Πολιτική
Παρασκευή, 14 Μαρτίου 2003 18:47

Aνεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (14/3/2003) Μέρος 3/6

Β΄ ΜΕΡΟΣ

10:09 – 10:45

Β.ΚΑΡΥΔΗΣ: Υπάρχει όμως πέραν των άλλων ένα κοινό στοιχείο που έχει σχέση με την λογική του εσωτερικού εχθρού κ. Εισαγγελέα. Ο έγκριτος δημοσιογράφος κ. Καρκαγιάννης της εφημερίδας «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ›, λέει με αφορμή όλη αυτή την ιστορία και με αφορμή κάποια περιστατικά «η τακτική αυτή αν υπάρχει, θα δώσει στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας τη διάρκεια, τη μονιμότητα και το πολιτικό περιεχόμενο που επί δεκαετίες είχε ο αντι-κομμουνισμός. Πρόσχημα και ιδεολογικό περιτύλιγμα οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής καταπίεσης. Είναι ακριβώς το περιεχόμενο της αντιτρομοκρατίας που επιδιώκει διεθνώς η αμερικανική πολιτική. Ένα είδος παγκόσμιου αντιτρομοκρατικού μακαρθισμού›.

Ένα μόνο μικρό παράδειγμα που οδηγεί η λογική του ιστορικού εχθρού και η τρέχουσα σκοπιμότητα του νομοθέτη -θα είμαι πολύ σύντομος κ. Πρόεδρε, είναι αναγκαστικά από την πολιτική μας ιστορία αυτό το παράδειγμα- είναι η διατήρηση σε ισχύ του αναγκαστικού νόμου 375 περί κατασκοπίας το 1950, όταν είχε ήδη ψηφιστεί ο Ποινικός Κώδικας που ισχύει τώρα και προέβλεπε άρθρα, υπήρχε το έγκλημα της κατασκοπίας πλέον στον Ποινικό Κώδικα.

Παρ’ όλα αυτά η τότε Βουλή διατηρεί τον αναγκαστικό νόμο 375 ταυτόχρονα, εξ αιτίας του περισσότερο λεπτομερειακού χαρακτήρα του σε σχέση με τα άρθρα του νέου Ποινικού Κώδικα, της αυστηρότητας των ποινών και τέλος της αποκλειστικής αρμοδιότητας των Στρατοδικείων κλπ.

Είχε τότε κρίσιμη σημασία ο χαρακτηρισμός του πολιτικού εγκλήματος όπως ξέρετε, διότι ίσχυε η θανατική ποινή. Έτσι, με αυτή την κατασκευή δεν μπορούσε βέβαια να θεωρηθεί πολιτικό έγκλημα, καθώς ήταν κατασκοπία και στρεφόταν κατά της εξωτερικής ασφάλειας της χώρας.

Πράγμα, που με άλλα λόγια -λέει ο Καθηγητής Αλιβιζάτος στην εξαιρετική του μελέτη «Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίση›- σήμαινε ότι η θανατική ποινή συνταγματικά επιβαλλόταν στους Κομμουνιστές για την πολιτική δράση τους από τη στιγμή που η δράση αυτή τιμωρούνταν σύμφωνα με το νόμο 375.

Και καταλήγει αυτή του την ανάλυση ο Καθηγητής Αλιβιζάτος: «από την άποψη αυτή στη συνταγματική ιστορία της Ελλάδας, οι δίκες για κατασκοπία αποτελούν μοναδικό παράδειγμα καιροσκοπικής εφαρμογής ενός νόμου, κάτω από ένα καθεστώς που ήθελε να εμφανίζεται επίσημα, ως φιλελεύθερο και δημοκρατικό›.

Τίποτα κ. Εισαγγελέα δεν είναι δεδομένο. Ούτε η επαρκής κοινοβουλευτική δημοκρατία που σήμερα έχουμε την ευτυχία να ζούμε είναι δεδομένη. Όπως δεν ήταν δεδομένη και η ειρήνη που νομίζαμε ότι μέχρι το ’90, ποιος θα φανταζόταν ότι μετά από λίγα χρόνια θα σπαράσσονταν τα Βαλκάνια από πολέμους εμφύλιους και μη! Πρέπει πάντα να επαγρυπνούμε, κάθε ενεργός πολίτης και κάθε παράγοντας της πολιτείας.

Ένα τελευταίο σημείο που έχει σχέση ίσως με αυτό, γιατί πραγματικά επεσήμανα από την αρχή την σοβαρότητα, την ιστορικότητα της απόφασής σας ως προς το ζήτημα αυτό ιδιαίτερα. Θα αναφερθώ κ. Καθηγητά σε εσάς και πάλι, γιατί το αξίζετε άλλωστε.

Έχει σχέση η απόφαση αυτή και το δίλημμα που μπαίνει, ακόμη και με την αμνηστία. Θα συμφωνήσω απόλυτα με τον κ. Καθηγητή ότι εδώ είναι καθαρή σκοπιμότητα, η αμνηστία. Το επιτρέπει και η ηθική τάξη για τη σωτηρία του τόπου ή την δυνατότητα ειρήνευσης κλπ.

Και ερωτώ: αν αυτά τα υπέρ άνω των 30 εγκλημάτων εξ ορισμού κριθούν ως μη πολιτικά δεν υπάγονται και όλη αυτή η σχετική επιχειρηματολογία, αν αύριο εμφανιστεί μια ανάλογη ομάδα, ενδεχομένως πολυπληθέστερη, ενδεχομένως με μια εντονότερη δράση και αποφασίσει να πάρει το πολιτικό κόστος κάποια κυβέρνηση να πει «ρε παιδί μου, να ησυχάσουμε επιτέλους! Εντάξει, δεν απειλεί να καταλάβει την εξουσία και όλα αυτά τα γνωστά που τα έχουμε τόσες φορές πει εδώ πέρα. Ας αφοπλιστούν, να τους δώσουμε αμνηστία για να ηρεμήσουμε›.

