Τη δική του πρόταση νόμου για την «καταπολέμηση εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά» κατέθεσε στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τη δική του πρόταση νόμου για την «καταπολέμηση εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά» κατέθεσε στη Βουλή ο ΣΥΡΙΖΑ.
Μεταξύ άλλων προβλέπονται τα εξής:
Σύμφωνα με τον ΣΥΡΙΖΑ, η πρόταση της ΝΔ υπαναχωρεί και από την ήδη ισχύουσα, και αποδεδειγμένα αναποτελεσματική, όπως τη χαρακτηρίζει, νομοθεσία.
Κάνοντας λόγο για εντελώς προσχηματική πρόταση, σημειώνει πως η πρόταση της ΝΔ εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της, δημόσιους λειτουργούς και υπαλλήλους, αναφέρεται μόνο σε βία κατά προσώπου και όχι κατά ομάδας προσώπων ενώ δεν προβλέπει κανένα πλαίσιο προστασίας για τα θύματα.
Σε ό,τι αφορά την πρόταση νόμου ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ η αξιωματική αντιπολίτευση θεωρεί πως το νομοσχέδιο Ρουπακιώτη (νυν πρόταση νόμου ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ), κινείται στο πνεύμα του ν. 927/1979, ο οποίος, όπως λέει, κατέστη ανενεργός λόγω του ασαφούς πεδίου εφαρμογής του.
Ειδικότερα, επισημαίνει πως η πρόταση νόμου ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ δεν εστιάζει στο δράστη των πράξεων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, αλλά στον υποκινητή τους. Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρει ο ΣΥΡΙΖΑ:
Η πρόταση νόμου ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ φαίνεται να ιεραρχεί την καταδίκη του ρατσιστικού λόγου (δημόσια υποκίνηση βίας ή μίσους, δημόσιος εγκωμιασμός και άρνηση εγκλημάτων) υψηλότερα σε σχέση με τη ρατσιστική πράξη. Έτσι, α) η πρόταση προσκρούει στις συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες έκφρασης και λόγου, β) ηρωοποιεί ως διωκόμενους τους κήρυκες του ρατσισμού και κυρίως γ) αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει το μείζον ζήτημα σήμερα, δηλαδή την εξάπλωση της οργανωμένης ρατσιστικής βίας. Αδύναμο και αναποτελεσματικό, τέλος, είναι και το πλαίσιο προστασίας θυμάτων και μαρτύρων που προβλέπει.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ
«Για την καταπολέμηση του ρατσισμού και των εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά»
Άρθρο 1
Ορισμός
Προστίθεται στο άρθρο 13 του Ποινικού Κώδικα παράγραφος η, η οποία έχει ως εξής:
«Έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά είναι κάθε αξιόποινη πράξη που τελείται κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων λόγω της εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, της φυλής, του χρώματος, της θρησκείας, της αναπηρίας, του φύλου, του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του(ς)».
Άρθρο 2
Ειδική επιβαρυντική περίσταση για τη δίωξη και την τιμωρία εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά
Προστίθεται μετά το άρθρο 93 του ΠΚ άρθρο 93Α, το οποίο έχει ως εξής:
«Άρθρο 93 Α
1. Σε περίπτωση εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά κατά την έννοια της παραγράφου η’ του άρθρου 13, η ποινή επιβαρύνεται και δύναται να φτάσει έως το ανώτατο όριο του είδους της ποινής που προβλέπεται για την πράξη χωρίς την συνδρομή ρατσιστικών χαρακτηριστικών».
Σε περίπτωση υποτροπής και εκ νέου τέλεσης εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, πέραν της εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 88 Π.Κ. και επόμενα, η ποινή δεν αναστέλλεται.
2. Η καταδίκη για κακουργηματικού χαρακτήρα εγκλήματα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά κατά την έννοια της παραγράφου η’ του άρθρου 13, συνεπάγεται και την αυτοδίκαιη αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων του καταδικασθέντος.
