Μια σειρά από σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα έχει σταδιακά φέρει στο φως η υποθαλάσσια έρευνα στο βυθισμένο σήμερα λιμάνι του Ηρακλείου στην αρχαία Αίγυπτο, κατά τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με ανακοινώσεις που έγιναν σε διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Μια σειρά από σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα έχει σταδιακά φέρει στο φως η υποθαλάσσια έρευνα στο βυθισμένο σήμερα λιμάνι του Ηρακλείου στην αρχαία Αίγυπτο, κατά τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με ανακοινώσεις που έγιναν σε διεθνές διεπιστημονικό συνέδριο στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Η παράκτια πόλη στο δέλτα του Νείλου, που ονομαζόταν «Ηράκλειον» από τους Έλληνες και «Θώμις» από τους Αιγύπτιους, υπήρξε σημαντική πύλη εισόδου στην Αίγυπτο κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ., ενώ σήμερα που έχει πια βυθιστεί, βρίσκεται σε απόσταση περίπου 6,5 χιλιομέτρων από την ακτή. Σύμφωνα με τις έως τώρα ενδείξεις, πριν από την ίδρυση της Αλεξάνδρειας ήταν ένας από τους μεγαλύτερους εμπορικούς κόμβους στη Μεσόγειο.
Οι ερευνητές του Κέντρου Θαλάσσιας Αρχαιολογίας της Οξφόρδης, σε συνεργασία με το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Υποθαλάσσιας Αρχαιολογίας (IEASM) και το υπουργείο Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου διεξάγουν τις υποθαλάσσιες έρευνες στην περιοχή από το 2000 και κάθε χρόνο νέα δεδομένα έρχονται στο φως.
Τελωνειακός έλεγχος
Στο «Ηράκλειον» ξεφόρτωναν υποχρεωτικά τα ξένα πλοία με προορισμό την Αίγυπτο, καθώς εκεί γινόταν ο σχετικός τελωνειακός έλεγχος και πληρώνονταν οι επιβαλλόμενοι δασμοί, προτού τα εμπορεύματα μεταφορτωθούν σε μικρότερα πλοία που έπλεαν κατά μήκος του Νείλου ποταμού προς την ενδοχώρα.
700 αρχαίες άγκυρες
Ήδη, στο αρχαίο λιμάνι έχουν βρεθεί 64 βυθισμένα πλοία, που χρονολογούνται μεταξύ του 8ου και του 2ου αιώνα π.Χ., πολλά από τα οποία μάλιστα φαίνεται να έχουν σκοπίμως βυθιστεί, δημιουργώντας μεγάλα «νεκροταφεία» πλοίων για άγνωστες έως τώρα αιτίες. Τα περισσότερα πλοία παραμένουν διατηρημένα σε καλή κατάσταση στη λάσπη του βυθού. Παράλληλα, έχουν ανακαλυφθεί γύρω στις 700 αρχαίες άγκυρες διαφόρων ειδών, που αντιπροσωπεύουν τη μεγαλύτερη σχετική συλλογή από τον αρχαίο κόσμο.
«Οι έρευνες έχουν αποκαλύψει ένα τεράστιο βυθισμένο τοπίο με κατάλοιπα τουλάχιστον δύο μεγάλων αρχαίων οικισμών μέσα σε ένα τμήμα του δέλτα του Νείλου, όπου διασταυρώνονταν φυσικοί και τεχνητοί πλωτοί δίαυλοι», δήλωσε ο δρ. Ντέιμιαν Ρόμπινσον, διευθυντής του Κέντρου Θαλάσσιας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.
Οι ανασκαφές στην περιοχή έχουν φέρει στο φως πολλά μολυβένια σταθμά (βάρη για τη ζύγιση των εμπορευμάτων και τον υπολογισμό των φόρων), μεταξύ των οποίων, βρέθηκαν σταθμά από την αρχαία Αθήνα. Πρόκειται για σημαντικό αρχαιολογικό εύρημα, επειδή είναι η πρώτη φορά που σταθμά αυτού του είδους έχουν εντοπιστεί σε ανασκαφές στην Αίγυπτο.
Ειδικοί επιστήμονες της Οξφόρδης αναλύουν ήδη περισσότερα από 300 αγαλματίδια και περίαπτα (φυλαχτά), που χρονολογούνται από την Ύστερη και Πτολεμαϊκή περίοδο και απεικονίζουν αιγυπτιακές και ελληνικές μορφές. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τέτοια αγαλματίδια και φυλαχτά παράγονταν μαζικά, κυρίως για τους ίδιους τους κατοίκους της Αιγύπτου, όμως αρκετά αγοράζονταν και από ξένους επισκέπτες (εμπόρους κ.ά.), οι οποίοι στη συνέχεια τα αφιέρωναν σε ναούς στις πατρίδες τους.