Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Έχει μεγάλη νομική σημασία και η ερώτηση που κάνω σε σας είναι, γιατί σήμερα για πρώτη φορά μετά από 4 καταθέσεις αναφέρετε αυτό το γεγονός. Έχω κάποιο λόγο που ρωτάω.
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Νομίζω ότι το έχω προαναφέρει.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Δεν το έχετε πει ποτέ. Έχετε μιλήσει μόνο για ένα άτομο το οποίο καθόταν στην άλλη πλευρά του δρόμου όπως μας είπατε και σήμερα και το μόνο που κάνατε, σας το υπενθύμισε και ο συνάδελφος προηγουμένως, ήταν ότι αυτό το άτομο κινήθηκε και κατά εσάς κοιτούσε ερευνητικά το χώρο. Δεν έχετε κάνει ποτέ λόγο για κάποιο σήμα το οποίο έδωσε στους υπόλοιπους.
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Νομίζω ότι το έχω αναφέρει.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Δεν το έχετε αναφέρει.
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Λυπάμαι τότε.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Επίσης, δεν θέλω να διαβάσω τη συγκεκριμένη περικοπή. Το Δικαστήριο την γνωρίζει. Να μας ξεκαθαρίσετε μόνο σας παρακαλώ, πάνω από το αυτοκίνητο είναι 3 άτομα ή 2 άτομα;
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Αν μπορώ να το ξεκαθαρίσω. Είχα την εντύπωση, σας είπα ότι κι αν δεν είναι μπροστά το τρίτο, δηλαδή δεν έχει ακουμπήσει το αυτοκίνητο είναι σε απόσταση 2-3 βημάτων, κυριολεκτικά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κράταγε και εργαλείο στο χέρι του;
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Όχι. Το τρίτο όπως αντελήφθην να διασχίζει την Γιαννοπούλου δεν θυμάμαι να κρατούσε κάτι.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Η ερώτησή μου είναι διότι σε όλες τις προηγούμενες καταθέσεις που έχετε δώσει μιλάτε για 2 άτομα τα οποία πυροβολήσανε. Το τρίτο άτομο το ξεχνάτε εντελώς διότι πάντοτε το έχετε τοποθετημένο να κάθεται απλώς στην άκρη το πεζοδρομίου.
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Ξέρετε είναι η πρώτη εικόνα και τί σου μένει έντονα στην μνήμη. Ήταν τόσο έντονη η μεταμφίεση, ώσπου να σκεφτώ τί γίνεται, μα τί παρακολουθώ μπροστά μου τα γεγονότα έχουν μικρότερη διάρκεια απ’ ότι πιθανόν η σκέψη και η αντίδραση.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Ακριβώς λοιπόν για να βοηθήσουμε το Δικαστήριο με την τελευταία ερώτησή μου, θεωρείτε ότι τότε όταν δηλαδή καταθέσατε 4 ώρες μετά το περιστατικό ήταν καλύτερα αποτυπωμένο το περιστατικό στο μυαλό σας ή με την πάροδο του χρόνου έχετε ξεκαθαρίσει κάπως διαφορετικά το περιστατικό και είναι πιο καθαρό σήμερα αυτό που μας καταθέτετε.
κα ΒΑΒΟΥΡΑΚΗ: Θα σας έλεγα ότι η πρώτη κατάθεση οπωσδήποτε είναι συναισθηματικά φορτισμένη. Είμαστε πιο έντονα επηρεασμένοι απ’ όσα είδαμε μπροστά μας και υπήρχε πολύ μεγάλη συναισθηματική φόρτιση. Από την άλλη όμως τώρα έχουν περάσει τόσα χρόνια που μερικές λεπτομέρειες δεν είμαι σε θέση να τις θυμάμαι ακριβώς.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να αναγνώσουμε το σκεπτικό αυτής....
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, κάτι να ρωτήσω τον κ. Τέλιο.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Έχει ερωτηθεί ο κ. Τέλιος γι αυτή την υπόθεση ήδη από τον κ. Αναπληρωτή Εισαγγελέα. Έχει δεχθεί ότι ήταν παρών.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: «Ήμουν παρών›.
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Έχει πει και ποιοι άλλοι ήταν αν και δεν θα έπρεπε ενδεχομένως.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και ποιοι άλλοι είπε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, τώρα τί γίνεται; Εγώ ερωτώ ή ο συνήγορος;
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ Δεν ρωτάτε κ. Εισαγγελέα, με συγχωρείτε. Έχει ρωτήσει ήδη ο κ. Εισαγγελέας για το θέμα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Σας πειράζει τώρα κ. Πρόεδρε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι, εμένα δεν με πειράζει τίποτα. ¶μα θέλετε να τον ρωτήσετε έχετε πάντα το λόγο, αλλά μπορεί να έχει αντιρρήσεις ο κ. Συνήγορος. Δεν θα τον ακούσουμε και αυτόν;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Τέλιο, τί συμμετοχή είχατε σε αυτή την πράξη;
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Θα μου επιτρέψετε να σας παραπέμψω στις καταθέσεις που έδωσα τόσο τις προανακριτικές όσο και τις ανακριτικές τις οποίες θεωρώ αληθείς, γνήσιες και ακριβείς.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή είχατε συμμετοχή ή όχι;
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Όπως έχω επαναλάβει και την πρώτη φορά που ρωτήθηκα, σε όλες τις πράξεις είχα φυσική παρουσία.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ποια άλλα πρόσωπα ήταν στο σημείο εκείνο;
Β. ΚΑΡΥΔΗΣ: Έχει απαντήσει κ. Πρόεδρε.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει απαντήσει νομίζω.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Θέλετε να πείτε;
Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Μα νομίζω απάντησα.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Καλά.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει απαντήσει και το έχουμε καταχωρήσει στα πρακτικά. Αναγιγνώσκεται το σκεπτικό της απόφασης του Ποινικού Εφετείου το οποίο απήλλαξε. Δεν θα την διαβάσουμε όλη. Όπως ξέρετε το 364 παρ. 2 λέει «εφόσον κρίνει απαραίτητο›. Κρίνουμε απαραίτητο το σκεπτικό τουλάχιστον να δούμε. Οι καταθέσεις δε εν περιλήψει αναγνώσθηκαν μέσα στην απόφαση του Εφετείου κατά τα κυριότερα μέρη και προς αποφυγή επαναλήψεων κρίνουμε ότι δεν πρέπει να αναγνωσθούν και πάλι.
κ. ΖΑΪΡΗΣ: (Διαβάζει):
Επειδή από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 28 και 302 του Ποινικού Κώδικα προκύπτει ότι για την θεμελίωση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια στην περίπτωση αυτή δεν είναι συνειδητή. Απαιτούνται πρώτον, να μην καταβλήθηκε από τον δράστη η επιβαλλόμενη κατά την ποινική κρίση προσοχή την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει κάτω από τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις να καταβάλλει με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή πείρα και λογική.
Δεύτερον, να έχει τη δυνατότητα αυτός, με βάση τις προσωπικές ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες και κυρίως λόγω της υπηρεσίας του επαγγέλματός του, να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα.
