Πολιτική
Παρασκευή, 02 Μαΐου 2003 21:01

Ανεπίσημα πρακτικά δίκης 17Ν (2/5/2003) Μέρος 1/9

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2 ΜΑΪΟΥ 2003

ΔΙΚΗ 17Ν

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2 ΜΑΪΟΥ 2003

ΩΡΑ ΕΝΑΡΞΕΩΣ: 09:00

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: ΜΙΧΑΗΛ ΜΑΡΓΑΡΙΤΗΣ

Α' ΜΕΡΟΣ

09:00 – 11:15

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλή σας ημέρα. Επαναλαμβάνεται η συνεδρίαση που έχει διακοπεί.

ΑΡΧΙΦΥΛΑΚΑΣ: (Εκτός μικροφώνου)

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχει πρόβλημα υγείας. Κύριε Εισαγγελεύ;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε, να επιτραπεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι εδώ ο συνήγορός του. Επιτρέπει την εκπροσώπησή του από τον συνήγορο λόγω της ασθενείας του. Αρχίζουμε από την πραγματικότητα. Έχουν έρθει μερικοί μάρτυρες έξω και μου έχουν δώσει τα ονόματά τους από Τράπεζα Εργασίας Περιστερίου, Τράπεζα Εργασίας Πατησίων, AMERICAN EXPRESS, Χρεμωνίδου Παγκράτι και Εκάλης ΔΕΗ. Είναι δηλαδή υποθέσεις που ήδη έχουν αρχίσει.

Ν. ΠΡΩΤΕΚΔΙΚΟΣ: Μία παράκληση μόνο στους δικηγόρους του κ. Ψαραδέλλη για το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν είναι εδώ.

Ν. ΠΡΩΤΕΚΔΙΚΟΣ: Το Ταχυδρομικό είναι για σήμερα και ήταν η πρώτη υπόθεση απ’ ότι θυμάμαι. Αν μπορείτε να την κρατήσετε για την διακοπή γιατί έχουν και οι δύο κάποιο κόλλημα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όσο μπορούμε καλύτερα για να είναι εδώ πέρα. Πάντως τους εκπροσωπείτε τώρα όλους εδώ.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Κύριε Πρόεδρε;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ναι κ. Ξηρέ, σας ακούω.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Θέλω να κάνω μία δήλωση για τους προχθεσινούς μάρτυρες και ειδικά για τον κύριο που με αναγνώρισε ως καραφλό. Κάθε μέρα που περνάει επιβεβαιώνεται όλο και περισσότερο η άποψη ότι η δίκη αυτή δεν είναι δίκη αποδείξεων και πειστηρίων αλλά δίκη εντυπώσεων και κατευθυνόμενων με διάφορους τρόπους «μαρτύρων›.

Έτσι προχθές στην υπόθεση WACKENHUT Πειραιά ο μάρτυρας που εμφανέστατα δεν μπορούσε να διακρίνει πέρα από μισό μέτρο κι ενώ στον Ανακριτή είχε αναγνωρίσει τον Σάββα, εδώ κατέληξε να αναγνωρίζει τον Βασίλη γιατί όπως αφελώς δήλωσε κάποιοι ίσως συνάδελφοί του του είπαν ότι αυτός ήταν τελικά. Όταν δε του ζητήθηκε να τον δείξει και είδαν όλοι ότι ετοιμαζόταν να αναγνωρίσει τον Χριστόδουλο από έδρας οι Εισαγγελείς εν χορώ φώναζαν «δεν χρειάζεται να δείξει αν δεν θέλει›.

Επίσης στην υπόθεση της Τράπεζας Εργασίας Πατησίων και Περιστερίου έμαθα καινούρια πράγματα για τον εαυτό μου. Μετά από αξιόπιστους μάρτυρες σε άλλες υποθέσεις και του ιδίου χρονικού διαστήματος που με περιέγραφαν ως κοντό και αδύνατο και παρόλα αυτά με αναγνωρίζουν ανεπιφύλακτα έμαθα επίσης ότι είμαι και ξανθός και καραφλός. Τέτοιοι μάρτυρες το μόνο που πετυχαίνουν είναι να βιάζουν την κοινή λογική με την ανοχή σας. Αυτό βέβαια δεν εμποδίζει τον αντικειμενικό τύπο να παρουσιάζει τις βέβαιες αναγνωρίσεις για ευνόητους λόγους.

Τέλος για την δήλωση του κ. Εισαγγελέα περί αρίστων – που δεν χάνει ευκαιρία να τονίζει συνέχεια – θέλω να υπενθυμίσω ότι το κράτος των αρίστων ήταν πάντα ο αντίπαλος της δημοκρατίας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μάλιστα. Αριστοκρατία – Δημοκρατία με την αρχαία έννοια, έτσι; Ο κ. Μαντάς Νικόλαος, Τράπεζα Εργασίας Περιστερίου. «Ορκίζομαι να πω την αλήθεια›.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ορκίζομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μιλάμε για ποια υπόθεση, θυμάστε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Για την ληστεία της Τράπεζας Εργασίας του καταστήματος Περιστερίου η οποία έγινε στις 18 Ιουλίου 1990.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πρωί ήταν; Τί ώρα ήταν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Γύρω στις 07:45-07:40.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εσείς τί σχέση είχατε με το χώρο αυτόν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Εγώ ήμουν ο Διευθυντής του καταστήματος και ήμουν παρών στην ληστεία. Ήμουν στην υπηρεσία μου εκείνη την ημέρα. Εκείνο το πρωινό της 18ης Ιουλίου 1990 στο κατάστημα είχαν μπει γύρω στους 10 με 12 πελάτες για να κάνουν συναλλαγές. Μεταξύ αυτών είχαν μπει και 7 ένοπλοι άντρες όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων. Οι 5 εξ αυτών κρατούσαν πιστόλια ή περίστροφα και οι υπόλοιποι 2 αυτόματα όπλα.

