το ερώτημα είναι τί είναι η 17Ν. Είναι μια Οργάνωση η οποία είναι πολιτική Οργάνωση η οποία αποσκοπούσε να δράσει πολιτικά και να προβεί σε πολιτικά εγκλήματα, ή είναι κάτι άλλο; Κατ’ αρχήν, ως αποτέλεσμα θα πρέπει να σας πω το εξής: Ότι αυτό που πέτυχε, είναι να περιοριστούν οι ελευθερίες των πολιτών. Ένα. Δεύτερον, το σημαντικό της που πέτυχε, είναι να δυσφημίσουν τη χώρα και τρίτον, αυτό που επίσης πέτυχε, είναι να απορρίψουν πλήρως την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την ανθρώπινη ζωή. Κατέστρεψαν κόσμο, σκότωσαν κόσμο. Γιατί όμως κ. Πρόεδρε;

Η δική μου άποψη είναι η εξής: Η εγκληματική αυτή Οργάνωση της 17Ν η οποία φέρεται και δικάζεται σήμερα ενώπιόν σας, δεν ήταν ούτε πολιτική Οργάνωση, ούτε έκανε πολιτικά εγκλήματα. Ήταν ουσιαστικά και πραγματικά, μία άτυπη, ανώνυμη εταιρεία εισπρακτική, που εισέπραττε χρήματα, που ουσιαστικά ενθυλάκωνε χρήματα είτε πολιτών είτε του ελληνικού λαού και δεν μπορεί κανείς να αμφισβητήσει το γεγονός ότι το 1 δις της εποχής εκείνης, είναι ένα τεράστιο ποσό για τα τότε δεδομένα, ένα τεράστιο ποσό που, όχι μόνον επαρκούσε για την οποιαδήποτε συντήρηση αυτών των μικροεξόδων που μπορούσε να έχει η Οργάνωση, αλλά κυρίως εγένετο για την ενθυλάκωση των χρημάτων.

Ως εκ τούτου, η άποψη η δική μου είναι ότι τα εγκλήματα τα οποία διέπραξαν, δεν έχουν κανέναν χαρακτήρα πολιτικού εγκλήματος και πρέπει η ένσταση της Υπερασπίσεως να απορριφθεί. Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα. Είμαστε στην έκρηξη στο λεωφορείο. Η κα Κροντήρη Μαρίνα. Είναι εδώ; Όχι.

Για το ΠΕΝΤΕΛΙΚΟ, ο κ. Δημητρακόπουλος έχει τον λόγο.

Μ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Διακεκριμένοι κύριοι Δικαστές, το 1974, όταν σχηματίστηκε η κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, η πρώτη συντακτική πράξη η οποία είναι δημιούργημά της, ήταν η επαναφορά σε ισχύ του Συντάγματος του 1952, σε όλες τις διατάξεις του, εκτός από αυτήν που αφορούσε τη μορφή του πολιτεύματος.

Μέχρι να γίνουν εκλογές και να σχηματιστεί η αναθεωρητική Βουλή, βγήκε και τον Οκτώβριο του 1974 μια τρίτη συντακτική πράξη, η οποία σε συνδυασμό με το τέταρτο ψήφισμα της Ε’ Αναθεωρητικής Βουλής, προέβλεψε τα εξής, για να μη γίνεται πλάνη: Τα αδικήματα της εσχάτης προδοσίας και της στάσεως των Απριλιανών, θεωρήθηκαν με την 3η συντακτική πράξη και με το 4ο ψήφισμα της Ε’ Αναθεωρητικής Βουλής, πολιτικά εγκλήματα. Έτσι θεωρήθηκαν και έτσι αξιολογήθηκαν και μάλιστα και η 3η συντακτική πράξη, είχε και κανόνες ουσιαστικού Ποινικού Δικαίου.

Είναι πλάνη ο ισχυρισμός ότι το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας και της στάσεως δεν είναι πολιτικό έγκλημα. Και γιατί το αναφέρω αυτό: Με διάταξη Δικονομικού χαρακτήρα, η συντακτική αυτή πράξη και το ψήφισμα, υπήγαγε αυτά τα πολιτικά εγκλήματα από την αρμοδιότητα του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου κ. Πρόεδρε, στην αρμοδιότητα του Πενταμελούς Εφετείου. Οι Συνήγοροι τότε των Απριλιανών, έθεσαν θέμα αντισυνταγματικότητας, όταν αυτή η συντακτική πράξη υπήγαγε αυτά τα πολιτικά εγκλήματα στην αρμοδιότητα των Πενταμελών Εφετείων.

