Πολιτιστικά
Σάββατο, 08 Ιουνίου 2013 11:10

Άννα Καφέτση: «Το όραμά μου είναι η γεφύρωση τέχνης και παιδείας…»

Με το «μουσείο του μέλλοντος» να βρίσκεται στην τελική ευθεία της δημιουργίας του, για να στεγάσει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, η διευθύντριά του, Άννα Καφέτση, μας μιλά για την πορεία αυτού του εγχειρήματος.

Με το «μουσείο του μέλλοντος» να βρίσκεται στην τελική ευθεία της δημιουργίας του, για να στεγάσει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ), η διευθύντριά του, Άννα Καφέτση, μας μιλά για την πορεία αυτού του εγχειρήματος.

Η ανάσα ζωής και τέχνης στο εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο ΦΙΞ, που βρίσκεται στην καρδιά της Αθήνας, ανάμεσα στην Καλλιρρόης και τη Συγγρού, δίνεται με πάθος και δύναμη, με αποτέλεσμα το κατασκευαστικό μέρος να έχει προχωρήσει τόσο, ώστε να αρχίσουμε να μετράμε αντίστροφα για την παράδοση του Μουσείου, αλλά και τα εγκαίνιά του. 

Δυναμική και αισιόδοξη, η Άννα Καφέτση, σε αναμονή - προσμονή της ολοκλήρωσης της μεταφοράς του ΕΜΣΤ στον νέο του χώρο, μιλά για τα θέματα του Μουσείου, το όραμα της και την τέχνη.

Ποια προβλήματα αντιμετωπίζει σήμερα το ΕΜΣΤ;

Αν εξαιρέσω το οικονομικό πρόβλημα και τις μεγάλες δυσκολίες που αυτό συνεπάγεται για τη λειτουργία του Μουσείου, θα έλεγα ότι είναι η πιο αισιόδοξη και χαρούμενη περίοδος των δεκατριών μας χρόνων. Οι εργασίες κατασκευής προχωράνε με ταχύτατους ρυθμούς και, αν όλα πάνε καλά, το κτήριο ολοκληρώνεται τον Οκτώβριο και το νέο ΕΜΣΤ ανοίγει τον Μάρτιο του 2014.
Αυτό θα είναι μια μεγάλη στιγμή, για την οποία θα μπορούσα να ξεχάσω όλους τους αγώνες και τις μάχες που δόθηκαν. Ωστόσο, οι οικονομικές δυσκολίες είναι μπροστά μας. Και παρόλο που το Μουσείο κατάφερε όσα κατάφερε έως σήμερα (μεταξύ αυτών και μια συλλογή κοντά στα 1000 έργα) εκ του μηδενός, με ελαχιστότατους οικονομικούς πόρους, οι νέες ανάγκες δεν μπορούν να καλυφθούν “με τα ψέματα”, όπως κάναμε όλα αυτά τα χρόνια.
Μέσα στο ’13 και αρχές του ’14, θα πρέπει, καταρχάς, να στελεχωθούν επαρκώς οι υπηρεσίες του Μουσείου με το κατάλληλο προσωπικό και να εξευρεθούν οι πόροι, που θα επιτρέψουν την προετοιμασία των πάσης φύσεως δραστηριοτήτων στο νέο κτήριο, από τις εκθεσιακές και πολιτιστικές μας δράσεις, έως την οργάνωση του καταστήματος κ.ά.. Και βέβαια, θα πρέπει να μπορέσουμε να βγάλουμε αυτήν τη χρονιά, μιας και μέχρι τέλη του χρόνου που θα παραμείνουμε στο Ωδείο, έχουμε προγραμματισμένες εκθέσεις, παρόλο που χρειάστηκε να κάνω γενναίες περικοπές και αλλαγές στο πρόγραμμά μας.

