Πολιτική αντιπαράθεση προκαλεί μία μέρα την υπερψήφιση του πολυνομοσχεδίου η υιοθέτηση των προτάσεων του ΠΑΣΟΚ για το πρόγραμμα ανάσχεσης της ανεργίας, με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ να κάνουν λόγο για «νέο πλήγμα» στον κατώτερο μισθό.
Πολιτική αντιπαράθεση προκαλεί μία μέρα την υπερψήφιση του πολυνομοσχεδίου η υιοθέτηση των προτάσεων του ΠΑΣΟΚ για το πρόγραμμα ανάσχεσης της ανεργίας, με τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΚΕ να κάνουν λόγο για «νέο πλήγμα» στον κατώτερο μισθό.
Μιλώντας νωρίτερα σήμερα στον ραδιοφωνικό σταθμό Real FM, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σίμος Κεδίκογλου, τόνισε ότι δεν θα πρέπει να συγχέονται τα προγράμματα ενίσχυσης της εργασίας με τον κατώτατο μισθό. Ξεκαθάρισε επίσης ότι η σχετική τροπολογία στοχεύει στο «να αντιμετωπιστεί βραχυπρόθεσμα το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας» και «δεν υποκαθιστά, ούτε ορίζεται σαν κατώτατος μισθός».
Για «παραποίηση της αλήθειας» έκανε λόγο από την πλευρά του το ΠΑΣΟΚ, απαντώντας στα «περί δήθεν μείωσης του κατώτατου μισθού για τους ανέργους που θα απασχοληθούν στα νέα προγράμματα».
«Η αποστομωτική απάντηση προκύπτει από τους αριθμούς: O κατώτατος θεσμοθετημένος βασικός μισθός για εργαζόμενους ηλικίας 25 ετών και άνω είναι 586,8 ευρώ. Οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων είναι 16,5% επί του ποσού αυτού, άρα αφαιρουμένης της εισφοράς, που πληρώνεται απευθείας από τα νέο πρόγραμμα, η καθαρή αμοιβή είναι 490 ευρώ, όπως ακριβώς προβλέπει η διάταξη», διευκρίνισε η Ιπποκράτους.
Απαντώντας παράλληλα στις επικρίσεις περί αδιαφάνειας, παρέπεμψε στο σχετικό εδάφιο της διάταξης «που θέτει την όλη διαδικασία υπό την εποπτεία και τον έλεγχο του ΑΣΕΠ», όπως και στα ως τώρα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας στα οποία απασχολήθηκαν 57.000 άνεργοι. «Τώρα μάλιστα», σημείωσε, «αυτό θα γίνεται χωρίς ενδιάμεσους φορείς (ΜΚΟ) αλλά απευθείας, όπως έγινε και στα επιτυχή προγράμματα αυτεπιστασίας των ΟΤΑ τα οποία αφορούν 75.000 ανέργους.
«Το ΠΑΣΟΚ προσπαθεί να βρει πρακτικές και εφαρμόσιμες λύσεις για την ανάσχεση της ανεργίας, ενώ η αντιπολίτευση δείχνει να χαίρεται όταν διογκώνεται το πρόβλημα και παίζει μικροπολιτικά παιχνίδια στην πλάτη των ανέργων και των οικογενειών τους», πρόσθεσε.
Προηγήθηκε ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία επεσήμανε ότι «οι τροπολογίες Μανιτάκη για κατάργηση της προσωρινής προστασίας των εργαζομένων και Βρούτση για μείωση στις συντάξεις του ΟΑΕΕ, που αποσύρθηκαν μέχρι να επανέλθουν δριμύτερες, καθώς και η τροπολογία εμπνεύσεως Βενιζέλου για την απασχόληση των ανέργων συνιστούν το μνημονιακό καμβά όπου θα ξεδιπλωθεί το ταλέντο της κυβέρνησης τους επόμενους μήνες, ισοπεδώνοντας πλήρως τα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του ελληνικού λαού».
«Τα μεροκάματα των 19 ευρώ και των 17 ευρώ για τους νέους εργαζόμενους, καθώς και η μείωση των εργοδοτικών εισφορών συνιστούν την πρόβα τζενεράλε των νέων αντιδραστικών σχεδίων διάλυσης κάθε ίχνους εργασιακών δικαιωμάτων και περαιτέρω μείωσης των μισθών», σχολίασε η Κουμουνδούρου.
Για «κυνικό και ωμό εκβιασμό σε βάρος των ανέργων και των οικογενειών τους» έκανε λόγο από την πλευρά του το ΚΚΕ, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι τους ωθεί «να επιλέξουν μεταξύ της ανεργίας ή της περιστασιακής μισοανεργίας χωρίς κανένα δικαίωμα».
Με μία «απαράδεκτη και προκλητική αντεργατική τροπολογία της τελευταίας στιγμής η συγκυβέρνηση, με επιμονή της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ, έδωσε νέο ισχυρό πλήγμα στον ήδη τσακισμένο κατώτερο μισθό και μεροκάματο και στα ασφαλιστικά ταμεία», τόνισε το Κομμουνιστικό Κόμμα, καταγγέλλοντας ότι με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας, θα μπορούν να προσλαμβάνονται άνεργοι σε προγράμματα κοινωφελούς χαρακτήρα και να αμείβονται «με λιγότερα και από το σημερινό εξευτελιστικό κατώτατο μισθό, δηλαδή μέχρι 490 ευρώ μικτά και 427 ευρώ για τους νέους κάτω των 25 ετών και με μεροκάματο 19,6 ευρώ και 17,1 ευρώ, και να ασφαλίζονται μόνοι τους».
Η τροπολογία αυτή, πρόσθεσε το ΚΚΕ, ανοίγει το δρόμο για την επέκταση τέτοιων προγραμμάτων σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες, αφού, όπως επεσήμανε, αυτά θα υλοποιούνται και σε σχολεία, νοσοκομεία και επιβεβαιώνει την εκτίμησή του ότι στόχος των απολύσεων στο δημόσιο είναι το ξερίζωμα της μόνιμης εργασίας με δικαιώματα και η αντικατάσταση των εργαζομένων με άλλους φτηνότερους και χωρίς κανένα δικαίωμα.