Η «επέλαση» των οθονών αφής φαίνεται να συνεχίζεται σε κάθε επίπεδο, καθώς η εξάπλωσή τους, που ακολουθεί την επιτυχημένη πορεία των smartphones και των tablets, είναι αλματώδης- και ενδεχομένως σύντομα να γίνει ακόμα πιο αλματώδης, χάρη στη δουλειά ερευνητών του University of Washington, που ανέπτυξαν το uTouch.
Η «επέλαση» των οθονών αφής φαίνεται να συνεχίζεται σε κάθε επίπεδο, καθώς η εξάπλωσή τους, που ακολουθεί την επιτυχημένη πορεία των smartphones και των tablets, είναι αλματώδης- και ενδεχομένως σύντομα να γίνει ακόμα πιο αλματώδης, χάρη στη δουλειά ερευνητών του University of Washington, που ανέπτυξαν το uTouch.
Στην ουσία το uTouch (του Ubiquitous Computing Lab του πανεπιστημίου) αποτελεί μία μέθοδο μετατροπής μίας συνηθισμένης οθόνης LCD σε οθόνη αφής, χρησιμοποιώντας έναν απλό αισθητήρα και ειδικό λογισμικό. Το σύστημα εκμεταλλεύεται το χαμηλό επίπεδο ηλεκτρομαγνητικής παρεμβολής που παράγεται από πολλές καταναλωτικές ηλεκτρονικές συσκευές, αξιοποιώντας το για δραστηριότητες όπως ο έλεγχος βίντεο μέσω αγγιγμάτων και κινήσεων πάνω σε μία κατά τα άλλα «συμβατική» οθόνη. Ουσιαστικά αυτό που κάνει είναι να μετρά το επίπεδο των αναταράξεων στην παρεμβολή και με αυτό τον τρόπο να «αντιλαμβάνεται» πού ακριβώς ακουμπά τα δάχτυλά του ο χρήστης.
Η έρευνα της ομάδας θα παρουσιαστεί το Μάιο στη συνδιάσκεψη Computer Human Interaction στο Παρίσι. Τα μέλη της φιλοδοξούν η δουλειά τους να αλλάξει το πρόσωπο της ψηφιακής βιομηχανίας, δίνοντας βασικές δυνατότητες χειρισμού μέσω αφής και στο χώρο των μεγάλων οθονών, όπως των τηλεοράσεων και των desktop ηλεκτρονικών υπολογιστών.
Σε διαφορετικό επίπεδο, ερευνητές του St Andrews University και άλλων ιδρυμάτων, ανέπτυξαν ένα νέο layout πληκτρολογίου, το οποίο είναι προσαρμοσμένο στα δεδομένα της νέας εποχής των οθονών αφής, στρεφόμενοι εναντίον μίας «νέμεσης» των touchscreens: της δυσκολίας στην πληκτρολόγηση μεγάλων κειμένων. Το νέο μοντέλο ονομάζεται ως «KALQ» (στα πρότυπα του γνωστού «QWERTΥ») και επιτρέπει μεγαλύτερη συμμετοχή του αντίχειρα στην πληκτρολόγηση στην οθόνη αφής μίας φορητής συσκευής.
Για τους σκοπούς της έρευνας συνεργάστηκαν ερευνητές του St Andrews, του Ινστιτούτου Πληροφορικής Max Planck (Γερμανία) και του Montana Tech (ΗΠΑ). Το εικονικό αυτό πληκτρολόγιο θα διατίθεται σαν δωρεάν εφαρμογή για συσκευές με Android και, σύμφωνα με τους δημιουργούς του, επιτρέπει πολύ μεγαλύτερες ταχύτητες από ό,τι ένα QWERTY (που πρωτοεμφανίστηκε για τις γραφομηχανές στα τέλη του 19ου αιώνα) πληκτρολόγιο σε touchscreen. Κατʼαντιστοιχία, οι ταχύτητες πληκτρολόγησης σε touchscreen είναι 20 λέξεις το λεπτό για QWERTY και 37 για KALQ, μέσω της χρήσης ειδικού διορθωτικού αλγορίθμου. Η δουλειά της ομάδας θα παρουσιαστεί επίσης στο Παρίσι.