Κάτι το οποίο θα πρέπει να λεχθεί προς αποκατάσταση της αληθείας: Απασχολήθηκε η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου κ. Πρόεδρε. Και έχω την υπ’ αριθμ. 683 απόφαση της Ολομελείας του Αρείου Πάγου του 1975, η οποία δημοσιεύεται στα ΠΟΙΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ ΚΕ’ σελ. 414, η οποία τί λέει κ. Πρόεδρε και έχει μεγάλη σημασία. Λέει:

«Τα πολιτικά εγκλήματα σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1952, πρέπει να δικάζονται πάντοτε από τα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια. Ο φυσικός δικαστής των πολιτικών αδικημάτων, είναι το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο. Πλην όμως –λέει η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου- εδώ παίρνεται, αφαιρείται ο φυσικός Δικαστής του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου από τα πολιτικά εγκλήματα εσχάτης προδοσίας και πηγαίνει στα Πενταμελή Εφετεία, με συντακτική πράξη και με ψήφισμα που από άποψη νομικής ισχύος έχουμε την ίδια συνταγματική ισχύ με το Σύνταγμα το 1952›.

Με αυτό το σκεπτικό ο ¶ρειος Πάγος δέχθηκε κατ’ εξαίρεση τα πολιτικά αδικήματα για πρώτη και τελευταία φορά, να υπαχθούν με κείμενο συνταγματικής ισχύος, στην αρμοδιότητα των Πενταμελών Εφετείων. Έκτοτε κ. Πρόεδρε, το Σύνταγμα του 1975, το Σύνταγμα του 1986 και το σημερινό, τα πολιτικά αδικήματα θεωρεί ότι είναι αρμοδιότητα να δικαστούν, μόνο από τα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια.

Μάλιστα το Σύνταγμα του 1975, επειδή ήξερε ότι η συντακτική πράξη υπ’ αριθμ. 3 της Κυβερνήσεως και το 4ο ψήφισμα της Εθνικής Αντιπροσωπείας ήταν αντισυνταγματικό, προέβλεψε στο άρθρο 111 παρ. 2, ότι ψηφίσματα τα οποία έχουν αντισυνταγματικές διατάξεις, ισχύουν μέχρι την κατάργησή τους με νόμο ή μέχρι να λήξει το αντικείμενό τους. Η συγκεκριμένη 3η συντακτική πράξη της Κυβερνήσεως και το ψήφισμα αυτό, που αφορούσε τη δίκη των Απριλιανών, έπαψε να ισχύει μόλις τελείωσε η δίκη.

Πιστεύω λοιπόν, ότι δεν μπορούμε να αντλήσουμε επιχειρήματα από το γεγονός ότι το κατ’ εξοχήν πολιτικό έγκλημα της Απριλιανής δικτατορίας δικάστηκε από το Πενταμελές Εφετείο. Είναι εσφαλμένη ερμηνευτική προσέγγιση να υποστηρίζει κάποιος ότι απ’ αυτό το γεγονός μπορούν τα πολιτικά εγκλήματα να υπαχθούν στην αρμοδιότητα των Πενταμελών Εφετείων. Η βούληση του συνταγματικού νομοθέτη διαχρονικά κ. Πρόεδρε, τα πολιτικά εγκλήματα θέλει να εκδικάζονται από τα Μικτά Ορκωτά Δικαστήρια.

Είναι ερμηνευτική πλάνη να πιστεύουμε ότι ο συντακτικός νομοθέτης, όταν διαχρονικά αναφέρεται στα πολιτικά εγκλήματα, η αγωνία του ήταν να κατοχυρώσει την αρμοδιότητα των πολιτικών πλημμελημάτων. Εάν ο συνταγματικός νομοθέτης ήθελε, ο κοινός νομοθέτης να μπορεί να επάγει τα πολιτικά εγκλήματα στην αρμοδιότητα των πολιτικών εγκλημάτων, ρητά θα το διελάμβανε αυτό το συνταγματικό κείμενο.

Πιστεύω ότι η προσέγγιση η ερμηνευτική των συναδέλφων μου των διακεκριμένων, ότι μπορεί ο κοινός νομοθέτης να επάγει τα πολιτικά εγκλήματα στην αρμοδιότητα των Εφετείων, είναι εσφαλμένη, δεν έχει επιστημονικά υποστηριχθεί από κανέναν άλλον και κάνω έκκληση στο Δικαστήριό σας, να μην υιοθετήσετε τέτοια άποψη η οποία θα είναι μακρά από το πνεύμα του συνταγματικού νομοθέτη το διαχρονικό.