Τρίτον, να υπάρχει αιτιώδης δεσμός μεταξύ της ενέργειας, της παράλειψης και του επελθόντος αποτελέσματος. Εξάλλου, υφίσταται ποινική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία από αμέλεια στις περιπτώσεις εκείνες που το αποτέλεσμα αυτό οφείλεται σε παράβαση από τον ιατρό των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της επιστήμης για τους οποίου δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση και η ενέργειά του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικά αντιβαλλόμενο καθήκον επιμελείας.
Αν όμως και ο ιατρός κατέβαλλε κάθε προσοχή, το παραπάνω αποτέλεσμα επήλθε τυχαία και ανεξάρτητα από τη θεραπευτική αγωγή που εφαρμόστηκε ή τη χειρουργική επέμβαση που πραγματοποιήθηκε, ή αν ο γιατρός ορθά διέγνωσε τη νόσο, εφάρμοσε όμως μία από τις περισσότερο εξίσου υποστηριζόμενες στην επιστήμη θεραπευτική αγωγή που στη συγκεκριμένη περίπτωση απέτυχε, τότε δεν είναι δυνατό να ευσταθεί ποινική ευθύνη κατ’ αυτού για τον λόγο ότι αν εφάρμοζε άλλη θεραπεία θα απεφεύγετο ο θάνατος του ασθενούς.
Τέτοια επέκταση της ποινικής ευθύνης του ιατρού, αντίκειται στη γενική για την αμέλεια διάταξη του προαναφερόμενου άρθρου 28 του ποινικού κώδικα, κατά την οποία, για τον καταλογισμό της πράξης από αμέλεια, λαμβάνεται υπόψη, εκτός από το αντικειμενικό κριτήριο, τις ικανότητες και επιμέλεια του μέσου κανονικού ανθρώπου, στην προκειμένου δε περίπτωση του μέσου ιατρού και το υποκειμενικό στοιχείο, δηλαδή οι προσωπικές ικανότητες του δράστη, η προσοχή την οποία όφειλε και μπορούσε από τις περιστάσεις να καταβάλλει καθώς και η ύπαρξη αντικειμενικού αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ ενέργειας, της παράλειψης και του αποτελέσματος.
Περαιτέρω, όταν η αμέλεια δεν συνίσταται σε ορισμένη ενέργεια ή παράλειψη αλλά αποτελεί σύνολο συμπεριφοράς που προηγήθηκε του αποτελέσματος για τη διαπραττόμενη με τον τρόπο αυτό ανθρωποκτονία από αμέλεια, η οποία αποτελεί έγκλημα που τελείται με παράλειψη, απαιτείται η συνδρομή όχι μόνο του άρθρου 28 του ποινικού κώδικα, αλλά και των όρων του άρθρου 15 αυτού, που ορίζει ότι όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, άρα ο υπαίτιος της παραλείψεως, είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος.
Η ύπαρξη αυτή της υποχρεώσεως, που αποτελεί πρόσθετο στοιχείο της υποστάσεως του εγκλήματος που τελείται με παράλειψη και που μπορεί να πηγάζει είτε από ρητή διάταξη του νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών διατάξεων, που συνδέονται με ορισμένη έννομη σχέση του υποχρέου, είτε από σύμβαση, είτε από ορισμένη συμπεριφορά του υπαιτίου, η οποία δημιούργησε τον κίνδυνο επελεύσεως του δημιουργούμενου αποτελέσματος, πρέπει να αναφέρεται και να αιτιολογείται στην απόφαση.
Τέλος, σε έγκλημα εξ αμελείας πραττόμενο, αν το αποτέλεσμα της εγκληματικής πράξης ή παράλειψης είναι απότοκο της συνδρομής αγνοίας πολλών προσώπων, το καθένα απ΄ αυτά κρίνεται και ευθύνεται αυτοτελώς και ανεξαρτήτως των άλλων κατά τον λόγο της αμέλειας που επιδείχθηκε από αυτό και εφόσον πάντως το επελθόν αποτέλεσμα, τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτήν.
Στην κρινόμενη υπόθεση από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως που εξετάσθηκαν στο Δικαστήριο αυτό, σε συνδυασμό με όλα τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν μεταξύ των οποίων και οι ένορκες διοικητικές εκθέσεις και τις απολογίες των κατηγορουμένων, αποδείχθηκαν τα παρακάτω πραγματικά περιστατικά σε σχέση με το έγκλημα της ανθρωποκτονίας εξ αμελείας σε βάρος του Κων/νου Ανδρουλιδάκη:
Στις 10/1/1989 στην Αθήνα, στην περιοχή Ζωγράφου, ο Κων/νος Ανδρουλιδάκης, Εισαγγελέας Πρωτοδικών, βλήθηκε με έξι σφαίρες από πυροβόλο όπλο 45άρι από εκτελεστές μέλη τρομοκρατικής οργάνωσης. Τρεις από τις σφαίρες αυτές, έπληξαν το αριστερό πόδι, δύο το δεξί πόδι και μία την αριστερή χείρα του. Ο Κων/νος Ανδρουλιδάκης μεταφέρθηκε με ασθενοφόρο μετά τον τραυματισμό του που έγινε περί ώρα 8:00 πρωινή στα εξωτερικά ιατρεία του νοσοκομείου ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ, περί ώραν 8:30. Εκεί διαπιστώθηκε ότι ο τραυματίας είχε υποστεί συντριπτικό κάταγμα και τρώση της ιγνυακής αρτηρίας στο αριστερό πόδι και εσωτερικό τραύμα στο δεξί πόδι όπου παρέμεναν οι δύο σφαίρες.
Υποβλήθηκε στις κατάλληλες ακτινογραφίες και αγγειογραφίες για τη διαπίστωσης των τραυμάτων του, αφού κλήθηκαν ως θεράποντες ιατροί ο αγγειοχειρουργός κ. Έξαρχος και ο ορθοπεδικός κ. Παπαθανασίου. Περί ώρα 10:30, αποφασίσθηκε να υποβληθεί ο ασθενής στις δέουσες χειρουργικές επεμβάσεις για την αποκατάσταση των τραυμάτων και συγκεκριμένα να υποβληθεί σε ορθοπεδική επέμβαση στο αριστερό πόδι, για την αποκατάσταση του συντριπτικού κατάγματος και σε αγγειοχειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση της τρωθείσης ιγνυακής αρτηρίας.
Ο ορθοπεδικός ιατρός κ. Παπαθανασίου αποφάσισε να εφαρμόσει τη μέθοδο της εσωτερικής οστεοσύνθεσης που ήταν κοινώς αναγνωρισμένη κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης αλλά και ενδεδειγμένης στην περίπτωση αυτή, γιατί το τραύμα ήταν συντριπτικό και υπήρχε απώλεια οστικής ουσίας. Στη συνέχεια ο ορθοπεδικός αυτός, με τη βοήθεια του Επιμελητή κ. Ακριβού, διέταξε τη διενέργεια νέων ακτινογραφιών για τον εντοπισμό λεπτομερειών του θραύσματος και παρήγγειλε την απαιτούμενη μεταλλική πλάκα με τις βίδες που ήταν απαραίτητη για την επέμβαση αυτή.
Περί ώρα 12:00 εισήλθε ο τραυματίας αυτός στο χειρουργείο, όπου άρχισε η χορήγηση της απαιτούμενης ναρκώσεως από την αναισθησιολόγο ιατρό κα Γαλανάκη που βοηθήθηκε αργότερα από την επίσης αναισθησιολόγο κα Κριθαρά, ενώ η ορθοπεδική επέμβαση με τη μέθοδο της εσωτερικής οστεοσύνθεσης, άρχισε στις 12:40 περίπου.