Τα εθνικά Μουσεία επιτελούν επιτυχώς τον σκοπό τους;

Δεν είναι εύκολο να απαντήσει κανείς σε αυτήν την ερώτηση. Το κάθε Μουσείο έχει τις ιδιαιτερότητές του, τη δική του θεσμική φυσιογνωμία. Αλλά δε θα μπορούσα, για παράδειγμα, να μην αναφέρω το εξαιρετικό “άνοιγμα” των αρχαιολογικών και βυζαντινών μας Μουσείων, που είναι, άλλωστε, και ο κορμός των εθνικών Μουσείων στη χώρα μας. Και δεν εννοώ μόνο τα νέα κτήρια και τον εκσυγχρονισμό των μουσειακών υποδομών τα τελευταία χρόνια, σε όλη την επικράτεια, που είναι πράγματι εντυπωσιακά.

Το πιο ενδιαφέρον είναι οι ιστορίες που αφηγούνται, οι διασταυρώσεις με άλλα γνωστικά πεδία, την ανθρωπολογία, την κοινωνιολογία, ακόμη και τη σύγχρονη τέχνη. Αυτά είναι άκρως ενδιαφέροντα πράγματα στην εποχή μας. Αν, μάλιστα, σκεφτεί κανείς υπό ποίες συνθήκες εργαζόμαστε, αρχαιολόγοι και μη, με έλλειψη προσωπικού, οικονομικών μέσων κ.λπ. κ.λπ., αδιανόητες για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, τότε, ίσως, τα εθνικά Μουσεία και οι άνθρωποί τους να επιτελούν, συχνά, έναν άθλο.  

Ποια θα ήταν η ιδανική μορφή λειτουργίας και προσφοράς του ΕΜΣΤ;

Να μπορεί, ασφαλώς, να αναπτύξει το σύνολο των δραστηριοτήτων που οφείλει να προσφέρει ένα σύγχρονο Μουσείο στους επισκέπτες του, στο κοινωνικό σύνολο. Το Μουσείο είναι ένας πολυδιάστατος οργανισμός. Αυτή, άλλωστε, είναι η ομορφιά του, που συνδυάζει πολλές διαφορετικές λειτουργίες και ρόλους. Το ΕΜΣΤ θα μπορέσει να αναπτυχθεί σε όλο του εύρος, μόλις εγκατασταθεί στο νέο του κτήριο. Η ιστορία του των δεκατριών χρόνων μπορεί να το εγγυηθεί, αλλά δε φτάνει. Χρειάζεται η ομάδα του να μεγαλώσει, χρειάζεται ανθρώπους με γνώση, πάθος και αίσθημα προσφοράς, για να το κρατήσουν ζωντανό και δημιουργικό. Μόνον έτσι προκόβουν τα Μουσεία και τα πολιτιστικά Ιδρύματα.

Πώς κινείστε για την επίτευξη αυτού του στόχου;

Ο στόχος αυτός περνάει αποκλειστικά μέσα από την ολοκλήρωση του κτηρίου του Μουσείου, γι’ αυτό και όλος αυτός ο αγώνας και η επιμονή μου όλα αυτά τα χρόνια. Θα πρέπει, επίσης, να παρακαμφθούν και άλλα εμπόδια, που αφορούν αίφνης σε προσλήψεις προσωπικού και, μάλιστα, ειδικών προσόντων, το οποίο θα πρέπει να μπορούμε να επιλέξουμε. Και φυσικά, να εξασφαλιστεί μια σταθερή χρηματοδότηση, με βάση τις νέες ανάγκες λειτουργίας του νέου ΕΜΣΤ.

Πόσο δύσκολο είναι να προβάλλουν τα έργα τους οι νέοι καλλιτέχνες;

Νομίζω ότι σήμερα οι νέοι καλλιτέχνες έχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες να δείξουν τη δουλειά τους. Εκτός από τα Μουσεία, υπάρχουν αρκετοί εναλλακτικοί χώροι και περισσότερες γκαλερί. Υπάρχει, επίσης, και ένα αυξημένο ενδιαφέρον για τους νέους δημιουργούς, άσχετα από τα διαφορετικά κίνητρα. Το ζήτημα είναι να υπάρχουν ενδιαφέροντα έργα, σοβαρή εικαστική σκέψη και έρευνα, να γίνονται ανοίγματα σε άλλους γνωστικούς και καλλιτεχνικούς χώρους, να δοκιμάζονται νέες δημιουργικές δυνατότητες. Ίσως, εδώ να βρίσκεται η μεγαλύτερη δυσκολία. Πάντως, οι ευκαιρίες που δίνει και οφείλει να δίνει το ΕΜΣΤ σε νέους καλλιτέχνες, υπηρετούν αυτόν τον σκοπό: να παράγεται ενδιαφέρουσα τέχνη.