Καταλήγω, ότι εάν κρίνετε ότι οι πράξεις και οι ενέργειες των κατηγορουμένων για συμμετοχή στη 17Ν είναι πολιτικές πράξεις, μονόδρομος είναι να θεωρήσετε το Δικαστήριό σας αναρμόδιο και το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της χώρας είναι ο φυσικός Δικαστής να δικάζει τα πολιτικά αδικήματα.

Το ερώτημα το οποίο όμως τίθεται κ. Πρόεδρε: Οι δραστηριότητες, τα εγκλήματα της 17Ν απρόσωπα, είναι πολιτικά αδικήματα; Το τί είναι πολιτικό αδίκημα, διακεκριμένοι κύριοι Δικαστές, δεν τέθηκε για πρώτη φορά σήμερα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου. Έχει τεθεί από το 1974 μέχρι και σήμερα.

Όταν έχουμε να κάνουμε με προσδιορισμό νομικών εννοιών, ο ¶ρειος Πάγος είναι το νομολογιακό καταφύγιο. Εκεί καταφεύγουμε. Αυτή τη στιγμή υπάρχει καμία απόφαση του Αρείου Πάγου την οποία την αγνοούμε, που προσδιορίζει και αποδέχεται την αντικειμενική θεωρία, όσον αφορά τον προσδιορισμό του πολιτικού εγκλήματος; Θα ήταν κουραστικό, τόσοι πολλοί συνάδελφοι ανέπτυξαν αυτή την αντικειμενική θεωρία, ο ¶ρειος Πάγος την έχει αποδεχθεί. Εγκλήματα πολιτικά με δυο λέξεις είναι οι πράξεις οι οποίες ευθέως στρέφονται κατά της πολιτικής οργάνωσης του κράτους, είναι οι πράξεις οι οποίες στοχεύουν στο να αλλοιώσουν ή να καταργήσουν το πολίτευμα μιας χώρας. Αντικειμενική θεωρία.

Ετέθησαν σε όλη αυτή την ιστορική διαδρομή τα επιχειρήματα της υποκειμενικής θεωρίας, τα οποία και οι διακεκριμένοι συνάδελφοι της Υπεράσπισης, κατά κόρον ανέπτυξαν. Απερρίφθησαν όμως από τον ¶ρειο Πάγο. Αλήθεια, τί θα ήταν αυτό το οποίο θα οδηγούσε το παρόν Δικαστήριο να ξεφύγει από τη νομολογία του Αρείου Πάγου ή να μην την αποδεχθεί; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα της υποκειμενικής θεωρίας;

Ειλικρινά κ. Πρόεδρε, εμένα φιλοδοξία μου είναι, όταν τελειώσει αυτή η δίκη, όσοι κριθούν ένοχοι να καταδικασθούν. Αλλά θα ήμουν πραγματικά ευτυχής αν μέσα από αυτή τη διαδικασία και οι κατηγορούμενοι για τη 17Ν πείθονταν τελικά, -γιατί το μεγαλείο μιας ποινικής δίκης, είναι η πειθώς- ότι αυτή η εγκληματική τους δράση δεν προσέφερε τίποτα, παρά μόνο πόνο και τίποτε άλλο.

Ειλικρινά κ. Πρόεδρε, από την υποκειμενική θεωρία μπορούμε να αντλήσουμε επιχειρήματα τα οποία θα θέσουν σε αμφισβήτηση τη νομολογία του Αρείου Πάγου; Να θυμηθώ τον Επίτιμο Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, τον κ. Βασίλη Παπαναστασίου, το 1981 ανέφερε προκειμένου να αντιμετωπίσει τα επιχειρήματα της υποκειμενικής θεωρίας:

«Οι ληστείες, οι κλοπές, οι δολοφονίες, θα πανηγυρίζουν οι κατάδικοι από τις διπλανές φυλακές Κορυδαλλούς εάν το κίνητρο είναι ικανό για να χαρακτηρισθούν ως πολιτικές πράξεις οι κλοπές, οι ληστείες και οι δολοφονίες. Ο καθένας που θα λήστευε και θα έκλεβε μία τράπεζα θα μπορούσε να πει ότι οι τράπεζες είναι οι πυλώνες του καπιταλιστικού συστήματος και γι αυτό ληστεύω και γι αυτό κλέβω. Θα μπορούσε ο καθένας ο οποίος θα ήθελε να θεωρήσει ότι με το κίνητρο χαρακτηρίζεται μια πράξη, να πει ότι δολοφονώ τους ανθρώπους οι οποίοι εκπροσωπούν την καπιταλιστική τάξη. Κι έτσι δολοφονίες, ληστείες και κλοπές θα εθεωρούντο πολιτικά αδικήματα›.