ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας μετέφερε αυτός στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Ναι, με το αυτοκίνητο του. Γιατί του ζητούσαμε εμείς να μας πάει, δεν ήξερε κι αυτός ακριβώς τι να κάνει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αλλά μέχρι να φτάσετε εκεί;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Δεν ξέραμε τίποτα. Του λέγαμε να ανοίξει το ραδιόφωνο και έλεγε ότι είναι χαλασμένο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι, για να μη φορτίζεστε εσείς.
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Μετά φτάσαμε στον ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟ και η μητέρα μας μας είπε ότι δεν τα κατάφερε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τις συνθήκες θανάτου βέβαια τις πληροφορηθήκατε εσείς μετά, έτσι δεν είναι; Διότι αυτά τα θέματα θα συζητήθηκαν και πάλι και πάλι στην οικογένεια, έτσι δεν είναι;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Βεβαίως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάθατε λοιπόν ότι έφυγε και πήγε για το γραφείο του με το αυτοκίνητο;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Έφυγε με τον Ηλία, ναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είχε τον συνοδό του μαζί ή τον είχε;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Εκείνη την ημέρα δεν είχε μαζί του τον συνοδό του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον άφησε το αυτοκίνητο και πήγε για το γραφείο;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Και πήγε στο γραφείο του, ναι. Όπως πήγαινε κάθε μέρα. Εμείς τον αφήσαμε, δεν είχε ντυθεί ακόμα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εκεί τον σκότωσαν, που πήγαινε να ανέβει προς το γραφείο;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Ναι, εκεί τον σκότωσαν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ξέρετε όμως τίποτα άλλο. Θέλω να μου πείτε όμως, όλα αυτά τα χρόνια οπωσδήποτε από το μυαλό σας θα πέρασαν, θα ξαναπέρασαν πολλές φορές στη σκέψη σας ποια να ήταν τα κίνητρα αυτών των ανθρώπων όποιοι και να ήσαν, εγώ δεν λέω ο Α, ο Β, ο Γ, ήταν μια Οργάνωση που άφησε μια προκήρυξη.
Αυτοί οι άνθρωποι, γιατί οπωσδήποτε η Οργάνωση είναι κάτι το αφηρημένο, αλλά έχει υλικούς φορείς, έχει ανθρώπους, αυτοί οι άνθρωποι ποια ήταν τα κίνητρα τους;
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να μπω στο μυαλό δολοφόνων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν μπορείτε να μπείτε στη λογική.
Α. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Όχι, δεν μπορώ να μπω στο μυαλό αυτών των ανθρώπων, δυσκολεύομαι. Αλλά παρ’ όλα αυτά την προκήρυξη διάβασα και εγώ. Δεν φαντάζεστε ότι μπορώ να δεχθώ αυτά που διάβασα στην προκήρυξη. Ελπίζω ότι ίσως θα τα μάθω από σας, από το Δικαστήριο εννοώ. Ενδεχομένως ότι ίσως το γιατί σκοτώσανε τον μπαμπά μου θα το μάθω από το Δικαστήριο και απ’ όλη αυτή τη διαδικασία.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμείς όμως προσπαθούμε να ποριστούμε από σας, εσείς μετά από μας, ξέρετε είναι οι ατέρμονοι κύκλοι που λέγανε οι αρχαίοι, είναι λίγο δύσκολο αυτό. Πείτε μου όμως κάτι. Αυτά τα οποία γράφει η προκήρυξη ως κίνητρα της πράξης τα βλέπετε σαν πολιτικά;
Καταρχήν τι σπουδές κάνετε εσείς;
Α.ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Δημοσιογραφία, επικοινωνία και διεθνείς σχέσεις.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα. Έχετε λοιπόν μια μόρφωση αρκετά καλή για να μπορέσει να σας επιτρέψει να κάνετε κάποια κρίση. Μπορείτε να θεωρήσετε αυτά που εμφανίζονται μέσα σαν αιτιολογίες, σαν πολιτικά τα κίνητρα;
Α.ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Περί του ότι ήταν ο άνθρωπος ο βασικός, που στήριξε την συμφιλίωση μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς. Η άποψή μου είναι ότι αυτά είναι ακριβώς δείγμα του αντίθετου. Και αυτός να ήταν ο λόγος, αν πάρουμε ότι αυτός ήταν ο λόγος, για την δική τους επιβίωση ήταν και αυτό.
Διότι εάν πήγαινε αυτή η λογική μέχρι τέλους, εάν δεν υπήρχαν, αν εξαλείφονταν τα μεγάλα πάθη και τα μεγάλα μίση που θα υπήρχαν, δεν θα είχαν και αυτοί το άλλοθι, ή την λάκα που χρειαζόντουσαν για να μπορούν να κάνουν και να υπάρχουν και να κάνουν αυτά που έκαναν. ¶ρα και πάλι για την δική τους επιβίωση τα έκαναν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να χαρακτηρίσετε σαν πολιτικό όμως το κίνητρο σε κάθε περίπτωση και γιατί; Ή το ναι, ή το όχι.
Α.ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Όχι δεν το θεωρώ πολιτικό. Θεωρώ ότι ήταν για την δική τους επιβίωση. Γιατί εάν περνούσε η λογική του πατέρα μου, αυτοί δεν θα είχαν ούτε δικαιολογία, ούτε άλλοθι για να υπάρχουν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η οποία λογική του πατέρα σας ποια ήταν στην προκειμένη περίπτωση; Η συμφιλίωση;
Α.ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Ναι και η εξάλειψη των παθών και του μίσους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η εξάλειψη των παθών και του μίσους που υπήρχε όλα αυτά τα χρόνια και είχε συσσωρευθεί. Αυτό ήταν δηλαδή.
