ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τελειώσαμε με την Πολιτική Αγωγή. Είχαν επιφυλαχτεί ορισμένοι κύριοι της Υπεράσπισης και κυρίες να τοποθετηθούν, οι οποίοι βέβαια πρέπει να έχουν πρώτα τον λόγο και μετά αν κάποιος θέλει να απαντήσει, φυσικά στο τέλος. Αλλά κάποιος που δεν τοποθετήθηκε, εσείς κ. Κοττέα κι εσείς με τη σειρά, θα τοποθετηθείτε.
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, θα ήθελα κι εγώ να μιλήσω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως στο τέλος έχετε τον λόγο σε ό,τι θέλετε.
Ε.ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: Κύριε Πρόεδρε δευτερολογία είναι;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μερικοί είπαν «επιφυλασσόμεθα›. Δεν έχουμε μιλήσει –λέει- θέλουμε να τα ακούσουμε όλα και θα τοποθετηθούμε. Δεν είχαν κάνει δηλαδή αυτοί κάποια ένσταση. ¶λλωστε τελευταία πάντα η Υπεράσπιση μιλάει καίτοι υπάρχει και κάτι άλλο, ότι όταν είναι δική τους η ένσταση δεν τους δίνεται ο λόγος τελευταία. Δεν πειράζει. Τελευταίος είναι ο κατηγορούμενος.
Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κατηγορούμενος είναι η δικονομική τάξη να μας τα πει στο τέλος.
Ε. ΒΟΖΕΜΠΕΡΓΚ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλετε κι εσείς να διευκολυνθείτε να δείτε τι θα πει ο ίδιος; Αλλά αν είναι για λίγα λεπτά, δεν θα μιλάμε μια ώρα! Δεν θα κάνουμε αγόρευση εδώ τώρα! Στο τέλος έχουμε απολογίες, αν κάνουμε τη δίκη. Εδώ όμως είναι άλλο το θέμα. Νομικά τελείως είναι. Είναι πολιτικό έγκλημα; Δεν είναι πολιτικό έγκλημα; Είχε ο νομοθέτης δικαίωμα να κάνει αυτό το πράγμα το οποίο έκανε ή είναι αντισυνταγματικός ο νομοθέτης; Αυτά εξετάζουμε τώρα. Καταλάβατε; Γι’ αυτό δεν νομίζω ότι έχετε τον λόγο εσείς.
Ι.ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: (Εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι μόνο η δικιά του θέση. Εδώ είναι και άλλοι κατηγορούμενοι οι οποίοι λένε «εμείς δεν δεχόμαστε ότι είχαμε καμιά συμμετοχή σ’ αυτή την Οργάνωση. Αποποιούμεθα όλα αυτά τα πράγματα›. Αυτούς δεν τους βάζω εγώ στο ίδιο βαρέλι.
Ι.ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο κ. Πρόεδρε, λέω ότι η επιχειρηματολογία κατ’ αρχήν της δικιάς μας πλευράς όσο και της άλλης σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στη θέση του συγκεκριμένου κατηγορούμενου. Μήπως θα έπρεπε να τον ακούσουμε; Γιατί τοποθετούμαστε όλοι πάνω στα κίνητρα του, τοποθετούμαστε όλοι πάνω στη δράση του, αλλά δεν τοποθετείται ο ίδιος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τέλος πάντων, μπορεί να τα πει μετά.
Ας πει ο κ. Κοττέας ο οποίος δεν τον εκπροσωπεί, ο οποίος δεν μίλησε.
Φ. ΚΟΤΤΕΑΣ: Ο κ. Φυτράκης κι εγώ εκπροσωπούμε τον κ. Ιωάννη Σερίφη κ. Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στη διακοπή που θα κάνουμε μπορείτε να συνεννοηθείτε, αν θέλετε να δείτε τι θα πει και ο πελάτης σας, ο κ. Κουφοντίνας, πριν κάνετε κι εσείς την τελική σας τοποθέτηση.
κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Πάνω σ’ αυτό μια επισήμανση. Κινδυνεύει να γίνει μια γενίκευση εδώ.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, δεν τη θέλω την γενίκευση.
κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Όχι, να το επισημάνω απλώς. Ότι το πώς συμπεριφέρθηκαν για παράδειγμα μετά την σύλληψη οι ένοχοι κατηγορούμενοι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν έχω εγώ καμιά δουλειά μ’ αυτό. Επιχειρήματα είναι αυτά, τι να κάνουμε;
κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Είναι κι άλλοι κατηγορούμενοι που διεκδικούν την αθωότητα τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Που λέει ότι «εγώ δεν έκανα τίποτα. Τι να πω δηλαδή; Να έρθω να πω ότι είμαι πολιτικός εγκληματίας;›
κα ΒΑΓΙΑΝΟΥ: Ακριβώς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έτσι είναι, μη στενοχωριέστε γι’ αυτά.