Δεν αντιληφθήκαμε την παρουσία τους. Δεν αντιληφθήκαμε τα όπλα διότι όπως είδαμε εκ των υστέρων τα είχαν κρύψει τόσο τα αυτόματα, όσο και τα πιστόλια σε σακβουαγιάζ ή σε θήκες πλαστικές τις οποίες κρατούσαν στα χέρια τους ή μέσα στα πουκάμισά τους.

Ο πρώτος εξ αυτών ανέβηκε στον ημιώροφο του καταστήματος, ένα είδος παταριού όπου εκεί εργάζονταν 5-6 συνάδελφοι και ήταν και το γραφείο το δικό μου στο βάθος του ημιώροφου. Το κατάστημα αποτελείτο από το ισόγειο, από την ημιώροφο αυτόν και φυσικά από υπόγειους βοηθητικούς χώρους.

Ο άντρας αυτός κατευθύνονταν στο γραφείο μου και τον σταμάτησε μία συνάδελφος και τον ρώτησε «τί θέλετε κύριε› και λέει «τον Διευθυντή του καταστήματος›. Λέει «αυτή την στιγμή δεν είναι εδώ, είναι κάτω, είναι απ’ έξω› - δεν ξέρω- εν πάση περιπτώσει. Τότε έβγαλε το περίστροφο και εξανάγκασε τους 5-6 συναδέλφους που εργάζονταν στον ημιώροφο......

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Περίστροφο ήταν ή πιστόλι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Περίστροφο ή πιστόλι, είναι ένα αυτόματα επαναληπτικό όργανο. Οι διαφορές νομίζω δεν είναι ουσιαστικές. Δεν ξέρω πώς να σας το πω. Το περίστροφο έχει μύλο;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με το μύλο.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Το άλλο είναι με γεμιστήρα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πλακέ. Αυτό ποιο ήταν τώρα;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν μπορώ να σας το περιγράψω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Δεν το είδατε εσείς;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Το είδα. Πρέπει να ήταν πιστόλι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπήκε αυτό το άτομο σε σας μέσα;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν μπήκε στο γραφείο μου. Όταν διαπίστωσε ότι εγώ δεν ήμουν στο γραφείο μου έβγαλε το πιστόλι, εξανάγκασε τους 5-6 συναδέλφους και τους κατέβασε στο ισόγειο και τους στρίμωξε σε μία γωνία μαζί με το υπόλοιπο προσωπικό που εργάζεται στο ισόγειο. Το υπαλληλικό προσωπικό εκείνη την ημέρα πρέπει να ήμασταν γύρω στα 25-26 άτομα στο κατάστημα. Η δύναμη του καταστήματος ήταν γύρω στα 30 άτομα.

Ένας δεύτερος ακινητοποίησε τους 10-12 πελάτες τους καταστήματος πάλι με πιστόλι ή περίστροφο. Ένας τρίτος κατευθύνθηκε στο γραφείο του Υποδιευθυντή του καταστήματος το οποίο το γραφείο του ήταν στην αριστερά της εισόδου του καταστήματος και στο γραφείο του Υποδιευθυντή του καταστήματος. Εκείνη την στιγμή εγώ ήμουν όρθιος δίπλα στον συνάδελφο και κουβεντιάζαμε.

Όταν με πλησίασε κάποιος από τους 7 επίδοξους ληστές μου ακούμπησε το αυτόματο όπλο στα πλευρά και μας διέταξε να σηκώσουμε τα χέρια ψηλά. «Ληστεία, τα χέρια ψηλά, μην κάνετε καμία άσκοπη και περιττή κίνηση, στον τοίχο με τα χέρια ψηλά›. Υπακούσαμε και μας οδήγησαν στο βάθος του καταστήματος μαζί με τους υπόλοιπους συναδέλφους.

Ένας άλλος από αυτούς τους κυρίους κατευθύνθηκε στο γραφείο ενός συναδέλφου ονόματι Βυζιργιαννάκη – αν δεν απατώμαι είναι και μάρτυρας – και τράβηξε το συρταρωτό του γραφείου, εκεί που ακουμπάμε γομολάστιχες, συνδετήριες και στυλό, να πάρει το κλειδί του χρηματοκιβωτίου. Ήταν δηλαδή προφανές ότι οι άνθρωποι αυτοί είχαν κατασκοπεύσει το χώρο και ήξεραν ότι ο συγκεκριμένος συνάδελφος ακουμπάει το κλειδί του χρηματοκιβωτίου σε αυτό το σημείο.

Δεν βρήκε το κλειδί και το ζήτησε από τον συνάδελφο και ο συνάδελφος του απάντησε «δεν το έχω το κλειδί, κάποιος άλλος το έχει›. «Κοίταξε, άσε τις δικαιολογίες μουστάκια› ο συνάδελφος είχε μουστάκι «το κλειδί πριν σε πάρουν τα ζουμιά›. Και αναγκάστηκε ο συνάδελφος, τράβηξε το κλειδί από την πίσω τσέπη του παντελονιού του και του το έδωσε.