Α.ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ: Εκείνοι όμως στηρίζονταν πάνω σ’ όλα αυτά, για να μπορέσουν να δικαιολογήσουν την όποια ύπαρξή τους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και κατά την γνώμη σας αυτό δεν έχει πολιτικό χαρακτήρα, έστω και σαν κίνητρο απ’ αυτούς. Ο κ. Εισαγγελεύς, οι κύριοι συνάδελφοι από έδρας, η Πολιτική Αγωγή, η Υπεράσπιση.
(Διαλογικές συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Νικόλαος Μπερετάνος. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να αποκρύψω τίποτα›.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ορκίζομαι να πω την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω, ούτε να αφαιρέσω, απ’ όσα γνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς λοιπόν κύριε Μπερετάνο πού βρεθήκατε; Μιλάμε ξέρετε για ποιο συμβάν. Μιλάμε για την ανθρωποκτονία Μπακογιάννη, η οποία έλαβε χώρα 26.9.89 το πρωί.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Στις 26 Σεπτεμβρίου του 1989, εγώ τότε ήμουν Διευθυντής της Εμπορικής Τράπεζας στο Κατάστημα Κολωνακίου. Εκείνη την ημέρα μας είχε καλέσει η Περιφερειακή Διεύθυνση Αθηνών για ένα meeting μεγάλο, η οποία βρισκόταν στην Ερμού 2 στο Σύνταγμα.
Εγώ ως συνήθως πήγαινα πάντα πολύ πρωί για να δω την αλληλογραφία, να οργανώσω την δουλειά που θα έλειπα κιόλας και γύρω στις 8 παρά πέντε, οκτώ παρά τέσσερα λεπτά, έφυγα με το χαρτοφύλακά μου από το κατάστημα, πάντα ακολουθώντας την ίδια διαδρομή, πηγαίνοντας προς την Περιφερειακή Διεύθυνση, γιατί συνήθως 3-4 φορές το μήνα εκεί ήταν η προϊσταμένη Αρχή και είχαμε πάντα συναντήσεις.
Ανεβαίνοντας την Σκουφά, έστριψα δεξιά στην Ομήρου. Εκεί, είναι μια συνήθειά μου που και ακόμα εάν περνάω από την Ομήρου, είναι ένα μαγαζί που λέγεται «ΕΝΩΤΙΟ›, είναι ένα ημιυπόγειο, σκουλαρίκια, μπιζού, είναι ένα πολύ ωραίο μαγαζί, που πράγματι εκεί χάζευα, έκανα μια στάση αμήχανη. Εκείνη τη στιγμή η ώρα πρέπει να ήταν οκτώ παρά ένα, ή οκτώ και τρία λεπτά, συν – πλην, δεν μπορώ να θυμάμαι ακριβώς, είδα μια συνολικότερη αναστάτωση. Μια ηλικιωμένη γυναίκα να φωνάζει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να λέει τι;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Να λέει, «πιάστε τους, πιάστε τους, πιάστε τους› και κάποιος κύριος σε μια απόσταση μαζί μου, πρέπει να ήταν ούτε στο ένα μέτρο face to face εκεί ακριβώς απέξω από το «ΕΝΩΤΙΟ› ανέβαινε φορώντας μπλε σακάκι και με απόλυτη ψυχραιμία και μπορώ να πω και απαξιωτικά της είπε, «τι φωνάζεις κυρία μου, τι φωνάζεις, ψυχραιμία, ψυχραιμία›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον είδατε εσείς αυτόν;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Βέβαια σε απόσταση σχεδόν face to face. Ήταν ακριβώς στο πεζοδρόμιο της οδού Ομήρου.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πρόσωπο με πρόσωπο πείτε το, είναι πολύ ωραία η έκφραση.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Σχεδόν πρόσωπο με πρόσωπο. Πίσω του ακολουθούσαν δυο άλλοι, σε απόσταση 2- 3 μέτρων. Κατευθύνθηκαν, ανέβηκαν την οδό Ομήρου και κατευθύνθηκαν στην οδό Σκουφά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από πού βγαίνανε αυτοί;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Είχαν μόλις βγει, γιατί, δεν είδα το περιστατικό συγκεκριμένα ?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι, ναι τον πρώτο δεν είδατε, αλλά τους άλλους τους επόμενους;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Τους επόμενους, βγαίνανε ακριβώς από την πολυκατοικία που δολοφόνησαν τον αείμνηστο κ. Μπακογιάννη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ακούσατε πυροβολισμούς;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι τους πυροβολισμούς δεν τους άκουσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ακούσατε. Είσαστε μακριά πολύ από τον τόπο;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι. Ίσως πρέπει να ήμουν, όταν συντελείτο η δολοφονία πρέπει να ήμουν γύρω στα 30 με 40 μέτρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τόσο κοντά δεν ακούσατε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν άκουσα τους πυροβολισμούς. Θέλω να είμαι πολύ ακριβής. Τους πυροβολισμούς δεν τους άκουσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είδατε λοιπόν τον πρώτο να περνάει, να τα βάζει με την κυρία εκεί πέρα?