Ελάτε κ. Κοττέα εσείς που δεν τοποθετηθήκατε.
Φ. ΚΟΤΤΕΑΣ: Ο κ. Σερίφης άλλωστε έχει δηλώσει από τις πρώτες στιγμές ότι διώκεται μόνο για τις ιδέες του και την συνδικαλιστική του δράση. Κατά συνέπεια δεν τίθεται κανένα θέμα σε μένα να υπερασπιστώ οποιοδήποτε άλλο αδίκημα πλην της αντισυνταγματικότητας και του τυχόν πολιτικού εγκλήματος, δεδομένου ότι, κατά την άποψη μου πολύ κακώς, διώκεται με βάση το άρθρο 187 και τις άλλες σχετικά διατάξεις, ότι δηλαδή συμμετείχε στην Οργάνωση της 17Ν παρ’ ότι αρνείται και παρ’ ότι για καμία συγκεκριμένη υπόθεση δεν κατηγορείται σχετικά με την 17Ν.
Εκείνο που ήθελα να πω αρχίζοντας κ. Πρόεδρε είναι ότι η πιο κακοποιημένη έννοια που υπάρχει και πλανιέται και έγινε κι εδώ μέσα είναι η έννοια της Αριστεράς και θα μου το επιτρέψετε, σας παρακαλώ κ. Πρόεδρε, προς αποκατάσταση κάποιων πραγμάτων. Δεν καθυστερώ, μην ανησυχείτε. Έχω μάθει τηλεγραφικά να μιλάω.
Θέλω να μιλήσω για την Αριστερά γιατί η Αριστερά δεν υπήρξε ποτέ ούτε επιθετική, ούτε δολοφονούσα, όπως έσπευσε κάποιος συνάδελφος Υπεράσπισης της Πολιτικής Αγωγής να πει στο δικαστήριο σας. Και είναι οξύμωρο να λέμε αυτά τα πράγματα για την Αριστερά όταν τουλάχιστον όλοι γνωρίζουμε ότι η Αριστερά δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια ιδέα, ένα βίωμα, ένας τρόπος ζωής και κυρίως ένας αγωνιστικός τρόπος για να φέρει καλύτερες μέρες στον τόπο που δουλεύει και εργάζεται η Αριστερά.
Εδώ θα θυμίσω σε όσους κυρίους ήταν τόσο γρήγοροι στο να χαρακτηρίσουν επιθετική ή δολοφονική την Αριστερά, μόνο τον Ελύτη, ο οποίος τίποτα άλλο δεν λέει για τους Αριστερούς παρά ότι ήταν λέει με τα πρησμένα πόδια που οι άλλοι τους έλεγαν αλήτες. Και εν τ’ αυτώ, οι νέοι με τα πρησμένα πόδια που τους έλεγαν αλήτες.
Αν θέλω ακόμα μια κουβέντα να προσθέσω σ’ αυτό το θέμα, είναι ότι όταν ξεκινούσε ο ¶ρης Βελουχιώτης όλη αυτή την ιστορία για την εγκαθίδρυση ενός άλλου κράτους, που κατά την κρίση εκείνου και των λοιπών συναγωνιστών του ήταν ότι θα έφερνε καλύτερες μέρες στη χώρα του και γι’ αυτό δούλευε, δεν είχε παραπάνω από 5 ανθρώπους και μεταξύ αυτών δύο οι οποίοι ήταν ληστές. Επειδή δόθηκε αφορμή.
Το πρόβλημα δεν είναι τι είχε μεταξύ του, είναι τι οργάνωσε, γιατί το οργάνωσε, πως το οργάνωσε και τι σκόπευε. Αυτό για την ιστορία της Αριστεράς. Και επειδή πολλοί που μιλούν για την Αριστερά την έχουν ζήσει ξώπετσα κ. Πρόεδρε, υπάρχουν άλλοι που την έχουν ζήσει ως βίωμα, ως ζωή, ως καθήκον, ως αγώνα, ως εξορία, ως φυλακή, ως, ως. Δεν μ’ αρέσει να μιλάω για προσωπικά μου θέματα κι γι’ αυτό το κλείνω το θέμα.
Το δεύτερο θέμα που έχετε εδώ πέρα και που απασχόλησε πάρα - πάρα πολύ την αίθουσα, διεξάγουμε πιστεύω μια πολιτική δίκη, γιατί όλα τα επιχειρήματα που ακούστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου σας τις τελευταίες αυτές μέρες, τίποτα άλλο δεν είναι παρά δίκη πολιτική. Και μάλιστα πιστεύω ότι δόθηκε ευκαιρία η παράσταση της Πολιτικής Αγωγής να θέσει εν είδει αγορεύσεων διάφορα θέματα. Ελάχιστα από αυτά θα θίξω κ. Πρόεδρε.