Δεν θα μπορεί να το κάνει κ. Καθηγητά. Πάει κόντρα σε αυτήν τη μόνη επιτρεπτή κατά τη γνώμη μου σκοπιμότητα μια τέτοια θέση και απόφαση. Για τον λόγο αυτό, για να κλείσω κ. Πρόεδρε, θα συνταχθώ με την ευφυή πρόταση που νομίζω ότι έκανε ο κ. Κεχαγιόγλου της Πολιτικής Αγωγής, εμμέσως νομίζω και ο κ. Εισαγγελέας ο κ. Μαρκής.

Νομίζω ότι είπε ότι είναι και ένα ad hoc πραγματικό ζήτημα η κρίση περί του πολιτικού ή μη χαρακτήρα ανάλογα με τις επιμέρους πράξεις, τα επιμέρους εγκλήματα. Ας επιφυλαχθεί το Δικαστήριο.

Ούτως ή άλλως πολλοί επιστήμονες κατά κόρον αναφέρθηκαν εδώ και άλλοι έχουν ασχοληθεί. Το ζήτημα είναι αμφιλεγόμενο, είναι ιδιαίτερα δύσκολο. Ας επιφυλαχθεί το Δικαστήριο, ας δούμε την πορεία της διαδικασίας, ας δούμε τον συγκεκριμένο χαρακτήρα των πράξεων που κατηγορούνται.

Ας επιτρέψουμε αν θέλετε ακόμα και σε φορείς πιο θεσμικούς, η Ένωση Συνταγματολόγων, η Ένωση Ποινικολόγων. Ούτως άλλως τα εγκεκριμένα μέλη της τοποθετούνται και μιλάνε. Ας τοποθετηθούν. Όλοι μας ας είμαστε πιο υπεύθυνοι απέναντι σ’ αυτή την ιστορικής σημασίας κρίση. Ευχαριστώ πολύ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς θέλετε να βγάλουμε τώρα απάντηση γιατί κάποιος επιφυλάσσεται. Μόλις πούμε την απάντηση αν είναι βέβαια αρνητική για τις απόψεις του, θα κάνει και άλλη ένσταση.

Τι θα κάνουμε τώρα δηλαδή, θα επιφυλασσόμεθα; Τότε γιατί δεν τα αφήναμε για το τέλος όλα; Δηλαδή η δουλειά μας είναι να προχωράμε 4 μέρες χωρίς να αποφαινόμεθα για ένα θέμα; Δεν το ξέρω κι αυτό.

Ξέρετε, αυτά τα αιωρήματα τα διαρκή, αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι στο τέλος της διαδικασίας δεν μπορούμε να πούμε και το αντίθετο. Αλλά τώρα ίσως το θέμα συναρτάται μόνο ως προς την κατηγορία που είπε ο κ. Εισαγγελέας, όπως παραπέμπεται και όχι όπως θα αποδειχτεί ότι είναι. Ίσως.

Αυτό έχει κάποια βάση, η οποία βέβαια θα εξετασθεί και στο τέλος. Αλλά τώρα αυτή τη στιγμή όμως, έχουμε ένα βούλευμα διατακτικό. Παραπέμπει τους τάδε, τάδε, γι’ αυτό και γι’ αυτό και γι’ αυτό.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Πράγματι σας έχουμε βομβαρδίσει 4 μέρες με επιχειρήματα νομικά και μη, με όγκους αποσπασμάτων από βιβλία, συγγράμματα, άρθρα, αποφάσεις και πρέπει να πω ότι πράγματι έχουμε προκαλέσει κι ένα πρόβλημα στον κόσμο παραέξω από δω που παρακολουθεί αυτή τη διαδικασία, έναν κόσμο που δεν μπορεί να καταλάβει γιατί συζητάμε, δεν μπορεί να καταλάβει γιατί το τραβάμε τόσο πολύ.

Ζητάμε συγνώμη αν κι εμείς από πλευράς μας έχουμε συμβάλλει σ’ αυτή την μακρά διάρκεια. Πρόθεση της Υπεράσπισης δεν είναι αυτή. Είναι πραγματικά προβληματικό για τον κόσμο το γιατί συζητάμε γιατί δεν μπορεί και να το καταλάβει.

Δεν μπορεί να καταλάβει ποιες είναι αυτές οι περίεργες νομικές έννοιες, αυτές οι περίεργες νομικές προσεγγίσεις που προσπαθούμε να κάνουμε εδώ για να προσεγγίσουμε ένα πολύ πραγματικό ζήτημα, το ζήτημα του πολιτικού εγκλήματος.

Και θα έλεγα, θα επανερχόμουν στην αρχική μου παρατήρηση, ότι κύριοι Δικαστές καλείστε να δικάσετε με το Σύνταγμα. Το Σύνταγμα ρυθμίζει πραγματικές καταστάσεις. Το Σύνταγμα ρυθμίζει ιστορικά φαινόμενα και νομικές πραγματικότητες. Δεν είναι δυνατόν να το προσεγγίσουμε, να προσπαθούμε να το προσεγγίσουμε, με όρους νομικού σωλήνα, με όρους νομικού εργαστηρίου.

Μια προσέγγιση της έννοιας του πολιτικού εγκλήματος που κατασκευάστηκε μέσα στο νομικό εργαστήριο, είναι ένα εξάμβλωμα, ένα δημιούργημα του σωλήνα του νομικού και νομίζω ότι δεν αντιστοιχεί στην κοινωνική πραγματικότητα και δεν μπορεί να ικανοποιήσει και το ενδιαφέρον αυτή τη στιγμή ολόκληρου του πολιτικού κόσμου και ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας να δει ποια θα είναι η απόφαση σας. Αυτό ως πρώτη παρατήρηση.