Η κατά τα ανωτέρω αποστέρηση πολιτικών δικαιωμάτων είναι:
Α) ισόβια σε περίπτωση επιβολής ποινής ισοβίου καθείρξεως, και
Β) τουλάχιστον δεκαετής σε περίπτωση επιβολής ποινής καθείρξεως, εφ' όσον άλλη διάταξη δεν προβλέπει αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων για μακρότερο χρόνο. Περαιτέρω, η καταδίκη για έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά συνεπάγεται ανικανότητα απόκτησης των ιδιοτήτων που προβλέπονται στην περίπτωση 1 του άρθρου 63.
3. Η ποινική δίωξη για τα εγκλήματα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά ασκείται αυτεπαγγέλτως, ανεξαρτήτως του εάν το έγκλημα χωρίς ρατσιστικά χαρακτηριστικά διώκεται κατ’ έγκληση.»
Άρθρο 3
Ευθύνη δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων
1. Η τέλεση ή συνδρομή στην τέλεση ή υπόθαλψη ή παρασιώπηση τελέσεως εγκλήματος με ρατσιστικά χαρακτηριστικά από δημόσιο υπάλληλο ή λειτουργό κατά την ενάσκηση των καθηκόντων και στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων του, συνιστά αυτοτελώς επιβαρυντική περίσταση
2. Προστίθεται μετά το άρθρο 93Α του ΠΚ άρθρο 93Β, το οποίο έχει ως εξής :
«Άρθρο 93 Β – Παρεπόμενες ποινές
Καταδίκη δημοσίου λειτουργού ή υπαλλήλου για έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά που τελέσθηκε κατά την ενάσκηση των καθηκόντων, που του έχουν ανατεθεί, συνεπάγεται αυτοδίκαιη αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, η οποία είναι:
Α) Ισόβια σε περίπτωση επιβολής ποινής ισόβιας κάθειρξης,
Β) Δεκαετής τουλάχιστον σε περίπτωση επιβολής ποινής καθείρξεως και
Γ) Πενταετής σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλακίσεως μεγαλύτερης των δύο ετών, εφ' όσον άλλη διάταξη δεν προβλέπει αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων για μακρότερο χρόνο.
Επίσης η καταδίκη δημοσίου υπαλλήλου για έγκλημα με ρατσιστικά χαρακτηριστικά συνεπάγεται ανικανότητα απόκτησης των ιδιοτήτων που προβλέπονται στην περίπτωση 1 του άρθρου 63, η οποία είναι ισόβια σε περίπτωση επιβολής ποινής καθείρξεως και δεκαετής σε περίπτωση επιβολής ποινής φυλακίσεως μεγαλύτερης των δύο ετών».
Άρθρο 4
Ευθύνη νομικών προσώπων- ενώσεων προσώπων
1. Όταν φυσικό πρόσωπο, που έχει δικαίωμα ή εξουσία εκπροσώπησης ή λήψης αποφάσεων στο όνομα και για λογαριασμό νομικού προσώπου ή ενώσεως προσώπων ή εξουσία και αρμοδιότητα ελέγχου και εποπτείας αυτών ή διευθυντικό δικαίωμα στο πλαίσιο λειτουργίας αυτών ή που ενεργεί κατ΄εντολή ή καθ΄ υπόδειξη προσώπων που έχουν τα ως άνω δικαιώματα, εξουσίες και αρμοδιότητες, καταδικασθεί με τελεσίδικη απόφαση, για αξιόποινες πράξεις, σύμφωνα με τα άρθρα 13 παρ. η’ και 93Α ΠΚ, όπως εισάγονται με το παρόν, οι οποίες τελέσθηκαν στο πλαίσιο της δράσης ή προς επίτευξη των σκοπών ή στο όνομα και για λογαριασμό του νομικού προσώπου ή της ενώσεως προσώπων, και με την επιφύλαξη εφαρμογής των διατάξεων περί δήμευσης και κατάσχεσης, επιβάλλονται κυρώσεις στα ως άνω νομικά πρόσωπα ή ενώσεις προσώπων ως ακολούθως:
2. Με ειδικώς αιτιολογημένη κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Οικονομικών, που εκδίδεται ύστερα από ακρόαση του νόμιμου εκπροσώπου του νομικού προσώπου ή της ένωσης προσώπων, και έγγραφη, ειδικώς αιτιολογημένη εισήγηση της Εθνικής Επιτροπής Σχεδιασμού και Συντονισμού για την Καταπολέμηση του Ρατσισμού, στην οποία διαβιβάζονται όλες οι κατά τα άνω τελεσίδικες καταδικαστικές αποφάσεις, επιβάλλεται:
α) Διοικητικό πρόστιμο από τρεις χιλιάδες (3,000) έως δεκαπέντε χιλιάδες (15,000) ευρώ για τελεσθέντα κατά την έννοια της παραγράφου 1 πλημμελήματα.