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Με μια ηλικιωμένη κυρία που φώναζε σε φοβερή ταραχή και να της λέει «ψυχραιμία, ψυχραιμία›. Είδα μετά άλλους δυο σε απόσταση 2-3 μέτρων. Ένας προχωρούσε μπροστά με το μπλε σακάκι, που άκουσα να μιλάει και όπως κατέθεσα και στον κ. Ζερβομπεάκο μετά ακούγοντάς τον από τις συνεντεύξεις που έδινε στον κ. Τριανταφυλλόπουλο, χωρίς καμία επιφύλαξη και καμία αμφιβολία ήταν η φωνή του Σάββα Ξηρού.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον βλέπετε εδώ πέρα τον κ. Ξηρό;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον αναγνωρίζετε τώρα; Θέλετε να βγάλετε λίγο το σκούφο; Τον αναγνωρίζετε τώρα; Περισσότερο, λιγότερο, με πιθανότητες, με βεβαιότητα, εσείς θα μου πείτε.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Λόγω του ότι δεν με ξεγέλασε η φωνή του και ανεπιφύλακτα ακούγοντάς την ?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μόνο η φωνή του;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι, θα συνεχίσω κύριε Πρόεδρε, και όπως τον βλέπω, βγάζοντας και τον σκούφο ναι ήταν ο κ. Ξηρός.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σίγουρα;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Σίγουρα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για σας σίγουρα.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Σαφώς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμείς ψάχνουμε. Μάλιστα. Οι άλλοι. Είδατε άλλους δυο. Πείτε μου για τους άλλους δυο, γνωρίζετε κανένα;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Να τους δω. Σύμφωνα απ’ ότι έχω διαβάσει και εγώ με το βούλευμα?
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς τι δουλειά έχετε να διαβάσετε το βούλευμα;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Συγνώμη κύριε Πρόεδρε, από τα δημοσιεύματα ήθελα να πω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από τα δημοσιεύματα, λέω και εγώ μήπως πήρατε και το βούλευμα να διαβάσετε. Εγώ είδα και έπαθα να μην το διαβάσω, αλλά τελικά με ανάγκασαν να το διαβάσω, γιατί αλλιώς δεν θα έκανα τη δίκη.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Είπα να χρησιμοποιήσω μια νομική ορολογία. Από τα δημοσιεύματα των εφημερίδων.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιον άλλον είδατε λοιπόν; Μοιάζει κανένας, δεν μοιάζει κανένας; Είστε βέβαιος; Απόλυτα, λίγο βέβαιος, καθόλου; Όλα εναλλακτικά είναι εδώ. Έναν – έναν κοιτάξτε τους.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ναι, αναγνωρίζω τον κ. Κωστάρη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος είναι ο κ. Κωστάρης; Δείξτε τον.
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εμένα κοιτάει κ. Πρόεδρε.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Εσείς σηκωθήκατε.
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Με κοίταγε τόση ώρα και τον κοίταγα στα μάτια κύριε Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα κοίταγε όλο τον κόσμο, απ’ ότι είδατε κοίταξε πολύ προσεκτικά. Ποιος είναι ο κ. Κωστάρης, πηγαίνετε κοντά.
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: (Εκτός μικροφώνου) Τον κοιτάω επί ένα λεπτό και δεν τράβηξε τα μάτια του από πάνω μου κ. Πρόεδρε. Και με κοίταγε στα μάτια.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος είναι τελικά; Για δείξτε τον κ. Κωστάρη ποιος είναι. Αν τον γνωρίζετε να μου πείτε, αν δεν τον γνωρίζετε, να πείτε, δεν είναι.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Δ.ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Κύριε Πρόεδρε με κοίταγε επί ένα λεπτό στα μάτια και τον κοίταζα.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν έδειξα τον κύριο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιον δείξατε τέλος πάντων; Πείτε μας να καταλάβουμε. Ποιος είναι ο κ. Κωστάρης τελικά; Γιατί δείξατε προς το μέρος εκείνο.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μου επιτρέψατε κύριε Πρόεδρε να κοιτάξω και θέλω να κοιτάξω προσεκτικά για να μην κάνω λάθος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κοιτάξτε προσεκτικά παρακαλώ, άμα δεν μπορείτε, δεν μπορείτε. Αλλά αφού το ζητάτε εσείς να κοιτάξετε.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Είναι ο κύριος με το πουκάμισο ?
Κ. ΚΑΡΑΤΣΩΛΗΣ: Είπατε ο κ. Κωστάρης και μετά είπατε ο κύριος πίσω, που είναι ο κ. Κουφοντίνας.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Είπα εσάς.