Όταν εξασφάλισαν το κλειδί απευθύνθηκαν στον Υποδιευθυντή του καταστήματος τον κ. Ντεβέ και τον διέταξαν να απασφαλίσει το χρηματοκιβώτιο του συνδυασμού πράγμα το οποίο έκανε ο συνάδελφος χωρίς δεύτερη κουβέντα. ¶νοιξε το χρηματοκιβώτιο και άδειασαν το χρηματοκιβώτιο μαζί με το περιεχόμενο των τριών ταμείων που ήταν ανοιχτά εκείνη την στιγμή με μία πλήρη άνεση και με πλήρη – μπορεί να πει κανείς – είχαν μια εμπιστοσύνη σε αυτό που έκαναν. Δεν έδειχναν ούτε να βιάζονται, ούτε να φοβούνται, ούτε τίποτα.

¶δειασαν το περιεχόμενο του χρηματοκιβωτίου και των τριών ταμείων, απεκόμισαν περίπου 48,5 εκατομμύρια κι έφυγαν. Πρέπει να σας πω ακόμη ότι ο 7ος ληστής γιατί μέσα στον χώρο της εργασίας μπήκαν 4. 1 φύλαγε το προσωπικό, άλλος φύλαγε τους πελάτες σύνολο 6 και ο 7ος με γουόκμαν στ’ αυτιά του ένας αρκετά ψηλός άντρας σωματώδης αρκετά γεμάτος, στρογγυλοπρόσωπος με μαλλιά μαύρα πάνω από 1,80 ύψος έκανε βόλτες μεταξύ της κυρίας εισόδου του καταστήματος και του βάθους του καταστήματος και εφέρετο να συντονίζει την όλη υπόθεση.

Όταν τελείωσαν έφυγαν με ένα κλειστού τύπου φορτηγάκι που ήταν αραγμένο απέναντι στο πεζοδρόμιο της τράπεζας και βέβαια έκοψαν δρόμο κι έφυγαν. Μετά την πάροδο των 8-10 λεπτών – πάει και 13 χρόνια αυτή η ιστορία – έφτασε ο πρώτος Ζητάς, ο πρώτος αστυνομικός με μοτοσικλέτα και το ευτύχημα κ. Πρόεδρε είναι ότι ο άνθρωπος αυτός καθυστέρησε να έρθει στο κατάστημα διότι πήγε στο παλιό μας στο κατάστημα. Εμείς είχαμε μετακομίσει σε καινούρια κατάστημα επί της ιδίας οδού πριν 3 μήνες εκείνη την εποχή και έως ότου πάει κάτω και ξαναγυρίσει ευτυχώς δεν τους πρόλαβε μέσα. Διότι εάν τους προλάβαινε μέσα καταλαβαίνετε τί θα είχε επακολουθήσει γιατί όπως αποδεικνύεται αυτοί οι κύριοι το ομολόγησαν. Εμείς δεν ξέραμε, δεν είχε εξιχνιαστεί αυτή η ιστορία, τί θα επακολουθούσε.

Την άμεση επέμβαση της αστυνομίας την ειδοποίησε ένας πελάτης μας ο οποίος ερχόταν στο κατάστημα για συναλλαγή. Είδε από το πεζοδρόμιο, από την τζαμαρία τί γινόταν μέσα στο κατάστημα. Τηλεφώνησε από το περίπτερο και έτσι έφτασε ο πρώτος αστυνομικός και βέβαια μετά ήρθαν και τα υπόλοιπα περιπολικά, σήμανση κλπ. Αυτή είναι όλη η ιστορία.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Το πρώτο που μας εκπλήσσει είναι να λέτε ευτυχώς που η αστυνομία δεν πρόλαβε γιατί αλίμονό τους. Τότε την αστυνομία γιατί την έχουμε; Την έχουμε για τα εύκολα. Για να παίρνει μετά τα ίχνη του εγκλήματος; Όχι παιδιά. Την αστυνομία την έχουμε και για να αποτρέπει και όταν γίνεται μία ληστεία θα έπρεπε να υπάρχει .....

