Λιγότερες πιθανότητες να προσβληθούν από καρκίνο στο συκώτι έχουν όσοι ασκούνται τακτικά. Σύμφωνα με νέα έρευνα, η οποία παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο για το ήπαρ, που πραγματοποιήθηκε στο Άμστερνταμ, η άσκηση μειώνει τις πιθανότητες προσβολής από τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος, η οποία προκαλεί καρκίνο και προστατεύει από αυτόν όσους πάσχουν από ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα.
Λιγότερες πιθανότητες να προσβληθούν από καρκίνο στο συκώτι έχουν όσοι ασκούνται τακτικά.
Σύμφωνα με νέα έρευνα, η οποία παρουσιάστηκε στο διεθνές συνέδριο για το ήπαρ, που πραγματοποιήθηκε στο Άμστερνταμ, η άσκηση μειώνει τις πιθανότητες προσβολής από τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος, η οποία προκαλεί καρκίνο και προστατεύει από αυτόν όσους πάσχουν από ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα.
Το ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα είναι μια μορφή καρκίνου που προσβάλλει τα κύτταρα του ήπατος και ανήκει στις πιο κοινές μορφές όγκων. Κάθε χρόνο προκαλεί περίπου 695.000 θανάτους σε ολόκληρο τον κόσμο, ενώ αποτελεί την πέμπτη πιο κοινή αιτία καρκίνου στους άνδρες και την όγδοη στις γυναίκες.
Η νέα έρευνα πραγματοποιήθηκε σε ποντίκια, τα οποία οι επιστήμονες είχαν χωρίσει σε δύο ομάδες: μία που τρεφόταν υγιεινά και μία που κατανάλωνε τροφές με πολλά λιπαρά. Η τελευταία είχε χωριστεί επίσης σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία έτρεχε σε διάδρομο για μία ώρα τη μέρα, επί πέντε φορές την εβδομάδα, και η άλλη δεν έκανε καμία σωματική δραστηριότητα.
Μετά από 32 εβδομάδες, οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα ποντίκια που ανήκαν στην τελευταία ομάδα είχαν αναπτύξει όγκους στο συκώτι σε ποσοστό 100%, ενώ από εκείνα που τρέφονταν σωστά και γυμνάζονταν είχε αναπτύξει όγκους το 71%.
Σ’ αυτά ο όγκοι του ηπατοκυτταρικού καρκινώματος ήταν λιγότεροι και μικρότεροι, γεγονός που σύμφωνα με τον καθηγητή Jean – Francois Dufour, οφείλεται στην άσκηση και την προστασία που προσφέρει στο συκώτι.
Η έρευνα είναι η πρώτη που καταλήγει σ’ αυτό το συμπέρασμα και σύμφωνα με τους επιστήμονες δίνει πραγματική ελπίδα στους ασθενείς που πάσχουν από ηπατοκυτταρικό καρκίνωμα. Κι αυτό γιατί ανοίγει τον δρόμο για τη διεξαγωγή περισσοτέρων ερευνών, οι οποίες θα ωφελήσουν πραγματικά τους ασθενείς που κινδυνεύουν να προσβληθούν από καρκίνο στο συκώτι.