Η ορθοπεδική αυτή επέμβαση συνεχίστηκε από τους ιατρούς κ. Παπαθανασίου και κ. Ακριβό με τους βοηθούς τους, μέχρι ώρα 15:50, οπότε διακόπηκε, ενώ υπολειπόταν το στάδιο της μεταμόσχευσης οστού και της σύγκλισης του ορθοπεδικού τραύματος για να μεσολαβήσει η αγγειοχειρουργική επέμβαση από τον ιατρό κ. Έξαρχο και τον Επιμελητή του ιατρό.
Η αγγειοχειρουργική αυτή επέμβαση άρχισε περί ώρα 16:00 και τελείωσε περί ώρα 18:00. Ενώ όμως κατά τη διάρκεια της ορθοπεδικής επεμβάσεως ο ασθενής παρουσίαζε φυσιολογική κατάσταση, ευρισκόμενος σε νάρκωση, δηλαδή η αρτηριακή πίεση ήταν γύρω στο 12 και οι σφυγμοί του 80 περίπου, κατά τη διάρκεια της αγγειοχειρουργικής επέμβασης και συγκεκριμένα περί ώρα 16:30 –16:40 περίπου, παρουσίασε ο ασθενής μια διαφοροποίηση των δεικτών αυτών, αφού η αρτηριακή πίεση έφτασε μέχρι και 6 και οι σφυγμοί ανήλθαν στους 120 και πλέον (βλ. Πίνακα κατάστασης ασθενούς του χειρουργείου).
Οι αναισθησιολόγοι που διέγνωσαν έγκαιρα τη μεταβολή αυτή, ενίσχυσαν τον ασθενή με χορήγηση αίματος, (μετάγγιση) έτσι ώστε να αντιμετωπισθεί η κατάσταση και να περαιωθεί η αγγειοχειρουργική επέμβαση, περί ώρα 18:00 για να ακολουθήσει η τελευταία φάση της ορθοπεδικής εγχειρήσεως. Η διαφοροποίηση της κατάστασης του ασθενούς κατά τη διάρκεια της αγγειοχειρουργικής επεμβάσεως, οφείλεται προφανώς στην αιμορραγία που προκλήθηκε κατά τη συρραφή των αγγείων στο σημείο που είχε τρωθεί η ιγνυακή αρτηρία, γιατί προηγουμένως στο σημείο αυτό λόγω πήξεως του αίματος είχε σταματήσει η αιμορραγία.
Περί ώρα 18:00 οι ορθοπεδικοί ιατροί κ. Παπαθανασίου και κ. Ακριβός, άρχισαν το τελευταίο στάδιο της ορθοπεδικής εγχειρήσεως που ήταν η λήψη μοσχεύματος από το λαγόνιο οστούν για τη σταθεροποίησης της οστεοσύνθεσης και η σύγκλιση του τραύματος. Επίσης, οι ορθοπεδικοί αυτοί έπρεπε να καθαρίσουν το τραύμα στο δεξί πόδι, όπως και έπραξαν. Κατά τη διάρκεια της τρίτης αυτής φάσεως της εγχειρήσεως, που ήταν η ολοκλήρωσης της ορθοπεδικής επεμβάσεως και περί ώρα 18:32, ο ασθενής, ενώ περί ώρα 18:00 είχε αρτηριακή πίεση πάλι 12 και σφυγμούς 90, δηλαδή βρισκόταν σε φυσιολογική κατάσταση, παρουσίασε πάλι μία νέα πτώση της αρτηριακής πίεσης στο 8, 7 και 6 και μία αύξηση των σφυγμών, μέχρι 120.
Στο σημείο αυτό, οι αναισθησιολόγοι γνωστοποίησαν στους ορθοπεδικούς τη μεταβολή και ζήτησαν από αυτούς την επίσπευση και περάτωση της επεμβάσεως το ταχύτερο δυνατόν, με τη φράση «ο ασθενής πέφτει›, ενώ έκαναν στον ασθενή την απαραίτητη μετάγγιση αίματος με τη χορήγηση αιματοπεταλίων για να ανακάμψει ο ασθενής. Οι ορθοπεδικοί συνέχισαν την ήδη στο τελευταίο στάδιο ευρισκόμενη επέμβαση, γιατί έκριναν ότι η κατάσταση του ασθενούς δεν ήταν τέτοια ώστε να είναι απαραίτητη η διακοπή της επεμβάσεως και περάτωσαν την ορθοπεδική εγχείρηση και τον καθαρισμό του τραύματος του δεξιού ποδιού περί ώρα 19:30.
Μετά, μεταφέρθηκε ο ασθενής στη Μ.Ε.Θ. περί ώρα 20:00. Κατά τη μεταφορά του αυτή ο ασθενής και εξαιτίας αυτής, παρουσίασε μία ταλαιπωρία, έτσι ώστε όταν έφτασε στη Μ.Ε.Θ. να έχει αρτηριακή πίεση 6 με 5 και σφυγμού γύρω στους 130, ενώ συγχρόνως είχε αναπνευστική υποστήριξη. Η κατάσταση όμως αυτή του ασθενούς Κων/νου Ανδρουλιδάκη, βελτιώθηκε με τις συνεχείς μεταγγίσεις αίματος με αιμοπετάλια μέσα στο επόμενο δίωρο με αποτέλεσμα να ανακάμψει πλήρως, να επανέλθει στην αρτηριακή πίεση 12, στους σφυγμούς 80-90 και στην κανονική διούρηση, όπως οι δείκτες αυτοί αποτυπώνονται στα σχετικά δελτία της Μ.Ε.Θ.
Αντιθέτως όμως, περί ώρα 22:30 της ίδιας ημέρας, ο ασθενής, ευρισκόμενος στη Μ.Ε.Θ., άρχισε να αιμορραγεί συνεχώς και η αιμορραγία αυτή συνεχιζόταν καθ’ όλη τη διάρκεια της νύχτας, 10-11 Ιανουαρίου 1989, παρά τις μεταγγίσεις αίματος με αιμοπετάλια, στις οποίες υποβλήθηκε. Την πρωία της 11/1/1989, έγινε ευρύτερο ιατρικό συμβούλιο για την αντιμετώπιση της καταστάσεως, στο οποίο κλήθηκαν και οι ιατροί εκτός του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ, κατά το οποίο αποφασίσθηκε αρχικά η παρακολούθηση της καταστάσεως και η αντιμετώπιση της αιμορραγίας με μεταγγίσεις του ιατρού Στάμου έχοντος την γνώμη ότι έπρεπε να εισαχθεί αμέσως στο χειρουργείο και περί ώρα 17:30 της ίδιας ημέρας, 11/1/89, εισήχθη πάλι στο χειρουργείο για συρραφή αιμορραγούντων αγγείων.
Στο χειρουργείο, αφού έγινε έλεγχος του ορθοπεδικού τραύματος από τους ορθοπεδικούς ιατρούς κ. Παπαθανασίου και κ. Ακριβό, οι αγγειοχειρουργοί ιατροί κ. Έξαρχος και κ. Μπελένης προέβησαν στη συρραφή κάποιων αγγείων και αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία. Η τελευταία αυτή δεύτερη επέμβαση, διήρκεσε δύο ώρες περίπου.