Η. ΚΩΣΤΑΡΗΣ: Εγώ είμαι ο κ. Κωστάρης.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
Η. ΚΩΣΤΑΡΗΣ: Είπε ο κ. Κωστάρης και λέει ο κύριος πίσω από τον Κουφοντίνα. Πίσω από τον Κουφοντίνα είναι ο κ. Καρατσώλης.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Κύριε Πρόεδρε θέλω να με προστατεύσετε, τα μάτια μου δεν μπορεί κανείς να ξέρει πού κοιτάνε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ θα τα εκτιμήσω όλα. Πάντως αυτός είπατε ότι αυτός είναι ο κύριος.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γράψτε ότι τον αναγνώρισε. Υπάρχει και τρίτος λοιπόν. Ο τρίτος ποιος ήταν;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν είπα για τρίτο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ποιος ήταν ο πρώτος;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ο κ. Ξηρός με το μπλε σακάκι, ο κ. Σάββας Ξηρός και οι άλλοι δυο που ακολουθούσαν. Και αναγνωρίζω από τους δυο τον έναν, τον κ. Κωστάρη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ¶ρα δεν αναγνωρίζετε τρίτον εδώ μέσα σ’ αυτή την αίθουσα. Θέλετε να ξανακοιτάξετε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ξανακοίταξα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν σας λέω ούτε ποιοι είναι, ούτε τους βάλαμε απ’ ότι είδατε με τη σειρά για να μην είναι και προμελετημένα τα πράγματα. Επίτηδες τα άφησα έτσι, να καθίσει όπου θέλει ο καθένας.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν αναγνωρίζω κύριε Πρόεδρε. Δεν αναγνωρίζω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα δεν αναγνωρίζετε. Εσείς αναλαμβάνετε την ευθύνη γι’ αυτούς τους δυο που είπατε. Τι έγινε λοιπόν μετά ταύτα; Και μην ανησυχείτε και προστατεύουμε όσο μπορούμε. Αλλά όπως ξέρετε, έχουν δικαίωμα και αυτοί να αρνούνται και να φωνάζουν. Τι να κάνουμε τώρα;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μπορώ να συνεχίσω κ. Πρόεδρε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Βεβαίως.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ανέβηκαν την οδό Ομήρου και κατευθύνθηκαν στην οδό Σκουφά. Από το σημείο που βρισκόμουν η οδός Σκουφά είναι γύρω στα 50 μέτρα από το «ΕΝΩΤΙΟ› και από περιέργεια γιατί ήδη είχε μαζευτεί κόσμος, γνωρίζαμε ότι έγινε κάποια δολοφονία, δηλαδή ακόμα χωρίς να ξέρουμε τι εκείνη τη στιγμή, είδα τους τρεις κυρίους να μπαίνουν σε ένα κίτρινο αυτοκίνητο στην οδό Σκουφά. Τίποτα άλλο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στο αυτοκίνητο υπήρχε κανένας άλλος άνθρωπος μέσα;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τον είδατε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι, από τέτοια απόσταση δεν μπορούσα να δω.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έφυγαν προς ποια κατεύθυνση;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Έφυγαν προς την κατεύθυνση ανεβαίνοντας.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν ήσαν μεταμφιεσμένοι; Δεν είχαν τίποτα ψεύτικα μουστάκια, τίποτα ψεύτικα μαλλιά, τίποτα μακιγιάζ, ή ήταν κανονικά;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Η εκτίμησή μου είναι ότι ήταν κανονικά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έφυγαν άνετα έτσι σαν κύριοι;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Με φοβερή ψυχραιμία και με βήμα σαν να πηγαίνεις βόλτα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπήκανε μέσα στο αυτοκίνητο, καθίσανε πού; Ο ένας μπροστά, οι άλλοι δυο πίσω, ή και οι τρεις πίσω;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν είδα αυτή τη λεπτομέρεια, μπήκανε μέσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και έφυγε γρήγορα το αυτοκίνητο;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Πολύ γρήγορα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά καταθέτετε εσείς. Τα είχατε περιγράψει αυτά τα πρόσωπα τότε που δώσατε την αρχική σας κατάθεση;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Βέβαια.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ή θα μας πούνε τώρα – όπως συνήθως συμβαίνει – ότι τότε γιατί δεν τα έλεγε και έρχεται τώρα και μας τα αναγνωρίζει; Από ποιο μέρος είστε κύριε Μπερετάνο;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Από την Ναύπακτο. Ο παππούς μου ήταν από την ορεινή. Από το Παλαιόπυργο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Από Ναυπακτία λοιπόν δεν επιτρέπετε να πείτε ούτε ένα ψέμα εδώ πέρα, προσέξτε τι λέτε, τα μετράω. Πείτε λοιπόν ακριβώς. Τότε δώσατε κατάθεση αρχικά όταν έγινε το συμβάν;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί δεν δώσατε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Κουβεντιάζοντας τότε και με τον Διοικητή της Αστυνομίας Κολωνακίου και άλλους εκεί, είπα ότι φοβήθηκα, γιατί ήρθαν στο συμβάν τους είχα και πελάτες και τους ήξερα όλους.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τους αστυνομικούς;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Τον Αστυνομικό Διοικητή τότε της Αστυνομίας Κολωνακίου. Και του είπα ότι φοβάμαι, δεν θέλω να δώσω κατάθεση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και τι είπε αυτός;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Εντάξει.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έτσι λέει; Λέει Αστυνομικός Διευθυντής μια και φοβάσαι δεν πας να δώσεις κατάθεση;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι, Αστυνομικός Διοικητής.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διοικητής. Κάτι είναι και ο Διοικητής δεν είναι λίγο. Μα είναι λιγάκι σημαντικό αυτό το πράγμα.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Και έδωσα κατάθεση στον κ. Ζερβομπεάκο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Στον κ. Ζερβομπεάκο, ήδη τους είχανε πιάσει.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι. Θα σας πω πώς έγιναν τα περιστατικά. Ο κ. Ζερβομπεάκος με κάλεσε, μόλις έγινε η έκρηξη στο Πειραιά. Τότε ένιωσα και εγώ αν θέλετε την ανάγκη, βλέποντας αυτό το περιστατικό και όταν λέγανε όλοι και οι εφημερίδες ότι η 17Ν συνελήφθη ή ξετυλίγεται ο μίτος της Αριάδνης, μίλησα, επικοινώνησα με την Γ.Δ.Α. και έθεσα τον εαυτό μου στη διάθεση για μαρτυρική κατάθεση κι έτσι με κάλεσε ο κ. Ζερβομπεάκος.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εγώ δεν έχω τίποτα άλλο, ο κ. Εισαγγελεύς αν έχει ερωτήσεις. Οι κύριοι συνάδελφοι από της έδρας.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Πείτε μας κύριε μάρτυς, 13 άτομα επιβιβάστηκαν σε κάποιο αυτοκίνητο χρώματος, είπατε....