β) Διοικητικό πρόστιμο από είκοσι χιλιάδες (20.000) έως εκατό χιλιάδες (100.000) ευρώ για τελεσθέντα κατά την έννοια της παραγράφου 1 κακουργήματα.
3. Με την ίδια, ως άνω, απόφαση, πλέον των ανωτέρω προβλεπομένων κυρώσεων, επιβάλλονται και οι ακόλουθες, σωρευτικά ή διαζευκτικά:
α) Προσωρινή απαγόρευση άσκησης εμπορικής ή άλλης δραστηριότητας του νομικού προσώπου ή προσωρινή παύση της λειτουργίας του καταστήματος, του γραφείου ή των εν γένει εγκαταστάσεων, που χρησίμευσαν για την τέλεση του εγκλήματος για χρονικό διάστημα από ένα μήνα έως ένα έτος,
β) πρόσκαιρος ή σε περίπτωση υποτροπής, κατά τα άρθρα 88 επ. του Ποινικού Κώδικα, οριστικός αποκλεισμός από φορολογικά και άλλα ευεργετήματα, καθώς και από δημόσιες παροχές ή ενισχύσεις.
4. Επιβάλλεται διάλυση του νομικού προσώπου με δικαστική απόφαση, κατά τις γενικές ισχύουσες διατάξεις.
5. Για την επιβολή των παραπάνω διοικητικών κυρώσεων συνεκτιμώνται η βαρύτητα της τελεσθείσας πράξης, παρόμοιες παράνομες πράξεις, για τις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις στο παρελθόν, η τυχόν οικονομική ή άλλη ωφέλεια, που αποκόμισε το νομικό πρόσωπο ή η ένωση προσώπων συνεπεία της παράνομης πράξης.
6. Η πράξη επιβολής προστίµου, κατά τα ανωτέρω, κοινοποιείται µε απόδειξη στον παραβάτη, αποτελεί έσοδο του ∆ηµοσίου, το οποίο εγγράφεται σε σχετικές πιστώσεις στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, για υλοποίηση δράσεων καταπολέμησης του ρατσισμού και προστασίας των θυμάτων ρατσιστικών εγκλημάτων.
7. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και Οικονομικών ρυθμίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου
Άρθρο 5
Μέτρα προστασίας και συνδρομής των θυμάτων και των μαρτύρων
Θεσπίζονται τα εξής ειδικά μέτρα προστασίας και συνδρομής των θυμάτων και μαρτύρων των εγκλημάτων, που προβλέπονται στο άρθρο 1 του παρόντος:
1.α) Στην περίπτωση θυμάτων και μαρτύρων, που στερούνται νομιμοποιητικών εγγράφων, με την υποβολή της καταγγελίας ή/και αναφοράς του περιστατικού στις αρμόδιες αρχές, αναστέλλεται αυτομάτως η διοικητική διαδικασία έκδοσης, απέλασης/ απομάκρυνσης και κράτησής τους για λόγους παράνομης εισόδου ή/και διαμονής, στη χώρα κατ’ εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του 3386/2005 και του Ν3907/2012, όπως ισχύουν και εκδίδεται σχετική απόφαση του αρμόδιου Αστυνομικού Διευθυντή
β) Η υποβολή της ως άνω καταγγελίας ή/και αναφοράς δεν υπόκειται σε έγγραφο τύπο και μπορεί να γίνει και προφορικά ενώπιον των αρμοδίων υπηρεσιών και αρχών, οι οποίες έχουν αυτοτελή υποχρέωση σύνταξης έκθεσης. Η παραλαβούσα αρχή οφείλει να ενημερώσει το θύμα και το μάρτυρα, σε γλώσσα που κατανοούν, με τη συνδρομή κατάλληλου διερμηνέα, για τα δικαιώματά του στο πλαίσιο της καταγγελίας και να του εγχειρίσει έντυπο ενημερωτικό υλικό. Εφόσον το θύμα το επιθυμεί, ενεργοποιείται άμεσα η διαδικασία νομικής συνδρομής και εκπροσώπησης καθώς και ψυχοκοινωνικής στήριξης, κατά τα οριζόμενα κατωτέρω στην παρ. 3 του παρόντος .