Μετά την επέμβαση αυτή, η κατάσταση του ασθενούς δεν βελτιώθηκε όπως περίμεναν την επόμενη ημέρα, αλλά αντιθέτως άρχισε από τις 12/1/89 και κυρίως στις 14/1/89 μια πολυοργανική ανεπάρκεια που συνεχίστηκε τις επόμενες ημέρες, η οποία οδήγησε αρχικά στον ακρωτηριασμό του δεξιού ποδιού, στη συνέχεια του αριστερού ποδιού, λόγω σηψαιμίας, του ενός δακτύλου του αριστερού χεριού και στη συνέχεια στο θάνατο του ασθενούς, που έλαβε χώρα στις 10/2/89.
Σε σχέση με το επελθόν αυτό αποτέλεσμα του θανάτου του Κων/νου Ανδρουλιδάκη, αποδόθηκε κατά την κατηγορία ευθύνη για ανθρωποκτονία εξ αμελείας στους κατηγορουμένους ιατρούς και ειδικότερα στον πρώτο, κ. Παπαθανασίου, για την επιλογή της μεθόδου της εσωτερικής οστεοσύνθεσης, στους δύο πρώτους κατηγορουμένους Β. Παπαθανασίου και κ. Ακριβό για τη συνέχιση της ορθοπεδικής εγχειρήσεως στο δεύτερο μέρος αυτής, γιατί ο ασθενής βρισκόταν σε κατάσταση σοκ και έπρεπε να σταματήσουν την επέμβαση και στους αναισθησιολόγους ιατρούς Ε. Γαλανάκη και Α. Κριθαρά, γιατί δεν επέμειναν στους ορθοπεδικούς για την κρισιμότητα της καταστάσεως του ασθενούς (σοκ) και την ενδεχόμενη διακοπή της επεμβάσεως.
Από το ίδιο ανωτέρω αποδεικτικό υλικό και σε σχέση με την ποινική ευθύνη των θεραπόντων ιατρών κατηγορουμένων, σύμφωνα με τις σκέψεις που έχουν ανωτέρω αναφερθεί, αποδείχθηκαν και τα εξής: Η επιλογή από τον ορθοπεδικό ιατρό Β. Παπαθανασίου της μεθόδου της εσωτερικής οστεοσύνθεσης, ορθώς έγινε και εφαρμόστηκε γιατί αυτή είναι η κρατούσα μέθοδος στην ιατρική επιστήμη για την αντιμετώπιση συντριπτικών καταγμάτων όπως αυτό του Κων/νου Ανδρουλιδάκη.
Η μέθοδος αυτή δεν αποδείχθηκε ιδιαιτέρως αιμορραγική, αφού ο ασθενής κατά το πρώτο στάδιο της εφαρμογής της δεν αιμορραγούσε ιδιαιτέρως αλλά και ήταν και η πλέον ενδεδειγμένη για την περίπτωση γιατί έπρεπε να γίνει και καθαρισμός του τραύματος εσωτερικώς λόγω της βλάβης που προκάλεσε το πυροβόλο όπλο ενώ η επιλογή της άλλης μεθόδου, της εξωτερικής οστεοσύνθεσης στην περίπτωση του ασθενούς αυτού δεν θα εξασφάλιζε την σταθερότητα των οστών ενόψει της απώλειας οστικής ουσίας και θα παρεμπόδιζε την συρραφή της τρωθείσης αρτηρίας που θα επακολουθούσε αν τοποθετούνταν εξωτερικώς συνδέσεις στα δύο μέρη του αριστερού ποδιού.
Σε κάθε περίπτωση δεν υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενέργειας αυτής του δράστη, και του επελθόντος αποτελέσματος που προκλήθηκε κυρίως από την παρατεταμένη αιμορραγία η οποία οφειλόταν στην αρτηρία.
Περαιτέρω η κατάσταση του ασθενούς το κρίσιμο για την κατηγορία χρονικό διάστημα από 18:32΄έως 19:30 ώρα περίπου δεν ήταν τέτοιας καταστάσεως σοκ όπως χαρακτηρίστηκε από ορισμένους γιατρούς γιατί όπως δέχονται οι περισσότεροι και μάλιστα οι ειδικοί επιστήμονες ιατροί, καθηγήτρια κα Γκάλια και άλλοι, η κατάσταση του ασθενούς κατά το χρονικό εκείνο σημείο με αρτηριακή πίεση έως και 6, με σφυγμούς έως 130 και με διούρηση περίπου 50 ml ανά ώρα όπως εμφαίνεται στους σχετικούς πίνακες δεν είναι τέτοια σοκ και μάλιστα μία ανατάξιμη αφού ο ασθενής στη συνέχεια ανάκαμψε στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και επανήλθαν οι τρεις αυτοί δείκτες στα αρχικά φυσιολογικά επίπεδα, αρτηριακή πίεση 12, σφυγμοί 80 ως 90 με φυσιολογική διούρηση.
Η κατάσταση λοιπόν του ασθενούς το πιο πάνω χρονικό διάστημα δεν ήταν τέτοια (σοκ) που να επιβάλλει την διακοπή της περαιώσεως της εγχειρήσεως ούτε μπορεί να αποδοθεί ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραλήψεως αυτής των γιατρών Παπαθανασίου και Ακριβού με την μη διακοπή της περατώσεως της εγχειρήσεως γιατί το χρονικό αυτό διάστημα της συνεχίσεως της εγχειρήσεως δεν ήταν αυτό που προκάλεσε την χειροτέρευση του ασθενούς και την πολυοργανική ανεπάρκεια, αν ληφθεί υπόψη μάλιστα ότι ο ασθενής ανέκαμψε στη συνέχεια στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, ότι η αιμορραγία συνεχίστηκε επί ολόκληρο 24ωρο μετά το τέλος της επέμβασης των κατηγορουμένων και επίσης αν οδηγούνταν οι ορθοπεδικοί κατηγορούμενοι στην απόφαση για διακοπή της επεμβάσεως και τη μη σύγκριση του ορθοπεδικού τραύματος. Το γεγονός αυτό και ασχέτως των ενδεχόμενων επιπλοκών με ανοιχτό το ορθοπεδικό τραύμα δεν θα είχε ως αποτέλεσμα την διακοπή της αιμορραγίας.
Για τον ίδιο λόγο δεν υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της παραλήψεως των αναισθησιολόγων που συνίσταται κατά την κατηγορία στην εμμονή τους και τη μη έντονη διαμαρτυρία τους προς τους ορθοπεδικούς για την ενδεχόμενη διακοπή της επεμβάσεως και του επελθόντος αποτελέσματος του θανάτου του ασθενούς ύστερα από ένα μήνα περίπου, αφού κι αν λάμβανε χώρα η έντονη αυτή διαμαρτυρία των αναισθησιολόγων και επιτυγχάνετο με αυτή η διακοπή της επεμβάσεως και πάλι θα συνεχιζόταν η αιμορραγία του ασθενούς που ήταν η αιτία η οποία προκάλεσε λόγω και της μεγάλης ποσότητας μεταγγίσεων αίματος επί ένα 24ωρο περίπου μετά την περαίωση της εγχειρήσεως της πρώτης ημέρας, την πολυοργανική ανεπάρκεια και την χειροτέρευση της καταστάσεως του ασθενούς που οδήγησε στο θάνατο.