Κατ’ αρχήν παρά το γεγονός επαναλαμβάνω ότι υπερασπίζομαι τον κ. Σερίφη που δεν έχει σχέση μ’ αυτά τα αδικήματα, επειδή παραπέμπεται με αυτές τις σχετικές διατάξεις, γι’ αυτό είμαι υποχρεωμένος να τα θέσω.
Να δω αν υπάρχει ορισμός της τρομοκρατίας κ. Πρόεδρε. Αυτό είναι το πρώτο θέμα που πρέπει να δοθεί εδώ πέρα. Υπάρχει ο Τζιανφράνκο Σαγκουινέτι, ο οποίος είναι ένας από τους πλέον εξέχοντες θεωρητικούς της τρομοκρατίας, ο οποίος δίνει -και εν τ’ αυτώ μετά θα μιλήσω γιατί είναι πολιτικό έγκλημα- δίνει τον ορισμό: «την τρομοκρατία την διευθύνει η εξουσία και όποιος θέλει την εξουσία πρέπει να αποδείξει πως ξέρει να διευθύνει την τρομοκρατία›.
Πιο απλά αν θέλετε, εγώ προσωπικά δίνω τον εξής ορισμό, ότι τρομοκρατικές πράξεις είναι οι πράξεις οι οποίες χαρακτηρίζονται έτσι από την τάξη η οποία διευθύνει την χώρα, την εξουσία, από αυτόν που κρατάει την εξουσία. Γιατί αυτό που σήμερα χαρακτηρίζουμε τρομοκρατική πράξη, μια αλλαγή του καθεστώτος θα χαρακτηρίσει τρομοκρατική πράξη τις πράξεις της προηγούμενης εξουσίας.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα από το εξωτερικό. Πριν οι Σαντινίστας καταλάβουν την Νικαράγουα ήταν τρομοκράτες. Όταν την κατέλαβαν, έγιναν τρομοκράτες οι άλλοι. Θέλω να πω δηλαδή ότι ορισμός που να προσδιορίσει την τρομοκρατία δεν μπορεί να υπάρχει, εκτός από το ότι η κρατική εξουσία χαρακτηρίζει ως πράξεις τρομοκρατικές εκείνες που κρίνει αντίθετες προς την τάξη την οποία καθιερώσει.
Το δεύτερο θέμα, αν είναι πολιτικό το αδίκημα. Πριν μπω στο πολιτικό ή όχι, θα θέσω κάποιο άλλο θέμα. Ειπώθηκε εδώ κατ’ επανάληψη κ. Πρόεδρε και εν τ’ αυτώ ξενίζομαι και με ξενίζει πάρα πολύ ότι από το 1896 κλπ. νομολογίες και τέτοια.
Πριν θέσουμε οποιαδήποτε άποψη στο Δικαστήριο, εγώ προσωπικά θέλω να τοποθετήσω το θέμα ως εξής: κάθε πράξη, κάθε ενέργεια, κάθε απόφαση, κρίνεται στον τόπο και στον χρόνο που έγινε. Μιλάμε για μια απόφαση του Αρείου Πάγου του 1998. Πρέπει να ξεχνάμε ότι προηγήθηκε στην Ελλάδα το 1897, αυτός ο ατυχής πόλεμος ο ελληνοτουρκικός που επεβλήθη στην Ελλάδα ο ΔΟΕ. Μιλάμε για το 1906.
Πρέπει να λησμονούν εκείνοι που το λένε ότι λίγο αργότερα είχαμε την επανάσταση και μιλάμε για όλες τις πράξεις αυτής της χώρας. Και λέω, αυτή η χώρα που έχει τόσα τραβήξει είτε από λάθη αυτών που την διοίκησαν, είτε από τις παρεμβάσεις των ξένων, πως μπορεί να θέσουμε ως προϋπόθεση της σημερινής κατάστασης, της σημερινής ιστορίας, των πραγματικών γεγονότων, πολιτικών και μη, πως μπορούμε να βγάζουμε συμπεράσματα από πράξεις, αποφάσεις και γεγονότα, που προηγήθηκαν, σε περιόδους οι οποίες δεν ήταν καθόλου ομαλές στη χώρα.
Μια ακόμα παρένθεση και μπαίνω στο θέμα. Τι είναι η τρομοκρατία και πάλι. Κύριε Πρόεδρε, αυτή την ώρα κατά παράκαμψη του ΟΗΕ η Αμερική θέλει να επιτεθεί στο Ιράκ διότι δήθεν κινδυνεύει η Αμερική, γιατί αυτός είναι ο λόγος, από την «τρομοκρατία› η οποία υπάρχει στο Ιράκ και ενεργεί και έχει δυστυχώς, αυτό σημαίνει εξουσία, γι’ αυτό το χαρακτηρίζω έτσι, με βάση τη δύναμη που έχει και με βάση τις δοκιμές που έκανε ακόμα και στις βόμβες των 9,5 τόνων, το εξής: ότι κύριε εγώ είμαι η προστάτιδα και εγώ καθορίζω τι είναι τρομοκρατία.