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Από τόσα παραδείγματα που έχουμε ..... Ίσως να ήταν υπερβολικό αυτό που είπα κ. Πρόεδρε αλλά η αλήθεια πάντως είναι αυτή, ότι θα γινόταν μακελειό.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ανοχύρωτο κράτος λοιπόν.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν είπα τέτοιο πράγμα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ευτυχώς που δεν ήρθε ο αστυφύλακας γιατί αλίμονό του. Είπατε όλο αυτό το περιστατικό, το περιγράψατε. Εσείς θέλω να μου πείτε εάν αναγνωρίζετε κανένα από τα άτομα εκείνα που ήσαν εκεί. Πρώτα απ’ όλα να μας τα περιγράψετε ένα-ένα. Μιλάμε γι αυτόν ο οποίος ανέβηκε για το γραφείο το δικό σας με το πιστόλι και κάτι είπε σε μία υπάλληλο, αυτόν τον είδατε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Αυτόν θεωρώ ότι ήταν ο άνθρωπος ο οποίος μας φύλαγε. Φύλαγε όλο το προσωπικό με το πιστόλι, όταν τους κατέβασε κάτω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Πώς ήταν αυτός; Ψηλός, κοντός;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ήταν γύρω στο 1,65 και αδύνατος. Από τις φωτογραφίες που έχω δει μέχρι στιγμής στις εφημερίδες, στην τηλεόραση κλπ δεν μπόρεσα να αναγνωρίσω τον άνθρωπο αυτό. Εκτός και αν γυρίσω και δω έναν-έναν τους κατηγορούμενους και μπορέσω να τον αναγνωρίσω.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ρίξτε μια ματιά αν αναγνωρίζετε κανέναν. Μας τον περιγράψατε, αν αναγνωρίζετε να δούμε αν ταιριάζει. Μας λείπει ένας.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κανένας. Ήταν 1,65. Μπορεί να ήταν ένας που λείπει, διότι σήμερα δεν μπορεί να ανέβει επάνω είναι ασθενής. ¶λλο πρόσωπο;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Αυτόν που μετά βεβαιότητας μπορώ να καταθέσω ότι αναγνωρίζω είναι ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός, ένας ψηλός άντρας πάνω από 1,80, αρκετά σωματώδης, στρογγυλοπρόσωπος, με μαύρα ίσα μαλλιά με τα γουόκμαν έμπαινε και έβγαινε στην κυρία είσοδο του καταστήματος και συντόνιζε την όλη επιχείρηση. Μετά βεβαιότητας, 98%.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: 98% τον Χριστόδουλο.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μάλιστα κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Γιατί είστε τόσο βέβαιος;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Είμαι βέβαιος γιατί όπως παρακολουθούσα με πολύ επιμονή στα 5-6 λεπτά που διήρκησε όλη αυτή η ιστορία τον άντρα ο οποίος φύλαγε το προσωπικό και ήμουν μπροστά-μπροστά, είχα όλο το προσωπικό, τους συναδέλφους από πίσω μου και μου είχε τυπωθεί στο μυαλό, έτσι έβλεπα κι αυτόν τον κύριο να πηγαινοέρχεται μεταξύ της κυρίας εισόδου και του καταστήματος σε μία απόσταση 4-5 μέτρων και τον έχω εντυπώσει. Ήταν αρκετά ψηλός, σωματώδης, στρογγυλοπρόσωπος, με μαύρα ίσα μαλλιά με γουόκμαν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μπορείτε να τον αναγνωρίσετε τώρα;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ναι βεβαίως. Ο κύριος.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ήταν έτσι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι, τα μάγουλά του ήταν αρκετά φουσκωτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μόνο τα μάγουλά του; Γιατί «φουσκωτά› συνήθως μας γεμίζει ολόκληρους.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Και οι ώμοι του αρκετά πιο φουσκωτοί. Ένας άντρας σωματώδης και τα μαλλιά του χωρίς ουσιώδη...