Η πληθώρα κρατικών Μουσείων σε μία χώρα που πάσχει στον τομέα της παιδείας, δεν είναι μια μεγάλη αντίφαση;

Θα έλεγα ότι στον τομέα των Μουσείων σύγχρονης τέχνης ισχύει το ακριβώς αντίθετο. Υπάρχουν ελάχιστα και άργησαν δραματικά. Αυτή η έλλειψη επί δεκαετίες δεν είχε μόνο αντίκτυπο στην ανάπτυξη της σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα, αφού καλλιεργήθηκε σε μεγάλο βαθμό μια κουλτούρα απομονωτισμού από το διεθνές καλλιτεχνικό γίγνεσθαι και μια περιθωριοποίηση σημαντικών έργων και καλλιτεχνών, αλλά στέρησε, επίσης, το κοινό από μια σύγχρονη καλλιτεχνική παιδεία.

Στην κάλυψη αυτού του κενού, το ΕΜΣΤ προσπαθεί να συμβάλλει με την ιδιαίτερη εκθεσιακή και εκπαιδευτική κινητικότητα, που έχει αναπτύξει από το ξεκίνημά του, το 2000, μέχρι σήμερα, στους χώρους, στους οποίους όλα αυτά τα χρόνια φιλοξενείτο, αλλά και μέσα στην πόλη. Για μένα, αυτός είναι ο κύριος λόγος ύπαρξης του Μουσείου, μαζί, βεβαίως, με τη συγκρότηση εθνικών συλλογών έργων τέχνης. 

Η τραγική οικονομική κατάσταση που αντιμετωπίζουμε, απομακρύνει το ευρύ κοινό από την τέχνη;

Ίσως να είναι και μια ευκαιρία, για να το φέρει πιο κοντά. Αυτό τουλάχιστον προσπαθούμε, κάνοντας συνεχή ανοίγματα σε διαφορετικές κατηγορίες κοινού. Γι’ αυτό, θα πρέπει πάση θυσία να αντέξουμε και να συνεχίσουμε να είμαστε δημιουργικοί και παραγωγικοί. Προσαρμογές ναι, στα νέα δεδομένα, αλλά με έμπνευση, επιμονή και έργο. Αυτή η χώρα έχει πολλές δυνατότητες και οι άνθρωποί της ξέρουν και από δυσκολίες. Όσο για την τέχνη, η επαφή μαζί της μπορεί να αλλάξει ζωές.

Τί σημαίνει για σας η τέχνη;

Είναι τρόπος ζωής. Είναι αυτή η “άλλη” πραγματικότητα μέσα στην πραγματικότητα, που εμπνέει, δίνει χαρά, συντροφεύει και παρηγορεί και σε κάποιες σπάνιες στιγμές απογειώνει.

Ποιο είναι το όραμα σας για το μέλλον;

Θα το έλεγα με έναν λόγο, η γεφύρωση τέχνης και παιδείας. Ξέρω ότι έχουμε πολύ δρόμο ακόμα στην Ελλάδα, αλλά η εποχή προσφέρεται - ή μάλλον το απαιτεί - και σε αυτό πρέπει να συγκλίνουν οι πολιτιστικοί και εκπαιδευτικοί θεσμοί με συνέργειες και αλληλοσυμπληρώσεις. Αυτό είναι το όραμά μου για το Μουσείο. Για να αγαπηθεί από τον κόσμο, να μπει μέσα στην καθημερινότητά του, να προσφέρει αισθητικές χαρές και εμπνεύσεις.

Γιώργος Σ. Κουλουβάρης
[email protected]