Δεν αποδείχθηκε δε σε καμιά περίπτωση ότι η αιμορραγία του ασθενούς σε τόση μεγάλη ποσότητα είχε ως εστία το ορθοπεδικό τραύμα. Αντιθέτως μάλιστα όπως αποδεικνύεται από το ιατρικώς παραδεκτό αποδεικτικό υλικό, η αιτία της αιμορραγίας είναι ασφαλώς η ιγνυακή αρτηρία ή κάποιο αγγείο αυτής το οποίο είτε δεν συνεράβη ορθώς αρχικώς από τους αγγειοχειρουργούς είτε έγινε διάνοιξη του ράμματος.
Δεν πρέπει να παροράται το γεγονός ότι ο υπεύθυνος αγγειοχειρουργός Έξαρχος προέβη στην απολίνωση της φλέβας του αριστερού ποδιού, ενέργεια που έχει δυσμενή επίδραση στην εν γένει λειτουργία του οργανισμού και την κυκλοφορία του αίματος, όπως επίσης ότι κατά την εξέταση του αριστερού ποδιού ανατομικώς μετά την γενόμενη αποκοπή διαπιστώθηκε στην συνταχθείσα έκθεση απολίνωση και της ιγνυακής αρτηρία (βλ. έκθεση Σωτσίου). Ευρήματα που δικαιολογούν την χειροτέρευση της καταστάσεως του ασθενούς μετά την δεύτερη χειρουργική επέμβαση για την συρραφή αγγείων από τον γιατρό Έξαρχο.
Σε κάθε περίπτωση τα ευρήματα αυτά δεν αφορούν τις ιατρικές επεμβάσεις των κατηγορουμένων γιατρών επί του ασθενούς ούτε συνέχονται με την ειδικότητά του. Τα ανωτέρω δεν αναιρούνται από τις δυο ένορκες διοικητικές εκθέσεις που διενεργήθηκαν για την υπόθεση αυτή από γιατρούς του ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ με τον Διοικητικό Εκπρόσωπό του και από γιατρούς με εντολή του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών για τους εξής λόγους:
Τα αναφερόμενα στις εκθέσεις αυτές όσον αφορά την ποινική ευθύνη των κατηγορουμένων γιατρών και συγκεκριμένα ως προς την κατάσταση στην οποία μεταφέρθηκε ο ασθενής στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας στηρίχθηκαν κυρίως σε καταθέσεις και αναφορές προσώπων μεταξύ των οποίων και των γιατρών Έξαρχου και Μπαλτόπουλου που είχαν λόγους να εναποθέσουν αλλού τις οποιεσδήποτε τυχόν προσωπικές τους ευθύνες ενώ δεν έλαβαν υπόψη τους τα αντικειμενικά ευρήματα για την κατάσταση του ασθενούς κατά την διάρκεια της εγχειρήσεως (βλ.πίνακες χειρουργείων) και κατάσταση ασθενούς κατά την ώρα της μεταφοράς του στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και κατά τις πρώτες ώρες της παραμονής του στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας κατά τις οποίες ανέκαμψε και βελτιώθηκε η κατάσταση της υγείας του ασθενούς (βλ. δελτία πορείας ασθενούς στη Μονάδας Εντατικής Θεραπείας).
Για το λόγο αυτό άλλωστε πολλά κρίσιμα στοιχεία των διοικητικών αυτών εκθέσεων που αφορούν ενέργειες των κατηγορουμένων ανασκευάστηκαν κατά την διάρκεια των καταθέσεων των γιατρών που συνέταξαν τις εκθέσεις ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού. Βλέπε καταθέσεις γιατρών κ.κ.Κάτση, Λαμπίρη, Παπαδάκη κλπ.
Κατά ακολουθία όλων αυτών και λαμβανομένου υπόψη ότι οι κατηγορούμενοι αυτοί επέδειξαν την επιμέλεια του μέσου ιατρού και την προσοχή τη οποία όφειλαν και μπορούσαν από τις περιστάσεις να καταβάλλουν, υπάρχουν αρκετές αμφιβολίες για την θεμελίωση της ποινικής ευθύνης αυτών όσον αφορά το επελθών αποτέλεσμα του θανάτου Κωνσταντίνου Ανδρουλιδάκη για το έγκλημα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια και πρέπει να κηρυχθούν αθώοι κατά την κρατείσα γνώση στο Δικαστήριο αυτό, του μέλους του Δικαστηρίου τάδε, έχοντας την γνώμη ότι έχει ποινική ευθύνη ο κατηγορούμενος ιατρός κ. Β. Παπαθανασίου και πρέπει να κηρυχθεί ένοχος ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Πραγματικά κατά την μειοψηφούσα γνώμη από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 28 και 302 παρ. 1 του Ποινικού Κώδικα προκύπτει ότι, για την στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται η διαπίστωση αφενός ότι ο δράστης του εγκλήματος αυτού δεν κατέβαλε κατά χρήση αντικειμενική την απαιτούμενη προσοχή που κάθε άνθρωπος μετρίως, συνετός και ευσυνείδητος όφειλε από τις ίδιες περιστάσεις να καταβάλει με βάση τους νομικούς κανόνες, την συνήθεια που κρατεί στις συναλλαγές και την κατά συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρα και λογική και αφετέρου ότι αυτός μπορούσε με βάση τις προσωπικές περιστάσεις και ικανότητές του και κυρίως εξαιτίας της υπηρεσίας ή του επαγγέλματός του να προβλέψει και να αποφύγει αξιόποινο αποτέλεσμα της ανθρωποκτονίας που έχει παραχθεί.
Επιπλέον χρειάζεται αιτιώδης σύνδεσμος ανάμεσα στην πράξη, η παράληψη και το εφικτό αποτέλεσμα που έχει επέλθει ως συνέπεια της αμελείας. Πάντως η αμέλεια του δράστη μπορεί να συνίσταται στο ότι έχει αναδεχθεί την επιχείρηση κάποιας πράξης χωρίς να έχει τις απαιτούμενες προσωπικές ικανότητες για την επιτυχή διεκπεραίωση αυτής.
Στην προκείμενη περίπτωση από όλα τα αποδεικτικά στοιχεία ή τις καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και υπερασπίσεως και τα αναγνωσθέντα έγγραφα σε συνδυασμό προς τις απολογίες των κατηγορουμένων αποδείχθηκε ότι ο κατηγορούμενος γιατρός κ. Παπαθανασίου ο οποίος ήταν Διευθυντής της Ορθοπεδικής Κλινικής του Νοσοκομείου ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ στην οποία είχε εισαχθεί μετά τον τραυματισμό ο Κωνσταντίνος Ανδρουλιδάκης επέλεξε και εφήρμοσε ο ίδιος για την αποκατάσταση των τραυμάτων του ασθενούς την μέθοδο της εσωτερικής οστεοσυνθέσεως για την εφαρμογή της οποίας δεν είχε τις απαιτούμενες προς επιτυχή διεκπεραίωσή της προσωπικές ικανότητες αφού ουδέποτε στο παρελθόν είχε εφαρμόσει την μέθοδο αυτή σε όμοια περίπτωση συντριπτικού κατάγματος με πυροβόλο όπλο, αν και γνώριζε ότι η εφαρμογή αυτή θα διαρκούσε περισσότερο σε σχέση προς τον χρόνο που απαιτείται για την εφαρμογή της σε όμοιες περιπτώσεις από γιατρούς οι οποίοι έχουν ως εκ της εμπειρίας τους τις σχετικές προσωπικές ικανότητες για την διεκπεραίωσή τους.