Ως δεύτερη παρατήρηση θα ήθελα να απαντήσω σε μια σειρά από ζητήματα που μπήκαν από την άλλη πλευρά. Αντέδρασα κάποια στιγμή που ο κ. Λίβος μου απέδωσε έναν όρο μη νομικό, έναν όρο πολιτικό, μου απέδωσε τον όρο «τρομονόμος›. Δεν θα ερχόμουν στην αίθουσα σας, εδώ, στο Δικαστήριο, να μιλήσω για τρομονόμο. Θα πήγαινα σε ένα αμφιθέατρο. Πήγα σε αμφιθέατρα και μίλησα για τρομονόμο, αλλά δεν θα ερχόμουν στην δική σας την αίθουσα.

Παρ’ όλα αυτά, επειδή αντέδρασα γιατί το θεώρησα προσβολή, οφείλω να πω ότι ναι, είναι ένας νόμος του τρόμου ο 2928, ένας νόμος του τρόμου και ζητώ συγνώμη κ. Μαρκή, σας εκτιμώ πάρα πολύ και δυσκολεύομαι να το πω, είναι ένας νόμος, ο οποίος πρόσβαλε τις βάσεις του δικαιοπολιτικού μας συστήματος.

Είναι ένας νόμος ο οποίος δημιούργησε τα άπειρα προβλήματα, τα οποία εσείς καλείστε αυτή τη στιγμή να δικάσετε, να βγάλετε τα κάστανα από τη φωτιά και δεν μπορείτε κύριοι Δικαστές, δυσκολεύεστε να δώσετε λύσεις στα αδιέξοδα που δημιούργησε.

Δημιούργησε χιλιάδες προβλήματα, έβαλε στον τοίχο τα Κινήματα, χωρίς απαραίτητα να είναι αυτός που κάθισε στο σκαμνί τους κατηγορούμενους. Γιατί αν ψάξει κανείς την ιστορία αυτής της υπόθεσης, θα δει ότι με κανέναν τρόπο ο νόμος δεν ωφέλησε στο να φέρει τους κατηγορούμενους να λογοδοτήσουν ενώπιον σας.

Πολύ περισσότερο θα έλεγα ότι ο νόμος δημιούργησε προβλήματα και σ’ αυτήν τη διαδικασία την προδικαστική, που προσπάθησε να στηριχθεί σ’ αυτόν τον νόμο, προβλήματα που και καταγγείλαμε στη διάρκεια εκείνης της διαδικασίας και οδήγησαν σε απανωτές παραβιάσεις δικαίου και αξιών δικαίου και θα αντιμετωπίσετε στη συνέχεια βέβαια αυτής της δίκης με τις ενστάσεις που θα προβάλουμε. Αυτά σε ότι αφορά τον όρο «τρομονόμος› που μου απέδωσε ο συνάδελφος, ο κύριος συνήγορος.

Τρίτο ζήτημα. Μιλήσαμε εδώ για Αριστερά και υπήρξε μια τεράστια αντίδραση και μέσα από αυτή την αίθουσα και έξω από αυτή την αίθουσα. Το τι είναι Αριστερά, το πώς οριοθετείται η Αριστερά και πως οριοθετείται η δράση της, είναι κάτι που δεν έχει κανείς το δικαίωμα να το ερμηνεύει αυθεντικά, δεν έχουν πολύ περισσότερο το δικαίωμα να το ερμηνεύουν αυτοί που είναι πολέμιοι της.

Το είδαμε αυτό το φαινόμενο εδώ μέσα, το είδαμε έντονα αυτό το φαινόμενο εδώ μέσα και πρέπει να πω ότι μπορεί να τιμά την Αριστερά ως ένα πολύ γενικό σύνολο αξιών και ιδεών, τιμά την Αριστερά το βάθρο στο οποίο την τοποθέτησε η Πολιτική Αγωγή και οι πολιτικοί της αντίπαλοι σε όλες αυτές τις μέρες, δεν έχει όμως να κάνει με την πραγματικότητα.

Βέβαια κομμάτι της Αριστεράς είναι οι κατηγορούμενοι. Κομμάτι της Αριστεράς είναι οι ιστορικές πορείες, σαν ατομικές πορείες ο καθένας από αυτούς. Κομμάτι της Αριστεράς είναι η Οργάνωση τους. Είναι μια Οργάνωση που αντιστοιχεί στις πολιτικές και ιστορικές παραδόσεις της Αριστεράς.

Αντιστοιχεί στην συγκυρία που την γέννησε, την συγκυρία που παρείχαν εκείνη την εποχή τα Κινήματα τα αντι-αποικιοκρατικά, τα οποία είχαν ανατρέψει και είχαν εκδιώξει τους αποικιοκράτες από τις χώρες της Ασίας και της Αφρικής, τα Κινήματα και οι εξεγέρσεις της Λατινικής Αμερικής, το Κίνημα του Βιετνάμ, η αντίσταση του Βιετνάμ, του Βιετναμέζικου λαού, τα αντίστοιχα Κινήματα κοινωνικής αμφισβήτησης στην Ευρώπη.

Πράγμα που δεν είμαστε εμείς που το λέμε, δεν είμαστε οι Αριστεροί ή οι πολέμιοι τους ή τα μέλη της Οργάνωσης, ή οι κατηγορούμενοι όποιοι σας το λένε. Το βούλευμα σας το λέει.

Αντίστοιχη ήταν και η δική μας πολιτική συγκυρία μέσα στην οποία γεννήθηκε αυτή η Οργάνωση, προέκυψε αυτό το μόρφωμα. Μια συγκυρία που χαρακτηριζόταν από την αμφισβήτηση, την καχυποψία, απέναντι στο μεταπολιτευτικό πολιτικό σύστημα. Ένα πολιτικό σύστημα που ο πολιτικός κόσμος, όχι η εξωκοινοβουλευτική Αριστερά, όχι οι ένοπλες αντιδικτατορικές Οργανώσεις.