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καράφλα δεν είχε πάντως;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι. Πρέπει να σας πω ότι δεν έπεσε στην αντίληψη μας ούτε να φοράνε γάντια, ούτε να έχουν μεταμφιεστεί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Με το γάντι δεν γίνονται εύκολα αυτές οι δουλειές. Για κανέναν άλλον;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Να μοιάζει με κάποιον; Έχετε συγκρατήσει χαρακτηριστικά;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Έχω την αίσθηση, ένα 40-45-50% δεν μπορώ όμως να το πάρω στο λαιμό μου ότι ο άνθρωπος ο οποίος μου έβαλε το αυτόματο στα πλευρά ήταν ο κ. Κουφοντίνας.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έχω την αίσθηση όμως 40-45%.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Από τις κινήσεις του κλπ. 40% με 50%. Τίποτε άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όταν λέτε «έχετε την αίσθηση› συγκρατήσατε χαρακτηριστικά του προσώπου;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι απόλυτα. Τον είδα γιατί γύρισα, δεν τον έκοψα καλά. Σταθήκαμε στον τοίχο με τα χέρια ψηλά και το πρόσωπο προς τον τοίχο και μετά μας οδήγησαν στο βάθος. Αλλά τον έκοψε λίγο το μάτι μου. Η κόψη του και οι κινήσεις του προσομοιάζουν με τον κύριο. Αν είναι αυτός ας το ομολογήσει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: 40-50% σημαίνει περισσότερο ότι δεν ήταν και λιγότερο ότι ήταν όμως. Έτσι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Αυτό έχω να καταθέσω κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Θέλω να πω αυτό εννοείτε όταν λέτε 40-50%. Περισσότερο να μην ήταν και λιγότερο να ήταν.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μάλιστα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Εισαγγελεύς έχει το λόγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι ακριβώς είναι αυτό που σας οδηγεί για τον κ. Κουφοντίνα; Κάποιο χαρακτηριστικό;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι τίποτα ιδιαίτερο. Ο κύριος αυτός κρατούσε το αυτόματο και νομίζω ότι η άκρη του ματιού μου τον διέκρινε και οι κινήσεις του ήταν αργές, μετρημένες, το ύψος του όχι παραπάνω από 1.70.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το πρόσωπό του το είδατε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Λίγο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Μοιάζει το πρόσωπό του;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Νομίζω ναι.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το βάρος του;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι παραπάνω από 75 κιλά. Ήταν αδύνατος άνθρωπος.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τι μαλλιά είχε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Κανονικά ήταν τα μαλλιά του, δεν ήταν τίποτα το εξεζητημένο.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Σε σχέση με τους άλλους, πως κατά τη γνώμη σας δρούσε; Αν θυμάστε κάτι, αν δεν θυμάστε δεν πειράζει.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ήταν ο άνθρωπος ο οποίος διέταξε τον υποδιευθυντή του καταστήματος να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο και ο άνθρωπος ο οποίος ακινητοποίησε εμένα και τον υποδιευθυντή.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Οι άλλοι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Οι άλλοι πήγαν κατ’ ευθείαν στα ταμεία. Μας ακινητοποίησαν προς τον τοίχο, μας οδήγησαν στο βάθος του καταστήματος, αυτοί οι κύριοι δρούσαν πίσω μας, όμως εγώ που λέω μετά βεβαιότητας τον Χριστόδουλο, έβλεπα τον Χριστόδουλο να πηγαινοέρχεται, τους άλλους δεν μπορούσαμε να τους μπορούσαμε να τους δούμε που δρούσαν και στο χρηματοκιβώτιο και στα άλλα ταμεία. Ήμασταν στη γωνία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Μαντά, σας ρωτώ αν κάποιος είχε κάποιο ρόλο συντονιστή.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Κατέθεσα προηγουμένως ότι το ρόλο του συντονιστή νομίζω ότι ήταν ο Χριστόδουλος, ο οποίος πηγαινοερχόταν με τα walkman και συντόνιζε την όλη επιχείρηση.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Τα walkman τι ρόλο έπαιζαν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Νομίζω ότι πρέπει να συνομιλούσε εκτός τράπεζας με κάποιον. Δεν ξέρω. Πάντως μιλούσε.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή πιθανολογείτε ότι υπάρχουν και δράστες εκτός τράπεζας;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν ξέρω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ασφαλώς δεν ξέρετε, δεν είδατε βέβαια.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Που να ξέρω.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Το σκέφτεστε όμως ή δεν σκέφτεστε ότι μπορεί να είναι.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Για να μιλάει; Τι να πω;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είπατε προηγουμένως για τον αστυφύλακα ότι ήταν τυχερός.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Είπα ότι ήταν τυχερός στη ρύμη του λόγου μου θέλετε να το πείτε; Σε προηγούμενες ληστείες της τράπεζας Εθνικής που ήταν αυτή η ιστορία, μπήκαν μέσα μ’ ένα κουτί γλυκά και τον εκτέλεσαν εν ψυχρώ. Δεν θα είχαμε κι εμείς την ίδια τύχη εκεί μέσα από 7 ένοπλους άνδρες;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δηλαδή λέτε ότι αυτοί οι άνθρωποι ότι είχαν στο σκοπό τους και αυτό.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Για να μπουν μέσα οπλισμένοι; Γιατί μπήκαν; Για να κάνουν κατάθεσή ή ανάληψη;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Πόση ώρα κράτησε αυτή η ανάληψη;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: 5 με 6 λεπτά.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Υπάρχει άλλη ερώτηση από την Έδρα; Ο κ. Μαρκής έχει τον λόγο.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Σας άκουσα πριν από λίγο να λέτε ότι η αίσθησή σας είναι ότι κανένας δεν ήταν μεταμφιεσμένος.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Αν είχαν κάποιο μουστάκι κλπ., πάντως μεταμφίεση ήταν καλοκαίρι 8 Ιουλίου. Παντελόνια και πουκάμισα φορούσαν. Νομίζω ότι την περούκα δύσκολα την βλέπεις σ’ έναν άνδρα. Δεν έπεσε στην αντίληψή μου τέτοιο πράγμα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Ξέρετε γιατί σας ρωτώ; Περιγράφοντας έναν από τους δράστες λέτε «ήταν ένα άτομο μετρίου αναστήματος, μελαχρινό, ηλικίας 30 – 32 ετών, προφανώς φορούσε περούκα χρώματος καφέ›.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μιλάμε για τον άνθρωπο ο οποίος φύλαγε το προσωπικό;

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αυτή είναι η κατάθεσή μου το ’90;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Είναι η κατάθεσή σας 18 Ιουλίου. Περιγράφετε διάφορους ανθρώπους και για έναν έχετε την αίσθηση ότι είχε περούκα.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Τότε ήταν φρέσκο κ. Εισαγγελέα το γεγονός, πήγαμε αμέσως και καταθέσαμε στο αστυνομικό τμήμα του Περιστερίου. Μην ξεχνάτε ότι είναι 13 χρόνια. Πάντως τι να σας πω; Που να θυμηθώ ακόμη και την κατάθεσή μου.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Η αίσθησή σας σήμερα είναι ποια τελικά; Γιατί μάλλον για αίσθηση από ό,τι αντιλαμβάνομαι πρόκειται.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Αν φορούσε περούκα ή δεν φορούσε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Κάποιος από τους δράστες εν πάση περιπτώσει.