Ενόψει της αδυναμίας του αυτής η επιχειρηθείσα από τον ίδιο οστεοθετική επέμβαση η οποία προηγήθηκε κατά την νοσηλεία του ασθενούς διήρκησε επί 4 περίπου ώρες ενώ μπορούσε να περαιωθεί σε 2,5 περίπου ώρες. Το γεγονός αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επιβαρυνθεί η κλινική κατάσταση του τραυματία συνεπεία της αιμορραγίας που άρχισε από την στιγμή του τραυματισμού και εξακολούθησε κατά τον πριν από την έναρξη της χειρουργικής επεμβάσεων χρόνο που ανήλθε σε 4 περίπου ώρες δεδομένου ότι αυτή η αιμορραγία δεν αντιμετωπίστηκε σε συντομότερο χρόνο αλλά εξακολούθησε καθ’ όλο το χρόνο της ορθοπεδικής επεμβάσεως και της επακολουθείσας αγγειοχειρουργικής ταύτης.
Έτσι κατά το τέλος της ορθοπεδικής επεμβάσεως εκδηλώθηκε ολιγενικό σοκ το οποίο επιτάθηκε κατά την διάρκεια της αγγειοχειρουργικής επεμβάσεως και μονιμοποιήθηκε κατά την διάρκεια της μεταμοσχεύσεως του λαγονίου οστού και της συγκλίσεως του ορθοπεδικού τραύματος που πραγματοποιήθηκε από τον ίδιο κατηγορούμενο ιατρό κ. Β. Παπαθανασίου μετά το πέρας της αγγειοχειρουργικής επεμβάσεως και ο ασθενής εισήλθε στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας βεβαρημένος με ανεπάρκεια των ζωτικών οργάνων του χωρίς έκτοτε να αποκατασταθεί η βλάβη αυτών συνεπεία της οποίας ως γενεσιουργού αιτίας επήλθε ο θάνατος του ασθενούς Ανδρουλιδάκη.
Ο κατηγορούμενος γιατρός κ. Παπαθανασίου δεν κατέβαλλε όπως αποδείχθηκε κατά κρίση αντικειμενική την απαιτούμενη προσοχή κατά την επιλογή της μεθόδου της οστεοσυνθέσεως ενώ μπορούσε καταβάλλοντας την προσοχή αυτή να επιλέξει την μέθοδο της εξωτερικής οστεοσυνθέσεως που είναι περισσότερο απλή στην εκτέλεσή της και απαιτεί λιγότερο χρόνο και ο ίδιος διέθετε τις απαιτούμενες προσωπικές ικανότητες για την διεκπεραίωσή της και έτσι δεν μπόρεσε να προβλέψει το ανωτέρω αποτέλεσμα το οποίο μπορούσε να προβλέψει με βάση τις προσωπικές περιστάσεις και τις ικανότητές του και ιδίως του επαγγέλματός του.
Τη δυσμενή εξέλιξη της καταστάσεως της υγείας του θανόντος ευθείς αμέσως μετά το πέρας της μεταμοσχεύσεως του λαγονίου οστού και της συγκλίσεως του ορθοπεδικού τραύματος την αντιλήφθηκε ο ίδιος κατηγορούμενος και γι αυτό παρότι πραγματοποίησε διερεύνηση επί κλίνης του τραύματος και επιλήφθη πρώτος τη δεύτερη χειρουργική επέμβαση προς εντοπισμό της αιμορραγίας μετά το ιατρικό συμβούλιο, την 11/1/89, δεν αποφάσισε νωρίτερα την εισαγωγή του ασθενούς στο χειρουργείο καθ’ όσον θεωρούσε την ενέργειά του αυτή μάταιη›.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Και κηρύσσει αθώον βέβαια... Δεν έχουμε τίποτα πάνω σ’ αυτό φυσικά. Κύριε Παπαδάκη μπορεί να μου δώσετε αυτά που έχετε. Τί είναι;
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Το ένα από 22/12/1988 είναι η προκήρυξη η οποία στο τέλος έχει ένα κοινό υστερόγραφο για τις περιπτώσεις Ανδρουλιδάκη και Ταρασουλέα, 17/1/89. Αν θεωρείται αναγνωσθέν, απλώς να κάνω χρήση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει αναγνωσθεί.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Έχει αναγνωσθεί πράγματι στην υπόθεση Ταρασουλέα. Το δεύτερο είναι ένα άλλο κείμενο της 17Ν το οποίο το βρήκα από το γνωστό βιβλίο, με ημερομηνία 3/2/1989. Αν έχω καταλάβει καλά, πρόκεται για μια επιστολή στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ›, δε γνωρίζω με ποια αφορμή, όπου πάλι στο υστερόγραφο αναφέρεται στην περίπτωση Ανδρουλιδάκη.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορούμε να τη διαβάσουμε;
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Για να τη διαβάσετε την έφερα. Το τρίτο είναι μια έκθεση ακρόασης απομαγνητοφώνησης που είναι μέσα στη δικογραφία διότι κάποιοι, ενώ η ενέργεια αυτή ήταν ορφανή, είχαν διεκδικήσει την πατρότητά της και είχαν στείλει μια κασέτα που έλεγε ότι είναι μια οργάνωση που το έκανε....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτό είναι άνευ σημασίας.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Έχει μια σημασία και γι αυτό ζητώ να αναγνωσθεί και θα σας την πω ποια είναι.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, αν έχετε εσείς κάτι βεβαίως να το αναγνώσουμε. Λοιπόν:
«Υ.Γ. Όσα δήλωσαν και έπραξαν οι δικαστές όλες αυτές τις μέρες αποδεικνύει όχι μόνο ότι είχαμε δίκιο αλλά επιπλέον ότι έχουν απόλυτη συνείδηση ότι είναι ένοχοι. Ομολόγησαν ανοιχτά ότι η δικαιοσύνη δεν είναι ανεξάρτητη, ότι δικάζουν χρησιμοποιώντας το δίκιο ενάντια στη δικαιοσύνη. Έκαναν μαζική αποχή καταρρίπτοντας τον ισχυρισμό τους ότι δεν μπορούν να αντιδράσουν, δείχνοντας έτσι ότι δεν έκαναν μαζική αποχή ούτε στη δικτατορία, ούτε όταν αθώωσαν τους Τσάτσους και τους Ανδρεάδηδες, όταν άφηναν ανενόχλητο τον Κοσκωτά να κλέβει.
Ομολογούν τέλος μόνοι τους ότι είναι ένοχοι, όταν απαιτούν από τον Τύπο να μην αναφέρει τα ονόματά τους. Όλα όσα δήλωσαν και έπραξαν αυτές τις μέρες αποτελούν την καλύτερη διαφήμιση που θα μπορούσα να μας κάνουν. Όπως είχαμε δηλώσει στην προκήρυξή μας, δεν είχαμε πρόθεση να εκτελέσουμε τον Εισαγγελέα Ανδρουλιδάκη αλλά μόνο να τον τραυματίσουμε στο πόδι. Όχι γιατί δεν το άξιζε, αλλά για άλλους λόγους.