Με γνώμονα ότι εγώ καθορίζω τι είναι τρομοκρατία, με γνώμονα ότι εγώ καθορίζω ως εξουσία τι είναι τρομοκρατία, έχω το δικαίωμα να επέμβω όπου θέλω. Και βέβαια ήταν εχθές στο Αφγανιστάν, σήμερα είναι στο Ιράκ, αύριο θα είναι μια άλλη χώρα και πιθανόν να είναι και η δική μας χώρα.
Γιατί το λέω αυτό κ. Πρόεδρε; Διότι ήδη πρόσφατα γεγονότα –και κλείνω τα πολιτικά- πρόσφατα γεγονότα στη χώρα δείχνουν ότι η αμερικάνικη λειτουργία στη χώρα μας είναι υπέρτερη της λειτουργίας της συνταγματικής αυτής χώρας. Και τα παραδείγματα τα διαβάζετε από τις εφημερίδες για να μη σας κουράζω.
Ετέθη σ’ εσάς κ. Πρόεδρε ότι μέχρι σήμερα δεν έχει κανένας νόμος κριθεί από τα δικαστήρια σας ως αντισυνταγματικός. Θεωρώ ότι αυτό δεν είναι αληθινό. το Συμβούλιο της Επικρατείας κατ’ επανάληψη έχει ακυρώσει πράξεις της Διοίκησης και της Πολιτείας της νομοθετικής κρίνοντας ότι είναι αντισυνταγματικές οι διατάξεις. Αλλά και τα δικαστήρια σας και μπορώ να αναφέρω όσες περιπτώσεις θέλετε, έχουν άπειρες φορές κρίνει κάποια Υπουργική ή άλλη διάταξη της Πολιτείας ότι είναι αντισυνταγματική.
Σας είπα, εν είδει απειλής το θεώρησα εγώ, εσείς το δέχεστε όπως θέλετε, και μη μου απαντάτε κ. Πρόεδρε, γνωρίζω ότι δεν την δέχεστε, ότι δεν μπορείτε εσείς να πρωτοτυπήσετε. Δεν πρωτοτυπείτε όταν εσείς καλείστε να εφαρμόσετε το Σύνταγμα. Έχετε υποχρέωση από την εξουσία που σας παρέχει η Πολιτεία.
Εσείς καλείστε να αποφανθείτε εάν θα εφαρμόσετε έναν νόμο εφόσον το βλέπετε αντισυνταγματικό. Δεν τον ακυρώνετε, δεν έχετε αυτή την δυνατότητα. Δεν σας αφορά η ακύρωση. Αλλού παπά Ευαγγέλια, θα έλεγα. Εσάς σας αφορά αν πρέπει να εφαρμόσετε αυτόν τον νόμο, αν είναι αντισυνταγματικός ή όχι. Γιατί είναι αντισυνταγματικός; Απαγορεύεται από το Σύνταγμα να υπάρχουν φωτογραφικοί νόμοι με φωτογραφικές διατάξεις, που να προσδιορίζουν φωτογραφικά θέματα που είναι εν τω γίγνεσθαι. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος.
Είναι επίσης πολιτικό το θέμα. Γιατί; Γιατί η Πολιτεία έσπευσε με τις οδηγίες άλλων -κι αυτή είναι η αλήθεια, για να μη κρυβόμαστε- να θεσμοθετήσει νόμο που η ίδια είχε καταργήσει. Γιατί; Γιατί τότε επέκειτο αν θέλετε η σύλληψη. Είχαν γνώση, τουλάχιστον απ’ αυτά που διαβάσαμε ότι κάποια Οργάνωση από αυτές που η Πολιτεία χαρακτηρίζει ως τρομοκρατικές θα είχαν συλληφθεί και θα έπρεπε κάτω από τις πιέσεις πάλι των άλλων.
Να μη ξεχνάμε ότι όταν η Πολιτεία ξεκίνησε για να ασφαλίσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες με 122 δις Ευρώ, δεν πίστευε ότι θα είχε φτάσει τα 500 δις εξαιτίας των πιέσεων που δεχόταν και που δεν ξέρουμε αν φτάσει τα 600 δις Ευρώ για να έχει προστασία στους Ολυμπιακούς Αγώνες που ανέλαβε και που είχε προϋπολογισμό η ασφάλεια τους σας λέω και πάλι 122 δις.
Γιατί το λέω αυτό το πράγμα; Για τον πολύ απλό λόγο ότι νόμοι οι οποίοι φωτογραφίζουν καταστάσεις γεγενημένες, δεν μπορεί ποτέ να είναι συνταγματικοί και δεν μπορούν να εφαρμόζονται από τα δικαστήρια σας.