Β. ΜΑΡΚΗΣ: Μπορεί να φορούσε.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν έχω κάτι άλλο.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ο κ. Βλάχος έχει τον λόγο.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε μάρτυς εσείς ήσασταν πάνω;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Το γραφείο μου ήταν στον ημιώροφο του καταστήματος, αλλά εκείνη την στιγμή εγώ δεν ήμουν στη θέση μου, ήμουν κάτω στη θέση του υποδιευθυντή δίπλα του όρθιος.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Ο κ. υποδιευθυντής πως λέγεται;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Νικόλαος Ντεβές.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Είπατε ότι ανέβηκαν κάποιοι που σας αναζήτησαν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ένας.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Ένας ανέβηκε πάνω;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ένας. Στη συνέχεια αφού κατέβασε κάτω τους 5 – 6 συναδέλφους και τους ενσωμάτωσε με το υπόλοιπο προσωπικό, μας φύλαγε κιόλας με το πιστόλι. Μάλιστα έτρεμε και το χέρι του και τα πόδια του.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έτρεμε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ναι έτρεμε το χέρι του.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Κύριε Πρόεδρε πάει το μυαλό σας σε αυτά που γράφονται στις εφημερίδες ότι κάποιοι υποτίθεται ότι έτρεμαν;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Όχι δεν διαβάζω εγώ τις εφημερίδες και το εννοώ. Μια εφημερίδα διαβάζω όλη – όλη, η οποία γράφει δυο κουβέντες.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Αυτό το άτομο το οποίο σας κρατούσε ακινητοποιημένους όπως είπατε, μπορείτε να μου το περιγράψετε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Το περιέγραψα προηγουμένως, ήταν μετρίου αναστήματος, κάτω του 1.70, αδύνατος, λίγο ξερακιανός, κακοπρόσωπος πάντως όχι ωραίος άνδρας.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Σε ποιο σημείο ακριβώς σας κρατούσαν ακινητοποιημένους;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Στο βάθος του καταστήματος. Ας υποθέσουμε ότι αυτό ήταν το κατάστημα, η είσοδος ήταν σε αυτό το σημείο, εμάς μας κρατούσαν στο βάθος.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Τον κ. Γιαννόπουλο τον θυμάστε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Βέβαια. Από ό,τι ξέρω είναι και μάρτυρας. Έχουμε κληθεί 6 συνάδελφοι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εξετάστηκε στις 30 του μηνός.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Ο κ. Γιαννόπουλος την ώρα που εσείς ήσασταν ακινητοποιημένος;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Να σας διακόψω και να πω ότι ο κ. Γιαννόπουλος ήταν προϊστάμενος του καταστήματος καταθέσεων.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Την ώρα που εσείς ήσασταν ακινητοποιημένοι από τον ληστή μετρίου αναστήματος με το περίστροφο, ο κ. Γιαννόπουλος που βρισκόταν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μέσα στο χώρο εργασίας του καταστήματος. Στη θέση του πρέπει να ήταν.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Η θέση του είναι κοντά στο σημείο που ήσασταν εσείς ακινητοποιημένοι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι. Το γραφείο του υποδιευθυντή που ήμουν εγώ όρθιος, ήταν εκτός του διαχωριστικού γκισέ. Εκεί ήταν το γραφείο του υποδιευθυντή που ήμουν εγώ και ο κ. Γιαννόπουλος ήταν ανάμεσα στις δυο κολώνες αυτές.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Ο ίδιος κατέθεσε ότι ήταν μπροστά στο γκισέ.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μπορεί να ήταν. Πάντως εκεί ήταν η θέση του.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Όχι μπορεί, πρέπει κι εμείς να ξέρουμε τι γίνεται. Σας παρακαλώ να μου πείτε το εξής: ο κ. Γιαννόπουλος από το σημείο που ήταν, είχε οπτική επαφή με αυτά που γίνονταν εκεί;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Στο χώρο αυτό μπήκαν 4 ληστές. Τους πήραν τους συναδέλφους και τους πήγαν στη γωνία, δεν είχαν επαφή.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Θέλω να μου πείτε ο κ. Γιαννόπουλος που βεβαιώνετε ότι ήταν κι αυτός στο χώρο της ληστείας, σε ποια απόσταση ήταν; Είπατε ότι βρισκόταν γύρω στα 3 – 4 μ.;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι. 7 – 8 μ.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Στο γκισέ του;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Από το σημείο που ήμασταν εμείς, εγώ με τον συνάδελφο κ. Ντεβέ. Πίσω μου ήταν ο κ. Γιαννόπουλος στο γραφείο του. Εκείνη τη στιγμή εάν ήταν μπροστά στο γκισέ ή εάν στη θέση του, αυτό το πράγμα δεν το γνωρίζω. Πάντως όταν είπαν «Ληστεία› ήταν 4 μέσα σε αυτό το χώρο και μας πήραν και μας πήγαν στη γωνία.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Αυτός που περιγράφετε αναγνωρίζετε ως Χριστόδουλο Ξηρό, εκτός από τα walkman μήπως είχε και κάτι άλλο χαρακτηριστικό;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι. Εγώ τον έβλεπα από τους ώμους και πάνω με εμπόδισε ο γκισέ να δω περισσότερα.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Γυαλιά ηλίου φορούσε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Η κόμη του ήταν πλούσια;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Πλούσια μαύρη, ίσια, όχι κατσαρά.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Δηλαδή όπως είναι τώρα.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Περίπου ναι.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Όχι περίπου.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όπως είναι τώρα. Όχι τόσα πολλά μαλλιά, λιγότερα.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Είπατε ότι ήταν αυτός που μπαινόβγαινε στην είσοδο του καταστήματος και επιτηρούσε την επιχείρηση.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μάλιστα.