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Κίτρινο.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Ήταν, αν είστε σε θέση να πείτε, ΙΧ ή ΔΧ;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν είμαι σε θέση να πω, αλλά σαν ΙΧ μου έμοιαζε.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Τί ώρα γίνεται αυτή η επιβίβαση;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Γύρω στις 8 και πέντε πρέπει να είναι.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Το αυτοκίνητο αυτό στο οποίο λέτε ότι επιβιβάστηκαν τα τρία άτομα, ήταν σε ποιο δρόμο και προς τα πού κατευθύνθηκε;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Σκουφά και Ομήρου.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Επί της Σκουρά ή επί της Ομήρου;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Επί της Σκουφά.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και κατευθύνθηκε προς τα πού;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Προς τα πάνω.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν λέτε προς τα πάνω;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Προς το Κολωνάκι.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Εσείς είχατε οπτική εικόνα...
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ναι, από το μαγαζί αυτό είναι γύρω στα 50 μ., υπολογίζω.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Και λέτε ότι, για τον έναν, αυτόν που είπε κάτι σε κάποια κυρία, ότι ήταν ο κατηγορούμενος Σάββας Ξηρός.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αν πούμε ότι κάποιος άλλος λέει ότι ένα άτομο άλλο, μόνο, επιβιβάστηκε σε ένα ταξί και ήταν κι εκείνος ο Σάββας Ξηρός;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Εγώ κ. Εισαγγελεύ λέω αυτά που είδα.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Η γυναίκα η ηλικιωμένη για την οποία μας είπατε, μάθατε τελικά ποια είναι, πώς τη λένε;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι, δεν έμαθα.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.
κ. ΖΑΪΡΗΣ: Η χροιά της φωνής του είχε κάτι το χαρακτηριστικό που να σας κάνει εντύπωση μετά από τόσο χρονικό διάστημα και με δεδομένο το γεγονός ότι τον ακούσατε από την τηλεόραση, που υπάρχει όσο νά’ ναι μια αλλοίωση της φωνής;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ναι, ήταν μια φωνή διαπεραστική και όπως λέμε εμείς στην πατρίδα μας, «τσιριχτή›. Συγνώμη γι αυτή την έκφραση, αλλά δε μπορώ να την αποδώσω καλύτερα, ακούγοντάς τον.
κ. ΖΑΪΡΗΣ: Δεν έχω τίποτε άλλο.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Κύριε μάρτυς, χαλαρώστε λίγο και απαντήστε μου αφού σκεφθείτε πρώτα. Είστε βέβαιος ότι παρακολουθήσατε και τα τρία πρόσωπα;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Στην τριάδα να περιλαμβάνεται και το πρόσωπο το οποίο αναγνωρίζετε σήμερα ως Σάββα Ξηρό; Ότι και οι τρεις αυτοί μπήκαν μέσα σε ΙΧ αυτοκίνητο και έφυγαν;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα.
Β. ΜΑΡΚΗΣ: Καλώς. Δε θέλω τίποτε άλλο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Η πολιτική αγωγή.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατεβαίνοντας την Ομήρου, κατεβαίνετε από το δεξιό ή από το αριστερό πεζοδρόμιο;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όπως κατεβαίνω από το δεξιό.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Στο ίδιο πεζοδρόμιο είναι και η είσοδος της πολυκατοικίας όπου έγινε η δολοφονία;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Στο ίδιο.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Συνεπώς, κατεβαίνοντας στο ίδιο πεζοδρόμιο, άρα ανεβαίνουν οι δράστες και κατεβαίνετε εσείς.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το «ΕΝΩΤΙΟΝ› είπατε είναι σε απόσταση 50 μ.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Από την οδό Σκουφά. Ναι, σχεδόν 50 μ.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μετά ταύτα, τί κάνατε; Παραμείνατε εκεί; Φύγατε;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Παρέμεινα για ένα τέταρτο, 20’ περίπου και μετά γύρισα στο γραφείο μου, αφού πλέον είχαμε μάθει ότι δολοφονήθηκε ο αείμνηστος Μπακογιάννης.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όταν έφυγαν οι δράστες προς τα πάνω και επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο, εσείς τους ακολουθήσατε ή παρακολουθούσατε ακίνητος τα διαδραματιζόμενα;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν τους ακολούθησα, παρακολουθούσα ακίνητος.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σε αυτό το τέταρτο που μείνατε, τί άλλο υπέπεσε στην αντίληψή σας;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μια γενικότερη αναστάτωση στην περιοχή. Μαζεύτηκε πάρα πολύς κόσμος, έγινε γνωστή πλέον η δολοφονία και ο κόσμος φώναζε....