Αν του είχε προσφερθεί σωστή ιατρική περίθαλψη, θα ήταν στο σπίτι του μετά από 4 μέρες, όπως συνέβη τόσο με τον Καψαλάκη όσο και με τον Ταρασουλέα, που όμως πήγαν σε ιδιωτικά νοσοκομεία. Οι ιατρικές περιπέτειες του Ανδρουλιδάκη ξαναβάζουν δραματικά το πρόβλημα της εγκληματικής αδιαφορίας του κράτους-απατεώνα για την υγεία του λαού. Τον ξεζουμάει με φόρους, χωρίς να του προσφέρει τη στοιχειώδη ιατρική περίθαλψη, αφού όλοι οι μεγαλόσχημοι προνομιούχοι πάνε στα ιδιωτικά ιατρεία και στο εξωτερικό με πρώτο και καλύτερο να δίνει το παράδειγμα που αποτελεί σκάνδαλο, τον ίδιο τον Παπανδρέου.
Αν ο Ανδρουλιδάκης είχε μεταφερθεί σε ιδιωτικό νοσοκομείο σήμερα, θα είχε αποθεραπευθεί όπως οι άλλοι›.
Αυτό είναι, νομίζω το σημαντικό που σας ενδιαφέρει, ότι «δε φταίμε εμείς, όσοι τέλος πάντων δεχόμαστε ότι πυροβολήσαμε, φταίνε οι γιατροί›. Αλλά η θεωρία του ισοδυνάμου των όρων κ. Παπαδάκη, πού θα πάει; Τί θα την κάνουμε;
..............: Οι άγνωστοι δράστες πίστευαν ότι θα πάει σε ιδιωτικό και θα γλίτωνε.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Τα νομικά θα τα πούμε στην αγόρευση.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εμάς αυτά μας προβληματίζουν και μεταφέρουμε και τον προβληματισμό στην υπεράσπιση.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Η αιτία που ζήτησα την ανάγνωση είναι απλώς ότι και σε μία ακόμα άλλη επιστολή της 17Ν που έχει αναλάβει την ευθύνη της ενεργείας αυτής, λέει «δε θέλαμε να τον σκοτώσουμε› και το συσχετίζει με την περίπτωση Ταρασουλέα. Είναι 3/2, είναι η αμέσως επόμενη ανακοίνωση που έχει εκδώσει μετά την 17/1 που ήταν η μέρα της ενέργειας....
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Για να δείτε και από άποψη ενδεχόμενου δόλου. Δηλαδή «δε θέλαμε να τον σκοτώσουμε›, αλλά το αποδεχόμαστε, ή δεν το αποδεχόμαστε; Και από αυτή την οπτική γωνία, πάλι θα σας απασχολήσει. Πρέπει να μας απασχολήσετε εμάς δηλαδή με την άποψή σας.
Λοιπόν, η Έκθεση Ακρόασης απομαγνητοφώνησης:
«Στην Αθήνα σήμερα 17/1/1989, ημέρα της εβδομάδος Τρίτη, ώρα 16:00 ο αστυνόμος Κατσαρός κτλ., στάλθηκαν προς τι εφημερίδες ΕΘΝΟΣ και ΝΕΑ, τις απογευματινές ώρες της 15/1/1989 από την πρωτοεμφανιζόμενη Οργάνωση «Λαϊκές Αντιεξουσιαστικές Ομάδες Πυρήνες Δράσης› και με τις οποίες η άνω Οργάνωση αναλαμβάνει.....›
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτή η απομαγνητοφώνηση είναι εν γνώσει των όσων έχουν μαγνητοφωνηθεί ή είναι παράνομο μέσο αυτό; Δηλαδή εν αγνοία αυτών....
κ. ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Και έτσι υποτιθέμενο ως παράνομο, αφού το επικαλείται ο κατηγορούμενος προς υπεράσπισή του, επιτρεπτώς το επικαλείται και υπάρχει σχετική απόφαση του Αρείου Πάγου επί του ζητήματος, ότι αν το επικαλείται προς υπεράσπισή τους.....
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Προς υπεράσπιση που επικαλούμαι είναι στοιχείο που υπάρχει στη δικογραφία μέσα.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εντάξει, άμα τίθεται το θέμα θα το βλέπουμε.
κ. ΓΕΩΡΓΑΝΤΟΠΟΥΛΟΣ: Να ξεκαθαρισθεί αν γίνεται προς υπεράσπισή του.
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Προς υπεράσπισή του, πάντα.
Η ακρόαση λοιπόν και η απομαγνητοφώνηση άρχισε με την κασέτα Νο 1 και το περιεχόμενο έχει λέξη προς λέξη ως εξής:
«Είμαστε η Οργάνωση «Λαϊκές Αντιεξουσιαστικές Ομάδες Πυρήνες Δράσης› και αγωνιζόμαστε κατά της τυραννικής εφαρμογής της εξουσίας. Αναλαμβάνουμε την ευθύνη με τη σημερινή μας δήλωση για τον σχεδιασμό και εκτέλεση της δημόσιας επίθεσης κατά του Εισαγγελέα Κώστα Ανδρουλιδάκη. Σκοπό μας δεν ήταν η δολοφονία του αλλά ο τραυματισμός του, σαν πράξη τιμωρίας και παραδειγματισμού εναντίον ενός ανέντιμου κρατικού λειτουργού.
Ήταν η πρώτη και θα ακολουθήσουν πολλές άλλες εναντίον διεφθαρμένων κρατικών λειτουργών, τυχάρπαστων πολιτικάντηδων και κατευθυνόμενων εκδοτών και συντακτών Τύπου που παραποιούν την αλήθεια και αποπληροφορούν το λαό σε ένα γενικότερο σύστημα παραπληροφόρησης εκφρασμένο από τα αστικά κομματικά κέντρα, τα οποία εντέλλονται από ξένα συμφέροντα ιμπεριαλιστικά, μιλιταριστικά.
Τα τελευταία χρόνια η δωροδοκία των λειτουργών της δικαιοσύνης έχει γίνει καθημερινό παζάρεμα. Μεγαλοαπατεώνες και καταχραστές δημοσίου χρήματος αθωώνονται και αφήνονται ελεύθεροι για να ξανακλέψουν το δημόσιο χρήμα με άλλη επωνυμία εταιρεία και είδος. Παράδειγμα οι Τσάτσοι: Ελάχιστοι καταδικάστηκαν αλλά και αυτοί με ισόποινες τιμωρίες πλανόδιων, άνευ αδείας μικροπωλητών›.
Μα νομίζω οι Τσάτσοι δεν είχαν προσφύγει στο Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που τόσο το επικαλείστε και μας καταδίκασε; Μας καταδίκασε τελικά το Δικαστήριο ότι τους αδικήσαμε κιόλας, το ξέρετε αυτό;
«Υπάλληλοι τραπεζικοί μετριόβαθμοι και χαμηλόβαθμοι, καταληστεύουν τις αποταμιεύσεις του λαού, παραδειγματιζόμενοι από τους μέντορες της κλεψιάς, Διοικητές και Διευθυντές των τραπεζών-ιδρυμάτων. Τραπεζικοί Οργανισμοί, αντί να εκμεταλλεύονται προς το γενικότερο όφελος και συμφέρον το λαϊκό χρήμα, δανειοδοτούν αμφίβολης πίστης εταιρείες ή αόριστες εταιρείες, επειδή κάποιοι τους προσφέρουν υψηλή μίζα, στους αρμόδιους υπηρεσιακούς παράγοντές τους.