κ. ΒΛΑΧΟΣ: Ευχαριστώ.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Κύριε μάρτυς είπατε ότι 40% - 45% σας θυμίζει ο κ. Κουφοντίνας τον άνδρα με το αυτόματο που σας πλησίασε. Επειδή η κατάθεσή σας είναι η μόνη που θα μπορούσε τυχόν να οδηγήσει σε μια καταδίκη ενός ανθρώπου για κάτι που δεν έχει κάνει. Θα βάζατε το χέρι στην καρδιά εδώ να μας πείτε τι; Τον αναγνωρίζετε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν βάζω το χέρι στην καρδιά. Είπα μ’ ένα ποσοστό το οποίο είναι κάτω από το 50%. Δεν είμαι σίγουρος. Πάντως η άκρη του ματιού μου έπιασε την όψη αυτού του ανθρώπου.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Κάτι που σας θύμιζε. Επισημαίνω όμως ότι η κατάθεσή σας μπορεί τυχόν να οδηγήσει στην καταδίκη ενός ανθρώπου. Όταν λέτε 40% - 45% σας θυμίζει.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: 40% - 50% είπε.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: 40% - 50% κ. Πρόεδρε δεν θα τα χαλάσουμε για 5%!

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Κυρία συνήγορος αυτή την αίσθηση έχω και αυτή κατάθεσα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Λέει «περισσότερο να μην ήταν παρά να ήταν›.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Περισσότερο να μην ήταν.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Έκανα εγώ αυτή την ερώτηση, η οποία νομίζω ότι καλύπτει τα πάντα.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Με τη διευκρίνιση αυτή όντως καλύπτομαι.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Μα τα ρωτάω όλα αυτά. Δηλαδή περισσότερο να ήταν ή να μην ήταν; «Περισσότερο να μην ήταν› είπε.

Έχουμε τίποτα άλλο; Ο κ. Δαλιάνης έχει τον λόγο.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Πόσους είδατε εσείς κ. μάρτυς;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Και τους 7 τους είδα.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Λέω, εσείς προσωπικά πόσους είδατε.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Και τους 7. Αλλά ο χρόνος που τους είδα ήταν ελάχιστος.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Μια στιγμή, όταν σας άκουσα να μιλάτε για ένα – ένα χωριστά, μέτρησα 6.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Όχι. Ένας φύλαγε το προσωπικό, δεύτερος φύλαγε τους πελάτες, τέσσερις μπήκαν στο χώρο του γκισέ στο χώρο εργασίας στο χρηματοκιβώτιο και τρία ταμεία και ένας μπαινόβγαινε με τα walkman.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Να ξεκινήσουμε λίγο διαφορετικά. Κάποιος ανέβηκε πάνω. Έτσι δεν είναι;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Μάλιστα.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Ένας είναι αυτός. Τι έκανε αυτός στη συνέχεια;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Κατέβασε το προσωπικό κάτω και το ενσωμάτωσε με το υπόλοιπο προσωπικό του ισογείου και το στρίμωξε σε μια γωνία.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Εσείς που ήσασταν εκείνη τη στιγμή;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ήμουν δίπλα στον υποδιευθυντή όρθιος, ο συνάδελφος υποδιευθυντής καθόταν στην καρέκλα του και συζητούσαμε. Όταν αισθάνθηκα το αυτόματο κλπ., στη συνέχεια μας πήραν από τον τοίχο όπως ήμασταν όρθιοι με τα χέρια ψηλά και μας κατεύθυναν με το υπόλοιπο προσωπικό.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Πότε είδατε όλους τους άλλους εσείς; Ποια στιγμή τους είδατε; Μου κάνει εντύπωση αυτό το πράγμα. Πόσα άτομα υπάρχον κατ’ αρχήν στην τράπεζα εκείνο το πρωί.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπε 7.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Όχι κ. Πρόεδρε έχει σημασία αυτό το πράγμα.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Η δύναμη του καταστήματος εκείνη την εποχή αριθμούσε 28 άτομα.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Αφήστε τη δύναμη του καταστήματος.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ένα λεπτό, ήμασταν μέσα στο κατάστημα 25 συνάδελφοι και 10 –12 πελάτες. Οι 7 –και να μην τους έβλεπα εγώ, που τους είδα σχεδόν όλους- μετά το συζητήσαμε.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Ακριβώς αυτό με ενδιαφέρει: τους είδατε εσείς ή από τις συζητήσεις που κάνατε θεωρείτε ότι ήταν 7;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Τους είδα. Όταν αποχωρούσαν ήταν ένα, δύο, τρεις.. επτά.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Έτσι τους μετρήσατε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Βέβαια.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Την ώρα που έφευγαν;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Βέβαια.

Μ. ΔΑΛΙΑΝΗΣ: Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σημαδιακό το νούμερο το 7! «Και οι 7 ήταν υπέροχοι›! κλπ.

Ο κ. Χριστόδουλος Ξηρός έχει τον λόγο.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Περιγράφετε στην κατάθεση που δώσατε εκείνη την ημέρα, τον ληστή που στο πρόσωπό του αναγνωρίζετε εμένα και λέτε ότι «ήταν 1.75 έως 1.80› που σημαίνει το πολύ 1.80. «Με μαλλιά καστανά προς μαύρα› και σήμερα βελτιώνετε όλως παραδόξως την κατάθεση και λέτε «πάνω από 1.80 και μαλλιά σκούρα μαύρα και πυκνά›.