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μοτοσικλετιστής της αστυνομίας εμφανίστηκε;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δε θυμάμαι.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Τί φορούσαν; Ρούχα μπορείτε να περιγράψετε;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μπορώ να περιγράψω για τον έναν που είπα απ’ την αρχή ότι ανεπιφύλακτα τον αναγνωρίζω, φορούσε μπλε σακάκι. Οι άλλοι, δε θέλω να παρακινδυνεύσω, πιστεύω ότι φορούσαν σκούρα ρούχα.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ό,τι θυμάστε, γιατί εδώ κατηγορηθήκαμε ότι σας λέμε εμείς ποιοι είναι και τί κάνουν.... Ό,τι θυμάστε. Φορούσε μπλε σακάκι ποιος;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ο κ. Ξηρός.
Π. ΒΑΣΙΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.
Ι. ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Στην κατάθεση που δώσατε στον κ. Ζερβομπεάκο, είπατε ότι εκείνο που σας ώθησε να κάνετε την αναγνώριση, ήταν κυρίως η φωνή και εν συνεχεία είπατε ότι είδατε κάποιες φωτογραφίες στον Τύπο, του Ξηρού.
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Ήταν δημοσιευμένες.
Ι. ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Σας έδειξε εκεί ο κ. Ζερβομπεάκος καμία άλλη φωτογραφία;
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι.
Ι. ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Καμία άλλη φωτογραφία; Ούτε του κ. Ξηρού, ούτε του κ. Κουφοντίνα, ούτε του κ. Κωστάρη....
Ν. ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Καμία άλλη.
Ι. ΓΙΑΝΝΙΔΗΣ: Δεν έχω άλλη ερώτηση.
κα ΤΣΟΛΚΑ: Στην κατάθεσή σας στον κ. ανακριτή λέτε: «Στη συνέχεια, τα τρία άτομα συναντήθηκαν στη γωνία Σκουφά και Ομήρου και έστριψαν στη Σκουφά οπότε και τους έχασα από τα μάτια μου.› Θα ήθελα παρακαλώ, επειδή σε ερώτηση του κ. Εισαγγελέως απαντήσατε ότι τους είδατε να επιβιβάζονται. Θα ήθελα να σας ρωτήσω λοιπόν, πότε τους χάσατε από τα μάτια σας;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όταν επιβιβάστηκαν στο αυτοκίνητο. ΄Όταν λέω έστριψαν, όταν μπήκαν στο αυτοκίνητο.
κα.ΤΣΟΛΚΑ: Εάν σας ζητούσα αυτή τη στιγμή κύριε Πρόεδρε, να επιδειχθεί στον κ. μάρτυρα φωτογραφία του κατηγορουμένου Ηρακλή Κωστάρη, η οποία κατά την ανάκριση δεν του επιδείχθηκε, προκειμένου σήμερα να μας πει, εάν έστω από τη φωτογραφία αυτή αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Κωστάρη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αναγνωρίζει εδώ μέσα τι να κάνουμε τώρα; Το θέμα είναι, τι θα πιστέψουμε εμείς, δεν είναι αν τον αναγνωρίζει. Λέει τον αναγνωρίζει. Τελείωσε.
κα.ΤΣΟΛΚΑ: Σε πόση απόσταση κύριε μάρτυς είδατε το πρόσωπο αυτό το οποίο σήμερα αναγνωρίζετε ως τον Ηρακλή Κωστάρη;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Γύρω στα τρία μέτρα. Επί της οδού Ομήρου.
κα.ΤΣΟΛΚΑ: Πρόσωπο με πρόσωπο; Θέλω να μου πείτε, πώς περίπου τον είδατε. Τον είδατε να ανεβαίνει;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Να ανεβαίνει, νομίζω ότι το είπα πριν, ανέβαινε.
κα.ΤΣΟΛΚΑ: Ήταν μόνος του ή με άλλο άτομο;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μαζί με άλλο άτομο.
κα.ΤΣΟΛΚΑ: Προηγείτο αυτός ή το άλλο άτομο;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Τώρα δεν το πρόσεξα αυτό, σχεδόν πιστεύω ότι είχαν το ίδιο βήμα. Ήταν στην ίδια σειρά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορίστε έχετε ερώτηση; Ελάτε παρακαλώ.
Β.ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε μάρτυς, απ’ ότι φαίνεται είστε αυτόπτης, λιτός και αποφασιστικός μάρτυρας και λέτε την αλήθεια. Περάσανε 13 ολόκληρα χρόνια. Είπατε ότι συζητήσατε το περιστατικό με το Διοικητή του Τμήματος και δεν δώσατε κατάθεση. Μπορείτε να πείτε γιατί δεν δώσατε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μα νομίζω απάντησα πριν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπε ότι φοβότανε.