2. α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 44 του 3386/2005, όπως ισχύει τροποποιημένος αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Εργασίας χορηγείται άδεια διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους σε υπηκόους τρίτων χωρών που εμπίπτουν σε κάποια από τις παρακάτω κατηγορίες»
β)Στην παράγραφο 1 του άρθρου 44 του 3386/2005, όπως ισχύει, προστίθεται ειδική διάταξη με αρίθμηση β1που έχει ως εξής
«[..]1.[...] β1, Θύματα και μάρτυρες εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά κατά τα άρθρα 93Α και 93Β Π.Κ., από ασκήσεως ποινικής διώξεως μέχρις εκδόσεως αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως. Με την ίδια κοινή Υπουργική απόφαση χορηγείται άδεια διαμονής, για ανθρωπιστικούς λόγους, στα ευρισκόμενα στην Ελλάδα μέλη της οικογένειας των θυμάτων ή/και των μαρτύρων.»
3. Κατά το διάστημα, που μεσολαβεί από την υποβολή της καταγγελίας ή/και αναφοράς μέχρι τη χορήγηση άδειας διαμονής για λόγους ανθρωπιστικής φύσεως (ανθρωπιστικούς λόγους), τα θύματα και οι μάρτυρες έχουν δικαίωμα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και πρόσβασης στις Υπηρεσίες ψυχολογικής υποστήριξης που παρέχονται από το Ε.Σ.Υ., από τις Μονάδες Προστασίας και Αρωγής, αλλά και από φορείς, που συνεργάζονται με τους ανωτέρω, κατ’ αναλογία και σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 2, 3 και 4 του Π.Δ. 233/2003, όπως ισχύει για τα θύματα εμπορίας ανθρώπων ή παράνομης διακίνησης μεταναστών.
Άρθρο 6
Παροχή νομικής συνδρομής
1. Στα θύματα εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, ανεξαρτήτως του εάν διαθέτουν ή όχι νομιμοποιητικά έγγραφα, παρέχεται δωρεάν νομική βοήθεια, από το στάδιο της καταγγελίας του περιστατικού και καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας μέχρι την έκδοση αμετάκλητης δικαστικής αποφάσεως ή οριστικής θέσεως της υπόθεσης στο αρχείο, μετά την εξάντληση των τυχόν ενδίκων βοηθημάτων της προσφυγής ή την παρέλευση άπρακτων των σχετικών προθεσμιών. Επίσης, παρέχεται δωρεάν νομική βοήθεια και ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων για την υποστήριξη των αξιώσεών τους, που απορρέουν από την, εις βάρος τους, διάπραξη των εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά.
2. Τα θύματα εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά απαλλάσσονται από την υποχρέωση καταβολής :
α) του παραβόλου, στις περιπτώσεις που υποβάλλεται έγκληση,
β) του παραβόλου για την παράσταση πολιτικής αγωγής και
γ) του δικαστικού ενσήμου, ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων.
Άρθρο 7
Παράσταση πολιτικής αγωγής από νομικά πρόσωπα με καταστατικό σκοπό την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και την καταπολέμηση του ρατσισμού και των φυλετικών διακρίσεων
Πλέον των ιδίων των θυμάτων των εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, δικαίωμα παράστασης πολιτικής αγωγής, μόνο για την υποστήριξη της κατηγορίας, έχουν και νομικά πρόσωπα στους σκοπούς των οποίων, σύμφωνα με το καταστατικό τους, περιλαμβάνεται η προάσπιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου έναντι του αποκλεισμού, των διακρίσεων και του ρατσισμού.