Ο κ. Πέτσος μας είπε ότι ανήκε σε μία από αυτές. Αλλά το ίδιο το Κόμμα του κ. Πέτσου είχε καταγγείλει σαν μονωδία κοινοβουλευτικού φασισμού, το ίδιο το Κόμμα του κ. Πέτσου είχε καταγγείλει σαν αλλαγή αμερικανο-νατοϊκής φρουράς. Μπορεί κανείς να αμφισβητεί την πορεία, μπορεί κανείς να απορρίπτει τις εμμονές, μπορεί να καταγγείλει έχουμε δικαίωμα να καταγγείλουμε τις επιλογές κύριοι Δικαστές και κύριοι συνάδελφοι της Πολιτικής Αγωγής. Δεν έχουμε όμως το δικαίωμα να αμφισβητήσουμε σε αυτούς τους ανθρώπους την πολιτική τους ταυτότητα, σε αυτούς που τη διεκδικούν.

Πρέπει να πω ότι αυτή την πολιτική ταυτότητα –λέχθηκε εδώ και οφείλουμε, το οφείλουμε στους κατηγορούμενους, ανθρώπους που θα λογοδοτήσουν, ανθρώπους που κάποιοι από αυτούς θα περάσουν πολλά χρόνια τη ζωή τους στη φυλακή- να πούμε είναι ψέμα κύριοι συνάδελφοι της Πολιτικής Αγωγής, ότι κανείς τους δεν επικαλέστηκε ιδεολογική ταυτότητα, κανείς τους δεν επικαλέστηκε ιδεολογικούς λόγους για τις πράξεις τους. Όλοι επικαλέστηκαν. Μην αρκείστε στις εφημερίδες, μην διαβάζετε μόνο τις εφημερίδες, κοιτάξτε λίγο και τη δικογραφία, τις απολογίες τους. Όλοι αιτιολόγησαν τη σχέση τους, την όποια σχέση τους και την όποια εμπλοκή τους με ιδεολογικές αναφορές. Όλοι τους αιτιολόγησαν τα κίνητρά τους και δεν ήταν ούτε η αγάπη τους στο αίμα, ούτε η αγάπη τους στα λεφτά.

Αν λάβουμε υπόψη κάτω από ποιες συνθήκες λογοδότησαν αυτοί οι άνθρωποι, αν λάβουμε υπόψη το λάκκο των λεόντων στον οποίο βρέθηκαν ριγμένοι μόνο τους, μοναχοί τους με τα λιοντάρια, τα άγρια θηρία γύρω τους και το κοινό να ουρλιάζει από πάνω -αυτό ήταν το κλίμα που αντιμετωπίσαμε τις πρώτες ημέρες, τους πρώτους μήνες μετά τις συλλήψεις-είναι λογικό ότι αυτό που τόλμησαν να πουν, ήταν ήδη πάρα πολύ, ήταν τεράστιο αυτό που τόλμησαν να πουν στις συνθήκες που βρέθηκαν.

Όταν κάποιος από αυτούς κατά καιρούς βρισκόταν ν’ αρθρώσει κάτι παραπάνω για να ικανοποιήσει το αίτημά σας για επίκληση πολιτικών κινήτρων, επίκληση ιδεολογικών λόγων για τις πράξεις τους, τότε ορμάγατε όλοι σας και σε αυτή την αίθουσα ακόμη, να φωνάζετε για πολιτικά μανιφέστα, για διακηρύξεις και για ό,τι άλλο ακούσαμε, μέσα και έξω από αυτή την αίθουσα όλο αυτό το διάστημα.

Ακούστηκε κάτι από την πλευρά της Πολιτικής Αγωγής για το οποίο εγώ ντρέπομαι κύριοι συνάδελφοι. Ντρέπομαι ν’ ακούω σε αυτή την αίθουσα συναδέλφους μου, μπροστά από μια διαδικασία ούτε καν στο τέλος της –θα ντρεπόμουν και στο τέλος της- να σας ακούω να μιλάτε για ληστές, δολοφόνους και φονιάδες. Ούτε ληστές, ούτε δολοφόνοι, ούτε φονιάδες. Ανακαλύψαμε σήμερα τις αδικοχαμένες ζωές; Αδικοχαμένες ήταν οι ζωές. ¶δικα χάθηκαν οι ζωές που χάθηκαν.

Η πολιτική ιστορία της ανθρωπότητας είναι γεμάτη, από άδικα χαμένες ζωές. ¶δικα χαμένες είναι οι ζωές στο Αφγανιστάν, άδικα χαμένες θα είναι οι ζωές στο Ιράκ. ¶δικα χαμένες ήταν οι ζωές στη Γιουγκοσλαβία. ¶δικα χαμένες ήταν οι ζωές των 1.300 ευγενών που πέρασαν από γκιλοτίνα μετά την επικράτηση της Γαλλικής Επανάστασης. ¶δικα χαμένες, μα πάνω σε αυτές τις ζωές στήθηκε η σύγχρονη αστική δημοκρατία.

¶δικα χαμένες –όχι αν θέλετε, αλλά έτσι είναι- ήταν οι ζωές των ανήλικων παιδιών της τσαρικής οικογένειας που πέρασαν από τουφέκι. Ανήλικα παιδιά! Πάνω σε αυτά στηρίχθηκε και η νεότερη ιστορία. Ήταν άδικα χαμένη η ζωή του Στιούαρτ, εγώ περισσότερο από οποιονδήποτε θα το προσυπογράψω. Ένας αφρο-Αμερικανός Λοχίας, φτωχός κατά τεκμήριο που προσπάθησε με εκτός έδρας να αυξήσει λίγο το εισόδημα της οικογένειάς του, να ζήσει τα παιδιά του. Θα το θεωρούσα απόλυτα λογικό να έρχεται η οικογένειά του εδώ, φτωχή, δεν ξέρω πως θα το κατάφερνε και να εγείρει ζητήματα Πολιτικής Αγωγής.