Β.ΒΛΑΧΟΣ: Μήπως σας είχαν απειλήσει το διάστημα αυτό;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι, ποτέ δεν έχω απειληθεί.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ορίστε ερωτήσεις. Του κ. Ξηρού ο κ. συνήγορος.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Τι σχέση έχετε με την ευρύτερη οικογένεια Μπακογιάννη ή Μητσοτάκη;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Καμία.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Δεν έχετε καμία σχέση;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Είμαι κομματικό μέλος του ΠΑΣΟΚ. Έχω τιμηθεί από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με δημόσιες θέσεις και ιδιαίτερα τελευταία ήμουν Γενικός Διευθυντής της Γενικής Τράπεζας και επομένως ουδεμία σχέση, ούτε κοινωνική, ούτε πολιτική.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Μάλιστα. Είστε λοιπόν διευθυντής σε ένα κατάστημα το οποίο είναι στην Ασκληπιού και Σκουφά.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Μάλιστα. Τότε και το ξέρετε πολύ καλά.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Πρέπει να πάτε στην Πλατεία Συντάγματος, αν και έχετε την ευχέρεια να ακολουθήσετε την κατηφόρα και να πάτε προς την πλατεία, προς την οδό Βουλής αν θυμάμαι καλά, επιλέγετε να ακολουθήσετε την ανηφόρα προς το Κολωνάκι και μετά να κατηφορίσετε. Φθάνετε γύρω στις οκτώ παρά πέντε, στη συμβολή των οδών και βλέπετε αυτή τη σκηνή και απ’ ότι μας λέτε, ήρθατε και πρόσωπο με πρόσωπο, το είπατε και κάπως αγγλικά δεν θυμάμαι face to face, ήρθατε πρόσωπο με πρόσωπο. Εκεί συγκρατήσατε κάποιες φυσιογνωμίες των δραστών που λίγα δευτερόλεπτα πριν, είχαν κάνει ένα έγκλημα. Συμφωνούμε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν είπα ότι συγκράτησα φυσιογνωμίες. Είπα, το χαρακτηριστικό ήταν η φωνή του ενός, το τι φοράει και τώρα που κλήθηκα από το Δικαστήριο και ξαναζώντας τη συγκεκριμένη στιγμή, είπα ότι αναγνώρισα στο πρόσωπο και στα μάτια, γιατί πολλές φορές οι φυσιογνωμίες μπορεί να περνάνε τα χρόνια και να αλλάζουν, αλλά οι εκφράσεις μένουν.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: 15 χρόνια μετά λοιπόν και ενώ δεν κρίνετε αναγκαίο να πάτε να καταθέσετε, πήγαν ακόμα και οι καθαρίστριες και οι νοικοκυρές, οι κομμώτριες, δεν φοβόντουσαν αυτές, εσείς ένας Διευθυντής που είχατε και σχέσεις με την Αστυνομία?
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Όχι σχέσεις.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Το είπατε προηγουμένως, είπατε ότι έχετε με τον Αστυνομικό Διευθυντή. Θα μπορούσατε να εξασφαλίσετε δηλαδή την προστασία, κρίνατε ότι δεν πρέπει να καταθέσετε, αλλά να έρθετε μετά 15 χρόνια και να αναγνωρίσετε κάποιους ανθρώπους. Ήρθατε λοιπόν σήμερα εδώ και αναγνωρίζετε δυο εκ των δραστών. Εγώ να θεωρήσω, δεν τον αναγνωρίσατε, λίγο σπρώξιμο από εδώ, λίγο σπρώξιμο από εκεί, αναγνωρίσατε είπατε και έναν δεύτερο. Εδώ όμως λέτε: «τα πρόσωπα των δυο δραστών, των δυο ατόμων, δεν τα θυμάμαι και δεν μπορώ να τα περιγράψω.›
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Δεν μπορώ να τα περιγράψω.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: «Τα πρόσωπα των δυο ατόμων δεν τα θυμάμαι και δεν μπορώ να τα περιγράψω›. Πώς λοιπόν έρχεστε σήμερα και τους αναγνωρίζετε;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Εγώ την περιγραφή κύριε συνήγορε, και ο καθένας μας, την νιώθει και την καταλαβαίνει, να περιγράψω και την παραμικρή λεπτομέρεια, να αποτυπώσω σε ένα χαρτί ένα πρόσωπο, ή μια εικόνα, ή ένα είδωλο. Αυτό είπα.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Κύριε, την υπαγορεύσατε, εγώ θεωρώ ότι ο κ. Ζερβομπεάκος έκανε σωστά τη δουλειά του. Είπατε στον κ. Ζερβομπεάκο και το κατέγραψε στην κατάθεσή σας, ότι τα πρόσωπα των δυο ατόμων, δεν τα θυμάμαι και δεν μπορώ να τα περιγράψω. Για πείτε μου λοιπόν, σήμερα πώς τους αναγνωρίζετε;
Αφού ούτε τα θυμάστε, ούτε μπορείτε να τα περιγράψετε, με ποια λογική έρχεστε σήμερα, αναγνωρίζετε δυο ανθρώπους, που από την κατάθεσή σας και μόνο μπορεί να οδηγηθούν στα ισόβια και δεν έχετε καμία συστολή και κοιτάτε γύρω – γύρω να δούνε ποιος σας υποδείξει ότι είναι ο Κωστάρης. Δεν ντρέπεστε κύριε λίγο. Είστε και Διευθυντής Τράπεζας.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ πάρα πολύ.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Κύριε Πρόεδρε το επεσήμανα από την πρώτη μέρα. Δεν μπορούν να δέσουν τις υποθέσεις και στήνουν, κατασκευάζουν κάποιους μάρτυρες μετά από 15 χρόνια. Αυτός ο άνθρωπος ούτε αυτόπτης υπήρξε, γι’ αυτό δεν έδωσε και κατάθεση και τον κατασκευάζουν και τον φέρνουν εδώ. Προσβάλουν το Δικαστήριό σας αυτοί οι άνθρωποι και έπρεπε εσείς να τους πετάτε έξω και όχι να διαμαρτυρόμαστε εμείς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμείς θα σας ακούμε όλους και το τι θα πούμε εμείς στο τέλος, θα το ακούσετε.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Δεν είναι δυνατόν να στηριχθούν δικογραφίες για ανθρωποκτονία σε καταθέσεις τέτοιων ανθρώπων. Σας το είπαμε σε όλες τις υποθέσεις. Υπάρχουν πράγματι οι αυτόπτες και τους σεβαστήκαμε. Υπάρχουν πράγματι τα θύματα και βλέπετε ότι τα σεβόμαστε και δεν κάνουμε καμία ερώτηση.