Εφοριακοί δωροδοκούνται, ή μάλλον το σωστότερο εκλιπαρούν για να δωροδοκηθούν. Αστυνομικοί πωλούν και διαδίδουν ναρκωτικά, ακόμη και έξω από σχολεία. Σε κάθε μεγάλο εμπόριο ναρκωτικών, είναι πάντα μπλεγμένοι και κάποιοι μπάτσοι. Έτσι πωλούν προστασία σε λέσχες, καμπαρέ, νυχτερινά κέντρα και μπαρ. Παράδειγμα ο αρχιτσάτσος, πρώην υπαρχηγός ΕΛΑΣ Μποσινάκης.
Κανείς δεν φανταζόταν σ’ αυτόν τον τόπο, πως ένας μισθοσυντήρητος δημόσιος υπάλληλος μεσαίας διαβάθμισης, π.χ. τελωνειακός, δικαστικός, αστυνομικός, τραπεζικός, εφοριακός, με μηνιαίες αποδοχές όχι πάνω από 140.000 δραχμές, να έχει δεύτερο διαμέρισμα, εξοχική κατοικία, βίλα, δεύτερο και τρίτο αυτοκίνητο στην οικογένεια.
Εδώ μιλάμε για Ελλάδα με τα εισοδηματικά δεδομένα του σήμερα και το κόστος αγαθών, μιλάμε για απλούς υπαλλήλους χωρίς ιδιαίτερες πανεπιστημιακές διατριβές και διακρίσεις. Όμως αυτός ο βούρκος είναι αποτέλεσμα των ανέντιμων πολιτικάντηδων, των προσωπείων του εργάτη, της δημοκρατίας, των πατριοσωτήρων, που τα τελευταία 40 χρόνια έχουν καταληστέψει και ρημάξει αυτό τον ταλαίπωρο τόπο σαν ακρίδες.
Για να καλύψουν τις κλεψιές τους δημιούργησαν τις διακομματικές τους οξύτητες και την πολιτική πόλωση. Με δηλώσεις άλλοτε υβριστικές και άλλοτε τρομοκρατικές δημιούργησαν στον λαό κλίμα ανασφάλειας, φοβία για το μέλλον και μίσος για τον συμπολίτη του αντίθετου πολιτικού κόμματος.
Με σκάνδαλα για ερωμένες και απάτες οι νυν, για ερωμένους και απάτες οι πρώην. Με μεγαλοαπατεώνες και διάττοντες αστέρες όπως οι γνωστοί Τσάτσοι, Λεβέντης, Κοσκωτάς, Καμπάνης, Λούβαρης. Με χουντοφοβία, τουρκοφοβία και κομμουνιστοφοβία, καθώς επίσης και με πολιτικές δολοφονίες και με ΜΑΤ που δέρνουν άγρια απεργούς κατάφεραν να τυφλώνουν τον ελληνικό λαό και να αποκρύπτουν τις μεγάλες κλεψιές που έκαναν και κάνουν σε βάρος του δημόσιου χρήματος και σύμφωνα με το λαϊκό γνωμικό.
Οι πολιτικάντηδες είναι άριστοι κλέφτες αφού μέχρι σήμερα έκρυβαν τις κλεψιές τους καλά. Από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα 150 περίπου οικογένειες κυβερνάνε τον τόπο. Είτε με το ίδιο επώνυμο από προπάππους σε δισέγγονο, είτε με άλλο που προήλθε από γάμο γόνων των 150 αυτών οικογενειών.
Είναι οι απόγονοι των Κοτζαμπάσηδων Πελοποννήσου και Στερεάς και τα συγγενολόγια τους που ανατρέφουν τους βλαστούς τους για να γίνουν πατριδοσωτήρες και εθνοπατέρες. Καταγγέλλουν και κατηγορούν την πολιτειακή δομή και τα έργα των, δε, για τον απλούστατο λόγο ότι οι μεν έχασαν αυτά που άρπαξαν οι δε.
Υπόσχονται κλέφτες πολιτικάντηδες κάποια θεσούλα ή μεταθεσούλα και παραχωρούν μετά τα ρουσφέτια. Μεσολαβούν για κάποια δάνεια αφού κι αυτοί παίρνουν τη μίζα τους σε καθήκοντα και ?.
Αυτά μας ενδιαφέρουν εμάς; Πέστε μας τι σας ενδιαφέρει. Αυτά πρώτα απ’ όλα δεν είναι δικά σας λέτε και λένε μια γενική κοινωνική κριτική η οποία, δεν ξέρω, μπορεί να την πει κανένας. Μπορεί κανένας να τα πει αυτά. ¶μα νομίζει, να τα λέει. Αλλά που θέλετε; Για πέστε μου κ. Παπαδάκη.
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: (εκτός μικροφώνου)
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: (Διαβάζει):
Ληστεύουν τον λαό και τις οικονομίες που ζουν. Όπως αναφέραμε στην αρχή της δήλωσης μας, θα ακολουθήσουν και άλλες ενέργειες μας κατά το κάθε λογής και λειτουργήματος, επαγγέλματος και τάξης, εχθρών του λαού.
Το ενσφράγιστο σήμα μας θα επικυρώνει κάθε μαγνητοφωνημένη δήλωση η οποία θα λαμβάνεται μαζί με την κασέτα μετά από κάθε ενέργεια μας. Ζήτω οι αγώνες των λαών για δικαιοσύνη και δημοκρατία. Ακολούθως προβήκαμε στην ακρόαση της κασέτας κλπ. Σημειώνεται ότι όπως διαπιστώθηκε ?
Είναι κάτι που δεν το αναγνώσαμε και το θέλετε;
Κ. ΠΑΠΑΔΑΚΗΣ: Όχι. Ο λόγος για τον οποίον ζήτησα την ανάγνωση του εγγράφου αυτού είναι ο εξής: το περιστατικό Ανδρουλιδάκη έγινε στις 10 Ιανουαρίου 1989.
Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου, ημέρα κατά την οποία φαίνεται ότι απεστάλη αυτή η κασέτα σε δύο εφημερίδες και είχε δημοσιευτεί την επόμενη μέρα στον Τύπο, καμία Οργάνωση, ούτε η 17Ν, δεν είχε βγει να αναλάβει την ευθύνη της ενέργειας αυτής. Η 17Ν το δικαιολόγησε στην προκήρυξη την πρώτη που διαβάστηκε, ότι περίμενε να γίνει και το περιστατικό Ταρασουλέα και να βγει να πει αυτό.
Έχει συμβεί και κατά το παρελθόν σε διάφορες ενέργειες «ορφανές›, που κάποιος δηλαδή δεν έχει αναλάβει ή δεν έχει ακόμη αναλάβει την ευθύνη, να εμφανίζονται κάποιοι οι οποίοι να υποδύονται τους δράστες και να δημοσιοποιούν κάποιο κείμενο με το οποίο φέρονται ότι αναλαμβάνουν την ευθύνη για τον έναν ή για τον άλλο λόγο.
Αυτοί κατά την κοινή εμπειρία είτε είναι αστυνομικοί στα πλαίσια ανακριτικής διείσδυσης όπως προβλέπεται ?