Δεν θα το θεωρούσα όμως λογικό ο ατύπως παριστάμενος ως πολικός ενάγων σε αυτή τη διαδικασία, η Αμερικανική Κυβέρνηση, να έρχεται και να διεκδικεί, ναι συνάδελφε ατύπως παριστάμενη ως πολιτικώς ενάγων και όχι μόνο να έρχεται και να διεκδικεί.

Η. ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ: (Εκτός μικροφώνου)

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Δεν το αμφισβητώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τότε γιατί κα Κούρτοβικ κάνετε αυτές τις αναφορές, που προσβάλλουν το πρόσωπό του;

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Δεν αναφέρομαι στο συνάδελφο, αναφέρομαι στην παρουσία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτός παρέστη και λέει ότι έχει εντολή από την οικογένεια. Αλλά λέτε εσείς ότι πίσω από την οικογένεια, είναι η Αμερικανική Κυβέρνηση. Τι να πω κι εγώ τώρα!; Δεν μπορώ να πω πολλά πράγματα, αλλά ξέρετε, κάνουν κακές εντυπώσεις αυτά. Εδώ υπάρχει κόσμος που σας ακούει. Εδώ παρίσταται η οικογένεια κάποιου θύματος.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Εγώ δεν αμφισβητώ την παράσταση της οικογένειας του θύματος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τι λέτε ότι παρίσταται τότε η Αμερικανική Κυβέρνηση;

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Αυτό που αμφισβητώ είναι ότι παρίσταται ατύπως μέσα σε αυτή την αίθουσα. Δεν μπορώ να το προσβάλλω νομικά αλλά είναι προφανές σε όλους μας ότι παρίστανται όχι δια του κ. Αναγνωστόπουλου. Προς Θεού, δεν εννοούσα αυτό. Σέβομαι τον συνάδελφο.

Παρίστανται λοιπόν η αμερικανική κυβέρνηση η οποία ετοιμάζεται να στείλει εκατοντάδες φτωχούς αφρο-Αμερικανούς Λοχίες και να τους εκθέσεις στην μήνη και στο μένος που συχνά εγκληματικό των αδικημένων λαών του Ιράκ και της Μέσης Ανατολής που θα πληρώσουν τις πολύ περισσότερες θυσίες που θα κληθούν οι λαοί τους να κάνουν.

Αναφέρθηκαν εδώ ακόμη για «Γιαγκούλες και Νταβέληδες›. Μα, κύριοι συνάδελφοι, δεν το λέω εγώ, το λέει η νομολογία μας, πως αντλούσαν οι παράνομες Οργανώσεις όπου γης και όπου η ιστορία, τα μέσα για τον αγώνα τους;

Πως αντλούν και σήμερα τα μέσα για τον αγώνα τους τα κουρδικά Κινήματα; Γιατί είναι τόσοι πολλοί Κούρδοι στην Ευρώπη στις φυλακές για ληστείες και εκβιασμούς; Για την τσέπη τους τα κάνουν όλοι αυτοί; Μήπως τα έκαναν για το Κίνημα; Γιατί βρέθηκαν τόσοι πολλοί να λογοδοτούν για εγκλήματα τέτοια, στις διάφορες φάσεις της ιστορίας; Παλαιστίνιοι, Ερυθραία, μέλη άλλων Κινημάτων ανατρεπτικών της Αφρικής και της Ασίας; Μέλη, των Κινημάτων αμφισβήτησης της Ευρώπης, ληστές ήταν αυτοί; Για να πλουτίσουν τα έκαναν;

Ποιο μέσο άλλο έχουν οι παράνομες Οργανώσεις να αντλήσουν τα μέσα της δράσης τους, άσχετα αν συμφωνούμε με τα μέσα της δράσης τους, το παράνομο, τις επιλογές τους στις Οργανώσεις, ποια άλλα μέσα έχουν για να αντλήσουν τα μέσα, για να αυτοχρηματοδοτηθούν, εκτός από αυτά; Την απαλλοτρίωση –κατά το λόγο το δικό τους- των μέσων του εχθρού τους, του κατά το λόγο το δικό τους εχθρού, Κουπόνια θα έβγαζαν;

Δεν το λέω εγώ, το λέει η 2/98 η απόφαση Μπιάνκο με την οποία καλείστε να δικάσετε κύριοι Δικαστές, «συναφή εγκλήματα› έκρινε τις ληστείες η απόφαση Μπιάνκο. Συναφή εγκλήματα, για τη στήριξη της κυρίως δράσης της Οργάνωσης και σαν τέτοια, έκρινε το έγκλημα πολιτικό.

Να ξεκαθαρίσουμε λοιπόν εδώ μέσα, γιατί κάποιοι όροι και λόγω του τεκμηρίου αθωότητας, αλλά και λόγω της ευπρέπειας που πρέπει να έχουμε οι συνάδελφοι μεταξύ μας και λόγω του σεβασμού που πρέπει να έχουμε σε αυτούς που κατηγορούνται, σε αυτούς που δικάζονται και σε αυτούς που μέλλεται να περάσουν χρόνια τη ζωή τους στις φυλακές.

Μπορεί να πιστεύετε, μπορεί να πιστέψουμε όλοι ότι δικάζουμε εγκλήματα εδώ μέσα. Δικάζουμε εγκλήματα εδώ μέσα. Δεν δικάζουμε όμως δολοφόνους, δεν δικάζουμε ληστές.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευχαριστούμε κα Κούρτοβικ. Μπορούμε να δώσουμε τον λόγο στον κ. Κουφοντίνα, ο οποίος τον ζήτησε από χτες. Θα παρακαλούσα όμως συνοπτικά. Καταλάβατε;

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Είμαι πάντα πολύ συνοπτικός κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλω να αντιληφθούμε ποιο είναι το νόημα της συζήτησης, πάνω σε αυτό δηλαδή το θέμα του πολιτικού εγκλήματος κυρίως θέλω να μου πείτε, αν έχετε την καλοσύνη.

Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Πάνω σε αυτό.

Κύριε Πρόεδρε, υπήρξε άραγε ποτέ στη σύγχρονη Ελλάδα πολιτικό έγκλημα; Φαίνεται ότι στις τελευταίες δεκαετίες στην Ελλάδα –για να περιοριστώ μόνο εκεί- δεκαετίες κατά σειρά δικτατοριών, πολέμων, εμφυλίων, μετεμφυλιακής τρομοκρατίας, χούντας δεν διεπράχθη ούτε ένα πολιτικό έγκλημα! Ειδικά δικαστήρια, κατοχικά δικαστήρια, στρατοδικεία και πάλι ξανά ειδικά δικαστήρια δίκασαν, δικάζουν και θα δικάζουν και στο μέλλον όπως φαίνεται, ζωοκλέφτες, ληστές, σφαγείς, κατασκόπους, κακοποιούς, δολοφόνους, κοινούς εγκληματίες, τρομοκράτες, με ειδικούς νόμος για τη ληστεία τη ζωοκλοπή. Με τους νόμους των Ιταλών και Γερμανών κατακτητών! Με το Γ’ Ψήφισμα του ’46, με το 375 περί κατασκοπίας του Μεταξά, με το 509 από το ’47 έως τη Μεταπολίτευση! Με δυο απόπειρες επιβολής έκτοτε ειδικών νόμων κι έναν τρίτο, αυτό με τον οποίο δικαζόμαστε, ψηφισμένο από 19 Βουλευτές.

Ένα τέταρτο, δρακόντειο να επέρχεται, για να εναρμονίσει το νομικό πλαίσιο της χώρας μας, με το τρομο-μοντέλο της νέας τάξης της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Η σύλληψη του Έλληνα φοιτητή στο Λονδίνο δείχνει το ζοφερό μέλλον.

Τότε κανένα πολιτικό έγκλημα δεν έγινε στην Ελλάδα αυτές τις δεκαετίες; ¶ραγε δεν υπήρχαν όλα αυτά τα χρόνια η υποκειμενική, η αντικειμενική, η μικτή θεωρία; Υπήρχαν. Κι όμως βρέθηκαν μόνο μια φορά όλα αυτά τα χρόνια τρεις δικαστές: Αλεξόπουλος, Βοάλας, Σαρτζετάκης, το ’76 που χαρακτήρισαν κάποιον ως πολιτικό εγκληματία. Για να διωχθούν όμως πάραυτα από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Μπλέτσα, ο οποίος ατενίζοντας το παρελθόν προφήτευσε το μέλλον «αναγνωρίζοντας› -λέω τη φράση του- «την ανάγκη αυστηρότερου του προβλεπομένου υπό τον ποινικό νόμο κολασμού›.

Μόνο μία Πρωτοδίκης τότε τόλμησε να σηκώσει φωνή διαμαρτυρίας στη δίωξη των ισοβίων Δικαστών διασώζωντας την τιμή του Δικαστικού σώματος. Φυσικά ασκήθηκε δίωξη εις βάρος της!

¶κουγα την Πολιτική Αγωγή να μιλά κατά κανόνα με μια ξύλινη γλώσσα και αναρωτιόμουν: Αν μεταδιδόταν τηλεοπτικά ή ραδιοφωνικά η συνεδρίαση, πώς θα μπορούσαν να πείσουν τον ελληνικό λαό, ότι η 17Ν δεν ήταν πολιτική Οργάνωση, ότι η δράση της δεν ήταν πολιτική δράση και αν αυτή η δράση δεν συνιστά πολιτικό έγκλημα -όπως το λέτε στη γλώσσα σας- τότε τί είναι πολιτικό έγκλημα; Θα υπάρξει άραγε πολιτικό έγκλημα ποτέ στην Ελλάδα;

Πριν πω γιατί κατά τη γνώμη μου η δράση της 17Ν ήταν πολιτική, θα ανοίξω μια μικρή παρένθεση για ένα προσωπικό θέμα. Η διαστρέβλωση και για μένα, όπως και για όλους τους κατηγορούμενους της 17Ν, είναι στην ημερήσια διάταξη. Όμως σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά κάθε όριο, ακόμα και από σοβαρούς κατά τεκμήριο ανθρώπους.

Έκανα μια δήλωση πριν από μέρες όπου υποστήριξα ότι ο ιστορικός του μέλλοντος θα τοποθετήσει αυτή τη δίκη -τηρώντας βέβαια τις αναλογίες, όπως ρητά ανέφερα- δίπλα τις δίκες αγωνιστών του 1821, του Εμφυλίου, της χούντας.

Η δήλωση ήταν ξεκάθαρη: Αναφερόμουν στον παρόμοιο τρόπο με τον οποίο όλες οι εξουσίες αντιμετώπισαν λαϊκούς αγωνιστές σε όλες τις εποχές, χαρακτηρίζοντάς τους με τα ίδια πανομοιότυπα λόγια. Σε καμία περίπτωση δεν έβαλα τον εαυτό μου δίπλα στον Κολοκοτρώνη, ή τη 17Ν δίπλα στο παράνομο ΚΚΕ. Δεν μπορούμε να συγκρίνουμε το μικρό με το μεγάλο.

Τί έχουν να πουν όμως οι επικριτές μας όταν ο Ηλίας Ηλιού παραλληλίζει στη Βουλή τέλος του ’76 τον Μάρθρου με τον Μπλέτσα; Εισαγγελείς και οι δυο, ο πρώτος κατά τη δίκη Κολοκοτρώνη-Πλαπούτα, ο δεύτερος στην υπόθεση Πόλε, καθώς και τον Κολοκοτρώνη με τον Πόλε, λέγοντας μάλιστα ότι «οι αιώνες αντιγράφουν αλλήλους›. Βέβαια άλλο Κολοκοτρώνη, άλλο Πόλε και άλλο Κουφοντίνας. Η αντιμετώπισή τους όμως από την εξουσία ήταν παρόμοια.