Η πρώτη και κατ’ επανάληψη που με ξενίζει και πάλι, ότι το 114 του Συντάγματος το 1.1.4 το περίφημο που και εσείς πιστεύω κ. Πρόεδρε θα το είχατε τότε τρέξει και θα είχατε φωνάξει, εμείς είχαμε τρέξει, ότι επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, δεν είναι Έλληνες οι δικαστές στον πατριωτισμό των οποίων οφείλεται η τήρηση του Συντάγματος, άρα η απόκλιση οποιουδήποτε αδικήματος που δεν κρίνεται συνταγματικά δεδομένο, δεν πρέπει να εφαρμοστεί, οποιουδήποτε νόμου;
Ασφαλώς και ναι λέω. Και ειπώθηκε επίσης – για να ξεκαθαρίσω και κάποιες άλλες έννοιες – ότι αφού μας δίνει αυτή τη δυνατότητα η πολιτεία, πρέπει εμείς να υπακούμε στην καθεστηκυία τάξη. Ποια είναι η έννοια της καθεστηκυίας τάξης για να καταλάβω και εγώ;
Το Σύνταγμα του 1952 προέβλεπε ότι ο βασιλιάς διορίζει και παύει την Βουλή και με τη θεωρία του κηπουρού ήθελε να διορίσει οποιονδήποτε ήθελε να διορίσει. Αυτό εγώ έπρεπε να το σεβαστώ ως Έλληνας πολίτης που επαφίεται σε εμένα η πολιτεία να τηρώ το Σύνταγμα και τις διατάξεις του; Όχι βέβαια. Αν το αποδέχτηκα, δεν το αποδέχτηκα γιατί αγωνίστηκα να μην το αποδεχτώ, αν έγινε αποδεκτό απ’ την πολιτεία, αυτό δεν λέει ότι πράγματι εφαρμόστηκε.
Δεύτερον επίσης. Το 1 και το 2 του Συντάγματος που καθιερώνει την λαϊκή εξουσία και την λαϊκή κυριαρχία. «Θεμέλιο του πολιτεύματος είναι η λαϊκή κυριαρχία›, η παράγραφος 2 του 1. «Ο σεβασμός και η προστασία της αξίας του ανθρώπου αποτελεί την πρωταρχική υποχρέωση της πολιτείας›.
Ποιος προσδιορίζει και πως τα προσδιορίζει αυτά τα πράγματα; Αλλιώς εννοώ εγώ την αξία, αλλιώς εννοεί ένας άλλος. Ποια είναι η πρωταρχική αξία εκτός απ’ το σεβασμό του ανθρώπου; Καμία άλλη. Είπε όμως σε εσάς ο κ. Εισαγγελέας ο αναπληρωτής, ότι ξέρετε, εσείς έχετε στα χέρια σας ένα αμετάκλητο βούλευμα και αυτό καλείστε να εφαρμόσετε.
Δεν είναι αντισυνταγματικό κ. Εισαγγελέα το γεγονός ότι δεν μας επετράπη να ασκήσουμε οποιοδήποτε ένδικο μέσο κατά του βουλεύματος αυτού, αφού η πολιτεία σε όλες τις εκφάνσεις της έχει προβλέψει να υπάρχουν ένδικα μέσα τόσο στα βουλεύματα, όσο και στις αποφάσεις της; Αυτό πρέπει να το εφαρμόσει το δικαστήριο;
Το τρίτο θέμα. Όταν λέει μεταξύ των πολιτών υπάρχει ισότητα των Ελλήνων, πως θα δικαστούν εκείνοι που θα διαπράξουν κάποια αδικήματα και θα είναι λιγότεροι από τρεις, με εκείνους που θα δικαστούν για αδικήματα που θα είναι περισσότεροι από τρεις. Ποια είναι η εννοιολογική, ποια είναι η ουσιαστική αυτή διάκριση του 187 να προσδιορίζει ότι δύο πολίτες ή ένας εάν διαπράττουν αδικήματα έχουν διαφορετικό δικαστή, ενώ όταν διαπράττουν πάνω από τρεις τα ίδια αδικήματα πηγαίνουν σε άλλο δικαστήριο.
Τέταρτο θέμα. Για ποιο λόγο η πολιτεία να φοβάται τους ενόρκους; Η ίδια η πολιτεία πριν από ελάχιστα χρόνια, με τον τότε Υπουργό Ευάγγελο Γιαννόπουλο, συζητούσε να αυξήσει τον αριθμό των ενόρκων. Δεν τίθεται θέμα για το Δικαστήριό σας αν το Δικαστήριο των ενόρκων ή το Δικαστήριο το δικό σας επιβάλει μικρότερες ή μεγαλύτερες ποινές. Τίθεται ότι πρέπει οι θεσμοί οι οποίοι υπάρχουν μέσα στο Σύνταγμα, πρέπει να τηρούνται. Ούτε ποσοτικό, ούτε εννοιολογικό είναι αυτό. Έχει υποχρέωση το δικαστήριό σας, πρωταρχικά η πολιτεία βέβαια.