Άρθρο 8
Ορισμός ειδικών εισαγγελέων
Στην Έδρα των Εφετείων Αθηνών και Θεσσαλονίκης ορίζονται ειδικοί εισαγγελείς για τον συντονισµό και την προαγωγή του εντοπισμού και της ποινικής δίωξης ρατσιστικών εγκλημάτων. Οι ανωτέρω Εισαγγελείς εποπτεύουν την προδικασία σε υποθέσεις ρατσιστικών εγκλημάτων σε όλη την Επικράτεια και μπορούν να ασκούν ένδικα μέσα και βοηθήματα κατά αποφάσεων και πράξεων που εκδίδονται επί ρατσιστικών εγκλημάτων. Μπορούν επίσης να ενεργούν οι ίδιοι προκαταρκτική εξέταση σε περιπτώσεις σοβαρών ρατσιστικών εγκλημάτων. Τέλος, είναι αρμόδιοι για την έκδοση διατάξεων άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών σε περιπτώσεις εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τα ειδικότερα προβλεπόμενα στην οικεία νομοθεσία.
Άρθρο 9
Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού για την Καταπολέμηση του Ρατσισμού
1. Στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνιστάται Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού για την καταπολέμηση του ρατσισμού, η οποία υπάγεται απ’ ευθείας στον Υπουργό. Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Υπουργού Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και αποτελείται από:
Α) τους προϊσταμένους των αρμόδιων Διευθύνσεων των Υπουργείων Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Εσωτερικών, Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη και Παιδείας και δια βίου μάθησης,
Β) έναν εκπρόσωπο της Εθνικής Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΕ∆Α),
Γ) έναν εκπρόσωπο του Γραφείου της Ύπατης Αρµοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα (ΥΑ) ,
Δ) έναν εκπρόσωπο του Συνηγόρου του Πολίτη,
Ε) έναν εκπρόσωπο της ΓΣΕΕ ,
ΣΤ) έναν εκπρόσωπο της ΟΛΜΕ,
Ζ) έναν εκπρόσωπο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής εκλέγεται από τα μέλη της από κατάλογο που καταρτίζει η ΕΕΔΑ και περιλαμβάνει Καθηγητές Πανεπιστημίου νομικών, πολιτικών και κοινωνικών επιστημών.
2. Η Επιτροπή για την καταπολέμηση του ρατσισμού έχει ως σκοπούς:
α) την ανάπτυξη εθνικής στρατηγικής, πολιτικής και δράσης για την καταπολέμηση και την αντιμετώπιση του ρατσισμού. Στο πλαίσιο ενός κεντρικού σχεδιασμού θα προβλέπονται και θα καθορίζονται με σαφήνεια οι αρχές, οι στόχοι, οι δράσεις, οι ενέργειες και τα μέτρα, το χρονοδιάγραμμα, η διάθεση των πόρων για την κάλυψη αυτών και κάθε άλλο σχετικό με την επίτευξη και ολοκλήρωση του σχεδίου,
β) τη διασφάλιση λειτουργίας ενός αποτελεσματικού μηχανισμού για την καταγγελία, διερεύνηση και δίωξη εγκλημάτων ρατσιστικής βίας, συμπεριλαμβανομένων και των κρουσμάτων αστυνομικής βίας και αυθαιρεσίας με ρατσιστικά χαρακτηριστικά
3. Για την επίτευξη των σκοπών της η Επιτροπή:
α) συντονίζει τις αρμόδιες υπηρεσίες και παρακολουθεί την εφαρμογή του σχεδίου δράσης σε όλα τα Υπουργεία και σε όλα τα επίπεδα,
β) συντάσσει εκθέσεις, αναφορές και προτάσεις και προωθεί μέτρα για την καταπολέμηση του ρατσισμού,
γ) ασκεί εποπτεία για την υιοθέτηση και εφαρμογή των μέτρων για την καταπολέμηση του ρατσισμού.
δ) καταρτίζει σχέδια και προτείνει μέτρα, συμπεριλαμβανομένων και του ελέγχου και της λογοδοσίας των διωκτικών αρχών, για τη διασφάλιση της προστασίας ατόμων και ομάδων, που στοχοποιούνται λόγω εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, φυλής, χρώματος, θρησκείας, αναπηρίας, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου, ιδίως στις περιοχές, όπου παρουσιάζονται συχνά κρούσματα ρατσιστικής βίας .