Δεν είναι δυνατόν όμως να δεχθούμε τέτοιας ποιότητας ανθρώπους, οι οποίοι έρχονται μετά από 15 χρόνια, μετά από 15 χρόνια λέει στο κ. Ζερβομπεάκο ότι «δεν τους θυμάμαι και δεν μπορώ να τους περιγράψω›. Και έρχονται σήμερα εδώ αυτοί οι άνθρωποι και τους αναγνωρίζουν. Εγώ θεωρώ ότι προσβάλω τον εαυτό μου να κάθομαι να κάνω ερωτήσεις σ’ αυτόν τον άνθρωπο.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πάντως μην εκνευρίζεστε, γιατί καλό στην υγεία σας δεν θα σας κάνει.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Όχι κύριε Πρόεδρε, απειλούνται ισόβια. Δεν με ενδιαφέρει για τον Σάββα το Ξηρό, με ενδιαφέρει για όλους τους άλλους κατηγορούμενους. Απειλούνται ισόβια σε βάρος αυτών των ανθρώπων και δεν μπορούμε να ακούμε τέτοιας ποιότητος μάρτυρες.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θα εκτιμηθούν κύριε τι να κάνουμε; Δεν ήμουν εγώ μπροστά πουθενά, για να ξέρω πώς έγιναν. Αναπλάθεται τώρα μια πραγματικότητα, είτε πραγματική, αληθινή, είτε εικονική, τι να κάνω; Θα τα αξιολογήσω, λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις σας, αλλά παρακαλώ σε ήρεμο ύφος και χωρίς να προσβάλομε κανέναν δεν είναι σωστό.
Είδατε πόσο σέβομαι εγώ τους ίδιους τους κατηγορούμενους που έρχονται με βαριά αδικήματα. Δεν με ενδιαφέρει, με ότι θέλει να έρχεται. Τότε εάν τους μάρτυρες τους κάνουμε έτσι τι θα γίνει; Θα αξιολογήσουμε. Γι’ αυτό έχουμε και το δικαίωμα υποβολής ερωτήσεων, που είναι σχεδόν αυτοτελές δικαίωμα του κατηγορούμενου. Δηλαδή το έχει βάλει το 6 στη παρ. 3 αυτοτελές δικαίωμα της εμφάνισης και υποβολής ερωτήσεων. Γι’ αυτό το κάνουμε αυτό. Και θα τα αξιολογήσουμε στο τέλος.
Υπάρχει καμία άλλη ερώτηση; Έχετε να πείτε κάτι;
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Βέβαια. Να προστατεύσω την τιμή μου, την υπόληψή μου και την προσωπικότητά μου. Δεν επιτρέπω σε κανέναν, μα σε κανέναν, να επικαλείται και με κορώνες και με την ιδιότητα των δικηγόρων, γιατί και εμείς ξεκινήσαμε από τα χωριά μας, με μια ιστορική διαδρομή, σπουδάσαμε και μάλιστα σε πολύ άσχημα χρόνια και ορφανοί από γονείς. Το εάν ντρέπομαι, ή δε ντρέπομαι, ούτε η δημοκρατική μου ευαισθησία κύριε, ούτε η δημοκρατική μου διαδρομή. Εδώ υπάρχουν δικηγόροι οι οποίοι γνωρίζουν από πότε και από τα φοιτητικά μας χρόνια?
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Ήρθατε ελαφρά τη καρδία εδώ και αναγνωρίσατε δυο ανθρώπους που θα οδηγηθούν σε ισόβια εξαιτίας σας. Δεν ντρέπεστε?
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Αυτό το λέτε εσείς. Εγώ επιστρέφω τους χαρακτηρισμούς της ποιότητας.
(Διαλογικές Συζητήσεις)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ανακαλώ στη τάξη.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Τους χαρακτηρισμούς της ποιότητας κύριε Πρόεδρε τους επιστρέφω, από εκεί που εκτοξεύτηκαν.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά κάνετε λοιπόν και τους τα επιστρέφετε. Ελάτε σας παρακαλώ.
Γ.ΑΓΙΟΣΤΡΑΤΙΤΗΣ: Έχουμε μια άποψη κύριοι και την έχουμε καταθέσει από την αρχή, δεν την κρύβουμε. Αυτούς οι οποίοι κατασκεύασαν τις δικογραφίες σε βάρος πολλών αθώων κατηγορουμένων. Αυτοί που κατασκεύασαν τις δικογραφίες.
Ν.ΜΠΕΡΕΤΑΝΟΣ: Πήγατε να βγάλετε το έγκλημα πολιτικό κύριε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για αύριο στις 9 η ώρα.