Ερχόμαστε στο ερώτημα: Τί ήταν η 17Ν; Γιατί δυο πράγματα μπορεί να συμβαίνουν: Είτε ήταν μια συμμορία ληστών και εγκληματιών -όπως ισχυρίζεται η Πολιτική Αγωγή- είτε μια ένοπλη επαναστατική Οργάνωση, απλών λαϊκών αγωνιστών, όπως απ’ την πρώτη στιγμή και επίμονα ισχυριζόταν η ίδια.

Ας δούμε επί τροχάδην τί έπραξε, τί επεδίωκε και τί επέτυχε. Πώς έπληξε δηλαδή τα έννομα πολιτικά αγαθά, όπως τα ονομάζετε στη γλώσσα σας. Δύο ήταν οι κύριοι άξονες της δράσης της 17Ν. Ο αντι-ιμπεριαλιστικός και ο αντι-καπιταλιστικός.

Όσον αφορά τις αμερικάνικες ενέργειες, οι οποίες αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος των ενεργειών της 17Ν, τα κίνητρα είναι προφανή. Για οποιονδήποτε ζει σ’ αυτή τη χώρα, γνωρίζει την πρόσφατη ιστορία και βλέπει τις συνεχείς επεμβάσεις στη χώρα μας αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.

Όσον αφορά τη δεύτερη κατηγορία τις αντι-καπιταλιστικές ενέργειες, αυτές αποτελούσαν απάντηση στη βία των οικονομικών σχέσεων και στα εγκλήματα της κυρίαρχης ελίτ, σε βάρος του λαού και της χώρας. Νομιμοποιούνταν στη λαϊκή συνείδηση γιατί -εκτός των άλλων- εκλαμβάνονταν και ως πράξεις απόδοσης δικαιοσύνης, σε μια κοινωνία όπου είναι ολοφάνερη η ύπαρξη μιας ιδιαίτερης περιχαρακωμένης χώρας μέσα στη χώρα μας, της χώρας των ισχυρών όλων των εξουσιών, όπου επικρατεί ένα ιδιόμορφο καθεστώς ετεροδικίας και όπου κατά κανόνα επικρατεί ατιμωρησία για κάθε είδους εγκλήματα, από τα ελαφρότερα μέχρι τα πιο βαριά. Οι μόνοι νόμοι που κυριαρχούν εκεί, είναι ο νόμος της σιωπής και της ανοχής στην καταβρόχθιση του κοινωνικού πλούτου.

Ανέφερε ο κ. Μαρκής το νομικό επιχείρημα, ότι ισχύει η ποινή των ισοβίων για κατάχρηση του δημοσίου χρήματος. Φαίνεται όμως ότι στην Ελλάδα, ουδείς καταχράται δημόσιο χρήμα, γιατί ουδείς έχει καταδικαστεί ποτέ γι αυτό.

Επειδή κάποιοι μίλησαν για λήσταρχους, ας τους αναζητήσουν στα άγρια και φιλόξενα βουνά της Εκάλης και στα ορεινά λημέρια των σαλέ της Ελβετίας! Περίσσεψε υποκρισία σ’ αυτή την αίθουσα!

Τί επεδίωκε όμως με τη δράση αυτή η 17Ν; Συμφωνώ με την άποψη του κ. Εισαγγελέα, το δηλώσαμε άλλωστε απ’ την πρώτη στιγμή: την ανατροπή αυτής της καθεστηκυίας τάξεως, αυτού του εγκληματικού, σάπιου και διεφθαρμένου καθεστώτος και την οικοδόμηση μιας άλλης κοινωνικής Οργάνωσης, Σοσιαλιστικής, όπου το κεντρικό χαρακτηριστικό θα είναι η ίση πολιτικοκοινωνική αξία των πολιτών, μέσα σε μια ποικιλόχρωμη ανθρωπότητα.

Ας δούμε όμως και μια άλλη διάσταση της δράσης της 17Ν, δηλαδή το πώς έπληξε με δυο λόγια, αυτό που λέτε το βασικό έννομο πολιτικό αγαθό αν δεν κάνω λάθος.

Είναι γνωστό, ότι όλα τα καθεστώτα χρησιμοποιούν την ωμή βία μόνο ως έσχατο μέσον. Βασίζονται κυρίως στη δημιουργία μέσω των θεσμών και των μηχανισμών που διαθέτουν, ενός κλίματος από-πολιτικοποίησης, παθητικότητας, αδράνειας, αποπροσανατολισμού του λαού με ταυτόχρονη καλλιέργεια της εικόνας του κράτους ως παντοδύναμου και άτρωτου, έναντι του οποίου κάθε δυναμική δράση είναι αναποτελεσματική και μάταιη.

Η 17Ν με την παρουσία της επί 27 χρόνια και με τη δράση της, επέφερε ισχυρά πλήγματα σ’ αυτή την εικόνα, αποκαλύπτοντας τις αδυναμίες του πολιτικο-οικονομικού συστήματος και αποδεικνύοντας ότι είναι δυνατό να χτυπηθεί αποτελεσματικά.

Τί πέτυχε η 17Ν: Αυτό που σας εξέθεσε στην πρωτομιλία του ο κ. Καρύδης, παρουσιάζοντας μία δημοσκόπηση -ανάμεσα σε πολλές που υπάρχουν- η οποία διενεργήθηκε όμως υπό δυσμενέστατες συνθήκες για την Οργάνωση το 2001 και όπου το 3,1% του ελληνικού λαού έχει θετική γνώμη, ενώ ένα 13,5% συνολικά αρνείται να απαντήσει για ευνόητους λόγους.

3,1% σε πανελλαδική κλίμακα, το οποίο υπερδιπλασιάζεται μάλιστα, φτάνει ως το 7,4% στις πιο φτωχές περιοχές της χώρας, ενώ στη νεολαία εκτοξεύεται στο 8,3%. Ένας στους 10 νέους συμφωνεί με τη 17Ν! Αυτή τη συμφωνία ενός μέρους της κοινωνίας εισπράτταμε και συνεχίζαμε τη δράση μας.