ε) καταρτίζει, εφαρμόζει και εποπτεύει προγράμματα επιμόρφωσης και εξειδίκευσης των εισαγγελικών, δικαστικών και αστυνομικών αρχών, όσον αφορά τον εντοπισμό, καταγραφή και το χειρισμό περιστατικών καταγγελιών εγκλημάτων με ρατσιστικά χαρακτηριστικά.
στ) καταρτίζει, εφαρμόζει και εποπτεύει προγράμματα ενημέρωσης, εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης των πολιτών, με έμφαση στους εκπαιδευτικούς και τους μαθητές, σχετικά με δικαιώματα του ανθρώπου, την ανεκτικότητα και την ανάγκη αποδοχής του διαφορετικού, τον σεβασμό και την αναγνώριση των οικουμενικών δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών του Άλλου. Στην κατάρτιση και εφαρμογή των, ως άνω, προγραμμάτων εκπαίδευσης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης, συνεργάζεται με την Επιτροπή ίσης μεταχείρισης του Ν. 3304/2005.
ζ) εκπονεί, σε συνεργασία με την Επιτροπή ίσης μεταχείρισης, σχέδιο καταπολέμησης κάθε μορφής αποκλεισμού και διακρίσεων και προτείνει στα αρμόδια Υπουργεία μέτρα κοινωνικής ενίσχυσης και ένταξης των προσώπων και των ομάδων πληθυσμού, που υφίστανται διακριτική μεταχείριση.
4. Στο πλαίσιο της Επιτροπής συνιστάται εθνικό δίκτυο καταγραφής και καταγγελίας εγκλημάτων ρατσιστικής βίας, στο οποίο θα συμμετέχουν όλες οι εμπλεκόμενες αρχές και δημόσιοι φορείς, συμπεριλαμβανομένων και των νοσοκομείων και το οποίο θα αξιοποιεί, μεταξύ άλλων και στοιχεία του Δικτύου καταγραφής περιστατικών ρατσιστικής βίας, στο οποίο συμμετέχουν η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το Γραφείο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στην Ελλάδα και μη κυβερνητικές οργανώσεις και συλλογικότητες, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου.
5. Η Επιτροπή θα συνεργάζεται με μη κυβερνητικές οργανώσεις και συλλογικότητες, που δραστηριοποιούνται στο πεδίο των δικαιωμάτων του ανθρώπου και θα λαμβάνει υπ’ όψιν τα ευρήματα και τις προτάσεις τους για την αντιμετώπιση των αναγκών του πεδίου.
6. Η Επιτροπή εισηγείται, σύμφωνα με τον κανονισμό λειτουργίας της, την επιβολή διοικητικών κυρώσεων σε νομικά πρόσωπα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 του παρόντος
7. Με υπουργική απόφαση, κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος και κατόπιν εισήγησης των μελών της Επιτροπής θα υιοθετηθεί ο Κανονισμός λειτουργίας της,
Άρθρο 10
Λογοδοσία
1. Η Επιτροπή για την καταπολέμηση του ρατσισμού, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της παρακολούθησης και άσκησης εποπτείας για την εφαρμογή των μέτρων για την καταπολέμηση του ρατσισμού, διενεργεί έρευνες, αυτοψίες, απευθύνει αναφορές και καταγγελίες προς τους προϊσταμένους των δημοσίων φορέων και υπηρεσιών και ενώπιον των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών.
2. Το τελευταίο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 3 του ν. 3094/2003 αντικαθίσταται ως εξής: «Ο Συνήγορος του Πολίτη διενεργεί έρευνες και δημοσιεύει ειδικές εκθέσεις για την καταπολέμηση του ρατσισμού και για την εφαρμογή και την προώθηση της ίσης μεταχείρισης χωρίς διάκριση λόγω εθνικής ή εθνοτικής προέλευσης, φυλής, χρώματος, θρησκείας, ηλικίας, αναπηρίας, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού ή ταυτότητας φύλου.».
Τελική Διάταξη
Έναρξη ισχύος
Η ισχύς του παρόντος νόμου άρχεται από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
Αθήνα, 04/06/2013