Τι κάνει η πολιτεία; Δεν νομοθετεί κάθε φορά ανάλογα με το τι παρουσιάζεται όπως είπε ο τακτικός κ. Εισαγγελέας; Έτσι κάνει. Αλλά δεν φωτογραφίζει. Δεν δίνει την έννοια του δικονομικού κανόνα ώστε να πιάσουμε και τα προγενέστερα γεγονότα και τις προγενέστερες θέσεις.
Δεν αφορούν επαναλαμβάνω τον πελάτη μου κύριε Πρόεδρε. Αν καταφέρω να προσφέρω ελάχιστο, αυτή είναι η προσπάθειά μου. Αν δεν το καταφέρω, δεν φάνηκε ικανός. ¶λλη ιστορία. Δεν αφορά τον πελάτη μου, το τονίζω. Αλλά δεν μπορώ να μην συνεισφέρω στο δικαστήριο αυτό που εγώ πιστεύω ως αληθινό.
Πάμε σε άλλα θέματα που επίσης κρίνουν την αντισυνταγματικότητα. Έχει δοθεί ο ορισμός του πολιτικού αδικήματος; Όχι. Γιατί η πολιτεία δεν έδωσε; Για να πω αυτό που λέει ο Καθηγητής Μαρωνίτης, ότι ο Θεός χάρισε σε όλους τους ανθρώπους το ίδιο γούστο, ίδια ποσότητα γούστου; Δηλαδή για να καλεί τον Δικαστή να αποφανθεί.
Όταν η πολιτεία αφήνει τέτοια ευρεία και υπέρ αυτής της απόψεως είμαι εγώ, εφαρμογής του δικαίου στο δικαστή, μπορεί να ψηφίζει ταυτόχρονα τον 3090 και το άρθρο 8 που του απαγορεύει ουσιαστικά να λειτουργήσει; Και εν τω αυτό, δεν θα πρέπει και επειδή είναι ο κ. Εισαγγελέας μέλος της διοικήσεως του συνδικαλιστικού σας οργάνου, να πάρει θέση και να πει ότι δεν μπορεί να περιορίζονται οι εξουσίες της δικαστικής εξουσίας;
Δηλαδή έχω αυτή τη θεωρητική τριχοτόμηση των εξουσιών στη χώρα, της εκτελεστικής, της νομοθετικής και της δικαστικής ή έχω ένα φραγμό προκειμένου να εξυπηρετήσω την πολιτική, δηλαδή την εκτελεστική εξουσία, αφού η Ελλάδα κατά το Σύνταγμα της προεδρευόμενης Δημοκρατίας που έχει, διοικείται από την Βουλή, που όμως έχει τους Υπουργούς που μπορεί να μην είναι μη βουλευτές για να διοικήσει.
Όλα αυτά γιατί τα λέω. Για τον πολύ απλό λόγο κύριε Πρόεδρε, πάνω απ’ όλα και σε όποια δίκη και σε όποια κατάσταση βρίσκεται η χώρα, πρέπει να λειτουργούν οι θεσμοί. Πως προστατεύονται οι θεσμοί; Από εσάς. Κανένας άλλος από εμάς δεν έχει τη δυνατότητα να προστατεύσει κανέναν θεσμό. Μόνο εσείς έχετε.
Ορθά είπε ο κύριος τακτικός Εισαγγελέας ότι εσάς η εξουσία σας είναι ισόβια. Γι’ αυτό την έχετε την εξουσία αυτή. Δεν την έχετε για άλλη αιτία. Την έχετε γιατί είσαστε οι τιμητές, οι τηρητές του νόμου. Ποιο νόμο θα τηρήσετε εδώ πέρα; Αυτόν που φωτογραφικά φωτογράφησε μια οργάνωση όπως και αν είναι, αυτό είναι δικό της πρόβλημα, δεν με αφορά εμένα για να την υπερασπιστώ ή το νόμο που μέχρι σήμερα είχατε προ οφθαλμόν. Θα τον κρίνετε συνταγματικό αυτόν τον νόμο;
Πέστε μου, ποια έννοια δίνει η Βουλή στο άρθρο 62, ποια η έννοιά της όταν λέει ότι οι βουλευτές δεν διώκονται για τα πολιτικά τους αδικήματα, όταν ξέρουμε ότι οι βουλευτές έτσι όπως έχει καθιερωθεί εθιμικά μέσα στη Βουλή δεν διώκονται για κανένα αδίκημα, ακόμα και για τα πιο απλά, ακόμα και για τα πιο σύνθετα, ακόμα και για τα εγκληματικά.