Αυτή η απήχηση που είναι και ο σκοπός κάθε πολιτικής δράσης, είναι που εξηγεί και τη λυσσαλέα ολομέτωπη επίθεση διαβολής, διαστρέβλωσης, ψεύδους, συκοφαντίας και εκδικητικότητας εναντίον μας. Επίθεση ενορχηστρωμένη από κρατικά και υπερκρατικά κέντρα, με σκοπό την πολιτική ήττα όχι απλά της 17Ν, αλλά και της επαναστατικής άποψης συνολικά.

Η 17Ν λοιπόν από τη δράση της, τις επιδιώξεις της, τα αποτελέσματα της δράσης της και την απήχηση, ήταν μια καθαρά πολιτική Οργάνωση της επαναστατικής Αριστεράς.

Και εσείς είστε πολιτικά και ιστορικά το κατ’ εξοχήν αρμόδιο Δικαστήριο για να δικάσει κατηγορούμενους για τη 17Ν να διαπλάσει και πάλι έναν ειδικό νόμο, ανεξάρτητα αν έχουμε εδώ μπροστά μας ένα από εκείνα τα μικρά, ιδιότροπα παιχνιδάκια που σκαρώνει η ιστορία, δηλαδή να εφαρμόζουν έναν ειδικό νόμο, άνθρωποι που ενδεχομένως διαφωνούσαν με τέτοιες διαδικασίες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Σερίφη εσείς.

Γ.ΣΕΡΙΦΗΣ: Εγώ προσωπικά δεν περιμένω από ένα άδικο σύστημα εκμετάλλευσης καταπίεσης, να υπάρχει για εμένα κάποια δίκαιη δίκη, δεν διεκδικώ δίκαη δίκη και δίκαιους νόμους. Δεν το περιμένω. Εγώ αυτό που περιμένω είναι να μου αποδείξετε γιατί με κρατάτε με το έτσι θέλω σε αυτή την υπόθεση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και το Δικαστήριο περιμένει να του αποδείξουν εδώ, αν είστε ένοχος ή όχι.

Γ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Όχι, με κρατάτε μέσα, με κρατάτε όμηρο έξω γύρω στους 10 μήνες, με το έτσι θέλω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμένα θα μου αποδείξουν εδώ -γιατί μία ψήφο που θα έχω εγώ στο τέλος- αν είστε ένοχος, ναι ή όχι.

Γ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Αν δεν το αποδείξουν τί θα γίνει κ. Πρόεδρε; Μήπως είναι η πρώτη φορά; 35 χρόνια είναι αυτή η ιστορία!

Δεν περιμένω «χάδια› όπως είπε ο κ. Εισαγγελέας από το σύστημα αυτό και από την εξουσιαστική δημοκρατία. Δεν με χάιδεψε άλλωστε ποτέ, σε όλα τα επίπεδα, ούτε την τάξη μου ποτέ τη χάιδεψε. Εκμετάλλευση, καταπίεση, διώξιμο, μετανάστευση! Αυτό είναι το χάδι που έκανε. Τις πολιτικές μου πεποιθήσεις δεν τις καθορίζουν οι νόμοι, τις καθορίζει η συνείδησή μου και η στάση ζωής μου και οι αγώνες μου οι κοινωνικοί, οι ταξικοί, η συμμετοχή μου στις αγώνες.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πείτε μου τώρα, είναι το Δικαστήριο εδώ το αρμόδιο; Αυτό είναι το θέμα που συζητάμε. Αυτά μπορείτε να τα πείτε στο τέλος. Είμαστε αρμόδιοι εμείς ή δεν είμαστε;

Γ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Κύριε Πρόεδρε, τα Δικαστήρια, είτε είναι το Μικτό Ορκωτό, είτε είναι αυτό, του ιδίου συστήματος είναι. Το σύστημα αυτή τη στιγμή, απλά κάνει όπισθεν διότι αν τίποτε άλλο δεν απέδειξε η 17Ν, αν τίποτε άλλο δεν κατόρθωσε, κατόρθωσε τουλάχιστον να πέσουν μερικές υποκριτικές μάσκες της εξουσίας και όσων την υπηρετούν.

Διότι τί κάνουν; Ενώ έχουν κάνει οι ίδιοι τους για να μας δείξουν κάποια δημοκρατικότητα, ότι υπάρχει Δημοκρατία και υπάρχει λαϊκό στοιχείο μέσα στην υπόθεση, οι ίδιοι όταν δεν τους συμφέρει, τα παίρνουν πίσω. Δηλαδή οι νόμοι είναι ανάλογα με τα συμφέροντα που αφορούν το ίδιο σύστημα. Δηλαδή μας δείχνει ότι σε αυτό τον κόσμο, μπορούμε να ζητιανέψουμε ό,τι θέλουμε αλλά όχι και να αποκτήσουμε, να το ζητήσουμε και να το πάρουμε. Αυτό δείχνει αυτός ο νόμος.

Εγώ περιμένω αρκετό καιρό να μου αποδείξουν πραγματικά γιατί με έχουν εδώ πέρα. Τις πολιτικές μου θέσεις τις έχω πάρα πολλές φορές τονίσει, τις έχω δημοσιοποιήσει, άλλωστε όλη η ζωή μου έτσι ήταν, δημόσια, και οι διεκδικήσεις μου και οι αγώνες μου και ο λόγος μου. Περιμένω την απάντηση. Την περιμένω εδώ και τώρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αποσύρεται προς διάσκεψη, δεν είναι ο χρόνος βέβαια προσδιορισμένος, ανάλογα το τί συζήτηση θα επικρατήσει.

ΔΙΑΚΟΠΗ - ΔΙΑΛΕΙΜΜΑ