Από τι ορμώμενος βελτιώνετε αυτή την κατάθεση προς το καλύτερο και μάλιστα κατά σύμπτωση να ταιριάζει ακριβώς εμένα; Μήπως επηρεαστήκατε από τις εικόνες της τηλεόρασης ή από κάτι άλλο;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Εγώ σας έβλεπα μέσα από τον γκισέ, εσείς ήσασταν απ’ έξω από τον γκισέ και είπα ότι σας έβλεπα από το στήθος και πάνω.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Δεν σας ρώτησα από που με βλέπατε.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Είπα κατά προσέγγιση.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Ρωτάω συγκεκριμένα. Δεν σας ρώτησα από που με βλέπατε, σας λέω: την ημέρα της ληστείας που είχατε νωπό το πρόσωπο και την εικόνα του, περιγράφετε κάτι πολύ συγκεκριμένο -αόριστα κατά τη γνώμη μου, τέλος πάντων- για το ύψος και τα μαλλιά. Σήμερα μετά από 14 χρόνια το βελτιώνετε, ούτως ώστε να ταιριάζει με εμένα.

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Δεν είναι 14, είναι 13.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Έστω μετά από 13 χρόνια. Όχι την ίδια μέρα πάντως. Από τι ορμώμενος το βελτιώνετε;

Ν. ΜΑΝΤΑΣ: Ξέρω, έμαθα πλέον ότι εσείς είστε πάνω από 1.80.

Χ. ΞΗΡΟΣ: Ευχαριστώ.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σημειώνεται αυτό. Να πάτε στο καλό. Έχουν έρθει άλλοι από την υπόθεση της τράπεζας Εργασίας Περιστερίου; Να δείτε και να πείτε στον αστυνομικό να μου φέρει τα ονόματα, να τους καλούμε.

Παρακαλώ κ. Εισαγγελέα.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Θωμά σας ερωτώ: πείτε μου την ημέρα εκείνη ήσασταν εκεί στον τόπο;

Θ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Σας έχω ξαναπεί ότι θα τοποθετηθώ για οτιδήποτε με ρωτήσετε κατά τη διάρκεια της απολογίας μου.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Επειδή εδώ φέρεστε ότι έχετε πάρει μια θέση ενώπιον των κ.κ. Ανακριτών, γι’ αυτό σας ρωτώ.

Θ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Σας είπα και πάλι ότι θα απολογηθώ κατά τη διάρκεια της απολογίας μου.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Επειδή υπέρ της υπερασπίσεώς σας υπάρχουν λόγοι ενόψει της δική σας θέσης έναντι της κατηγορίας. Γι’ αυτό σας ρωτώ. Καταλάβατε;

Θ. ΣΕΡΙΦΗΣ: Μάλιστα κ. Εισαγγελέα κατάλαβα και θα σας απαντήσω στην απολογία μου.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Καλά, εντάξει.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Όπως θέλετε.

Κύριε Τέλιο και δι’ υμάς η αυτή ερώτηση.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Φοβάμαι ότι δεν είναι κατηγορούμενος ο κ. Τέλιος.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Με συγχωρείτε κ. Πρόεδρε κατηγορήθηκε για συμμετοχή.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Συμμετοχή στην Οργάνωση. Θέλετε α πω εγώ στον κ. Εισαγγελέα να μην ρωτάει; Επειδή εγώ δεν ρώτησα, ο κ. Εισαγγελεύ δικαιούται να ρωτάει τους κατηγορούμενους.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κατηγορείται κ. Πρόεδρε ή δεν κατηγορείται ο κ. Τέλιος;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είπα εγώ όχι;

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Η συμμετοχή είναι για όλο το χρονικό διάστημα και βεβαίως συνδέεται με τη γνώση και τη δράση, όχι μόνο τη δική σας, αλλά και του συνόλου. Γι’ αυτό ρώτησα κ. Πρόεδρε.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αν ξέρει για αυτή τη ληστεία.

ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Θα μου επιτρέψει η Υπεράσπιση να κάνω τη δουλειά μου, το καθήκον μου. Εγώ δεν παρεμβαίνω.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Μα δεν είναι δυνατόν να γίνονται αυτά τα πράγματα! Προχθές έγινε ολόκληρη συζήτηση κ. Πρόεδρε για το θέμα των ερωτήσεων του κ. Εισαγγελέα. Έκανε μια ερώτηση συγκεκριμένη και στον κ. Γιωτόπουλο και στον κ. Κουφοντίνα «Τι κάνατε τα λεφτά› που σημαίνει πρέπει να προηγηθεί η αποδοχή μου ότι πήρα λεφτά, για να σας πω τι τα έκανα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Αυτά τα είπαμε προχθές.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Το λέω για τις παρατυπίες των ερωτήσεων.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Εδώ δεν είναι παραπειστική η ερώτηση.

Δ. ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Μα ρωτάει για τη 17Ν;

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Ρωτάει ο κ. Εισαγγελέας «αν ξέρετε γι’ αυτή τη ληστεία κάτι› και αν θέλει απαντάει. Μην δημιουργούμε προβλήματα.

Κ. ΤΕΛΙΟΣ: Να λύσουμε το πρόβλημα πάρα πολύ εύκολα. Δεν έχω καμία αντίρρηση να απαντήσω στην ερώτησή σας για τη συγκεκριμένη ληστεία δεν γνωρίζω απολύτως τίποτα.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Τελείωσε. Αφού είναι τόσο απλά τα πράγματα γιατί να περιπλέκουμε. Λέει ο άνθρωπος «Εγώ δεν γνωρίζω τίποτα›.

Ι. ΚΟΥΡΤΟΒΙΚ: Αν γνώριζε ο κατηγορούμενος κάτι γι’ αυτή τη ληστεία, θα καθίστατο μάρτυρας γι’ αυτή τη ληστεία; Να καταλάβω ποια είναι η λογική.

ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Είναι θέμα συμμετοχής.