Προσδιορίστε, ποιο είναι το πολιτικό αδίκημα που θα τελέσει ένας βουλευτής μέσα στη Βουλή για όσα θα εκφέρει μέσα στη Βουλή. Είναι ανθρωπίνως δυνατό να έχει το Σύνταγμά μας σε σειρά άρθρων την έννοια του πολιτικού εγκλήματος και να μην το προσδιορίζει; Δεν θέλει. Γιατί; Για τον πολύ απλό λόγο, όπως σε λίγα παλιότερα χρόνια ειπώθηκε στους ξένους και θα θυμίσω τι είπε ο Κολοκοτρώνης, ότι τα ξένα αυτά πόδια βρωμάνε και σ’ αυτή τη χώρα βρωμάει ακόμα.
Δεν μπορώ να κρύψω αυτά που σκέφτομαι. Είναι θέμα ανθρώπου. Δεν θα τα κρύψω ποτέ αυτά που θέλω να πω. Βρωμάει. Και γιατί βρωμάει; Βρωμάνε τα ξένα πόδια και είχε δίκιο ο Κολοκοτρώνης όταν το έλεγε. Διότι έχει ακουστεί στην Ελλάδα αυτή η φράση από γνωστό πολιτικό και αιωνία του η μνήμη αν θέλετε να το πω, όταν ήρθε ο Αμερικάνος στρατηγός επάνω που του είπε στρατηγέ ιδού ο στρατός σου. Δεν πέρασαν πολλά χρόνια όταν είπαν ότι η Μακρόνησος που θέρισε την Αριστερά ήταν ο Παρθενώνας. Δεν έχουν περάσει. Γιατί και αφήνει ακριβώς την έννοια του πολιτικού εγκλήματος σε εσάς, γιατί η έννοιά του δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Πολιτικό έγκλημα ήταν στην Βενεζουέλα όταν κυβερνήτης αναδείχθηκε ο Τσάβες.
Όταν καθαιρέθηκε ο Τσάβες για 36 μόνο ώρες δεν ήταν τίποτα άλλο, από τρομοκράτης. Σήμερα έχει δημιουργηθεί λαϊκός στρατός που τον υποστηρίζει. Με αυτά που λέω κύριε Πρόεδρε και για να κλείσω, κατά τη δική μου άποψη, δεν πρέπει να εφαρμοστεί ο 2928 νόμος. Δεν πρέπει για τους λόγους που ανέπτυξα.
Δεν πρέπει συμπερασματικά γιατί είναι φωτογραφικός. Δεν πρέπει γιατί προσκρούει ευθέως στο Σύνταγμα. Δεν πρέπει γιατί διαιρεί τους πολίτες σε δύο κατηγορίες και τους προσδιορίζει δύο διαφορετικά δικαστήρια για το ίδιο ακριβώς αδίκημα που μπορεί να έχουν τελέσει. Και πιστεύω ότι σε εσάς που εναπόκειται η εξουσία να αποφασίσετε και επειδή δεν έχουμε το σημερινό μόνο έγκλημα, αύριο θα έχουμε ένα άλλο που επίσης θα πάει να προσδιοριστεί.
Δυστυχώς έχετε μια τάση και μου επιτρέπετε αυτή την κριτική κύριε Πρόεδρε, πολλά απ’ τα αδικήματα τα οποία ακόμα και τα πιο απλά πλημμελήματα να τα ωθούμε, να τα οδηγούμε να γίνονται κακουργηματικά και κάθε τόσο να έρχεται η πολιτεία να περιορίζει ή να διαστέλλει ή να συμμαζεύει.
Έχετε όμως εκτός απ’ την δικαιική ικανότητα, κυρίως κατά τη δική μου άποψη και έτσι πιστεύω τη δικαιοσύνη, κοινωνικοπλαστική. Έχετε την ευχέρεια μ’ αυτή την απόφασή σας να αποδείξετε ότι το Δικαστήριο δεν λειτουργεί μέσα σε ορισμένα τυπικά χωροταξικά δεδομένα, που η εκάστοτε νομοθετική εκτελεστική εξουσία προσδιορίζει στον δικαστή, αλλά με ευρύτερη έννοια και κυρίως με έννοια κοινωνικοπολιτική.
Κακός προφήτης να είμαι -που δεν θα είμαι- θα δείτε ότι σε 10, σε 20 ή σε 30 μέρες μ’ αυτό το νόμο θα παραπεμφθούν πανάσχετα άλλα αδικήματα που θα ήταν στην αρμοδιότητα άλλων δικαστηρίων, πολλές φορές και πλημμεληματικών. Μ’ αυτή τη θέση κύριε Πρόεδρε και αν σας ταλαιπώρησα λυπάμαι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε κ. Κοττέα. Κάποιος άλλος ο οποίος δεν μίλησε. Κάποιου κατηγορουμένου που δεν μίλησε κανένας.
Η κυρία Σταμούλη έχει τον λόγο.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Θα κάνω μια παράκληση του κ. Σταμούλη, απλώς να τηρηθεί η σειρά που προβλέπεται για τη δευτερολογία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά εντάξει. Θα τον ακούσουμε.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Επειδή δεν έχει μιλήσει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα τον ακούσουμε όταν θα έρθει.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Θα ήθελα δύο λόγια μόνο. Ως προς το μεγαλύτερο σκέλος της επιχειρηματολογίας του κ. Λυκουρέζου, επειδή είδα ότι στηρίχθηκε στην συμπεριφορά που φέρεται ότι έδειξαν οι κατηγορούμενοι κατά τη διάρκεια της προανακρίσεως μέσα απ’ τις προανακριτικές τους καταθέσεις και ομολογίες και επειδή προτιθέμεθα να τις θέσουμε ενώπιον του Δικαστηρίου σας με τη μορφή αιτήματος εν αμφιβόλω, γι’ αυτό θα ζητούσα τουλάχιστον να μην επαναληφθεί αυτό απ’ την πλευρά της Πολιτικής Αγωγής.
Το έχουμε ήδη θέσει ως αίτημα και προτιθέμεθα να το θέσουμε εκ νέου και ενώπιον του δικαστηρίου σας. Για τις προανακριτικές ομολογίες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούστε να δείτε, δεν έχουμε κανένα λόγο τώρα. Αν χρειαστεί να τις διαβάσουμε, τότε. Δεν σας δόθηκε ο λόγος για απολογίες.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Ναι, σίγουρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν χρειαστεί να τις διαβάσουμε. Ασχολήθηκε το βούλευμα, πάει τελείωσε. Αν πρόκειται να γίνουν όμως στοιχείο της κύριας διαδικασίας, τότε θα καθίσουμε να το συζητήσουμε. Τώρα αυτή την ώρα δεν είναι στοιχείο της διαδικασίας.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Σίγουρα. Απλώς ήθελα να απαντήσω στον κ. Λυκουρέζο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Του είπα κι εγώ να μην ανακατεύεται -θυμάστε ότι παρενέβη νομίζω- κανένας με θέματα της αποδεικτικής διαδικασίας. Αυτά θα τα δούμε. Οι προκηρύξεις είναι κοινώς γνωστά πράγματα. Μπορεί να τα επικαλείται ο καθένας.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Ως προς τη συμπεριφορά απλώς που φέρεται ότι επέδειξαν οι κατηγορούμενοι κατά της προανακρίσεις.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει τι να κάνουμε τώρα, δεν το είπαν. Δεν μπορώ εγώ να πω γιατί το είπε, δεν το είπε ή αν έχει καμία σχέση εδώ με την υπόθεση, δεν μπορώ εγώ να κάνω κρίση.
Κ. ΣΤΑΜΟΥΛΗ: Υπεστηρίχθη χθες απ’ την πλευρά της Πολιτικής Αγωγής ότι ο μεταγενέστερος νόμος δεν μπορεί να καταστήσει επαχθέστερη την θέση του κατηγορουμένου, σε περίπτωση που η ποινική δίωξη έχει ασκηθεί in rem, γιατί αν κατάλαβα καλά δεν έχει προσλάβει ο κατηγορούμενος ακόμα την ιδιότητα του κατηγορουμένου.
Η άσκηση όμως της ποινικής διώξεως in rem, δεν σημαίνει και ότι δεν τελεί υπό κατηγορία ο εν συνεχεία κατ’ εσάς κατηγορούμενος. Συνεπώς εφ’ όσον υφίσταται αυτή η κατηγορία και πρόκειται να αποδοθεί στον κατηγορούμενο, δεν μπορούμε να δεχθούμε μεταγενεστέρα επιβάρυνση της θέσεως του κατηγορουμένου και σ’ αυτή την περίπτωση θεωρούμε ότι μετέπειτα επιβάρυνση της θέσεως του κατηγορουμένου αποτελεί και η μεταβολή της αρμοδιότητας του δικαστηρίου.
Αυτά τα έχει δεχθεί και ο ¶ρειος Πάγος με μία απόφασή του, την 509 του ’77, η οποία έχει κρίνει ότι σε περίπτωση επί κατ’ έγκληση διωκομένων αδικημάτων, η άσκηση της εγκλήσεως σημαίνει την κίνηση της ποινικής διώξεως έστω και αν δεν κατονομάζεται στην έγκληση ο μετέπειτα κατηγορούμενος.
Συνεπώς αυτό πιστεύω ότι πρέπει κατά μείζονα λόγο να ισχύσει και στην περίπτωση που υπάρχει κίνηση της ποινικής διώξεως in rem, αυτεπάγγελτος, δια της παραγγελίας του Εισαγγελέως να γίνει η ανάθεση για την πράξη της οποίας θα ισχύσει η ποινική δίωξη in rem.
Συνεπώς θεωρούμε αβάσιμο τον ισχυρισμό αυτό της Πολιτικής Αγωγής ότι η ποινική δίωξη in rem μπορεί να επιφέρει μεταγενέστερη χειροτέρευση της θέσεως του κατηγορουμένου. Ευχαριστώ.